Η γυάλινη πόρτα της πάντα ανοιχτή, ως αργά το βράδυ, Χειμώνα-Καλοκαίρι. Είναι η είσοδος στη συμβολή των οδών Καππαδοκίας και Μικρασιατών Προσφύγων. Δρόμοι ήσυχοι, χαμηλής κυκλοφορίας, στο ανατολικό μέρος της κυκλαδίτικης Χώρας. Δυο δρόμοι με άμεση ψυχική σύνδεση για εκείνους τους ανθρώπους που θεωρούν τα οδωνύμια ζωντανές ψυχές και μνήμες ενός Πολιτισμού.
Κείμενο – Φωτογραφίες: Γιώργος Καρνέζης (*)
Σπίτι, εργαστήριο, Λαογραφικό Μουσείο; Καμία από μόνη της λέξη δεν ταυτοποιεί την εικόνα του φωτισμένου από τον Ήλιο, εσωτερικού χώρου, με πλήθος αντικείμενα-σύμβολα, πλέγμα συναισθημάτων που ελκύουν την προσοχή κάθε περιπατητή της Χώρας, στη διασταύρωση των οδών Καππαδοκίας και Μικρασιατών Προσφύγων στη Νάξο της καρδιάς μας!
Ο σύνθετος και περίτεχνος χώρος με λειτουργικές ακόμα παμπάλαιες ραπτομηχανές, με τους κεντημένους πίνακες με θέματα από την ελληνική Μυθολογία – παιδιά τους και η μία μηχανή απέναντι στις άλλες επιδιώκουν να μας πείσουν για την αξιακή παλαιότητά τους και την παραγωγή τους! Πρωτοπόρες κι αυτές σε εκείνα τα χρόνια των πολιτισμικών ταυτοτήτων, να βρίσκουν υπόσταση στο παρόν της δημιουργού, αναμορφώτριας πολλών σπιτιών της Νάξου, με στοιχεία του Μικρασιάτικου Πολιτισμού της αρμονίας, του ωραίου, του κλασικού! Το όνομά της: Στέλλα Τσουνέλλη – Φουτάκογλου από τη Μουταλάσκη Καισαρείας, Καππαδοκίας και το Αϊδίνι Μαγνησίας, Μικράς Ασίας.
Κάθε λέξη της κεντάει τον αφηγηματικό της ιστό! Οι φράσεις της μάς υποβάλλουν σταδιακά την αναπαράσταση των εικόνων που έρχονται εκείνες τις στιγμές της πρώτης ερώτησής μας, κατά την πρώτη γνωριμία. Ο λόγος της αποσπασματικός από το παρόν στο παρελθόν, δεν ακολουθεί μια γραμμική σειρά, αλλά μας παραπέμπει σε μια αφαιρετική, καλλιτεχνική δημιουργία με ένα ατέλειωτο flash-back. Κοντά της πάντα ο συνοδευτικός λόγος του συντρόφου της ζωής της, κυρίου Δημήτρη, ράπτη, από τη Λέσβο με Μικρασιάτικη καταγωγή. Απέκτησαν δύο παιδιά, την Κωστούλα, Παιδοψυχολόγο και τον Μιλτιάδη, Γεωλόγο, και δύο εγγόνια, την 7η Στέλλα και τον Γιάννη.
Στέλλα Τσουνέλλη – Φουτάκογλου: Η τελευταία κεντήστρα της παράδοσης στη Χώρα της Νάξου
Συνειρμοί, φοβερά γεγονότα του 1922 της προσφυγικής οικογένειας ζουν και παρουσιάζονται από την κυρία Στέλλα στον ενεστώτα χρόνο. Το τραύμα της Μικρασιατικής Καταστροφής μεταφέρεται και στις ψυχές των απογόνων της δεύτερης γενιάς, ως μια δική τους τραγική βιωματική εμπειρία. Αυτό αποδεικνύεται από τις μελέτες των Κοινωνικών Επιστημών και της Ψυχολογίας. Για το ξεπέρασμα αυτού του τραύματος και τη διατήρηση της Πολιτισμικής ταυτότητας, η παγκοσμίως γνωστή Κοινωνική Ανθρωπολόγος κυρία Renee Xircshon- Philippakis έχει διεξάγει μια μελέτη, στα γερμανικά της Κοκκινιάς, με τίτλο: «Κληρονόμοι της Μικρασιατικής Καταστροφής: Η Κοινωνική Ζωή των Μικρασιατών Προσφύγων στον Πειραιά». Θα ήταν, λοιπόν, ατόπημα και ασέβεια να της λέγαμε: Μα εσείς γεννηθήκατε το 1949, πώς λέτε « ήρθαμε», «κατεβήκαμε», «χτίσαμε»;
Η αφηγηματική μορφή της κληρονόμου των γεγονότων ρέει αβίαστα, κάποιες φορές υπερφωτισμένα, για να δηλώσει τη σημασία τους, σαν να παρακολουθούμε θεατρική πράξη με ξαφνικές παρεμβολές στη δράση του έργου.
