Ογδόντα χρόνια από τότε που η φωτιά έσβησε. Τέσσερα φριχτά χρόνια, ώστε να αποκρυσταλλώσουν την παγκόσμια μνήμη. Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί πως το κιτρινισμένο από τον χρόνο χαρτί, μέσα σε λίγες φράσεις ανακαλεί στη μνήμη μας έναν άνθρωπο της Νάξου, όνομα αδιάσπαστο της παγκόσμιας Ιστορίας που έφερε την Άνοιξη στην Ευρώπη.
Κείμενο του Γιώργου Καρνέζη
Σε μια από τις πολλές συναντήσεις με τον Αντώνη Σαλτερή στο παντοπωλείο του στο Καστράκι, απέναντι από τα αρμυρίκια, φυτεμένα από τον παππού από την πλευρά της μητέρας του, Γιάννη Αποστολόπουλο, η συζήτηση μαζί του αυτή τη φορά μας ταξίδεψε στις αποφράδες μέρες του 1941-1944 της Ναζιστικής Γερμανικής και φασιστικής Ιταλικής κατοχής, της πείνας, του θανάτου, του αγώνα, της απελευθερωτικής μάχης στις 15 Οκτωβρίου 1944 στο Κάστρο της Χώρας. Κάθε λέξη του σαν μουσική νότα ανακαλεί το ιστορικό παρελθόν της οικογένειάς του, ως μια υπερήφανη μνήμη για τον ηρωισμό του άλλου παππού, από την πλευρά του πατέρα του, ο οποίος αψήφησε κάθε κίνδυνο, γνωρίζοντας πως ένα λάθος όχι μόνο θα έθετε σε κίνδυνο τη δική του ζωή, αλλά θα προκαλούσε και τον θάνατο της οικογένειάς του, μετά από βασανιστήρια.
Παρατηρώντας τον Αντώνη φωτισμένο από τα χρώματα της Δύσης στο Καστράκι και στο σημείο που πάντα κάθεται έξω από το παντοπωλείο του, ήταν σαν να έβλεπα εικόνες που με πληρότητα αποκάλυπταν κάθε συναισθηματικό τόνο και πλευρά από τη φλογερή αφήγησή του για τον παππού του Αντώνη. Τέτοιες πλούσιες, μοναδικές στιγμές τις συναντώ μόνο στα μεγάλα έργα της ζωγραφικής, της λογοτεχνίας, της μουσικής και γενικά στις παραστατικές Τέχνες, στην πολιτισμική κληρονομιά των ανθρώπων που την αγαπούν και την διασώζουν.
Ο αφηγητής της ιστορίας έχει από παιδί όλη τη γνώση του φυσικού κύκλου, από τη σπορά ως τη συγκομιδή καθαρών προϊόντων της παράδοσης της Νάξου. Εγώ ένας αλλοτριωμένος άνθρωπος της πόλης στέκομαι μόνο θεατής μπροστά στο παραστατικό μπαλκόνι του αφηγηματικού του κόσμου! Η απεικόνιση των ιστορικών γεγονότων παρουσιάζονται από τον Αντώνη ως να τα είχε ζήσει σε όλα τα επίπεδα και δεν ήταν η μετάδοση της μνήμης σε αυτόν από τους άμεσα δικούς του ανθρώπους!
– Ο παππούς μου ο Αντώνης, που καταγόταν από την Χείμαρρο ή Κουτσοχεράδο της Νάξου, με την απεριόριστη αγάπη και τον μεγάλο ενθουσιασμό του στον αγώνα, καθοδηγούσε με απόλυτη μυστικότητα και ασφάλεια πότε στη Μικρή Βίγλα, άλλοτε σε κρυψώνες στους λόφους της Αβλιάς, δύο αξιωματικούς ασυρματιστές του Βρετανικού στρατού. Οι δύο ασυρματιστές είχαν τοποθετήσει τον ασύρματο με τη γεννήτριά του, βάρους 180 οκάδων, αρχικά στη Μουτσούνα, αλλά επειδή εκεί δεν έπιανε σήμα, τον μετέφεραν στη Μικρή Βίγλα, όπου μάλιστα τους είχαν συστήσει για συνεργασία την οικογένεια του παππού Αντώνη Σαλτερή, που είχε το παρατσούκλι «Προερεστός» ( Προεστός ), γιατί ήταν έμπιστος και βράχος. Οι Βρετανοί ασυρματιστές συγκέντρωναν και κατέγραφαν τη δυναμική, τις επικοινωνίες των Γερμανών μέσω των ασυρμάτων, όλες τις κινήσεις των κατακτητών στα πολυβολεία, στα οχυρά, στις εγκαταστάσεις, στις αποθήκες εφοδιασμού και τις θαλάσσιες γραμμές των πλοίων τους. Η Νάξος αποτελούσε για τους Γερμανούς και τους Ιταλούς το κεντρικό πέρασμα των πολεμικών πλοίων τους για το Αιγαίο και τη Μέση Ανατολή.
