Εδώ και περισσότερα από 50 χρόνια, ο Σπυρίδων Δεναξάς προσεύχεται, εργάζεται και υποδέχεται τους πιστούς σε ένα μοναστήρι λαξευμένο σε έναν βράχο δίπλα στη θάλασσα, στην Αμοργό, που έχει μείνει σχεδόν αμετάβλητο από την ίδρυσή του πριν από περίπου μια χιλιετία.
Για το αφιέρωμά του το Associated Press επισκέφτηκε το μοναστήρι και μίλησε με τον Πατέρα Σπυρίδωνα, ο οποίος όπως αναφέρει το δημοσίευμα αποτελεί σύμβολο της τοπικής ζωής.
Μάλιστα, όταν η πρόσφατη σεισμική στην περιοχή βρήκε τον Πατέρα Σπυρίδωνα μακριά λόγω ενός επείγοντος ιατρικού ζητήματος, το μόνο που σκεφτόταν ήταν πώς να επιστρέψει στην Αμοργό.
«Ήθελα να είμαι εδώ με την κοινότητά μου, να νιώσω τα συναισθήματά τους, γιατί είμαι υπεύθυνος. Ο Θεός με έβαλε εδώ για να τους φροντίζω», είπε στο Associated Press στο μοναστήρι της Παναγίας Χοζοβιώτισσας, όπου —όπως ανέφερε— δεν έπεσε ούτε μία πέτρα κατά τη διάρκεια των δονήσεων.
Κατά τη διάρκεια αυτής της σύντομης απουσίας του, καθώς και της μεγαλύτερης που είχε ποτέ, πέρυσι, όταν πέρασε σχεδόν πέντε μήνες στην ηπειρωτική Ελλάδα για χειρουργικές επεμβάσεις— ολόκληρο το νησί, ακόμα και οι άθεοι, περίμεναν πότε θα επιστρέψει.
Επιστρέφοντας στο λευκό μοναστήρι του, σκαρφαλωμένο ανάμεσα στον ουρανό και τη θάλασσα, ο μοναχός ήταν πανευτυχής.
«Νιώθω πνευματική ευφορία που ξαναείδα τους ανθρώπους του χωριού, αυτούς που με έψαχναν και μου έλειπαν», είπε. «Είμαι γεμάτος χαρά για τη μοναχική ζωή και την επιστροφή μου στο φυσικό μου περιβάλλον».
Σύμφωνα με την παράδοση, Βυζαντινοί μοναχοί που διέφυγαν από διώξεις στη Μέση Ανατολή τον 9ο αιώνα, έπλευσαν προς αυτό το ορεινό νησί, φέρνοντας μαζί τους μια εικόνα της Παναγίας. Ενώ έχτιζαν ένα καταφύγιο μέσα σε μια σπηλιά, πέτρες που έπεφταν αποκάλυψαν ένα σκαρπέλο που κρεμόταν πιο ψηλά στον γκρεμό.
Θεωρώντας το ως σημάδι, πέρασαν τις επόμενες δεκαετίες χτίζοντας το μοναστήρι πάνω από 150 μέτρα πάνω από τη θάλασσα, όπου τόσο η εικόνα όσο και το σκαρπέλο παραμένουν ακόμη ορατά στο μικρό παρεκκλήσι που αποτελεί τον πυρήνα του συγκροτήματος.
Ο Σπυρίδων, που γεννήθηκε στην Αμοργό, εντάχθηκε στο μοναστήρι αμέσως μετά το λύκειο, το 1971, όταν ήταν 18 ετών. Σήμερα είναι ένας από τους μόλις δύο μοναχούς που ζουν εκεί, μαζί με έναν βοηθό, τον 35χρονο Κωνσταντίνο Παπακωνσταντίνου, ο οποίος ελπίζει κάποια μέρα να γίνει κι αυτός μοναχός. Προς το παρόν, διηγείται στους επισκέπτες την ιστορία του μοναστηριού στις διάφορες γλώσσες που έμαθε κατά τη διάρκεια της προηγούμενης καριέρας του στον χώρο της μόδας.
Καθισμένος στην είσοδο του παρεκκλησίου, ο Σπυρίδων υποδέχεται τους προσκυνητές με ένα χαμόγελο.
