Ο Μανώλης Γλέζος σε μία διαφορετική συνέντευξη όπου χωρίς φόβο αλλά με πάθος απαντάει σε όλες τις δύσκολες ερωτήσεις που βρίσκει στο …διάβα του
Δεν είναι μόνο ένας άνθρωπος-σύμβολο. Είναι ο ορισμός του πολιτικού όντος: Ήρωας της εθνικής αντίστασης και διάπυρος, έκτοτε, αγωνιστής της Αριστεράς με πολύχρονες διώξεις, φυλακίσεις κι εξορίες στο ενεργητικό του, μαχόμενος δημοσιογράφος (υπήρξε διευθυντής σε Ριζοσπάστη και Αυγή, ενώ τιμήθηκε με το Διεθνές Βραβείο Δημοσιογραφίας το’58), συγγραφέας και βέβαια πολιτικός (βουλευτής τρεις φορές με την ΕΔΑ, τις δύο όντας φυλακή, Ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ το ’84, Επικρατείας με τον Σύριζα το ’12 κι από πέρσι ξανά Ευρωβουλευτής με ρεκόρ ψήφων).
Του Θοδωρή Αντωνόπουλου
Τον θυμάμαι μικρότερος πρόεδρο της ΕΔΑ να δίνει παρών σε κοινωνικούς αγώνες, τον είδα στις αντιμνημονιακές διαδηλώσεις του ’10 ατρόμητο κι αγέρωχο παρά τα άσπρα του μαλλιά να υπερασπίζεται διαδηλωτές από τα ΜΑΤ δεχόμενος κατάφατσα τα χημικά τους – «έχω αποφασίσω να πεθάνω όρθιος», εξήγησε σαν συνήλθε για το παράτολμο της πράξης, συγχωρώντας αργότερα κατ’ιδίαν τον δράστη. Τον βλέπω σήμερα στα 95 του χρόνια αγέραστο και με ένα πάθος σχεδόν εφηβικό να υπερασπίζεται στις Βρυξέλλες την ελληνική υπόθεση. Ο Απεραθίτης με τη διεθνή ακτινοβολία που προσπάθησε παλιότερα να υλοποιήσει στην ίδια την ιδιαίτερη πατρίδα του το όραμα της άμεσης δημοκρατίας, που είχε αλληλέγγυους τον Ντε Γκολ, τον Σαρτρ και τον Καμί, που του απένειμαν βραβείο Λένιν και τον έκαναν γραμματόσημο στην ΕΣΣΔ, που μεταπολιτευτικά τιμήθηκε, μεταξύ άλλων, από την Ελληνική και τη Γαλλική Δημοκρατία, λίγο μοιάζει να νοιάζεται για όλα αυτά.
Στη διαδικτυακή μας συνέντευξη μου είπε ότι αντλεί τον παροιμιώδη δυναμισμό του από τους συντρόφους που έχασε παλιότερα «σε διαδηλώσεις, μάχες κι εκτελεστικά αποσπάσματα», ότι αυτοί τον «υποχρέωσαν» να ζήσει και να παλέψει τόσο για τον ίδιο όσο και για κείνους. Υπερασπίστηκε τις επιλογές της παράταξής του, καυτηρίασε τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, τα κακώς κείμενα της ελληνικής πραγματικότητας αλλά και τις επιθέσεις που έχει προσωπικά δεχθεί, επέμεινε στις γερμανικές πολεμικές οφειλές κι όταν τον ρώτησα, εν κατακλείδει, για τι από όλα όσα έκανε θα ήθελε να τον θυμούνται περισσότερο, πρότεινε τον χαιρετισμό που ανταλλάζει καθημερινά με τους συνανθρώπους του.
Αισθάνεστε δικαιωμένος όντας στέλεχος της πρώτης ελληνικής κυβέρνησης της Αριστεράς μετά τον εμφύλιο; Είχατε ποτέ φανταστεί αυτή την εξέλιξη;
Όχι μόνο την είχα φανταστεί αλλά και την είχα προβλέψει, σας διαβεβαιώνω. Δικαιωμένοι αισθάνονται σίγουρα όσοι αγωνίστηκαν για να έρθει αυτή η μέρα, και πιο πολύ όσοι θυσιάστηκαν γι’ αυτό το σκοπό. Η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ούτε κομματική ούτε παραταξιακή αλλά νίκη του ελληνικού λαού, διότι ο ΣΥΡΙΖΑ κατόρθωσε να εκφράζει την πολιτική του συνείδηση. Απόδειξη, ότι δύο βδομάδες μετά τις εκλογές, το 70% επικροτεί τις κινήσεις της νέας Κυβέρνησης. Η νίκη αυτή σημαίνει την απαρχή κοσμογονικών εξελίξεων σε Ελλάδα και Ευρώπη. Για την Ελλάδα, σημαίνει ξεκίνημα για την ανάκτηση της εθνικής της ανεξαρτησίας και την αφαίρεση της θηλιάς που έχουν περάσει στο λαιμό της οι δανειστές. Για την Ευρώπη, πάλι, σημαίνει ξεκίνημα ώστε να γίνει αυτόνομη, αυτοδιοικούμενη, αυτοδιαχειριζόμενη, να γίνει μια Ευρώπη της δημοκρατίας, της λαϊκής κυριαρχίας, της ειρήνης.
Πώς βλέπετε εσείς το κλίμα στο Ευρωκοινοβούλιο; Προς τα πού κλίνουν οι συσχετισμοί δυνάμεων; Πόσο αισιόδοξος είστε για την πορεία των διαπραγματεύσεων και τι γίνεται αν αυτές εντέλει δεν ευοδωθούν;
Το κλίμα δεν είναι ευνοϊκό αλλά μπορεί να ανατραπεί αν ο λαϊκός παράγοντας κινηθεί σωστά. Το καθεστώς που έχει εγκαθιδρυθεί στο Ευρωκοινοβούλιο πόρρω απέχει από το να είναι δημοκρατικό, τόσο το ίδιο όσο και οι διάφορες εκφράσεις του. Ο Πρόεδρός του, ο Μάρτιν Σουλτς, που έσπευσε να επισκεφθεί την Ελλάδα αμέσως μετά τις εκλογές, ποιες απόψεις ερχόταν να εκφράσει; Όχι βέβαια του Ευρωκοινοβουλίου, ως όφειλε, αφού ούτε καν τη γνώμη του δεν είχε ζητήσει προηγούμενα. Μετέφερε απλώς τις δικές του απόψεις, οι οποίες ταυτίζονται, δυστυχώς, με αυτές των δανειστών-εταίρων της Ελλάδας. Αλλά οι δανειστές πρέπει να κατανοήσουν ότι είναι αναγκαίο να βγάλουν πρώτα τη θηλιά που έχουν περάσει στο λαιμό της χώρας μας και μετά να δούμε τι τους οφείλουμε και τι όχι. Η ευόδωση των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές έχει βασική προϋπόθεση την εγκατάλειψη των εκβιασμών από την πλευρά τους.
Ποιες θεωρείτε τις μεγαλύτερες αντινομίες του πολιτικού, κοινωνικού και οικονομικού μας γίγνεσθαι, τις οποίες καλείται να αντιμετωπίσει και η νέα κυβέρνηση;
Στον οικονομικό τομέα, η μεγαλύτερη αντινομία είναι η ληστεία του λαού για τη σωτηρία του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου. Στον πολιτικό τομέα, ο ισχύων καλπονοθευτικός εκλογικός νόμος, που χαρίζει στο πρώτο κόμμα 50 έδρες, τις οποίες κλέβει από τα άλλα κόμματα, καθώς και το όριο του 3%, που αλλοιώνει την πολιτική βούληση των εκλογέων, διότι εμποδίζει την αντιπροσώπευσή τους στη Βουλή. Στον κοινωνικό τομέα, οι φοροαπαλλαγές, η φοροδιαφυγή, ο εσμός των «ημετέρων» συμβούλων, οι αργόμισθοι, οι υψηλόμισθοι και οι πολυθεσίτες, που λυμαίνονται τον δημόσιο κορβανά, καλλιεργούν τον ατομισμό και δημιουργούν πελατειακές σχέσεις μεταξύ βουλευτών και ψηφοφόρων.
