Μπορεί κάποιος να υποθέσει πως όταν οι γονείς έχουν πανεπιστημιακή εκπαίδευση, τα παιδιά τους έχουν εξασφαλισμένη μια πιο άνετη και προστατευμένη ζωή. Όμως τα στοιχεία της Eurostat έρχονται να ανατρέψουν αυτή την αντίληψη – τουλάχιστον στην περίπτωση της Ελλάδας.
Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα, η χώρα μας βρίσκεται πρώτη στην Ευρωπαϊκή Ένωση στο ποσοστό παιδιών κάτω των 16 ετών που ζουν σε σοβαρή υλική και κοινωνική στέρηση, παρόλο που οι γονείς τους έχουν πτυχίο πανεπιστημίου. Πρόκειται για 17,6% των παιδιών, δηλαδή περίπου 1 στα 6. Πίσω από την Ελλάδα ακολουθεί η Ισπανία με 11,6%.
Τι σημαίνει όμως «υλική και κοινωνική στέρηση» στην πράξη; Η Eurostat μετρά τη στέρηση βάσει της έλλειψης σε βασικά αγαθά και εμπειρίες που θεωρούνται αυτονόητα για την παιδική ηλικία: ένα δεύτερο ζευγάρι παπούτσια, φρέσκα φρούτα και λαχανικά κάθε μέρα, βιβλία, διακοπές, σχολικές εκδρομές, θέρμανση στο σπίτι, σύνδεση στο διαδίκτυο, πρόσβαση σε εξωσχολικές δραστηριότητες, ακόμη και ένα απλό κάλεσμα φίλων στο σπίτι. Αν λείπουν τουλάχιστον τρία από αυτά, το παιδί θεωρείται ότι ζει σε στέρηση.
Δυστυχώς, στην Ελλάδα αυτό δεν είναι η εξαίρεση, αλλά η πραγματικότητα για ένα μεγάλο ποσοστό παιδιών, ακόμη και σε οικογένειες όπου οι γονείς έχουν επενδύσει στην εκπαίδευσή τους και —θεωρητικά— έχουν τα εφόδια να προσφέρουν ένα καλύτερο μέλλον.
Και η γενικότερη εικόνα; Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ο μέσος όρος παιδιών σε στέρηση είναι 13,6%. Στην Ελλάδα το ποσοστό εκτοξεύεται στο 33,6%, το υψηλότερο σε ολόκληρη την ΕΕ. Ακολουθούν η Ρουμανία και η Βουλγαρία, ενώ χώρες όπως η Σουηδία, η Πολωνία και η Σλοβενία βρίσκονται σε εντελώς διαφορετικό επίπεδο, με μονοψήφια ποσοστά.
Τα πράγματα είναι ακόμα πιο δύσκολα για παιδιά των οποίων οι γονείς δεν έχουν ολοκληρώσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Εκεί το ποσοστό φτάνει το 77,2%, δηλαδή 3 στα 4 παιδιά αυτών των οικογενειών στερούνται βασικά αγαθά. Μόνο η Βουλγαρία και η Σλοβακία καταγράφουν υψηλότερα ποσοστά.
Στερούνται βασικά αγαθά στην Ελλάδα
Η Eurostat καταγράφει και τα ποσοστά στέρησης στους νέους 15–29 ετών. Στην Ελλάδα, 14,4% των νέων αυτών μεγαλώνουν στερούμενοι τουλάχιστον 7 από 13 βασικά αγαθά — από ρούχα και φαγητό έως κοινωνική ζωή. Και εδώ η χώρα μας βρίσκεται στις πρώτες θέσεις της λίστας, πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (5,8%).
Το μήνυμα είναι ξεκάθαρο: η εκπαίδευση των γονιών από μόνη της δεν αρκεί για να εξασφαλίσει αξιοπρεπείς συνθήκες για τα παιδιά. Οι κοινωνικές ανισότητες επιμένουν — ή και μεγαλώνουν — μέσα σε ένα περιβάλλον όπου η εργασία δεν αμείβεται επαρκώς, οι δημόσιες πολιτικές δεν καλύπτουν τις ανάγκες και η κρίση έχει αφήσει βαθιά σημάδια.
Η πρόκληση δεδομένη: Η Ελλάδα χρειάζεται στοχευμένες κοινωνικές παρεμβάσεις, ειδικά για τα παιδιά και τους νέους. Δεν είναι απλώς θέμα στατιστικής. Είναι θέμα αξιοπρέπειας, δικαιοσύνης και μέλλοντος. Γιατί η στέρηση στην παιδική ηλικία δεν είναι μόνο φτώχεια στο σήμερα— είναι και παγίδα για το μέλλον.