Είναι 3.30 το πρωί μετά από το δεκάωρο ταξίδι μου, αποβιβάζομαι κουρασμένος και νυσταγμένος από την Αθήνα στο νησί της Αμοργού. Ο αέρας ζεστός αλλά απαλός σ αυτόν τον παρθένο και ανέγγιχτο τόπο, με τις ξύλινες ψαρόβαρκες να αντιστέκονται στο κράτημα της άγκυράς που τις κρατά, με τα φωτισμένα χωριουδάκια σαν μικρές κουκίδες πάνω στους ψηλούς της λόφους, και το γλυκό άρωμα του φασκόμηλου να αναμειγνύεται στο πρωινό αεράκι.
Κείμενο: Terri Steel (Απόδοση Μάγδα Παράσχου)
Από την Χώρα, που κατοικείται από λίγους ντόπιους, το φως από το ηλιοβασίλεμα φωτίζει το μεσαιωνικό οχυρό που είναι χτισμένο στην άκρη ενός βράχου.
Τα μοναστήρια του νησιού, που είναι και τα παλαιότερα στον κόσμο, ελκύουν χιλιάδες τουρίστες από Γαλλία, Ιταλία, και Ελλάδα, ενώ η ασύγκριτη ομορφιά της Αμοργού—άγρια και ανεπεξέργαστη με τα νερά της να παίρνουν το γαλάζιο του ουρανού—προκαλούν κάποιον να επιβραδύνει και γιατί όχι, να παραμείνει. Μία τέτοια περίπτωση επισκέπτριας που παρέμεινε για πάρα πολύ είναι η ασκούμενη τώρα μοναχή.
Επτά χρόνια πρίν, η αδερφή Ειρήνη άρχισε να μεταμορφώνει σε όαση ένα μοναστήρι που για πολλά χρόνια ήταν εγκαταλελειμμένο. Καθ’όλη την διάρκεια του χρόνου οι επισκέπτες έρχονται για να περπατήσουν μέσα στον πλούσιο κήπο διαγραμμισμένο με Βυζαντινές εικόνες, να ακούσουν την ιστορία της, και να αγοράσουν τους πανέμορφες εικόνες που η ίδια ζωγραφίζει. Η πρώτη της επίσκεψη στο νησί ήταν πριν τριανταπέντε χρόνια, μητέρα και σύζυγος τότε. Αφού ο σύζυγός της πέθανε, η ίδια επέλεξε ένα καινούγιο μονοπάτι. Το όνομά της, αδερφή Ειρήνη, τώρα, και η μοναδική μοναχή της Αμοργού.
Κρυμμένη κάτω από το μαύρο ράσο της, με καλοσωρίζει και με ξεναγεί στο σπίτι της, εκφράζοντας την αγάπη της για τον Θεό, τον κήπο, την πίστη και την επιλογή της. Αργότερα, όταν ζήτησα να μάθω για το εν κόσμο όνομά της και την παλιά της ζωή, έκανε πίσω. «Δεν υπάρχει παλαιότερο όνομα όταν αποφασίζεις να μονάσεις», μου λέει, και κάνει μία παύση μεγάλη. «Έπρεπε να διαχωριστώ από τα αδέρφια μου. Περίμενα μέχρι να ανεξαρτοποιηθούν τα παιδιά μου».
Η αδερφή Ειρήνη, μετακόμισε στην Αμοργό και χρίστηκε μοναχή το 2011. Παρόλο που η μέρα της περνάει με κηπουρική, ζωγραφική και προσευχή, η μοναχή Ειρήνη βρίσκει πάντα χρόνο για να καλοσωρίσει τους επισκέπτες της στον Άγιο Γεώργιο τον Βαλσαμίτη.
«Το μοναστήρι ήταν άδειο και μόνο, και έπρεπε να εργαστώ σκληρά για να το κάνω να φαίνεται παράδεισος….και είναι πραγματικός παράδεισος», η ίδια λέει.
Προσπαθώντας να αποφύγεις τις απείθαρχες, περιπλανώμενες κατσίκες, μέσα από μια συναρπαστική ανάβαση σε χωμάτινο δρόμο, ο Βαλσαμίτης φαντάζει σαν τον Κήπο της Εδέμ. Η πλούσια σκιά του είναι δώρο Θεού μέσα στον αφόρητο ήλιο, ενώ το πανέμορφο τοπίο του, ένα μικρό θαύμα. Το μοναστήρι κάθεται πάνω σε ένα αρχαίο πηγάδι, παλαιότερα μαντείο, όπου τον 17ο αιώνα οι μάντεις διάβαζαν το νερό και έλεγαν στους πιστούν το μέλλον μέσα από τις ευλογίες του Αγίου Γεωργίου. Η εκκλησία είναι αντίθετη με τις συγκεκριμένες αντιλήψεις, οπότε το 1967 ο επίσκοπος ανέθεσε και τσιμεντώθηκε το πηγάδι.
Αφού ο σύζυγός της πέθανε και τα παιδιά της βρήκαν τον δρόμο τους, η αδερφή Ειρήνη επέστρεψε στο νησί που η ίδια είχε να επισκεφτεί για πολλά χρόνια. «Από την πρώτη στιγμή που ήρθα εδώ, και μόνο η μυρωδιά, τα βουνά, το μπλε της θάλασσας…με έκαναν να νιώσω κάτι που ήθελα να δω ξανά», μας λέει.
