Το 2023 τα ελληνικά ξενοδοχεία κατέγραψαν ίδιες περίπου πληρότητες με το 2022 (παρά τη μεγάλη αύξηση στις αεροπορικές αφίξεις που καταγράφηκαν στη χώρα μας), ενώ οι τιμές τους κινήθηκαν με αύξηση, τόνισε η πρόεδρος του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων, Κωνσταντίνα Σβήνου, σχολιάζοντας την τρέχουσα τουριστική χρονιά, με βάση πρόσφατη έρευνα του ΙΤΕΠ που αφορά την περίοδο Μαΐου-Οκτωβρίου.
Εν αναμονή και της αναλυτικότερης νέας μελέτης που έχει συντάξει το ερευνητικό εργαλείο του ΞΕΕ, η κ. Σβήνου υπενθυμίζει, σε συνέντευξή της στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ότι τα ξενοδοχεία συνεχούς λειτουργίας είναι αυτά που βάλλονται περισσότερο από την άκρατη υπερανάπτυξη της βραχυχρόνιας μίσθωσης, αλλά και από την υπερ-αύξηση του φόρου διαμονής (νυν τέλος ανθεκτικότητας) και, όπως εξηγεί, δεν διαπιστώνεται κάποια έμπρακτη στήριξη από τον κρατικό μηχανισμό.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το 38% των ελληνικών ξενοδοχείων λειτουργούν όλο τον χρόνο, ενώ οι πληρότητές τους κατά μέσον όρο δεν ξεπερνούν το 50% κατά τη διάρκεια του χειμερινού εξαμήνου και την ίδια στιγμή τα πάγια και λειτουργικά έξοδα παραμένουν ανελαστικά, σύμφωνα με την πρόεδρο του ΙΤΕΠ.
«Στο μεταξύ, χαρακτηριστικό της ετήσιας έρευνας του 2022 ήταν η μεγάλη μείωση τζίρου (-21,2%) που παρουσίασαν τα ξενοδοχεία συνεχούς λειτουργίας σε σχέση με τα εποχικά που είχαν σημαντική αύξηση (9,8%) και καθώς ο κύκλος εργασιών των τελευταίων, όπως και το ποσοστό τους (62%), είναι μεγαλύτερα, επηρεάζουν τα τελικά οικονομικά αποτελέσματα για όλα τα ξενοδοχεία, τα οποία και έκλεισαν θετικά (+2,4% σε σχέση με το 2019)», αναφέρει συγκεκριμένα.
Στο σημείο αυτό, ωστόσο, η Κ. Σβήνου υπογραμμίζει ότι οριζόντια συμπεράσματα δεν μπορούν να υπάρξουν στον χώρο του τουρισμού, υπογραμμίζοντας «ότι πάντα υπάρχουν περιοχές και μονάδες που “δουλεύουν” αποδοτικότερα ή παθητικά. Εμείς καταμετράμε τι γίνεται στο σύνολο».
«Αποδεικνύεται, όμως, πως το να λειτουργείς ένα ξενοδοχείο όλο τον χρόνο συνεπάγεται ότι βάζεις μπροστά από τα νούμερα επιδόσεων της επιχείρησής σου άλλες παραμέτρους, όπως (μεταξύ άλλων) τη διασφάλιση 12μηνης εργασίας για το προσωπικό, την πιστότητα στους επαναλαμβανόμενους πελάτες και, κυρίως… το μεράκι για το επάγγελμα!», υπογραμμίζει η κ. Σβήνου.
Προτάσεις για την έλλειψη προσωπικού
Εστιάζοντας στα μεγάλα ζητήματα που αντιμετωπίζει ο ξενοδοχειακός κλάδος, όπως αυτό της έλλειψης προσωπικού, η κ. Σβήνου αναφέρει πέντε βασικές κατευθύνσεις που θα συμβάλλουν ουσιαστικά στην εξομάλυνση της υφιστάμενης κατάστασης, αν εφαρμοστούν:
1) Η εποχικότητα της λειτουργίας των επιχειρήσεων συνεπάγεται 6 μήνες εργασίας, γεγονός αποτρεπτικό. Για τον λόγο αυτόν ο κλάδος ζητά την επέκταση του επιδόματος ανεργίας σε πέντε μήνες αντί για τρεις.
2) Η καλλιέργεια της συνειδητής επιλογής εργασίας για τα τουριστικά επαγγέλματα. Το να εργάζεσαι στον τουρισμό δεν είναι απλώς ένα επάγγελμα, είναι πολλά περισσότερα, εξηγεί. Και αυτό πρέπει να περάσει μέσα από την εκπαίδευση. Στο πλαίσιο αυτό κινείται, με πρωτοβουλία του, το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο Ελλάδος, σε συνεργασία με το υπουργείο Παιδείας και Τουρισμού, που προχώρησε στην εισαγωγή του μαθήματος της «Φιλοξενίας», στο πλαίσιο του Εργαστηρίου Δεξιοτήτων της δευτέρας και τρίτης τάξης του Δημοτικού, και προχωράει και στο μάθημα Επαγγελματικού Προσανατολισμού της τρίτης Γυμνασίου.
3) Upskilling-Reskilling, τόσο για εργαζομένους όσο και για επιχειρηματίες, με ειδικά προγράμματα επιμόρφωσης.
4) Πρέπει επίσης να αναθεωρηθούν αρκετές διαδικασίες ως προς τη νομιμοποίηση συνταξιούχων, στρατιωτικών, δημόσιων υπαλλήλων και αλλοδαπών να εργαστούν στον χώρο του τουρισμού. Υπάρχουν πάρα πολλοί που βρίσκονται ανενεργοί, ενώ επιθυμούν να εργαστούν, επειδή δεν τους δίδεται η άδεια εργασίας.
5) Πρέπει επίσης να υπάρξουν σοβαροί έλεγχοι προς την αδήλωτη εργασία. Μας προβλημάτισε ιδιαίτερα η έρευνα από το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών περί των βραχυχρόνιων μισθώσεων, όπου αναφέρονται περίπου 54.000 θέσεις εργασίας. Είναι όσες περίπου λείπουν από τον ξενοδοχειακό κλάδο, χωρίς όμως να τις βλέπουμε κάπου δηλωμένες…
Η πρόκληση για το 2024
Για την Κωνσταντίνα Σβήνου «η μεγαλύτερη πρόκληση για τη νέα χρονιά είναι να διατηρήσουμε και να επαυξήσουμε τη ζήτηση για τη χώρα μας, να καταστήσουμε τους ελληνικούς προορισμούς ως συνειδητή επιλογή των επισκεπτών, προάγοντας σε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο, σε μια bottom up προσέγγιση, τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα του κάθε προορισμού ξεχωριστά, τα οποία είναι και αυτά που συνθέτουν συνολικά το πρόσωπο της ελληνικής φιλοξενίας».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