Σε άρθρο του στο Βήμα της Κυριακής ο Ευάγγελος Βενιζέλος δίνει μια λύση ώστε να επιστραφούν τα Γλυπτά του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο στην Ελλάδα.
Προτείνει να αποδεχθεί η Ελλάδα την επιστροφή των Γλυπτών στο Μουσείο της Ακρόπολης, όχι ως δάνειο, αλλά ως «σταθμό στην επώδυνη διαδρομή που ακολούθησαν», όπως αναφέρει, και ως αντάλλαγμα η χώρα μας να δηλώσει «πρόθυμη και έτοιμη να συνδιοργανώνει με το Βρετανικό Μουσείο στο Λονδίνο, στις σημερινές αίθουσες των Μαρμάρων, περιοδικές εκθέσεις σημαντικών ελληνικών αρχαιοτήτων».
Η επιστροφή
Ο Παρθενώνας ανήκει ευτυχώς στον μακρύ ιστορικό χρόνο. Το αίτημα της επιστροφής των γλυπτών του Παρθενώνα, στον τόπο τους είναι προφανές ότι ωριμάζει. Πέρασαν δεκαετίες από τότε που το διατύπωσε με τον δικό της μοναδικό τρόπο η Μελίνα, αλλά αυτές δεν πήγαν χαμένες. Έχει καταστεί πλέον ευρύτατα αποδεκτό ότι το αίτημα της ένωσης των γλυπτών στο Μουσείο της Ακρόπολης το διατυπώνει, μεταφορικά, το ίδιο το ακρωτηριασμένο Μνημείο στο όνομα της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς.
Η Ελληνική Δημοκρατία είναι προφανές ότι δεν αναγνωρίζει σε κανένα κράτος και σε καμία νομική οντότητα, όπως το Βρετανικό Μουσείο, δικαιώματα και νόμιμους τίτλους επί των βίαια και παράνομα αποσπασμένων γλυπτών του Παρθενώνα. Οι ελληνικές θέσεις διατυπώνονται με σαφήνεια και σταθερότητα επί δεκαετίες στα αρμόδια διεθνή fora και κατεξοχήν στην UNESCO.
Είχα την ευκαιρία να το κάνω αυτό στο παρελθόν, εξ ονόματος της Ελληνικής Δημοκρατίας, στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, στη Γενική Συνέλευση της UNESCO, σε πάμπολλες συνομιλίες με την Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου αλλά και απευθείας με τη διοίκηση του Βρετανικού Μουσείου. Το πλαίσιο που διατυπώθηκε το 1997 έχει πλέον πολλούς υποστηρικτές.
Το ζήτημα δεν είναι άλλωστε πρωτίστως νομικό αλλά ιστορικό και πολιτισμικό. Η ένωση των γλυπτών στο Μουσείο της Ακρόπολης και σε άμεση οπτική επαφή με το Μνημείο είναι ζήτημα κοινής ιστορικής και πολιτιστικής ευαισθησίας για το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ελλάδα. Δυο χώρες με στενούς και διαρκείς δεσμούς που ανάγονται στις δυο μεγάλες πρόσφατες επετείους, αυτή των διακοσίων ετών από την έναρξη της Επανάστασης της Ανεξαρτησίας και αυτή των εκατό ετών από τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Ήδη από το 1997 έχω διατυπώσει τη θέση ότι η Ελληνική Δημοκρατία πρέπει να δηλώσει τη βούλησή της να τιμήσει τη βρετανική απόφαση για την επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα στον τόπο τους, αναγορεύοντας την ενιαία έκθεση τους στο Μουσείο της Ακρόπολης ως έκθεση που συνυπογράφει το Βρετανικό Μουσείο, όχι ως «ιδιοκτήτης» ή «δανειστής» αλλά ως «σταθμός» στην επώδυνη διαδρομή που ακολούθησαν τα γλυπτά μέχρι την επιστροφή τους που συντελείται ως πράξη σεβασμού της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς.
Κατά την ίδια λογική η Ελληνική Δημοκρατία μπορεί να είναι πρόθυμη και έτοιμη να συνδιοργανώνει με το Βρετανικό Μουσείο στο Λονδίνο, στις σημερινές αίθουσες των Μαρμάρων, περιοδικές εκθέσεις σημαντικών ελληνικών αρχαιοτήτων.
Όλα μπορούν να γίνουν με ένα κοινό παρονομαστή ύφους που αρμόζει και στις ελληνικές και στις βρετανικές ευαισθησίες με αποτέλεσμα την επιστροφή και την ένωση των Μαρμάρων. Οι δυο αυτές κινήσεις μπορούν να επιταχύνουν την επιθυμητή εξέλιξη.