Χριστούγεννα… Ο Μανώλης Γλέζος είναι απών από τη ζωή εδώ και εννέα μήνες… Χριστούγεννα και είχε ένα απίστευτο ρεκόρ: 13 φορές πίσω από τα κάγκελα της Φυλακής…. Ο Μανώλης Χατζηπέτρος με κείμενό του στα social media αποκαλύπτει την …ρουτίνα του και αναρωτιέται ” Φέτος, τι να κάνω στη γιορτή σου;”
Μανώλης Γλέζος.. Η μνήμη του παραμένει ζωντανή σε όλους μας… Ημέρες Χριστουγέννων και όλοι θυμούνται το μοναδικό του ρεκόρ… 13 φορές βρέθηκε πίσω από τα κάγκελα της Φυλακής – μερικές εξ αυτών ως μελλοθάνατος… Βγήκε νικητής…. Σήμερα, επόμενη των Χριστουγέννων, ήταν ημέρας γιορτής. Και το σπίτι του πάντα ανοιχτό… Οπου κι εάν βρίσκονταν. Ενας συγχωριανός του, ο Μανώλης Χατζηπέτρoς, μέσα από τη σελίδα που έχει στα social media θυμάται την περσινή επίσκεψη στο ΝΙΜΙΤΣ… Την σύντομη επαφή από μακριά με τη γροθιά υψωμένη… Το μήνυμα που θέλησε να του στείλει… Και σήμερα; Μερικούς μήνες μετά την σωματική του απουσία, ο Γλέζος παραμένει ανάμεσά μας.
Αν και εκεί ψηλά όπως μας λέει ο κος Χατζηπέτρος έχει την καλύτερη δυνατή παρέα. Αριθμεί τους εκλεκτούς καλεσμένους (σ.σ. δεν υπάρχει άλλωστε και ο Χαρδαλιάς για το όριο των 9 …) και σημειώνει ανάμεσα στα άλλα «Να είσαι σίγουρος Μανώλη ότι όλοι όσοι σε γνωρίσαμε, ήρθαμε κοντά σου και ακολουθήσαμε τα βήματα σου, σε αγαπήσαμε και μας αγάπησες, θα σε θυμόμαστε πάντα ως πρότυπο ζωής ταπεινότητας και ταυτόχρονα μεγαλείου».
Και στον επίλογο εκφράζει στην απορία – μέσα από τα ποιήματα του Μανώλη Γλέζου στο βιβλίο “ΒΙΓΛΑ Μνήμης”, που έχει αναρτήσει «Δεν είναι πολύς ο καιρός που αποχαιρέτισες τα χελιδόνια όταν αποδημούσαν για το νότο. Την άνοιξη που θα παλινοστήσουν, τι να τους πω;»
Αναλυτικά η ανάρτηση του κου Χατζηπέτρου
Πέρυσι τέτοια μέρα…
Ήταν 25 Δεκέμβρη μια ηλιόλουστη μέρα σαν σήμερα.
Στο σπίτι μου ετοίμαζαν τα γλυκά και τα φαγητά για το τραπέζι των Χριστουγέννων.
Κατά τις 11 το πρωί τους είπα ότι φεύγω και δεν έφεραν καμιά αντίρρηση όταν τους είπα που θα πάω.
Ήταν, βλέπεις χρονιάρα μέρα και ήθελα η οικογένειά μου να γνωρίζει το λόγο της απουσίας μου.
Ήσουνα στο νοσοκομείο ΝΙΜΙΤΣ Μανώλη, και ήθελα να σε δω.
Δυσκολεύτηκα να βρω το δωμάτιο αλλά σα να χαιρόμουν έχοντας την ψευδαίσθηση ότι μπορεί και να έφυγες για το σπίτι σου.
Σκεφτόμουν μήπως ξεγέλασες για άλλη μια φορά τη μοίρα, όπως είχες κάνει τόσες φορές στο παρελθόν.
Σε βρήκα σε ένα απλό λιτό δωμάτιο.
Με κοίταξες κάπως ξαφνιασμένα και αμήχανα λόγω της δυσμενούς κατάστασης της υγείας σου.
Έμεινα απ έξω κοιτάζοντάς σε και σε χαιρέτησα με το χέρι ψηλά και τη γροθιά σφιγμένη.
Ήθελα να σου μεταδώσω μήνυμα αισιοδοξίας, κουράγιου και αγώνα.
Κάθε χρόνο σου τηλεφωνούσα στη γιορτή σου στις 26 Δεκέμβρη για τα χρόνια πολλά.
Με ευχαριστούσες και αναγνώριζες ποιος είμαι από τη φωνή μου.
Φέτος τι να κάνω στη γιορτή σου;
Μου λείπεις, αλλά με συντροφεύει το έργο σου.
Ο πεζός και ποιητικός σου λόγος. Τα βιβλία σου με τις προσωπικές σου αφιερώσεις που δείχνω στα παιδιά μου με καμάρι. Οι αναμνήσεις μου από την παρέα μαζί σου και από τις ατέλειωτες εκδηλώσεις και ομιλίες που βρέθηκα κοντά σου.
Η παρηγοριά μου είναι ότι στη γιορτή σου φέτος θα έχεις σημαντικές επισκέψεις.
Να βάλεις τα καλά σου, γιατί θα έρθει για συντροφιά σου μεγάλη και σπουδαία παρέα.
