Μάιος 1944. και ο Νίκος Γλέζος την 10η ημέρα εκτελείται από τους Γερμανούς – Το “αντίο” του Μανώλη Γλέζου μέσα από ποίημα που έγραψε το 2008…
«Αγαπητή μητέρα σας φιλώ, χαιρετισμούς, σήμερα πάω για εκτέλεση. Πάω. Πέφτοντας για τον ελληνικό λαό». Το μήνυμα που είχε στείλει ο Νίκος Γλέζος στη μητέρα του, εκείνη την ήταν ημέρα, την 10η Μαϊου του 1944 όταν και οδηγήθηκε στο εκτελεστικό απόσπασμα από τους Γερμανούς…
Ο Νίκος Γλέζος μπορεί να “έζησε” στη σκιά του αδελφού του Μανώλη, κυρίως γιατί έφυγε νωρίς, όμως πρόλαβε να αφήσει έντονο το στίγμα του στην πολιτική σκηνή της Ελλάδας… Μάλιστα, ακόμη και ο τρόπος που έγραψε το “πάω» και όχι “με πάνε” έδειξε το πόσο συνειδητοποιημένος ήταν μέχρι το τέλος.
Το μήνυμα προς τη μητέρα του έφτασε μέσω του σκούφου του… Ο Νίκος Γλέζος πέταξε το σκούφο µε το τελευταίο του σημείωμα στη συµβολή της Ιεράς Οδού, Κων/λεως και Μ. Αλεξάνδρου. Όπως έβγαλε το κεφάλι του κάτω από την τέντα του αυτοκινήτου και πέταξε το σκούφο με το σημείωμα τον είδαν περίοικοι και τον αναγνώρισαν.
Στις 5 Μαρτίου 1925 γεννιέται στην Παροικία της Πάρου ο γιός του Νικόλαου Γλέζου και της Ανδρομάχης Ναυπλιώτου, δασκάλας από την Πάρο. Ήταν ο Νίκος, ο άγνωστος ήρωας αδερφός του Μανώλη Γλέζου . Όταν ο Νίκος γεννήθηκε, ο πατέρας του είχε πεθάνει και γι΄ αυτό πήρε και το όνομά του. Μέχρι τα 10 του μεγάλωσε στην Απείρανθο της Νάξου. Μετά όλη η οικογένεια ήρθε στην Αθήνα. Ο ίδιος δούλεψε για τέσσερα περίπου χρόνια σαν φαρμακοϋπάλληλος και όταν τελείωσε το γυμνάσιο μπήκε στην Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία, ακολουθώντας το παράδειγμα της μητέρας του.
Από τον Οκτώβριο του 1942, ο Νίκος συμμετείχε ενεργά στην Εθνική Αντίσταση ως µέλος του ΕΑΜ Νέων στο Μεταξουργείο και μέλος της ΟΚΝΕ. Στη συνέχεια μπήκε ενεργά στην ΕΠΟΝ και στο ΚΚΕ. Είχε το ψευδώνυμο «Φωκάς» και το εμπνεύστηκε από μια περιοχή του νησιού του.
Πολλοί είναι εκείνοι που θυμούνται το 17χρονο παιδί να οργίζεται βλέποντας τους Γερμανούς με τις στολές να κυκλοφορούν ανενόχλητοι στους δρόμους. Τον θυμούνται να τους σαρκάζει με ένα απίστευτο περιπαιχτικό χαμόγελο, χωρίς να έχει αίσθηση του κινδύνου. Έπαιρνε τα όπλα από τους Ιταλούς που συνθηκολόγησαν και τα έκρυβε για να χρησιμοποιηθούν από την αντίσταση.
Λένε ότι δεν έβλεπε καλά κι όμως τα γυαλιά του δεν τα φορούσε ποτέ. Υπάρχει ένα απόσπασμα μίας σχολικής έκθεσης που έγραψε όταν ήταν μαθητής στην έκτη γυμνασίου, με ημερομηνία 27-9-1942.
Το θέμα ήταν «Από το σχολείο στην κοινωνία». Στο γραπτό του επαναλαμβάνει τις λέξεις: «πρέπει», «σκοπός», «σοβαρή δουλειά», «σοβαρή εργασία». Είχε όμως και ελπίδα: «Δεν πρέπει ν’ απελπιζόµαστε και να φοβούµαστε τη ζωή, ούτε και να σταµατάµε µπροστά στο κάθε τόσο δα µικρό εµπόδιο…». Φυσικά, εκείνη την εποχή, όλα τα εμπόδια ήταν μεγάλα.
Στη μνήμη του ήρωα Νίκου Γλέζου τι καλύτερο από τους στίχους του Μανώλη Γλέζου (Μάρτης 2008):
«Ήρθες και πάλι…
Τη βραδυνή εχτές, τη λυχναφή ώρα
ήρθες και πάλι να με βρεις
Να με ρωτήσεις ήθελες
για τις αυλές που παίζαμε
την παιδική μας αθωότητα
κι οι σύνοικοι χορεύανε τις χαρές
και μοιρολογούσανε τις λύπες.
Μάθε, λοιπόν πως ζούνε μόνο οι χωριανές αυλές
κι όταν χαμηλώσουν τα σπαθιά του κρύου
κι έρχονται οι ξενικοί
ξεχειλούν τα γλέντια στις ρύμνες
και ξεφαντώνουν με τα αερικά του νου.
Σ’ απάντησα σ’ όλα, αδελφέ μου.
Μη μου ζητήσεις όμως
να σου δώσω πίσω τα χρόνια της ζήσης
που εγώ ζω κι εσύ δε ζεις.
Δεν μπορώ, δε δύναμαι.
Πασχίζω μόνο
Να μην αφαιρούν οι άνθρωποι
τη ζωή των συνανθρώπων τους.
Μάρτυρές μου οι κλεψύδρες
καθώς μετρούνε τις σταγόνες του νερού
εξήντα τέσσερα χρόνια παρά κάτι,
από τότες που ο Χάροντας θέρισε τα χρόνια σου
|μα δεν τα κατάφερε να θερίσει το μπόι σου
κι ο νήσκιος του ξεπέρασε τον όποιο χρόνο.
Αίσθηση, ψευδαίσθηση,παραίσθηση;
ΝΟΙΩΘΩ ΝΑ ΖΕΙΣ ,ΑΔΕΛΦΕ ΜΟΥ».