Οδός Καππαδοκίας και Μικρασιατών Προσφύγων. Οι μνήμες της κυρίας Στέλλας να διαγκωνίζονται ποια απ’ όλες να πρωτοεμφανιστεί στο βλέμμα της απόλυτης προσοχής μας!
Η θεία μου Ειρήνη, αδερφή της μάνας μου, τρίτο παιδί στη σειρά, βγαίνει ξαφνικά τρέχοντας έξω από το πλοίο, πριν καλά-καλά δέσουν οι κάβοι.
- Δεν αντέχω άλλο αυτό το ταξίδι. Εδώ θα μείνουμε!
Ήταν η αφορμή να τρέξει μαζί της όλη η μεγάλη οικογένειά της, χωρίς να γνωρίζουν πού έδεσε το βαπόρι, καθώς δεν προορίζονταν γι’ αυτόν τον τόπο και δεν ειδοποιήθηκαν από το πλήρωμα να ετοιμαστούν. Το εύηχο, ηλιόλουστο, σαν τον ναό του Απόλλωνα, όνομα του νησιού, Νάξος! Είναι το νησί με το οποίο η μεγάλη οικογένεια θα δέσει για πάντα τη διαδρομή της στη ζωή.
Πορτραίτα ψυχές στη σκηνή της οδού Καππαδοκίας και Μικρασιατών προσφύγων.
# Είμαι ο παππούς της Στέλλας, Στρατής Φουτάκογλου από τη Μουταλάσκη Καισαρείας Καππαδοκίας, οργανοπαίχτης σε πανηγύρια και γάμους που κρατούσαν τότε τρεις μέρες. Είχα δέκα παιδιά. Η γυναίκα μου η Αναστασία, γιαγιά της Στέλλας ήταν πολύ καλή μοδίστρα σε όλα τα ανδρικά ρούχα. Τη μηχανή της την έχει η Στέλλα. Ένα από τα παιδιά μου, ο Ιορδάνης είναι ο πατέρας της 6ης Στέλλας.
# Λέγομαι Ιορδάνης Φουτάκογλου, πατέρας της 6ης Στέλλας. Λέω ότι χάσαμε την Πατρίδα μας , όμως τώρα πια η ζωή πέρασε, δόξα τω Θεώ. Λέω πολλές φορές, αν έμενα στη Μουταλάσκη, θα έκανα οικογένεια, σαν αυτή που έκανα εδώ; Δόξα τω Θεώ, τώρα ζούμε καλά. Να ‘ χουμε υγεία όσο ζήσουμε…. δεν παραπονιούμαστε. 1
# Είμαι ο άλλος παππούς της 6ης Στέλλας, Γιάννης Χρηστίδης – Μαραβέλιας. Ήμουν τελευταίος Πρόεδρος της Κοινότητας Αϊδινίου. Κατά τον μεγάλο διωγμό του 1922 με αναγνώρισαν οι Τούρκοι και με έσφαξαν στον δρόμο, την ώρα της φυγής. Η οικογένειά μου είχε δεκατρία θύματα.
# Είμαι η γιαγιά Στέλλα, η μαμή, γυναίκα του Γιάννη Χρηστίδη-Μαραβέλια που τον έσφαξαν οι Τούρκοι. Με τους διασωθέντες είχα φτάσει στην Αλικαρνασσό και μάς πέρασαν απέναντι στην Κω. Από εκεί επιβιβαστήκαμε, μαζί με άλλους πατριώτες πρόσφυγες σε ένα καράβι. Όταν αυτό έπιασε Νάξο, η τρίτη κόρη μου και θεία της εγγονής μου, Στέλλας, η Ειρήνη όρμησε στο λιμάνι της Νάξου, φωνάζοντας : «Εδώ θα μείνουμε», γιατί δεν άντεχε άλλο το ταξίδι, τις αρρώστιες και τους θανάτους από δυσεντερία στο πλοίο. Κι έτσι αναγκάστηκε να κατέβει όλη η οικογένειά μου στη Νάξο.
