Η παράσταση «Βασιλική Τριανταφύλλου: Αχ, Γιάννη μου» είναι ο τέταρτος από τους θεατρικούς μονολόγους που παρουσιάζει ο πολυχώρος Vault, στο πλαίσιο του προγράμματος «Ο γιος μου…», σε σενάριο του Ναξιώτη Γιώργου Μεσολογγίτη και σε σκηνοθεσία Κατερίνας Πολυχρονοπούλου.
Ήταν του πεπρωμένου του γραφτό να γίνει ήρωας; Ένα παιδί, που η μητέρα του το γέννησε, μόνη της, σε ένα χωράφι στο Αβορίτι της Δωρίδας; Ήταν υπηρέτης από τα επτά του έτη. Σα μεγάλωσε, τον έστειλαν να δουλέψει στο σπίτι του Θανάση Λιδωρίκη στην Άρτα.
Της Αντζελα Υνζεραϊ (koitamagazine.gr)
Ένας ήρωας, που μεγαλώνει μέσα από τα κρυστάλλινα, βουρκωμένα μάτια της μητέρας του, η οποία καμαρώνει, μα φοβάται τη ρώμη και το θάρρος του γιου της. Τι έλεγε και σπάραζε η μητέρα του Γιάννη Μακρυγιάννη: «Μπορεί ο Γιάννης μου να ήταν ατίθασο παιδί, αλλά δεν ήταν ποτέ κακός, το καλό που του έκαμες το θυμάται ωσότου να πεθάνει, δεν ξεχνά ο Γιάννης μου».
“….Ό, τι πιο σπουδαίο πράμα τα γράμματα, η μόρφωση, να μη σε κοροϊδεύουν. Να δώσει να ’ρθει μια μέρα σ’ αυτό τον τόπο, που ο κόσμος θα ’ναι μορφωμένος και δεν θα μπορούν να κοροϊδεύουν τους ανθρώπους» είπε η μητέρα του Γιάννη Μακρυγιάννη, Βασιλική Τριανταφύλλου, (από τα Αποφθέγματα) και ευθύς, σε ένα διαπεραστικό ρεύμα, περνούσε ο Μακρυγιάννης. Σε κάθε πλάνταγμα, κάθε λέξη, που ξεπηδούσαν από τα μάτια και από τα χείλη μιας γυναίκας που δεν έμαθε ποτέ της γράμματα, ορθωνόταν μέσα μας ένα σύμβολο, μια περηφάνια, και μονάχα ευγνωμοσύνη. Όλοι διχάζονταν, κάποιοι τον κατηγόρησαν για προδοσία, για συνωμοσία με τους «οχθρούς» κατά του Βασιλιά Όθωνα, όμως, κανείς δεν σκέφτηκε πως αν δεν ήταν εκείνος στην πρώτη γραμμή της «εκτέλεσης», στην επανάσταση της 3η Σεπτεμβρίου 1843, με το αίτημα της παραχώρησης συντάγματος, το μελλούμενο εκείνων των «αγράμματων» Ελλήνων θα ήταν μάταιο, έρημο, άγνωστο και ήδη καταδικασμένο.
Ο ρόλος της μητέρας
Η μητέρα του Γιάννη Μακρυγιάννη… (;) ποιος, άραγε, σκέφτηκε τις μητέρες εκείνων των ηρώων; Τι βίωναν προσμένοντας στο κατώφλι τους γιους τους… νεκρούς ή σμπαραλιασμένους; Τη θωρώ, σα να με μεταθέτει ο χρόνος σε εκείνη την εποχή, στο 1843, σε μιαν Ελλάδα χρεοκοπημένη, «πουλημένη» σε έναν Βαυαρό πρίγκιπα, νέο ακόμη, τον Όθωνα, τον πρώτο Βασιλιά του σύγχρονου ελληνικού κράτους. Εκείνη ψήνει τον καφέ της, η τηλεόραση προκαλεί παρασιτικούς ήχους. Περίμενε με αγωνία ν’ ακούσει για τον γιο της ή για τα χρέη της Ελλάδας, τις εξελίξεις στην οικονομική διαχείριση του Όθωνα. Τίποτα, δεν άκουγε αυτό που λαχταρούσε, έστω μια αχτίδα στο σκότος της Ελλάδας, μιας χώρας έρμαιο-βορρά. Από την κουζίνα στο σαλόνι και από το σαλόνι στην κουζίνα εξομολογείτε τα βάσανά της, διηγείται την γέννηση του γιου της, τον θάνατο του άνδρα της Δημήτρη Τριανταφύλλου, τον οποίο δολοφόνησαν οι Τούρκοι. Μεγάλωσε μόνη της τα παιδιά της, μια γυναίκα άξια, που έχασε το στήριγμά της νωρίς, όταν το χρειαζόταν περισσότερο. Κατάφερε να μεγαλώσει τα παιδιά της πλάι στην εκκλησία, τα έμαθε να χουν σεβασμό, τρόπους και καλοσύνη, τιμή και υπόληψη.. Δεν μόρφωσε τα παιδιά της, τους έκανε υπηρέτες, όμως ο Μακρυγιάννης ήταν οψιμαθής, έμαθε γράμματα και έγραψε ταΑπομνημονεύματά του το 1829, ένα μνημείο λόγου και ιστορίας. Της τηλεφωνεί η νύφη της Κατίγκω, η οποία την ενημερώνει για την άσχημη κατάσταση της υγείας του Μακρυγιάννη, αλλά την προϊδεάζει και για τα επερχόμενα, την επανάσταση. Είναι ανήσυχη και φοβάται, φοβάται πως αυτή η χώρα δεν θα ηρεμήσει ποτέ, φοβάται για τα παιδιά της, για τον αγαπημένο της Γιάννη, που «γέρασε και μυαλό δεν έβαλε».
