Ο Τσαρλς Αντετοκούνμπο φεύγει για το μεγάλο ταξίδι, στους ώμους των παιδιών του και ο Νίκος Παπαδογιάννης καληνυχτίζει τον πατέρα που έζησε βασανισμένος αλλά έφυγε ευτυχισμένος.
Ο Διαγόρας ο Ρόδιος δεν ήταν κοινός θνητός, αλλά ημίθεος. Δεν ήταν θεός, αλλά κοινός θνητός. Πέθανε, την πιο ευτυχισμένη στιγμή της ζωής του. Πέθανε, δηλαδή, ευτυχισμένος.
Του Νίκου Παπαδογιάννη (gazzetta.gr)
Ο Διαγόρας ο Ρόδιος ήταν πρωταθλητής της πυγμαχίας, ο κορυφαίος του καιρού του. Όχι απλός Ολυμπιονίκης, αλλά «περιοδονίκης», αφού πέτυχε το Γκραν Σλαμ της εποχής, κερδίζοντας τα Ολύμπια, τα Πύθια, τα Νέμεα και τα Ίσθμια.
Ήταν, λέει, «ευθυμάχας». Αγωνιζόταν δίχως να σκύβει και δίχως να ελίσσεται. Απ’ευθείας πάνω στον αντίπαλο, ένας Μοχάμεντ Άλι της αρχαίας Ελλάδας. Περισσότερο και από τις αθλητικές ικανότητές του, ήταν ευγενικός και έντιμος.
Τα χαρίσματα του Διαγόρα πέρασαν στα τέσσερα παιδιά του. Ο ενάρετος πατέρας τα λάτρευε και ήταν πολύ περήφανος για αυτά. Την παράδοση ακολούθησαν ακόμα και τα εγγόνια του. Οι Διαγόριδες της Ρόδου ήταν οικογένεια Ολυμπιονικών.
Στην 83η Ολυμπιάδα, το 448 π.Χ., δύο γιοι του Διαγόρα, ο παγκρατιστής Δαμάγητος και ο πυγμάχος Ακουσίλαος αναδείχθηκαν Ολυμπιονίκες. Ο πατέρας τους είχε ακολουθήσει στην Ολυμπία για να τους καμαρώσει.
Αμέσως μετά τη στέψη τους, οι δύο νέοι πλησίασαν τον γηραιό Διαγόρα και τον σήκωσαν στους ώμους, για έναν οικογενειακό γύρο θριάμβου μέσα στο στάδιο. Η ευτυχία του πατέρα ήταν ανείπωτη.
Μέσα στο παραλήρημα του πλήθους, ακούστηκε η φωνή ενός Σπαρτιάτη.
«Κάτθανε, Διαγόρα, οὐ καὶ ἐς Ὅλυμπον ἀναβήσῃ»!
Και τώρα, Διαγόρα, μπορείς να πεθάνεις. Μη νομίζεις ότι θα ανεβείς και στον Όλυμπο…
Ο ευθυμάχας Διαγόρας ξεψύχησε στους ώμους των παιδιών του. Δυόμισυ χιλιάδες χρόνια αργότερα, ένας Ολυμπιονίκης της ζωής θα αναχωρήσει για το μεγάλο ταξίδι, στους ώμους των παιδιών του.
Πρόφτασε, ευτυχώς, να τα περάσει στεγνά στην απέναντι όχθη και να ζήσει και μερικά χρόνια ξένοιαστος, χωρίς τις σκοτούρες που του ξερίζωναν την αδύναμη καρδιά. Φεύγει ήσυχος πια, γιατί ξέρει ότι τα κατάφερε.
Έδωσε πολλά, όχι μόνο στην οικογένειά του, αλλά και στη χώρα που κάπως απρόθυμα αλλά τελικά με ζεστασιά άνοιξε την αγκαλιά της για να υποδεχθεί τον ίδιο και την εξίσου βασανισμένη σύντροφό του.
Στο στήθος του χτυπούσε η μεγάλη καρδιά της Αφρικής και, τα τελευταία χρόνια, η μεγάλη καρδιά της Ελλάδας.
Κάτθανε, κύριε Τσαρλς. Και καλό σου ταξίδι. Θα μείνεις, για πάντα, ένας δικός μας άνθρωπος, εσύ και η καταπληκτική οικογένεια που μας αφήνεις κληρονομιά.
Διότι μας δίδαξες, όπως ο Διαγόρας ο Ρόδιος, ότι δεν χρειάζεται να σηκώσουμε τα χέρια ψηλά ή να γίνουμε θεοί για να φτάσουμε στον Όλυμπο.
Αρκεί να σηκώσουμε το βλέμμα, για να κοιτάξουμε κατάματα τους απόκληρους της κοινωνίας. Μέσα από τα δικά τους μάτια, μπορούμε και εμείς να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι.