Eυτυχώς ήταν μειωμένη φέτος η παραγωγή, αλλιώς θα έμεναν τα ροδάκινα στα δέντρα». Η οξύμωρη αυτή διαπίστωση του παραγωγού Κωνσταντίνου Ταμπακιάρη, προέδρου του Αγροτικού Συνεταιρισμού Νάουσας τα τελευταία 26 χρόνια, απηχεί τις ανησυχίες μεγάλων και μικρών παραγωγών της χώρας που συνεχίζει να τους δυσκολεύει η εύρεση εργατικών χεριών για το χωράφι. Η συγκομιδή των οπωροκηπευτικών, των φρούτων και της ελιάς έχει μετατραπεί τα τελευταία χρόνια σε πονοκέφαλο για τους Ελληνες αγρότες καθώς η ανθρωπογεωγραφία των εργατών της υπαίθρου αλλάζει.
Η μεγάλη φυγή των Αλβανών
Στη Νάουσα, στις καλλιέργειες των ροδάκινων όπου δραστηριοποιείται ο κ. Ταμπακιάρης, οι αλλοδαποί εργάτες γης αποτελούν το 90% του εργατικού δυναμικού, με κύρια χώρα προέλευσης την Αλβανία, αλλά όπως εξηγεί ο ίδιος στην «Κ», οι παραγωγοί προσπαθούν να προσελκύσουν και άλλες εθνικότητες, όχι μόνο για τα χωράφια αλλά και για τις εποχικές επιχειρήσεις με αντικείμενο τα φρούτα. «Το καλοκαίρι θέλουμε 250 εργάτες σε ένα συσκευαστήριο, τον χειμώνα χρειαζόμαστε πενήντα», λέει. Στην περιοχή του από τους 10.000 Αλβανούς εργάτες έχουν απομείνει οι 3.000, καθώς οι περισσότεροι αναζήτησαν καλύτερες προοπτικές εργασίας στην κεντρική και δυτική Ευρώπη. «Εχουν μείνει μόνο οι μεγάλης ηλικίας», λέει ο παραγωγός. «Τα παιδιά τους έχουν φύγει στο εξωτερικό, όπως και τα δικά μας».
Ο κ. Ταμπακιάρης παρατηρεί πάντως ότι οι μετανάστες που μένουν χρόνια στην Ελλάδα έχουν πια «αυξημένες απαιτήσεις», σε επίπεδο αμοιβής, γι′ αυτό και πολλοί παραγωγοί αναζητούν μη μόνιμους, εποχικούς εργάτες.
Από την άλλη, οι μετανάστες που ζουν μόνιμα στην Ελλάδα έχουν ανάγκη για μόνιμη και όχι εποχική εργασία, όπως εξηγεί στην «Κ» η Ιρις Μπαλλί Χαϊντινάι, πρόεδρος της ΜΚΟ «Ζωή», στο παράρτημα της Θεσσαλονίκης. Η κ. Χαϊντινάι έχει παρακολουθήσει εκ των έσω τον μετασχηματισμό της αλβανικής κοινότητας στην Ελλάδα, όπου ζει από το 1997. «Οι άνθρωποι έχουν άλλες απαιτήσεις, γιατί για να συνεχίζει να έχει κάποιος άδεια παραμονής, έχει ανάγκη όχι από εποχιακή αλλά μόνιμη εργασία και δεν θα τη διακόψει για να πάει τρεις μήνες να μαζέψει ροδάκινα», λέει και προσθέτει: «Αν υπολογίσουμε από το 1990 και έπειτα, αυτή η γενιά που δούλευε στα χωράφια μεγάλωσε. Και η επόμενη γενιά δεν έχει τις ίδιες ανάγκες που είχαν οι πατεράδες τους. Τότε ένα μηνιάτικο στην Αλβανία ήταν ίσο με δύο μεροκάματα στην Ελλάδα. Τώρα είναι σχεδόν ίσα».
Με τους υπηκόους της Αλβανίας, του Μπαγκλαντές και της Ινδίας να αποτελούν τη βάση του μεταναστευτικού εργατικού δυναμικού στην ελληνική ύπαιθρο, νέοι εποχιακοί εργάτες από το Βιετνάμ και την Ινδονησία προστίθενται στο μίγμα που καλείται να διασώσει τις εγχώριες αγροτικές επιχειρήσεις από απώλειες στην παραγωγή τους.