Ο παππούς μου ο Αντώνης είχε εφτά παιδιά : Τον Γιώργο, τον Νικόλα, τον Γιάννη, τον Ηλία, τον Μιχάλη, τη Μαρκουλίνα και την Αργυρώ. Ο θείος μου ο Γιάννης μετέφερε σχεδόν κάθε μέρα και τα έδινε σε έναν σύνδεσμο στη Χώρα που ονομαζόταν Μανωλάς. Μία φορά ήταν να μεταφέρει μαζί με ένα άλλο παιδί το έγγραφο το οποίο προοριζόταν και αυτό για τη Μέση Ανατολή. Όμως, σε μια ενέδρα στη λίμνη πυροβολήθηκαν και τελικά συνελήφθησαν από τους Γερμανούς. Το άλλο παιδί πρόλαβε και κατάπιε το έγγραφο κι έτσι οι Γερμανοί δεν το βρήκαν. Αλλά επειδή τον είχαν υποψιαστεί , δυστυχώς, τον εκτέλεσαν. Ο Γιάννης ευτυχώς τους ξέφυγε, γλυτώνοντας τη ζωή του. Η εντολή ήταν, αν σε κάποια στιγμή των επιχειρήσεων βρίσκονταν σε κλοιό χωρίς έξοδο, να καταπιούν τα έγγραφα.
Τον παππού μου και τα πέντε αγόρια του δύο φορές τους είχαν συλλάβει και βασανίσει οι Γερμανοί. Η πρώτη φορά ήταν έξι μήνες αφότου είχε εγκατασταθεί ο ασύρματος. Ήταν ένα παιδί από ένα χωριό της Νάξου που έβοσκε κι αυτός τα ζώα του παππού. Αυτός έμαθε για τον ασύρματο, αλλά επειδή του έφευγαν λόγια, δεν τον άφηναν να πάει στο χωριό του. Αλλά τελικά ο παππούς Αντώνης είπε ότι πέρασαν πια έξι μήνες, ήταν κρίμα και τον άφησαν να πάει στους δικούς του. Εκεί αυτός άρχισε να λέει για τον ασύρματο, αλλά επειδή δεν γνώριζε πώς να τα πει σωστά, δεν κατάλαβαν και πολλά πράγματα οι χωριανοί. Οι Γερμανοί, όμως, κάτι υποψιάστηκαν και συνέλαβαν τον παππού Αντώνη με τα πέντε αγόρια του και τους ξυλοκοπούσαν άγρια για μέρες στο Κάστρο, χωρίς, ωστόσο, αυτοί να λυγίσουν. Εμείς είμαστε βοσκοί δεν ξέρουμε τίποτα από αυτά. Και τα μικρά παιδιά τι τα θέλετε. Είναι ανήλικα. Αφήστε τα, έλεγε ο παππούς.
Η δεύτερη σύλληψη όλων ήταν μετά την ενέδρα στη λίμνη. Πάλι άγριο ξυλοκόπημα για δέκα μέρες. Πάλι δεν τους πήραν κουβέντα. Οι Άγγλοι είχαν πει στον παππού Αντώνη να μην τα παρατήσει και αν χρειαστεί, θα τον μετέφεραν στη Μέση Ανατολή, για να σωθεί. Εκείνος, όμως, τους είπε ότι έτσι δε θα γλίτωναν οι δικοί του. Καλύτερα να μας εκτελέσουν όλους, παρά να την πληρώσουν άλλοι, αθώοι, απάντησε.