@ Εγώ η γιαγιά η Στέλλα η μαμή, έφερα μια εικόνα κρυμμένη στην πλάτη μου. Βοηθούσε τις έγκυες να γεννήσουν καλά. Οι Τουρκάλες γειτόνισσές με είχαν ντύσει Τουρκάλα, και έτσι σώθηκα. Αλλά στο δρόμο οι Τούρκοι με έδερναν στην πλάτη και η εικόνα με προστάτευσε από τα χτυπήματα. Είχα και τα πέντε παιδιά μαζί μου: Την Πιπίνα, τη Μαργή, την Ειρήνη, την Κωστούλα και τον Χρίστο και τα πέντε εγγόνια μου, παιδιά της Πιπίνας: Την Έλλη, τον Γιάννη, τον Κώστα, τη Στέλλα και τη Μαρία. Συνολικά έντεκα άτομα.
@ Είμαι ο Μιχαήλ Φουτάκογλου, αδελφός του Ιορδάνη΄ Υπηρέτησα στο 87ο Σύνταγμα πεζικού. Σκοτώθηκα το 1941 μόλις 23 ετών στο Λέχοβο της Φλώρινας, μαζί με άλλους 52 ηρωικούς στρατιώτες , μαχόμενοι εθελοντικά κατά την επέλαση των Ναζί , αποφασισμένοι να πεθάνουμε, ώστε να προλάβει το άλλο Σύνταγμα να υποχωρήσει με ασφάλεια. Στο Σύνταγμα που ακολουθούσε ήταν και ο αδελφός μου Ιορδάνης, χωρίς να το ξέρω.
Ο Δήμος Νάξου τίμησε τη μνήμη μου , δίνοντας το όνομά μου σε έναν δρόμο που διασταυρώνεται με την οδό Μικρασιατών Προσφύγων: ” Οδός Μιχαήλ Ευστρατίου Φουτάκογλου” .
Χτίζοντας τη νέα τους ζωή: Αφηγείται η 6η Στέλλα της γνωριμίας μας
Η πρώτη εγκατάσταση της οικογένειας αλλά και άλλων προσφύγων έγινε στο Μοναστήρι της Αγίας Κυριακής, στη Χώρα της Νάξου. Σήμερα δεν υπάρχουν τα κελιά. Έπειτα κάποιες οικογένειες μεταφέρθηκαν στο μοναστήρι του Αγίου Χρυσοστόμου, ψηλά στο βουνό. Η Ηγουμένη, όμως, κράτησε μόνο την οικογένειά μου, καθώς δεν χωρούσαν όλοι στα πολύ λίγα κελιά.
Αργότερα ήρθαν στο νησί 30-40 οικογένειες Σπαρταλήδων που έφυγαν με το καράβι από την Αττάλεια και εγκαταστάθηκαν στην περιοχή όπου βρίσκεται σήμερα η οδός των Μικρασιατών προσφύγων. Σε αυτό το καράβι, κύριε Γιώργο, ήταν και η μάνα της γυναίκας σου, η Άννα μαζί με την οικογένειά της, που αργότερα τους εγκατέστησαν στη Βίβλο ( Τρίποδες ). Οι 30-40 αυτές οικογένειες και όλοι εμείς που είχαμε έρθει πιο πριν, μόνοι μας φτιάξαμε τις παράγκες με τέσσερα δοκάρια και τσίγκινες στέγες. Ανά δύο παράγκες είχαν μια κοινή κουζίνα και μια κοινή τουαλέτα. Οι προσφυγικές παράγκες βρίσκονταν επί των οδών Μικρασιατών Προσφύγων, Καππαδοκίας, Καισαρείας, Βουρλών, Φουτάκογλου, οι οποίες σήμερα δεν υπάρχουν.