Ακόμη, τα 30 καρποφόρα δέντρα που η αδερφή Ειρήνη με τόση αγάπη περιποιείται και φυτεύει, δίνουν ένα άρωμα άνοιξης. Καθώς κάνω την βόλτα μου στον τόσο τέλεια φροντισμένο κήπο παρατηρώ τις πορτοκαλιές και τις λεμονιές, τις βερυκοκιές, τις ροδακινιές και τα ελαιόδεντρα και βέβαια, τις γάτες που τεμπέλικα απολαμβάνουν την ησυχία που τους προσφέρεται χωρίς ίχνος έννοιας για τον έξω κόσμο. «Όταν ήρθα εδώ οι γάτες ήταν άρρωστες αλλά με την βοήθεια των γιατρών, τώρα είναι χαρούμενες και υγιείς», μας λέει.
Η ζωή στην Αμοργό.
Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κάποιος τι είναι αυτό που αρχικά της προκάλεσε την έντονη επιθυμία να έχει μια μόνιμη ζωή στην Αμοργό: η ανάπαυλα από τον έξω κόσμο. Η σκέψη πως τα αφήνεις όλα πίσω για ένα μέρος όπου τα διαμαντάκια από το φως του ήλιου απλώνονται στο μπλε της θάλασσας και τις ψαρόβαρκες να επιπλέουν ήσυχα κάτω από τον αστροκέντητο ουρανό είναι σίγουρα μια μεγάλη πρόκληση.
Με μόνο δύο μηχανήματα ΑΤΜ—που συχνά δεν έχουν να δώσουν κάτι—οι γύρω κάτοικοι το μόνο που κάνουν είναι να ανταλλάσουν προϊόντα μεταξύ τους. Γεύσεις από συνταγές του τόπου με φρέσκα υλικά που σερβίρονται στην ύπαιθρο και προετοιμάζονται εκείνη την στιγμή, με κάθε πολυτέλεια, παραταύτα. Οι ρυθμοί στην Αμοργό είναι αργοί, αλλά η αναμονή αξίζει, αν μη τι άλλο. Ελληνικός καφές ψημένος στην χοβόλη, φρέσκια καυτή και τραγανά ψημένη σαρδέλα που σερβίρεται με φέτα, ελιές και ντομάτες, κομμένες εκείνη την στιγμή από το αμπέλι που συνοδεύονται με ζεστό φρέσκο ψωμί.
Το φαγητό μυρίζει θάλασσα. Σε αντίθεση με το μοναστήρι που βρίσκεται η αδερφή Ειρήνη, το μεγαλύτερο μέρος του νησιού είναι στεγνό και βραχώδη. Η πεζοπορία μου μέσα από παραδοσιακά μονοπάτια του τόπου διήρκησε περίπου δύο ώρες, με μια πορεία διαγραμμισμένη με αρχαίους πετρότοιχους που σε βγάζουν στους οικισμούς Θολάρια, Λαγκαδά και Αιγιάλη όπου εκεί θα συναντήσεις κι άλλα μοναστήρια. Μια πεζοπορία-ταξίδι που άλλοι την κάνουν αντίστροφα κάθε βδομάδα για να επισκεφτούν την αδερφή Ειρήνη στην Χώρα.
«Κάθε Σάββατο οι ιερείς έρχονται και ανταλλάσουμε αυγά, αγκαλιές και συζητήσεις. Μια από τις αγαπημένες μου στιγμές», μας λέει η αδερφή Ειρήνη.
Οι Έλληνες Ορθόδοξοι ιερείς μένουν στο πιο γνωστό μοναστήρι του νησιού: την Χοζοβιώτισσα. Η μονή που αναγνωρίστηκε και καθιερώθηκε στα τέλη του 11ου αιώνα από τον Βυζαντινό αυτοκράτορα Αλέξιο Κομνηνό. Η μονή ισορροπεί ψηλά σε έναν γκρεμό. Λέγεται πως το Λούβρο προσπάθησε για πολλά χρόνια να την εξαγοράσει. Χρυσαφικά και διάφορα κοσμήματα διακοσμούν την Αγία Τράπεζα ενώ ακριβά ρολόγια έως και διαμάντια φυλάσσονται μέσα σε σφραγισμένα γυάλινα ερμάρια. Όλα αυτά έχουν δωριστεί ως τάματα από επισκέπτες απ όλον τον κόσμο.
Όσο μαγευτικά κι αν φαίνονται αυτά τα πλούσια δώρα, η ευλογία αυτής της υπέροχης μονής ίσως να είναι και η ασυναγώνιστη θέα του κολπίστου της Αγίας Άννας. Μετά από την μίας ώρας κατηφορική πεζοπορία, τσαλαβούτηξα μέσα στα ρηχά νερά μιας δροσερής σπηλιάς, αφήνοντας την αλμύρα της θάλασσας να διώξει την ζέστη της ημέρας.
Σε ένα τέτοιο παραδεισένιο τοπίο, εύκολα μπορεί κανείς να καταλάβει και να κατανοήσει την επιλογή της μοναχής Ειρήνης να αφιερώσει το υπόλοιπο της ζωής της σε μία απλή και ασκητική ζωή.
«Αγαπώ τα πάντα: την ησυχία, την ανατολή, το ηλιοβασίλεμα…όλα», μας λέει.
Υ.γ. Σύμφωνα με το μοναστήρι η αδελφή Ειρήνη έχει φύγει από το μοναστήρι εδώ και τρία χρόνια και συγκεκριμένα από τον Οκτώβριο του 2020 και πλέον την έχει αντικαταστήσει ο γέροντας Θεόφιλος, οποίος συνεχίζει το έργο της!