H δημοσίευση του προεδρικού διατάγματος για την οριοθέτηση των οικισμών κάτω των 2.000 κατοίκων προκάλεσε αντιδράσεις από ιδιοκτήτες, παράγοντες της κτηματαγοράς και τον ευρύτερο κλάδο της οικοδομής. Οπως υποστηρίζουν, οι περιορισμοί που έθεσε το Συμβούλιο της Επικρατείας θα οδηγήσουν στον περιορισμό της οικοδομησιμότητας οικοπέδων που βρίσκονται σήμερα στα όρια των οικισμών. Οι διαμαρτυρίες, ωστόσο, παραγνωρίζουν το γεγονός ότι η επέκταση των οικισμών δεν απαγορεύεται, απλώς, σύμφωνα με τη νομολογία του ΣτΕ, πρέπει να αιτιολογείται επαρκώς.
Οπως συμβαίνει κάθε φορά που τίθεται ο παραμικρός περιορισμός στην άναρχη σημερινή κατάσταση, παράγοντες του τεχνικού κόσμου και του real estate ξεκίνησαν το προηγούμενο διάστημα να κατηγορούν το υπουργείο Περιβάλλοντος ότι με τις ρυθμίσεις για την οριοθέτηση των οικισμών θα απαξιωθούν χιλιάδες περιουσίες. Ανάμεσα στους αντιδρώντες είναι τοπικά παραρτήματα του Τεχνικού Επιμελητηρίου και φορείς της κτηματαγοράς.
Αλλά και βουλευτές: για παράδειγμα ο βουλευτής Ηρακλείου της Νέας Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Κεφαλογιάννης, ο οποίος με επίκαιρη ερώτηση προς τον υπουργό Περιβάλλοντος Σταύρο Παπασταύρου υποστηρίζει ότι έχει δημιουργηθεί αβεβαιότητα και προβληματισμός σε χιλιάδες ιδιοκτήτες οικοπέδων, αλλά και έντονη ανησυχία μήπως οδηγηθούμε μοιραία στην ιδιωτική πολεοδόμηση, με αναδυόμενες ευκαιρίες για μεγαλοεπενδυτές που μπορούν να δημιουργήσουν νέους οικισμούς.
«Μια τέτοια εξέλιξη είναι απευκταία και θα έχει αρνητικές συνέπειες, όχι μόνο στους μικροϊδιοκτήτες, που ξαφνικά ανακαλύπτουν ότι τα ακίνητά τους από οικόπεδα έγιναν αγροτεμάχια και απαξιώνονται, αλλά και για τους οικείους δήμους, που κινδυνεύουν να απολέσουν τον έλεγχο της πολεοδόμησης», αναφέρει.
Η πραγματικότητα, ωστόσο, είναι αρκετά διαφορετική: όπως αποκάλυψε η «Κ» το Συμβούλιο της Επικρατείας «επέστρεψε» στο υπουργείο Περιβάλλοντος σχέδιο προεδρικού διατάγματος, έχοντας σοβαρές αντιρρήσεις στην προτεινόμενη διαδικασία οριοθέτησης μικρών οικισμών. Κι αυτό γιατί, όπως αναμενόταν, το υπουργείο Περιβάλλοντος επιχείρησε να χρησιμοποιήσει την ευκαιρία για να «νομιμοποιήσει» διάφορες καταστάσεις που είχαν δημιουργηθεί τις προηγούμενες δεκαετίες – κυρίως το ξεχείλωμα των οικισμών μέσα από διάφορες πράξεις αμφίβολης νομιμότητας και τις παράνομες κατατμήσεις οικοπέδων, για πώληση ως «εντός ορίων», χωρίς να υπάρχουν οριοθετήσεις.
Το ΣτΕ ζήτησε να μη συμπεριληφθούν στα όρια των οικισμών περιοχές που είχαν προστεθεί σε παράνομες οριοθετήσεις και γενικώς τα αραιοδομημένα τμήματα των οικισμών (όπως προέκυψαν μέσα από δεκαετίες ξεχειλώματος). Και έθεσε ως ημερομηνία-σταθμό για τη διαδικασία της οριοθέτησης την κατάσταση που είχαν οι οικισμοί το 1983.
Αντίθετα με ό,τι διαδίδεται τις τελευταίες μέρες, το ΣτΕ δεν απαγόρευσε την επέκταση των οικισμών. «Αν η διοίκηση κρίνει αναγκαία και σκόπιμη την επέκταση των ορίων των οικισμών της χώρας για την οικιστική ή άλλου είδους αξιοποίησή τους θα πρέπει να προωθήσει κατά προτεραιότητα την πολεοδόμηση των αναγκαίων εκτάσεων για την εξυπηρέτηση του σκοπού αυτού», αναφέρει το πρακτικό επεξεργασίας του προεδρικού διατάγματος. Οπως επισημαίνει πολλαπλώς το ΣτΕ, επέκταση των οικισμών επιτρέπεται μόνο στο πλαίσιο ενός ευρύτερου πολεοδομικού σχεδίου και πρέπει να είναι επιστημονικά τεκμηριωμένη.
Η επέκταση μπορεί να τεκμηριώνεται κατά βάση με την πληθυσμιακή εξέλιξη του οικισμού, κάτι που περιορίζει σαφώς τον αριθμό των χωριών που μπορούν να επεκταθούν. Δεν μπορεί ωστόσο να βασίζεται μόνο σε αυτή: το 2022 το ΣτΕ (απόφαση 164/22) ακύρωσε όλες τις επεκτάσεις που προέβλεπε το πολεοδομικό σχέδιο της Πάρου, με το σκεπτικό ότι δεν λαμβάνουν υπόψη τη φέρουσα ικανότητα του νησιού.