Ήταν άραγε αναπόφευκτη η συμμετοχή των ΑΝΕΛ στο νέο κυβερνητικό σχήμα; Τι θα λέγατε σε όσους αριστερούς αισθάνονται τουλάχιστον προβληματισμένοι με αυτή την επιλογή;
Είμαι από εκείνους που ήθελαν την αυτοδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ, για να κάνει την επομένη αυτό το πρωτοφανές στα κοινοβουλευτικά χρονικά της Ελλάδας: να προχωρήσει σε συνεργασίες με αντιμνημονιακές δυνάμεις, ακόμα κι αν δεν ήταν υποχρεωμένος. Η αυτοδυναμία δεν επιτεύχθηκε, αλλά η Κυβέρνηση που σχηματίστηκε είναι πολύ ευρύτερου πνεύματος από μια απλή κυβέρνηση συνεργασίας. Κι αυτό ήταν ζητούμενο, μπροστά στην ανθρωπιστική καταστροφή που έχει πλήξει το λαό. Όσο για τους αριστερούς που λέτε ότι «αισθάνονται τουλάχιστον προβληματισμένοι» ‒κάτι που εμένα δεν με βρίσκει σύμφωνο‒, θα τους υπενθύμιζα ότι τα κόμματα που συνεργάζονται σε κυβερνητικά σχήματα δεν εδράζονται, συνήθως, στο ίδιο ιδεολογικό βάθρο. Προφανώς και θα υπάρχουν διαφωνίες. Όμως, μπροστά στους κύριους στόχους, τα επιμέρους προβλήματα θα λύνονται με πνεύμα κατανόησης και αλληλοσεβασμού, ώστε η συνεργασία αυτή να μακροημερεύσει, δίνοντας λύσεις στα οξυμένα προβλήματα που ταλαιπωρούν το λαό μας
Θα επιμείνετε στο θέμα των γερμανικών πολεμικών αποζημιώσεων; Πόσο στέκει τελικά αυτό το αίτημα;
Σας διορθώνω: δεν πρόκειται για πολεμικές αποζημιώσεις, αλλά για οφειλές της Γερμανίας προς το ελληνικό Δημόσιο και τους Έλληνες πολίτες, οι οποίες βεβαίως και στέκουν. Οι οφειλές προς το Δημόσιο είναι:
Α. Οι αρχαιολογικοί και πολιτιστικοί θησαυροί τους οποίους άρπαξαν κι αρνούνται να επιστρέψουν.
Β. Τα 7,1 δις δολάρια (αγοραστικής αξίας 1938 και χωρίς τους τόκους), τα οποία επιδίκασε η Διάσκεψη των Παρισίων του 1946 να πληρώσει η Γερμανία για τις καταστροφές που προκάλεσε το Γ΄ Ράιχ στην οικονομία της Ελλάδας.
Γ. Το αναγκαστικό δάνειο, το οποίο υποχρεώθηκε η Ελλάδα να δώσει στις κατοχικές δυνάμεις, από το οποίο 3,5 δις. δολάρια (αγοραστικής αξίας 1938 και χωρίς τους τόκους) αναλογούν στη Γερμανία.
Θυμηθείτε, στο σημείο αυτό, ότι τα ποσά του αναγκαστικού δανείου τα οποία αναλογούσαν στις δύο άλλες κατοχικές δυνάμεις, Ιταλία και Βουλγαρία, η Ελλάδα τα έχει εισπράξει. Οι οφειλές προς τους πολίτες είναι δυσθεώρητου ύψους. Έτσι, περιορίστηκαν σε ένα συμβολικό ποσό, προς τους απογόνους των θυμάτων της ναζιστικής θηριωδίας.Οι κυβερνήσεις της Γερμανίας αρνούνται να εξοφλήσουν αυτές τις οφειλές. Και το ερώτημα που προκύπτει είναι: Γιατί; Σε αυτό κάποτε πρέπει να απαντήσουν. Δεν θεωρούμε, φυσικά, υπεύθυνο τον σημερινό γερμανικό λαό για τα εγκλήματα του Γ΄ Ράιχ.