Μέχρι το 1970 μέναμε στις παράγκες, γι’ αυτό ακόμη στη Νάξο μας λένε «παραγκιώτες». Εκεί γεννήθηκα κι εγώ. Ο πατέρας μου Ιορδάνης που ήξερε όλες τις τέχνες, έχτισε με πλίνθες το σπίτι μας, στο ταβάνι είχε βάλει τράφες ( δοκάρια) και είχε σκάψει μια αποθήκη στο υπόγειο, που άνοιγε με γκλαβανή για να αποθηκεύουν και να διατηρούν τα τρόφιμα. Όπως είχαμε και στην πατρίδα μας. Το 1970, επί χούντας, η Πρόνοια που είχε έδρα στη Σύρο μάς έχτισε σπίτια στα οποία ζούμε και σήμερα. Τότε παρουσιάστηκαν πολλοί από όλα τα χωριά, μέχρι και το τελευταίο χωριό, την Κωμιακή, που έλεγαν ότι είναι Μικρασιάτες. Μέχρι τότε το έκρυβαν. Φοβόνταν; Ντρέπονταν; Μόνο εμείς οι παραγκιώτες λέγαμε με καμάρι από την αρχή ότι είμαστε Μικρασιάτες!
Όλη η οικογένειά δούλευε σκληρά! Η μάνα μου, Κωστούλα, 8 χρονών παιδί έβοσκε όλη την ημέρα τα πρόβατα του Ναξιώτη Πολυκρέτη, μόνο για ένα πιάτο φαΐ. Ο αδελφός μου Στράτος Φουτάκογλου, δικηγόρος σήμερα 78 ετών, είχε ζήσει ένα επεισόδιο που δεν το ξεχνάω ποτέ. Ήταν παππαδάκι γύρω στα οχτώ χρόνια, στην Παντάνασσα της Χώρας.
Όταν μια Κυριακή ήταν στο ιερό, ένα άλλο παππαδάκι από το νησί του είπε για να τον πληγώσει, κάτι που είχε ακούσει από άλλους Ναξιώτες: « Άντε ρε τουρκόσπορε, φύγε από το Ιερό». Τότε ο παπα- Στέλιος Ναξιώτης και αυτός, είπε στον μικρό βλάσφημο: « Πήγαινε στα σκαλιά του Ιερού αλλά να κοιτάς προς τα έξω». Και τότε του έριξε μια ξαφνική κλωτσιά, λέγοντάς του αυστηρά: «Αυτοί είναι άνθρωποι βασανισμένοι και πολιτισμένοι. Αν σε ξανακούσω να λες αυτά τα λόγια, δε θα ξαναέρθεις στην εκκλησία».
Εμείς οι Μικρασιάτες φέραμε όλες τις τέχνες και τις διδάξαμε στους Ναξιώτες. Αυτοί μόνο πατάτες ήξεραν να φυτεύουν και να βόσκουν ζώα. Από μας έμαθαν και έγιναν ράφτες, μοδίστρες,, κεντήστρες, οικοδόμοι, ξυλουργοί, καλλιεργητές καπνών στη Βίβλο, εκτροφείς μεταξοσκώληκα για την παραγωγή πολύτιμων μεταξωτών υφασμάτων, βυρσοδέψες στον Άη Γιώργη. Κάποιοι Καππαδόκες ύφαιναν χαλιά. Η μητέρα μου η Κωστούλα ήταν κεντήστρα. Από αυτήν έμαθα κι εγώ την τέχνη και την ακολουθώ μέχρι τώρα. Δουλεύω με παραγγελίες. Η μάνα μου ήταν δασκάλα στη σχολή του Singer στη Νάξο, όπου μάθαινε πολλά κορίτσια την τέχνη να κεντούν μικρασιατικά σχέδια. Ακόμη, φέραμε στη Νάξο τη μουσική μας που είχε το βιολί πρώτο όργανο. Μικρασιάτες δίδαξαν βιολί στο Φιλώτι και στην Κωμιακή.
