Νέα απόφαση για τα ύψη των κτιρίων, στην οποία θα δίνονται οδηγίες σε ποιες περιπτώσεις θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί το bonus του Νέου Οικοδομικού Κανονισμού (ΝΟΚ) και σε ποιες όχι, σκοπεύει να εκδώσει πριν από το τέλος του έτους το υπουργείο Περιβάλλοντος. Σύμφωνα με πληροφορίες, η κατεύθυνση την οποία θα δώσει το υπουργείο ειδικά για τη φλέγουσα περίπτωση της Αθήνας –όπου το Συμβούλιο της Επικρατείας ζήτησε να εφαρμόζεται διάταγμα του 1955 και όχι ο ΝΟΚ– είναι το διάταγμα να λαμβάνεται υπόψη μόνο για τα τμήματα εκείνα της πόλης τα οποία βρίσκονται μέσα σε κηρυγμένο αρχαιολογικό χώρο.
Το θέμα συζητήθηκε πριν από μία εβδομάδα στο ερμηνευτικό τμήμα του Κεντρικού Συμβουλίου Πολεοδομικών Θεμάτων και Αμφισβητήσεων (ΚΕΣΥΠΟΘΑ). Η κύρια αιτία που το θέμα επανήλθε (παρά τη σχετικά πρόσφατη απόφαση του υφυπουργού Χωροταξίας Νίκο Ταγαρά) είναι οι αποφάσεις του Εφετείου Αθηνών με τις οποίες «κόπηκαν» δύο οικοδομικές άδειες στους Αμπελοκήπους.
Οι αποφάσεις του Εφετείου βασίζονται με τη σειρά τους σε τρεις αποφάσεις του ΣτΕ (2102/19 και 705, 706/20), με τις οποίες το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο όρισε ότι όπου υπάρχουν ειδικά διατάγματα με συγκεκριμένα ύψη και αριθμό ορόφων πρέπει να εφαρμόζονται αυτά και όχι οι διατάξεις του ΓΟΚ του 1985 και του ΝΟΚ του 2012 που εξαρτούν τα ύψη των κτιρίων από τους (ήδη μεγάλους στην Αθήνα) συντελεστές δόμησης. Περαιτέρω, το ΣτΕ υπέδειξε ότι ο Δήμος Αθηναίων καλύπτεται από διάταγμα του 1955 που παραμένει εν ισχύι.
Ως αποτέλεσμα, η Υπηρεσία Δόμησης του Δήμου Αθηναίων (και άλλες, όπως του Δήμου Φιλοθέης – Ψυχικού) σταμάτησε να εκδίδει οικοδομικές άδειες με το «πριμ» ύψους και ορόφων του ΝΟΚ, ζητώντας από το υπουργείο Περιβάλλοντος να παρέμβει (και προφανώς να αναλάβει την ευθύνη που του αναλογεί).
Περιορισμοί κατά τόπους
Σύμφωνα με πληροφορίες της εφημερίδας “Καθημερινή“, το υπουργείο παραμένει υπέρ της συνέχισης χρήσης των διατάξεων του ΓΟΚ και του ΝΟΚ, περιορίζοντας την εφαρμογή τους μόνο στις περιοχές εκείνες που έχουν προεδρικά διατάγματα για την προστασία, λ.χ., ενός παραδοσιακού οικισμού ή τμήματος πόλης, την προστασία του τοπίου κ.λπ. (όπως ανέφερε και προηγούμενη απόφαση του κ. Ταγαρά).
Ειδικά για την «καυτή πατάτα» της Αθήνας και το κατά πόσον οι υπηρεσίες πρέπει να ακολουθούν και πάλι τους περιορισμούς που ορίζει το διάταγμα του 1955, η σκέψη που υπάρχει αυτή τη στιγμή στο υπουργείο είναι να μην εφαρμόζεται το bonus του ΓΟΚ και του ΝΟΚ στις περιοχές που βρίσκονται μέσα στα όρια του αρχαιολογικού χώρου της Αθήνας (λ.χ. τμήματα του ιστορικού κέντρου) και να εφαρμόζεται κανονικά στις υπόλοιπες.
Αν τελικά η στάση του υπουργείου είναι αυτή, τότε η υπόθεση θα οδηγηθεί μετά βεβαιότητος πίσω στο ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο, όπου η κατάληξη είναι προδιαγεγραμμένη. Και αυτό γιατί το ΣτΕ δεν ασχολήθηκε με το ύψος των κτιρίων για πρώτη φορά το 2019-2020, αλλά και παλαιότερα, λ.χ. με την απόφαση 1383/2016, που αφορούσε τη Λιβαδειά, και άλλες (λ.χ. 1120/2008, 796/2016). Επομένως το υπουργείο δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι πρόκειται απλώς για ένα ερμηνευτικό θέμα, το οποίο οι πολεοδομίες «δεν κατανοούν», καθώς υπάρχει σαφής νομολογία κατά της αποσπασματικής (κατά περίπτωση) αύξησης των πολεοδομικών μεγεθών μέσω bonus.
Τα διαγράμματα κάλυψης
Το υπουργείο Περιβάλλοντος πάντως δεν έχει βοηθήσει ιδιαίτερα στο να αποσαφηνιστεί η κατάσταση. Σε πρόσφατη εγκύκλιό του για τα διαγράμματα κάλυψης (των οποίων άλλαξαν οι προδιαγραφές με πρόσφατο νόμο) το υπουργείο αναφέρει ότι «οι υπολογισμοί των πολεοδομικών μεγεθών που συναρτώνται από τον συντελεστή δόμησης άμεσα ή σε συνδυασμό με οποιοδήποτε άρθρο του ΝΟΚ αναγράφονται μεν στο διάγραμμα κάλυψης, αποτελούν όμως αντικείμενο της υπεύθυνης δήλωσης των μελετητών μηχανικών, η οποία δεν ελέγχεται κατά τη χορήγηση οικοδομικής άδειας από τους υπαλλήλους των υπηρεσιών δόμησης».
Με άλλα λόγια καλεί τις πολεοδομίες να μην ελέγχουν καθόλου τον τρόπο που υπολόγισαν οι ιδιώτες μηχανικοί τα πολεοδομικά μεγέθη ενός κτιρίου, αλλά να… φέρουν την ευθύνη γι’ αυτά μέσω της έγκρισης της οικοδομικής άδειας, άποψη χαρακτηριστική της στρέβλωσης που έχει επικρατήσει με τις νομοθετικές αλλαγές των τελευταίων ετών (οι οποίες σχεδόν στο σύνολό τους εκπορεύτηκαν από τον τεχνικό κόσμο, σύμφωνα με τα συμφέροντα του κλάδου).