Τι θα απαντούσατε σε όσους αμφισβητούν την προσφορά σας μιλώντας περί «επαγγελματία της πολιτικής», αμφισβητούν ακόμα και το κατέβασμα της ναζιστικής σημαίας από την Ακρόπολη ή σας χαρακτηρίζουν «αμετανόητο σταλινικό», με αφορμή και την παρουσία σας στην κηδεία του Εμβέρ Χότζα;
Τρία τα ζητήματα που θέτετε:
Στο πρώτο, είναι άραγε χαρακτηριστικό ενός «επαγγελματία της πολιτικής» να έχει περάσει 16 χρόνια από τη ζωή του είτε φυλακισμένος, είτε εξόριστος; Όπως και αν τα υπολογίσετε, από τις (σύντομες) θητείες μου στο Ευρωκοινοβούλιο ως την εκλογή μου ως Προέδρου της Κοινότητας στο χωριό μου, τόσα χρόνια πολιτική «καριέρα» δεν έχω κάνει. Εκτός και αν οι φυλακές και οι εξορίες αθροίζονται στην «καριέρα» μου…
Το δεύτερο, η αμφισβήτηση του κατεβάσματος της ναζιστικής σημαίας από την Ακρόπολη, διακινείται τα τελευταία χρόνια από φασιστικά και (φιλο)ναζιστικά blogs. Γι’ αυτό, αν και συνήθως το αποφεύγω, ως πασίγνωστο, θα απαντήσω. Δεν υπάρχει μόνο το δημοσίευμα εκείνων των ημερών, με την επίσημη ανακοίνωση των κατοχικών αρχών για το συγκεκριμένο γεγονός. Επιπλέον, για να μη συλληφθεί και εκτελεστεί κάποιος αθώος, τόσο ο σύντροφός μου, ο Απόστολος Σάντας, όσο και εγώ, αφήσαμε προσεχτικά τα δαχτυλικά μας αποτυπώματα στον ιστό της σημαίας. Οι διωκτικές Αρχές, μολονότι τα βρήκαν, ενεργώντας με συνείδηση ελληνική, δεν τα παρέδωσαν στους κατακτητές. Γι’ αυτό και όταν, το 1945, πήραμε εμείς την ευθύνη αυτής της πράξης, οι Αρχές δεν μας διέψευσαν.
Στο τρίτο θέμα, τώρα. Λόγω του Χότζα και της μεταχείρισης της οποίας έτυχα στην ηλεκτρονική σας έκδοση, δεν σας κρύβω ότι προβληματίστηκα αν έπρεπε να σας δώσω αυτή τη συνέντευξη. Όπως πιθανόν γνωρίζετε, κάποιος από τους εγγεγραμμένους σχολιαστές στην ηλεκτρονική σας έκδοση εμφανιζόταν με το όνομα Emmanouil Hodza ή κάτι παρόμοιο και… τη φωτογραφία μου. Και η Lifo το είχε αποδεχθεί. Όμως όταν συνεργάτες μου το αντιλήφθηκαν και διαμαρτυρήθηκαν, ο εν λόγω σχολιαστής αποκλείστηκε (ή υποχρεώθηκε να αλλάξει όνομα και φωτογραφία). Για μια τελευταία φορά, λοιπόν, απαντώ ότι στην κηδεία του Εμβέρ Χότζα πήγα ως απεσταλμένος της ελληνικής Κυβέρνησης, ύστερα από παράκληση του τότε υπουργού Εξωτερικών Κάρολου Παπούλια, και μάλιστα με κρατικό αεροπλάνο. Αυτά.