Αυτά τα ιστορικά γεγονότα, πολύτιμα για την ελληνική, ιστορική κληρονομιά, οι ιστορικοί τα καταγράφουν βάση αυτοδιαθέσεων, και όχι με την αλήθεια τους. Βέβαια ποιος γνωρίζει την αλήθεια; Κανείς. Όμως ο Μακρυγιάννης για εκείνη μίλησε με όλη του την ειλικρίνεια στα «Απομνημονεύματά του». Ποιος όμως γνωρίζει τον ήρωα, πέρα από τη γυναίκα που τον γέννησε; Που για εκείνη ήταν το στερνοπαίδι της και όχι η «προσωπογραφική», μετέωρη, και άχαρη περιγραφή των εφημερίδων, των δημοσιογράφων της εποχής. Κι εδώ έρχεται να εμβάλει και να ολοκληρώσει την εικόνα οικονομικής, πολιτικής και παιδευτικής παρακμής, το θράσος και η αναίδεια των δημοσιογράφων. Σε ένα στιγμιότυπο αυτής της θεατρικής παράστασης, οι δημοσιογράφοι θαρρείς πως θέλουν να μάθουν ποια είναι η μητέρα του ξακουστού και δημοφιλή στρατιωτικού Μακρυγιάννη, αλλά και για τα παιδικά χρόνια του ήρωα, όμως, δεν ήθελαν μόνο αυτό, ήθελαν να πλάσουν και μια άλλη εικόνα, δική τους.
Προσωπογραφία από τον Γιώργο Μεσολογγίτη
Ποια είναι η μητέρα του Γιάννη Μακρυγιάννη; Πως ζει αυτή η γυναίκα; Ποιο το παρελθόν της; Η προσωπογραφία της Βασιλικής Τριανταφύλλου αποτυπώνεται από τον Γιώργο Μεσολογγίτη, ο οποίος φαντάστηκε πώς θα μπορούσε να μοιάζει η Βασιλική. Στην εικόνα που μας δίδει, αποφαίνεται μια νοικοκυρά, ταλαιπωρημένη, θεοσεβούμενη, περήφανη, αθώα, μια Ελληνίδα που ζει στην επαρχία, και αγωνιά. Έζησε με τον πόλεμο να της κρούει τον κώδωνα, της πήρε τον άνδρα της, τον πατέρα της. Ζει μόνη της στη Λειβαδιά και η καθημερινότητά της δεν έχει το όποιο ενδιαφέρον, ή κάποια δραστηριότητα. Προσμένει ένα γράμμα ή ένα τηλεφώνημα από τα παιδιά της, μονάχα αυτό της απόμεινε. Θα ‘λεγες εναποθέτεται ένα ιστορικό δράμα, που πολύ εύστοχα το διατυπώνει με λέξεις και πολλές εικόνες, ο Μεσολογγίτης, στο χαρτί. Ένα έργο για τη μητέρα του ήρωα. Πως μπορεί κανείς ν’ αφομοιώσει την ιστορία δίχως αλλοιώσεις, δίχως φλυαρίες και στεγνές χρονολογίες, άχαρους τόπους αιματοχυσιών… Αυτή την εικόνα έδωσε με την πένα του ο Μεσολογγίτης, διεγείροντας συναισθήματα, ατενίσεις και, ίσως, μια θλίψη: που η Ελλάδα δεν ορθοπόδησε ποτέ, παρά μονάχα βρίσκεται στον κόμβο κάποιου φαύλου κύκλου.