Πολλοί φτάνουν λαχανιασμένοι, αφού έχουν ανέβει τα 300 μέτρα με σκαλοπάτια από τον χώρο στάθμευσης, έχουν περάσει τη μικροσκοπική πόρτα εισόδου και έχουν ανέβει ακόμη μία στενή σκάλα μέχρι το σκοτεινό παρεκκλήσι. Εκεί, προσκυνούν την εικόνα πριν βγουν ξανά στο εκτυφλωτικό φως της βεράντας.
Είτε βρίσκονται σε αναζήτηση πνευματικής τροφής είτε υλικού για το Instagram τους, ο Σπυρίδων είναι πρόθυμος να υποδεχτεί όλους τους επισκέπτες, προσφέροντάς τους κρύο νερό, γλυκά και σφηνάκια σπιτικής ρακής με άρωμα μελιού.
«Η Παναγία απλώνει το χέρι της και στάζει βάλσαμο θεραπείας στις ψυχές όλων των ανθρώπων», είπε. «Αυτό είναι ένα οικουμενικό μοναστήρι, ανοιχτό σε όλο τον κόσμο… Ο καθένας λαμβάνει κάτι από τη χάρη της».
Η Παναγία η Χοζοβιώτισσα, της οποίας η εικόνα κοσμεί το εξώφυλλο του τελευταίου οδηγού του Lonely Planet για την Ελλάδα, δεν είναι το μόνο θρησκευτικό καταφύγιο στην Ευρώπη που αποτελεί και τουριστικό αξιοθέατο.

Αλλά το μοναστήρι της Αμοργού επιτελεί και έναν άλλο ρόλο — αποτελεί ζωτικό σημείο αναφοράς για τους ντόπιους, οι οποίοι αναζητούν τη βοήθεια των μοναχών, τόσο την υλική όσο και την πνευματική, όπως κάνουν οι Χριστιανοί της Ανατολήε εδώ και σχεδόν 2.000 χρόνια.
Ακόμα και όταν ο Σπυρίδων έλειπε για επεμβάσεις στα γόνατα και στα δόντια, οι νησιώτες τον καλούσαν συχνά για να ρωτήσουν για την ανάρρωσή του και να πάρουν την ευχή του.
Σε αντίθεση με τους Ορθόδοξους εφημέριους, που συχνά είναι έγγαμοι, οι μοναχοί παραμένουν άγαμοι — μια απόφαση που ο Σπυρίδων σκέφτηκε σοβαρά στην εφηβεία του. Δεν έχει μετανιώσει, όπως λέει, καθώς βλέπει το ποίμνιό του ως οικογένειά του.
«Τα παιδιά τους θα ήταν τα παιδιά μου. Θα χαίρομαι με όλους, θα θρηνώ με όλους και θα είμαι μαζί τους ανάλογα με τις περιστάσεις», είπε.
Οι μέρες των μοναχών συνήθως είναι γεμάτες με αυστηρά προγράμματα προσευχής και δουλειάς, καθώς τα μοναστήρια πρέπει να αυτοσυντηρούνται.
Ο Πάτερ Σπυρίδων ξυπνάει καθημερινά στις 3 το πρωί για την πρώτη προσευχή και δεν κοιμάται πριν από τις 9 το βράδυ.
Για τον Σπυρίδωνα, η πνευματικότητα είναι τα πάντα.
“Ο Θεός έβαλε τον άνθρωπο στον παράδεισο για να τον φροντίζει και να εργάζεται για αυτόν. Ξέρετε πόσο σημαντική είναι η φύση – η θάλασσα, τα βουνά, οι κοιλάδες και οι πεδιάδες”, είπε.
«Προορίζονται για ανθρώπινη χρήση, αλλά πρέπει να τα σεβαστούμε, να τα διατηρήσουμε και να τα προστατεύσουμε».
Γι’ αυτό είναι τόσο ικανοποιημένος που παραμένει εδώ, φροντίζοντας τη «δική του αυλή» ενώ προσφέρει κουβέντες και προσευχές σε όποιον μπορεί να τα χρειαστεί.
«Είναι στο DNA μου, συνυφασμένο με το μοναστήρι και την ύπαρξή του», είπε.
Πηγή: skai.gr