Για ποια πράγματα απ’ όσα κάνατε στη ζωή σας αισθάνεστε πραγματικά περήφανος και ποια πιθανόν θα αναθεωρούσατε, αν είχατε την ευκαιρία;
Νιώθω περήφανος για την προσφορά μου στον ελληνικό Λαό, με τους αγώνες μου για σχεδόν οκτώ δεκαετίες, γιατί δεν υπέκυψα απέναντι σε κανέναν. Μία φορά παραβίασα αυτό τον κανόνα και δέχτηκα να υπακούσω σε παράλογες αποφάσεις του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΕ, το 1966, για να μη διασπαστεί το κόμμα. Μέμφομαι επίσης τον εαυτό μου γιατί, μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ, το 1968, δεν ανέλαβα τις πρωτοβουλίες που έπρεπε ώστε να ξεπεραστεί η κρίση.
Αν σας ζητούσα να κάνετε τη δική σας αυτοκριτική;
Δύσκολα, ξέρετε, κρίνει κανείς τον εαυτό του, ακόμα κι όταν έχει φτάσει στην ηλικία μου. Κανείς δεν έχει μάτια για τη δική του καμπούρα… Ένα μεγάλο μου προτέρημα είναι σίγουρα η ακαταπόνητη δραστηριότητά μου. Για τα δύο χειρότερα «ελαττώματά» μου, θα καταφύγω στην κρίση δύο συντρόφων, ενός Καλαματιανού κι ενός Απεραθίτη. Κατά τον Καλαματιανό, θεωρώ ότι όλοι οι άνθρωποι είναι καλοί, μέχρις αποδείξεως του εναντίου. Κατά τον Απεραθίτη, είμαι αγύριστο κεφάλι. Τα αναγνωρίζω και τα δύο.
Είναι εντυπωσιακό ότι παραμένετε τόσο δραστήριος και εναργής σε μια ηλικία που θεωρείται προχωρημένη. Ότι αρνείστε να κάνετε παραχωρήσεις στην παραίτηση ή τον φόβο.
Έτσι πρέπει γιατί νιώθω την υποχρέωση να εκπληρώσω τις παρακαταθήκες που μου άφησαν οι σύντροφοι τους οποίους έχασα σε διαδηλώσεις, μάχες κι εκτελεστικά αποσπάσματα. Μου έλεγαν: «Αν εσύ ζήσεις, μη με ξεχάσεις. Όταν συναντάς ανθρώπους, θα τους καλημερίζεις και για μένα. Κι όταν χορεύεις, όταν γλεντάς, όταν πίνεις κρασί, θα χορεύεις, θα γλεντάς και θα πίνεις και για μένα. Κι όταν θ’ ακούς στο ακρογιάλι τον φλοίσβο των κυμάτων, όταν θα ακούς στο δάσος το θρόισμα του ανέμου ανάμεσα στις φυλλωσιές, θα τα ακούς και για μένα». Από όλους εκείνους αντλώ τη δύναμή μου, αγαπητέ.
Τι εκτιμάτε περισσότερο τι αντίστοιχα απεχθάνεστε;
Εκτιμώ την παρρησία και θεωρώ μέγιστη αρετή τη θυσία για έναν σκοπό. Απεχθάνομαι την κολακεία και πιστεύω ότι δεν υπάρχει πιο δυστυχής άνθρωπος από τον απογοητευμένο.
Μετανιώσατε ποτέ που ασχοληθήκατε με την πολιτική; Τι άλλο σας κεντρίζει το ενδιαφέρον;
Στον «Βέγα», το βιβλιοπωλείο που είχα για πολλά χρόνια στην οδό Ιπποκράτους, δέσποζε η ρήση «Τimeo hominem unius libri», δηλαδή «Να φοβάσαι τον άνθρωπο του ενός βιβλίου», τον μονοδιάστατο άνθρωπο. Γι’ αυτό η συμμετοχή μου στην ενεργό πολιτική ήταν πάντα εναρμονισμένη και παράλληλη με τα άλλα μου ενδιαφέροντα, κυριότερα από τα οποία είναι η ποίηση, η γεωλογία, η γλωσσολογία και η βιβλιοθηκονομία.
Από όλα όσα ζήσατε και κάνατε, για τι θα θέλατε να σας μνημονεύουν περισσότερο;
Για τον χαιρετισμό που ανταλλάσσω με τους συνανθρώπους μου: Καλημέρα, καλησπέρα, καληνύχτα.
Πηγή: lifo.gr