Η Τασία η πρώτη αγαπημένη σου γυναίκα, τα αδέρφια σου Νίκος και Μπούμπα, η μητέρα σου η Μάχη, αλλά και χιλιάδες φίλοι, σύντροφοι και συναγωνιστές σου στα μετερίζια “των πεδίων των τίμιων μαχών.”
Ναι, κι ο Μπελογιάννης και ο Λαμπράκης και ο Νικηφόρος Μανδηλαράς και όλοι όσοι ερχόταν στα όνειρα σου να σου ζητήσουν να τους θυμάσαι…
Να είσαι σίγουρος Μανώλη ότι όλοι όσοι σε γνωρίσαμε, ήρθαμε κοντά σου και ακολουθήσαμε τα βήματα σου, σε αγαπήσαμε και μας αγάπησες, θα σε θυμόμαστε πάντα ως πρότυπο ζωής ταπεινότητας και ταυτόχρονα μεγαλείου.
Για τη γιορτή σου θα αναδημοσιεύσω αποσπάσματα ποιημάτων σου από το βιβλίου σου “ΒΙΓΛΑ ΜΝΗΜΗΣ” που μου χάρισες.
Βιβλίο που έγραψες στη μνήμη της γυναίκας σου Τασίας στα μαύρα ατέλειωτα μερόνυχτα των φυλακών και της εξορίας κατά τη διάρκεια των ετών 1949 -1971 και εν συνεχεία μετά το θάνατό στις 9 Σεπτέμβρη του 1980 την ημέρα των γενεθλίων σου. Τι τραγική σύμπτωση!
Υ.Γ
Το βιβλίο αυτό εκδόθηκε το Φλεβάρη του 1981 και ήταν εκτός εμπορίου, αλλά είχα την τύχη να είμαι ανάμεσα στους συγγενείς και φίλους στους οποίους το χάρισες προσωπικά.
—-
Σελίδα 30 με τίτλο “Το γράμμα που δεν έρχεται.”
Χάσαμε όλα τα καλοκαίρια
γυρεύοντας μιαν άνοιξη
προσμένοντας ν’ ανθίσουν όλα τα λουλούδια
τα εκατό, τα χίλια, τα εκατομμύρια
τ’ αναρίθμητα λουλούδια της ζωής.
—
Περιμένεις τώρα το γράμμα μου
και περιμένω το δικό σου,
αφού ξέρουμε κι οι δύο
πως κανένα σε θα φτάσει.
——
Ο σιρόκος στρώνει κύματα -κύματα
στις αμμουδιές τα φύκια,
αλλά κανένας αγέρας
δε μπορεί να πάει και να φέρει
τα γράμματα μας.
ΛΕΡΟΣ 1970 Στρατόπεδο Παρθένι.
Στη σελίδα 28 με τίτλο “Σε περιμένω “γράφεις :
-Τις μέρες του καλοκαιριού
τις νύχτες του χειμώνα
κάθε στιγμή σε περιμένω
με την επιμονή της ρίζας,
ένα,
με τους αμετάθετους κάδους της αναμονής,
ως λαχταρούν τους γλάρους
να γυρίσουν τ΄απόβραδα.
Οι μέρες της αγωνίας
αφήνουν τ΄αποτυπώματα τους
στις ρυτιδωμένες πέτρες.
Τα δάχτυλα προεκτείνονται
στις ακίνητες γαλάζιες; φλέβες της γης.
(Στην 5η στροφή λέει)
Κι αν θελήσεις πριν έρθεις,
να στολιστείς
με τ΄άνθια της λεμονιάς,
που φυτέψαμε στην αυλή μας,
πάλι θα σε καρτερώ
όσες άνοιξες κ άν χρειαστεί.
Σε πρόσμενα πριν γεννηθώ
στα όνειρα των προγόνων μου.
Θα σ΄αναμένω κι όταν λείψω
στη λαχτάρα όλων
που σκέπτονται την αγαπημένη τους.
Σε περιμένω πάντοτε
αγάπη μου.
Λέρος 1969-Στρατόπεδο Παρθένι
Σελίδα 36 με τίτλο : “Σε περίμενα τόσο”
Σε περίμενα τόσο
που δεν ήρθες.
Κάθε στιγμή αναμονή
κι ‘ένα φθινοπώρου φύλλο.
Ξεφλούδισαν οι ευκάλυπτοι,
πάγωσεν ο βοριάς τους χυμούς τους.
Γυμνά κλαδιά
της προσμονής το δέντρο,
έρμαιο
στη μοναξιά του χειμώνα.
Λέρος 1970 -Στρατόπεδο Παρθένι
Το βιβλίο καταλήγει με το ποίημα
“Το Γράμμα που δεν θα διαβάσεις”
Το οποίο έγραψε από 9 Σεπτέμβρη του 1980 που έφυγε έως 9 Φλεβάρη του 81 που ολοκλήρωσε την έκδοση.
Αρχίζει από σελίδα 47 έως σελίδα 60 και είναι ένας ύμνος στην αγαπημένη του, στη ζωή της και την κοινή τους πορεία σε αγώνες και την όλη ιστορική διαδρομή τους.
Καταθέτω την 1η στροφή και την τελευταία.
Τ΄ αταχυδρόμητα γράμματα
όταν βγήκες από την εξορία
μπόρεσες και τα διάβασες όλα.
Ετούτο πως να στο στείλω;
……
(και τελειώνει)
Δεν είναι πολύς ο καιρός
που αποχαιρέτισες τα χελιδόνια
όταν αποδημούσαν για το νότο.
Την άνοιξη
που θα παλινοστήσουν,
τι να τους πω;