Εν τω μεταξύ, είχε καταφθάσει στη Νάξο ο Ιερός Λόχος ο οποίος είχε αποβιβαστεί στα βόρεια του νησιού στον Αμύτη, για να πετύχει την απελευθέρωση του τόπου μαζί με τους Βρετανούς Συμμάχους. Ο Ιερός Λόχος αποτελούνταν από 71 άτομα. Η Μάχη της Νάξου διεξήχθη επί τριήμερον και στις 15 Οκτωβρίου 1944 επετεύχθη η απελευθέρωση του νησιού, ύστερα από βομβαρδισμό του Κάστρου από τους Βρετανούς, οπότε οι 70 Γερμανοί που βρίσκονταν μέσα, σήκωσαν άσπρο καπνό, για να παραδοθούν, ζητώντας εγγυήσεις, ώστε να αποχωρήσουν σώοι, αφού προηγουμένως, πριν από την έναρξη της μάχης, είχε συλληφθεί ο διοικητής τους από τους Ιερολοχίτες και τους Βρετανούς. Για τη διατήρηση της ιστορικής μνήμης υπάρχει μνημείο αφιερωμένο στη γενναιότητα και θυσία του Ιερού Λόχου, η συμβολή του οποίου υπήρξε καθοριστική για την απελευθέρωση της Νάξου από τον κατοχικό ζυγό.
Στη μάχη με τον Ιερό Λόχο στη Χώρα, ο Γιάννης Αποστολόπουλος, ο άλλος παππούς από τη πλευρά της μητέρας μου δεν ήξερε τίποτα για την αντιστασιακή δράση του Αντώνη Σαλτερή. Έλαβε, όμως, μέρος στη μάχη της Χώρας. Στο σημείο όπου σήμερα είναι το 4ο Δημοτικό Σχολείο, κοντά στου Μασούτη, τη στιγμή ανταλλαγής των πυρών ταμπουρώθηκε σε έναν βράχο κι έτσι σώθηκε, ενώ ένας δικός μας λοχίας, ένα παλληκάρι που το ’λεγε η καρδιά του, δεν πρόλαβε και σκοτώθηκε από τα πυκνά πυρά των Γερμανών. Μαζί σκοτώθηκε και ένας γαϊδαράκος που έτυχε να βρίσκεται εκεί σε ένα χωράφι. Αυτά συνέβησαν στη διάρκεια μιας επιχείρησης η οποία είχε ως σκοπό να περικυκλώσουν τους Γερμανούς που ήταν οχυρωμένοι με βαρύ οπλισμό στο Κάστρο. Οι Ιταλοί είχαν φύγει, λόγω της συνθηκολόγησης με τους Συμμάχους, αλλά τα πλοία τους βούλιαξαν ανοικτά της Νάξου από τα πυρά των Γερμανών. Μετά από δύο ημέρες, σε μια άλλη επιχείρηση ένας Απεραθίτης έριξε μέσα στο Κάστρο δύο χειροβομβίδες και προκάλεσε μεγάλο πλήγμα στους αντιπάλους.
Ήταν Οκτώβριος του 1945, συνεχίζει ο Αντώνης. Πριν ακόμη το αίμα στεγνώσει από την καθοριστική μάχη στο Κάστρο της Χώρας, πριν ακόμα οι ανθρώπινες απώλειες, οι πληγές και τα ψυχικά τραύματα από τις κακουχίες και τη θανατερή πείνα κάπως επουλωθούν, ακριβώς ένα χρόνο μετά την απελευθέρωση ο παππούς Αντώνης ειδοποιήθηκε στη Μικρή Βίγλα να πάει να παραλάβει έναν συστημένο φάκελο από το Επαρχείο. Τι να ήταν αυτός ο φάκελος, σκέφτηκε. Την επόμενη μέρα πήγε με κάποια αγωνία στη Χώρα. Ο Έπαρχος του εξήγησε πως η επιστολή ήταν από το Βρετανικό Γενικό Αρχηγείο των στρατευμάτων της Μέσης Ανατολής και τη μετέφερε το ίδιο βρετανικό υποβρύχιο που είχε λάβει μέρος στις πολεμικές επιχειρήσεις για την απελευθέρωση της Νάξου, προκαλώντας πλήγματα στις εγκαταστάσεις και τα πλοία των Γερμανών.
