Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι: Η Ελλάδα γερνάει και εάν τα πιο απαισιόδοξα σενάρια επικρατήσουν, το 2030 θα είναι η γηραιότερη χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Η λήψη μέτρων για το δημογραφικό ζήτημα είναι πλέον κάτι παραπάνω από αναγκαιότητα, ωστόσο, σύμφωνα με τους επιστήμονες, τα μέτρα που πρόκειται να αποφασιστούν δεν θα πρέπει να είναι οριζόντια αλλά να λαμβάνουν υπόψη του τις μεγάλες ανισότητες που υπάρχουν ανά περιοχή στη χώρα.
Η ανακοπή των υφιστάμενων τάσεων, οι αναμενόμενες αλλαγές αλλά και η άμβλυνση των όποιων αρνητικών τους επιπτώσεων είναι ο στόχος μιας πολιτικής για το δημογραφικό, όπως το «Εθνικό Σχέδιο Δράσης», στο οποίο έχει αναφερθεί ο ίδιος ο Πρωθυπουργός.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Δημογραφίας στο Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και επιστημονικό υπεύθυνο του Ερευνητικού Προγράμματος (ΕΛΙΔΕΚ) «Δημογραφικά Προτάγματα στην Ερευνα και Πρακτική στην Ελλάδα» Βύρωνα Κοτζαμάνη, ένα τέτοιο σχέδιο θα πρέπει να συνυπολογίζει όχι μόνο το σύνολο των συνιστωσών του δημογραφικού, αλλά και τις σημαντικές υφιστάμενες χωρικές ανισότητες, σοβαρές, δηλαδή, αποκλίσεις των δεικτών από τους εθνικούς μέσους όρους.
Εξάλλου, όπως υπογραμμίζουν οι δημογράφοι, όλες οι διαθέσιμες προβολές του πληθυσμού στον ορίζοντα του 2050 συγκλίνουν στο ότι η αύξηση των θανάτων και η μείωση των γεννήσεων δεν είναι δυνατόν να ανατραπούν μεσοπρόθεσμα, με αποτέλεσμα τα φυσικά ισοζύγια να παραμείνουν αρνητικά οδηγώντας στην περαιτέρω μείωση του πληθυσμού μας.
Ταυτόχρονα, η αναστροφή του μη ιδιαίτερα ευνοϊκού περιβάλλοντος για τη δημιουργία οικογένειας και την απόκτηση παιδιών μεσοπρόθεσμα θα περιορίσει μεν την πτωτική πορεία των γεννήσεων, μακροπρόθεσμα δε μόνον θα επιτρέψει την προοδευτική εξισορρόπησή τους.
Την ίδια στιγμή, η γήρανση δεν πρόκειται να ανακοπεί και τέλος, σύμφωνα με τον Βύρωνα Κοτζαμάνη, το αν ο συνολικός πληθυσμός μας θα μειωθεί κατά μερικές εκατοντάδες χιλιάδες ή κατά περισσότερο από 1,4 εκατομμύριο το 2050 θα εξαρτηθεί κυρίως από τη μεταναστευτική ζυγαριά (είσοδοι – έξοδοι).
Το δημογραφικό, βέβαια, δεν είναι ένα ζήτημα που απασχολεί μόνο την Ελλάδα. Αντίστοιχες εξελίξεις καταγράφονται – ή θα καταγραφούν σύντομα – σε όλες τις χώρες-μέλη της ΕΕ.
«Απλώς η Ελλάδα εντάσσεται στην ομάδα εκείνη των χωρών που «προτρέχουν»».
Η εξαιρετικά άνιση κατανομή του πληθυσμού, η μεταβολή του πληθυσμού ανάμεσα στο 2011 και το 2021 βάσει των απογραφών, τα φυσικά ισοζύγια (γεννήσεις – θάνατοι) προ της πανδημίας COVID-19 αλλά και η γήρανση του πληθυσμού είναι ανισότητες οι οποίες, όπως σημειώνει ο Κοτζαμάνης, θα πρέπει να συμπεριληφθούν στη χάραξη πολιτικής για το δημογραφικό.
Διαφοροποιήσεις
«Σε εθνικό επίπεδο, το ποσοστό των 65 ετών και άνω ανέρχεται σε 22,5% και αυτό των 85 ετών και άνω στο 3,6 %.
Κάτω όμως από τους εθνικούς αυτούς μέσους όρους υποκρύπτονται σημαντικές διαφοροποιήσεις καθώς 10 νομοί «προπορεύονται» έχοντας το 28%, ενώ σε δύο από αυτούς η αναλογία υπερβαίνει ακόμη και το 30% (το ποσοστό δηλαδή των 65 και άνω σε αυτούς τους νομούς ήταν το 2020 υψηλότερο και από το αναμενόμενο σε εθνικό επίπεδο το 2050, που εκτιμάται ότι θα φτάσει το 30%-31%.
Η εξέταση των 85 ετών και άνω στην ηλικιακή ομάδα των 65 ετών και άνω (αναλογία ατόμων 85+ σε 100 άτομα 65+) αναδεικνύει και μια άλλη διάσταση, αυτή της «γήρανσης» μέσα στη γήρανση.
Οδεύουμε επομένως, προσθέτει ο Κοτζαμάνης, προς έναν εκρηκτικό συνδυασμό «γήρανσης» και «υπεργηρίας» σε περισσοτέρους από 1 στους 4 νομούς της χώρας, «με αποτέλεσμα σύντομα και μάλιστα πολύ πριν από το 2050 να έχουμε μια ομάδα νομών όπου οι 65 ετών και άνω θα υπερβαίνουν το 1/3 του πληθυσμού τους, ενώ ταυτόχρονα το 1/4 εξ αυτών θα είναι υπέργηροι».
Πηγή: https://www.ot.gr