Γραφειοκρατικά εμπόδια και καθυστερήσεις
Σε θετικό πάντως κλίμα κινήθηκε η συνάντηση εκπροσώπων της Εθνικής Ενωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών με την ηγεσία του υπουργείου Μετανάστευσης, την Τετάρτη, σε μια προσπάθεια να βρεθούν λύσεις στο πρόβλημα έλλειψης εργατών γης. Προσπάθειες κάλυψης των θέσεων εργασίας που άφησαν κενές οι μετανάστες που έφυγαν από την Ελλάδα, με νέους, έχουν γίνει το τελευταίο διάστημα αλλά δεν αποδείχθηκαν όλες αποτελεσματικές, σύμφωνα με τον κ. Γιαννακάκη, αντιπρόεδρο της Ενωσης.
Η διαδικασία της πρόσκλησης εργατών από το εξωτερικό για εποχική εργασία προσκρούει συχνά σε κωλύματα γραφειοκρατίας, καθιστώντας τη χρονοβόρα ως λύση. «Στην Ηλεία, για παράδειγμα, οι αγρότες έχουν υποβάλει τις αιτήσεις τους στην αποκεντρωμένη διοίκηση από τον Μάρτιο, μαζί με τα παράβολα και τα διαβατήρια των εργατών που θέλουν να προσκαλέσουν για να εργαστούν στις αγροτικές επιχειρήσεις για κάποιους μήνες, αλλά μέχρι σήμερα τα αιτήματα δεν έχουν εξεταστεί, καθώς οι πρεσβείες μας επικαλούνται ελλείψεις σε προσωπικό», λέει στην «Κ» ο κ. Γιαννακάκης επισημαίνοντας ότι η εποχή της συγκομιδής για πολλούς αγρότες έχει ήδη παρέλθει.
Επιπλέον, η Ελλάδα σύνηψε διμερείς συμφωνίες με χώρες όπως η Αίγυπτος και το Μπαγκλαντές για την προσέλκυση εργατών, αλλά και πάλι η διαδικασία δεν απέφερε το αναμενόμενο αποτέλεσμα. Στο Μπαγκλαντές δεν υπάρχει διπλωματική αποστολή της Ελλάδας και οι υποψήφιοι εργάτες πρέπει να απευθύνονται στην ελληνική πρεσβεία στο Νέο Δελχί της Ινδίας, γεγονός αρκούντως αποτρεπτικό. Η συμφωνία με την Αίγυπτο –υπογεγραμμένη τον Νοέμβριο του 2022 και εγκεκριμένη από τη Βουλή τον Ιανουάριο του 2023– δεν έχει ακόμα λειτουργήσει ουσιαστικά καθώς προϋποθέτει ενέργειες από την κυβέρνηση της Αιγύπτου οι οποίες καθυστερούν. «Αν δεν υπήρχε η συμφωνία σήμερα θα μπορούσαμε να είχαμε εργάτες από την Αίγυπτο», σχολιάζει χαρακτηριστικά ο κ. Γιαννακάκης.
Μαύρη εργασία
Αν και δεν υπάρχει πλήρης αποτύπωση των αναγκών της ελληνικής υπαίθρου σε εργατικό δυναμικό, ο κ. Γιαννακάκης υπολογίζει ότι πάνω από 40.000 θέσεις εργασίας πρέπει να καλυφθούν προκειμένου να εξυπηρετηθεί η εγχώρια παραγωγή. Ο ίδιος προκρίνει ως βέλτιστη λύση τη νομιμοποίηση των μεταναστών που ήδη διαβιούν στην Ελλάδα, προκειμένου να μην υπάρχουν εκροές. «Δουλεύουν αυτοί που είναι εδώ αλλά κινδυνεύουν με απέλαση», λέει. Η έκδοση άδειας παραμονής για τον αδήλωτο πληθυσμό θα μπορούσε να προσφέρει λύση στους αγρότες που αναζητούν εργαζόμενους αλλά και έσοδα στο κράτος, καθώς οι άνθρωποι εργάζονται ήδη σε συνθήκες μαύρης εργασίας αλλά και φόβου απέλασης που δεν επιτρέπει τη σταθερή τους παραμονή σε ένα εργασιακό χώρο, την απόκτηση εμπειρίας αλλά και τη σταθερότητα και προβλεψιμότητα που οι παραγωγοί έχουν ανάγκη για να αναπτύξουν τις αγροτικές τους επιχειρήσεις».
Κεντρική Φωτογραφία: shutterstock / Πληροφορίες από τη σελίδα Kathimerini.gr