Στην Νάξο και δη στην Ορεινή έχουμε ένα από τα ωραιότερα αλλαντικά στην Ελλάδα, το ζαμπόνι, το οποίο αποτελεί την Κυκλαδίτικη εκδοχή του προσούτο αλλά είναι για …λίγους και εκλεκτούς από τη στιγμή που δεν υπάρχει μαζική παραγωγή
Οι Κυκλάδες έχουν δεκάδες ομορφιές… Και ποντάρουν ιδιαίτερα στα προϊόντα του πρωτογενή τομέα με τα κτηνοτροφικά να είναι σε πρώτο πλάνο. Μπορεί να γνωρίζουμε τα τυριά μέσα από τη σφραγίδα ΠΟΠ αλλά και τα αλλαντικά δεν πάνε πίσω. Μοναδικό τους μειονέκτημα; Το γεγονός ότι δεν έχουν σφραγίδα αναγνώρισης, αλλά πιστέψτε μας.. Όσοι τα έχουν δοκιμάσει, όχι μόνο γλύφουν τα δάκτυλά τους αλλά με χαρακτηριστική άνεση τα τοποθετούν στο τραπέζι τους… Από τα διάσημα αλλαντικά όπως το λιόκαφτο και τη περίφημη λούζα ή λούντζα της Μυκόνου ή τα καταπληκτικά λουκάνικα, όπου κάθε νησί προσφέρει και μία διαφορετική του εκδοχή. Συνοδεύουν δε εξαιρετικά κρασί, μπύρα και ούζο, ενώ όταν προστεθούν σε κάποιο φαγητό απογειώνουν τη γεύση του,
Από τα πλέον ιδιαίτερα όμως αλλαντικά όχι μόνο των Κυκλάδων αλλά σε όλη την Ελλάδα δεν είναι άλλο από το ζαμπόνι Νάξου. Προϊόν που απαντιέται μεν σ’ όλο το Αιγαίο, αποτελείται από ένα ολόκληρο χοιρινό μπούτι, χοίρου 75-100 κιλών, θυμίζει προσούτο, ωστόσο η γεύση του είναι πιο πικάντικη και σίγουρα πιο αλμυρή, αφού το “στέγνωμα” γίνεται μέσα σε αλάτι. Η ιδιαιτερότητά του οφείλεται μάλλον στην Ενετοκρατία, (η ομοιότητα με το προσούτο το υποστηρίζει) από την εποχή του 15ου αιώνα
Στην Απείρανθο ισχυρίζονται ότι για να πετύχει το ζαμπόνι πρέπει όταν σφαγιαστεί το ζώο να φυσάει βοριάς – γι’ αυτό τα χοιροσφάγια στις Κυκλάδες γίνονται Νοέμβρη μήνα – , έτσι ώστε να μπορέσει να στεγνώσει σωστά (το ίδιο ισχυρίζονται και στη Μύκονο για τη λούζα, το ξαδελφάκι του ζαμπονιού).
Για να γίνει το ζαμπόνι, αφού αφήσουν πατικωμένο με μια βαριά πέτρα το μπούτι ένα 24ωρο, ώστε να φύγουν τα πολλά υγρά, αλείφουν πολύ καλά το μέρος από το μπούτι του χοιρινού που δεν καλύπτεται με δέρμα – ή αλλιώς το καθαρό κρέας – με μείγμα μπαχαρικών, το οποίο περιλαμβάνει αλάτι, πιπέρι, κανέλα, γαρύφαλλο, μοσχοκάρυδο και μπαχάρι και στη συνέχεια βάζουν το μπούτι σε μία κασέλα και το καλύπτουν ολόκληρο με χοντρό αλάτι. Το ζαμπόνι αφήνεται μέσα στο αλάτι 3-6 μήνες (ανάλογα με το μέγεθος που έχει το μπούτι), μέχρι να στεγνώσει καλά. Τότε το πλένουν με νερό και ξίδι και αφού στεγνώσει το κόβουν σε λεπτές φέτες, οι οποίες διατηρούνται στο ψυγείο ανάμεσα σε λαδόκολλες.
Δυστυχώς το ζαμπόνι Νάξου δεν παράγεται συστηματικά κι ούτε έχει δημιουργηθεί φάκελος για την διεκδίκηση του χαρακτηρισμού του ως ΠΟΠ προϊόν. Κάποιοι ελάχιστοι χασάπηδες το παράγουν για τις τοπικές ανάγκες.
Θα το βρει κανείς στο μπακάλικο Επίλεκτο στην Απείρανθο, αλλά και στα εξαιρετικά σάντουιτς του Ραντεβού των αδελφών Παπαδόπουλου στη Νάξο που το συνοδεύουν με την Ναξιώτικη γραβιέρα.
Τρώγεται σε λεπτές φέτες όπως το προσούτο και όταν το δοκιμάσεις και το απολαύσεις, δεν μπορείς παρά να αναρωτηθείς τι κρίμα που δεν έχει βρει τη θέση του στο πάνθεον των ελληνικών αλλαντικών.
Με πληροφορίες από την ιστοσελίδα greekgastronomyguide.gr