Μια παράσταση που εμβαθύνει, τρυπά και γκρεμίζει τα ιστορικά καλούπια και μας βοηθά να κατανοήσουμε την ψυχοσύνθεση ή την προσωπική ζωή των εθνικών μας ηρώων. Να δούμε πώς έζησαν εκείνα τα πνεύματα, με ποιες αρετές μέστωσαν. Είναι αναγκαίο το θέατρο να εξιστορεί, με απόλυτη ειλικρίνεια, αποκαλύπτοντας κι εκείνο που δεν γνωρίζαμε ή που δεν ενδιαφερθήκαμε, γιατί καμιά φορά η ιστορία μοιάζει ανιαρή.
Η Ευγενία Αποστόλου, η ηθοποιός που υποδύεται την Βασιλική Τριανταφύλλου, αγγίζει και κολυμπά στ’ άδυτα του ψυχισμού αυτής της ηρωίδας. Με πληθώρα συναισθημάτων και υποκριτική ευελιξία, ζωγραφίζει το πρόσωπο της Βασιλικής στην κάθε της κίνηση, στην κάθε της φράση, έκφραση και μορφασμό. Από τον βούρκο των ματιών της, από τον βουβό σπαραγμό της, από το τραγούδι της και το ανορθωμένο στέρνο της, ταλαντεύει τα συναισθήματά μας, προκαλεί τη συγκίνηση, αλλά και αφυπνίζει τον πατριωτισμό μέσα μας, τον οποίο αφήνουμε να κοιμάται. Η ανησυχία της έγινε δική μας ανησυχία, είχε την ικανότητα να μας μεταφέρει σε εκείνη την εποχή, να δημιουργεί εικόνες, μυρωδιές: της ρίγανης, του γλυκού του κουταλιού που έτρωγε με λιγοστές ποσότητες, ένδειξη της λιτότητάς της, του μυρωδάτου καφέ, του σπιτιού της, ακόμη έστρεφε το βλέμμα μας και έξω από το σπίτι της, σε εκείνους που της τηλεφωνούν. Η υποκριτική της δεινότητα ήταν πλέρια, διεισδυτική, διαπεραστική.
Η Κατερίνα Πολυχρονοπούλου με τη σκηνοθετική εκφορά και επιμέλεια, έδωσε ζωντανή όψη στον μονόλογο του Μεσολογγίτη. Οδήγησε την κίνηση και τον λόγο με ενσυναίσθηση, με φαντασία, μελέτησε την ιστορία, αλλά επικεντρώθηκε στην ψυχολογία της ηρωίδας. Η δράση και η αντίδραση της ηθοποιούς ήταν η σκέψη και η ματιά της σκηνοθέτιδας στην αληθοφανή παράθεση του μονολόγου. Μια παράσταση προσεγμένη, με σύμβολα, νοήματα και ουσία σε κάθε κίνηση-έκφραση.
Μια αξιόλογη παράσταση, που μας βοήθησε να μην ξεχάσουμε, ή έστω, να θυμηθούμε. Να κατανοούμε και να ψάχνουμε όλες τις όψεις και τις πτυχές της ιστορίας. Πως ο ήρωας, δεν έγινε με μιάς τρανός, αλλά μια μάνα τον θήλασε προτού πάρει τ’ άρματα και βουτήξει στον πόλεμο.
Έγραψα γυμνή την αλήθεια, να ιδούνε όλοι οι Έλληνες ν΄ αγωνίζονται δια την πατρίδα τους, δια την θρησκείαν τους, να ιδούνε και τα παιδιά μου και να λένε: «Έχομεν αγώνες πατρικούς, έχομεν θυσίες», αν είναι αγώνες και θυσίες.
(Απομνημονεύματα, Γιάννης Μακρυγιάννης)
Συντελεστές
Κείμενο: Γιώργος Μεσολογγίτης
Σκηνοθεσία: Κατερίνα Πολυχρονοπούλου
Σκηνικά-Κοστούμια: Κατερίνα Καμπανέλλη
Μουσική: Σταύρος Τσουμάνης
Κινησιολογία: Αναστασία Γεωργαλά
Σχεδιασμός φωτισμού: Άκης Σαμόλης
Σχεδιασμός αφίσας: surreart
Φωτογραφίες: Χριστίνα Φυλακτοπούλου
Trailer: Αινείας Τζόπη
Βοηθός σκηνοθέτη: Δανάη Πολυχρονοπούλου
Παραγωγή: Πολυχώρος Vault
Ερμηνεία: Ευγενία Αποστόλου
Γενική είσοδος: 12 ευρώ -Μειωμένο: 10 ευρώ Φοιτητές/Μαθητές/Σπουδαστές/Κάτοχοι Κάρτας Πολυτέκνων/ ΑμεΑ / Κάτοχοι Κάρτας Ανεργίας (ΟΑΕΔ) /Συνταξιούχοι-Ατέλειες: 5 ευρώ
Vault Theatre Plus
Μελενίκου 26, Γκάζι, Βοτανικός
Πληροφορίες-κρατήσεις: 213 0356472 / 6949534889