Ο παππούς Αντώνης άνοιξε τον φάκελο αμέσως μπροστά στον Έπαρχο. Όμως, δεν ήταν δυνατόν να διαβάσει το ξενόγλωσσο κείμενο επάνω σε ένα λευκό σκληρό χαρτί. Ζήτησε από τον Έπαρχο να του το μεταφράσει. Κάθε λέξη της επιστολής ήταν μια συνταρακτική έκπληξη για τον παππού. Στο τέλος της ανάγνωσης του τιμητικού εγγράφου ο Έπαρχος ασπάσθηκε τον παππού μου με δάκρυα υπερηφάνειας.
Το βράδυ στο σπίτι, στη Μικρή Βίγλα φώναξε τα παιδιά του και τους είπε να διαβάσουν μόνοι τους την επιστολή, γιατί αυτός δεν άντεχε. Η γιαγιά μου Κυριακή, τα επτά παιδιά τους, ο Γιώργος, ο Νικόλας, ο Γιάννης ο Ηλίας, ο Μιχάλης, η Μαρκουλίνα και η Αργυρώ έπεσαν όλοι στην αγκαλιά του, βουρκωμένοι και έκπληκτοι για τη μεγάλη τιμή. Την επιστολή τη φύλαξε στο μπαούλο και δεν ήθελε να πει τίποτα πουθενά αλλού.
Ο παππούς Αντώνης έζησε μια ήρεμη ζωή κοντά στην οικογένειά του και στα χωράφια, τον μπαξέ του, τα δέντρα του και τα ζώα του. Έφυγε απ’ τη ζωή ήσυχα το 1965, σε ηλικία 87 ετών. Κάθε μέρα έχω μπροστά μου τα πολλά αρμυρίκια που φύτεψε ο άλλος παππούς ,ο Γιάννης Αποστολόπουλος. Σε αυτά τα δέντρα είναι σαν να βλέπω όλους τους ανθρώπους της οικογένειάς μου∙ τους θυμάμαι και χαίρομαι γι’ αυτό!
Ευχαριστώ από καρδιάς για την αφήγηση αυτών των ιστορικών γεγονότων τον κύριο Αντώνη Σαλτερή και τον αδελφό του Κυριάκο, γιους του Ηλία. Ο Κυριάκος Σαλτερής μου αφηγήθηκε κι εκείνος πολλά και αξιόλογα συμπληρωματικά στοιχεία κάποια από τα οποία συμπεριέλαβα στο αφήγημα. Είναι, βέβαια, αδύνατον να συμπεριληφθούν όλα στον περιορισμένο χώρο μιας εφημερίδας.
Τέτοια γεγονότα της προφορικής Ιστορίας είναι πολύ σημαντικά για τον ιστορικό, όπως αυτό που δημοσιεύεται για πρώτη φορά στην εφημερίδα Naxos Press και μάλιστα όταν συνοδεύονται από αξιόλογα και σπάνια ντοκουμέντα, διότι τεκμηριώνουν την ηρωική αντίσταση όσων συμμετείχαν σε αυτήν, αψηφώντας την ίδια τους τη ζωή για την απελευθέρωση της Νάξου. Η οικογένεια Σαλτερή αναμφισβήτητα είναι μια ηρωική οικογένεια!
Κείμενο – λεζάντα για τη φωτογραφία με μετάφραση του πρωτοτύπου κειμένου.
ΓΕΝΙΚΟ ΑΡΧΗΓΕΙΟ ΤΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΤΗΣ ΜΕΣΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ
ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Αυτό το έγγραφο έχει ως σκοπό να πιστοποιήσει ότι ο ΣΑΛΤΕΡΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ από τον Δεκέμβριο του 1943 έως τον Οκτώβριο του 1945 υπηρέτησε με πίστη και αφοσίωση τον Συμμαχικό Σκοπό και κατ’ αυτόν τον τρόπο συνεισέφερε στην απελευθέρωση της Ευρώπης.
Τη 11η Σεπτεμβρίου 1945 Commander in cheaf
Ο Αρχηγός