Ραπτομηχανές εποχής, κεντήματα πολύχρωμα και κουρτίνες κεντημένες με κοφτό, όπως ο πολύχρωμος λόγος της κυρίας Στέλλας, γκραβούρες, διακοσμητικά πιάτα – ενθύμια της μάνας – πίνακες ζωγραφικής, φωτογραφίες, έπιπλα σκαλιστά, χειροποίητα, αρχοντικά αποτελούν τη μία όψη της πολιτισμικής σχέσης της δημιουργού με την πολυεπίπεδη ένδυση του χαρακτήρα της. Μετά από αρκετές επισκέψεις κατά την πολυήμερη παραμονή μας τον φετινό Οκτώβρη 2023, επί της οδού Μικρασιατών προσφύγων, σε ένα ενοικιαζόμενο διαμέρισμα πολύ κοντά στο σπίτι – Θέατρο της θρυλικής ζωής της κυρίας Στέλλας, ανακαλύπτουμε και μια άλλη πλευρά της. Οι Μικρασιάτες έφεραν μαζί τους τεράστιες, εμβληματικές «αποσκευές» των αισθήσεων, που επιτελούν και προσδιορίζουν την εθνική πολιτισμική οντότητα του συνόλου των Μικρασιατών. Είναι οι μνήμες των γεύσεων, μέσα από τον επιτελεστικό μηχανισμό της τροφοδότρας, εύφορης Μικρασιάτικης γης. Η μαγειρική τους έτσι μετατρέπεται σε τελετουργία!
– Μικρασιάτης, κύριε Γιώργο, δε λέγεσαι, αν δε ζεις με τη μαγειρική της πατρίδας. Καθημερινά μόνο με αυτές τις συνταγές στρώνω το τραπέζι μου το μεσημέρι. Αχ, αυτά τα σουτζουκάκια μας! Εδώ τα φτιάχνουν με ό,τι τους έρθει στο μυαλό. Τους λέω, αν τα λέτε αυτά σουτζουκάκια, ε, τι να πω εγώ τώρα…. Το μαντί μας, με τη δικιά μας ζύμη που φτιάχνουμε, με ιδιαίτερες γεύσεις και αρώματα! Αν ερχόσασταν λίγο αργότερα, δε θα μπορούσα να σας δω. Σήμερα θα φτιάξω ….( Δυστυχώς, δεν πρόλαβα να σημειώσω το φαγητό) , γιατί θέλει πολύ χρόνο η προετοιμασία του.
Μια μέρα μου είπε ο γιος μου ο Μιλτιάδης. Έχει σπουδάσει στο Πανεπιστήμιο Γεωλογία αλλά εδώ στη Νάξο εργάζεται στον τουρισμό.
– Ρε μάνα, τι κεφτεδάκια είναι αυτά που φτιάχνεις; Δεν έχω φάει πουθενά τόσο νόστιμα!
Για να μη μιλήσουμε τώρα για τα γλυκά μας, τον μπακλαβά με αμύγδαλα και καρύδια, τα μοναδικά αμυγδαλωτά μας, που δεν τα ξέρουν ούτε στη Νάξο, και δεν τελειώνουμε.
Απόρροια μιας υγειούς νοητικής λειτουργίας η αφηγηματική τάξη των γεγονότων του φλογερού κόσμου της με αναδρομή / flash-back. Η κυρία Στέλλα ζει στιγμές ποιητικής πλεύσης, αποκαλύπτοντας τον κόσμο της στην παρατηρητική συμμετοχή μας. Τίποτα από τον λόγο της δε ζυγίζεται, με βάση τον υπολογισμό τυπικών, ανούσιων συναντήσεων. Το ύφος της παράλληλο με τη δημιουργική, φαντασιακή φύση των ανθρώπων της Τέχνης αλλά και εκείνων των κοινωνικών νησίδων από νοήματα, συναισθήματα, χρώματα, γεύσεις, καλοσύνη, απλότητα, αλήθεια, στοιχεία που στην εποχή του κέρδους και της εκποίησης χάνονται.
Πέρα από τις πανέμορφες παραλίες, τις ασφυκτικά γεμάτες με ομπρέλες και ξαπλώστρες, και τα σπίτια που άναρχα χτίζονται και καλύπτουν τα ωραία βουνά, για το κυνήγι του κέρδους – αρνητικά φαινόμενα της τουριστικής υπερβολής, φαινόμενα που δικαίως προκαλούν τις οργανωμένες αντιδράσεις όλο και περισσότερων Ναξίων – υπάρχουν οι άνθρωποι που πλάθουν και αναπλάθουν τη ζωή τους, μέσα από τις ρίζες τους.
Άνθρωποι που δεν πατούν σε ξύλινα πόδια μιας αβέβαιης ανάπτυξης της υπερβολής και της απληστίας. Κάποτε θα τελειώσουν τα κρινάκια στους αμμόλοφους της Νάξου από τις ορμητικές «ακρίδες» της εποχής. Όμως, δε θα τελειώσει ποτέ εκείνος ο κόσμος που έχει στις αποσκευές του την κληρονομιά της μνήμης και των ανθρωπιστικών αξιών αιώνων, που ζωντανεύουν μέσα από τον κεντημένο λόγο της κυρίας Στέλλας:
-Κύριε Γιώργο, εμείς οι Μικρασιάτες, ξέρεις, έχουμε μπέσα!
Η κυρία Στέλλα έχει πάντα ανοιχτή, Χειμώνα-Καλοκαίρι τη γυάλινη πόρτα της φιλοξενίας, όπως τη δίδαξε η μάνα της, η Κωστούλα Χρηστίδου- Μαραβέγια. Η πόρτα με τον χειροποίητο σταυρό, σύμβολο αντοχής, υπομονής και αστείρευτης δημιουργίας της οικογένειάς της και όλων των Μικρασιατών προσφύγων της Νάξου, είναι πάντα ανοιχτή!
Εγκάρδιες ευχαριστίες στους δύο ανθρώπους, πολίτες της Νάξου, τον κ. Παρίση Κώστα, ιδιοκτήτη καταστήματος οπτικών και τον κ. Κώστα Νάιδα που μας σύστησαν με θέρμη το ζεύγος Στέλλα και Δημήτρη Τσουνέλλη για τις ανάγκες της προσφυγικής οικογενειακής μας αναζήτησής στην οδό Καππαδοκίας και Μικρασιατών Προσφύγων, στη Νάξο.
- Από το βιβλίο του Αναστασίου Ιακ. Ναυπλιώτη: «ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΕΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΡΣΦΥΓΕΣ ΣΤΗ ΝΑΞΟ», μαρτυρία του γεμάτου καλοσύνη και απλότητα, πολύ αγαπητού και συμπαθή στη Νάξο, Ιορδάνη Ευστρ. Φουτάκογλου.
Γενεαλογικό Δέντρο της Στέλλας Τσουνέλλη – Φουτάκογλου
1η Γενιά – Προπάπποι/Γιαγιάδες (Μικρασιατική ρίζα):
-
Στρατής Φουτάκογλου (οργανοπαίχτης) + Αναστασία Φουτάκογλου (μοδίστρα)
-
Γιάννης Χρηστίδης – Μαραβέλιας (τελευταίος Πρόεδρος Κοινότητας Αϊδινίου) + Γιαγιά Στέλλα Χρηστίδου – Μαραβέγια (μαμή)
2η Γενιά – Παιδιά προσφύγων:
(από τη γιαγιά Στέλλα Χρηστίδου – Μαραβέγια)
-
Πιπίνα
-
Μαργή
-
Ειρήνη
-
Κωστούλα Χρηστίδου – Μαραβέγια (κεντήστρα, δασκάλα στη Singer)
-
Χρίστος
3η Γενιά – Απόγονοι Κωστούλας & Ιορδάνη Φουτάκογλου:
-
Ιορδάνης Φουτάκογλου + Κωστούλα Χρηστίδου – Μαραβέγια
- Στράτος Φουτάκογλου (δικηγόρος)
- Μιχάλης Φουτάκογλου
- Στέλλα Φουτάκογλου + Δημήτρης Τσουνέλλης (ράπτης από Λέσβο)
4η Γενιά – Παιδιά Στέλλας & Δημήτρη Τσουνέλλη:
-
Κωστούλα Τσουνέλλη + Ηλίας Καλημέρης
- Στέλλα (7η στη σειρά)
- Γιάννης -
Μιλτιάδης Τσουνέλλης (Γεωλόγος – εργάζεται στον τουρισμό)
Παρατήρηση:
Από την Πιπίνα (αδερφή της Κωστούλας), προκύπτουν τα εγγόνια:
-
Έλλη
-
Γιάννης
-
Κώστας
-
Στέλλα (6η στη σειρά)
-
Μαρία
(*) Το κείμενο έχει δημοσιευτεί για πρώτη φορά στην εφημερίδα “Κυκλαδική” την 10η Νοεμβρίου του 2023..