Είναι σαν η πανδημία να άνοιξε τον «ασκό του Αιόλου». Σήμερα, πλέον, ακούμε διαρκώς για επιθέσεις ανηλίκων, καθώς τα τελευταία δύο έτη η παραβατικότητα των νέων παρουσιάζει τεράστια και ανησυχητική έκρηξη. Σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ., σχεδόν δύο μαθητές έπεσαν θύματα επίθεσης, κλοπής ή απόπειρας κάθε ημέρα του 2022 στην Ελλάδα.
Οι συνολικές υποθέσεις ανηλίκων με τις οποίες ασχολήθηκαν οι υπηρεσίες της Αστυνομίας αυξήθηκαν κατά 60%, από 4.229 το 2020 σε 6.780 το 2023. Το ίδιο διάστημα οι ανήλικοι παραβάτες έχουν αυξηθεί κατά 70%, από 4.864 το 2020 σε 8.257 το 2023 (το πρώτο οκτάμηνο για το οποίο υπάρχουν στοιχεία). Ολα αυτά, με ανήλικες συμμορίες να διεκδικούν την επικυριαρχία σε γειτονιές της Αθήνας, όπως και μεγάλες πόλεις της χώρας. Επιδίδονται σε ληστείες, απειλούν με βία για να αποσπάσουν κινητά τηλέφωνα, χρήματα, μέχρι και τα ρούχα από τα θύματά τους.
Πέρα από τις ληστείες έχουν αυξηθεί δραματικά και οι βίαιοι ξυλοδαρμοί και οι άγριες συμπλοκές. Συνολικά το 2020, η Αστυνομία διαχειρίστηκε 126 υποθέσεις που αφορούσαν σωματικές βλάβες ανηλίκων, ενώ μόνο το πρώτο οκτάμηνο του 2023 διαχειρίστηκε 377, βλέπουμε δηλαδή μια αύξηση 199%. Αρκετά περιστατικά καταγράφηκαν εντός σχολικών συγκροτημάτων, ενώ τα κρούσματα bullying αναφέρονται όλο και πιο συχνά. Ιδιαίτερη αύξηση παρατηρείται και στις υποθέσεις οπλοφορίας, από 72 υποθέσεις το 2000 σε 201 το 2023 (179%).
Η εξοικείωση με τα όπλα προβληματίζει τις Αρχές
Τον τελευταίο χρόνο μάλιστα πολλές από αυτές τις επιθέσεις πραγματοποιούνται και με μαχαίρια. Οι νέοι αγοράζουν σουγιάδες, παίρνουν ακόμη και μαχαίρια μέσα από κουζίνες, τις περισσότερες φορές προκειμένου να απειλήσουν και να ληστέψουν. Στόχος τους τις είναι κυρίως η ληστεία. «Υπάρχει μια εξοικείωση με όπλα πλέον, με σουγιάδες και άλλα αυτοσχέδια όπλα. Αυτό είναι κάτι που προβληματίζει έντονα τις Αρχές», λέει στην «Κ» ο Φώτης Σίσκος, αστυνόμος Β’ στο Τμήμα Αντιμετώπισης Παραβατικότητας Ανηλίκων της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής.
Εκεί που θα είχαμε ένα πέρασμα στην παραβατικότητα περίπου στα 18, οι νέοι πλέον εισέρχονται σε μικρότερες ηλικίες, στα 15 ή τα 16. Σε αυτό έχουν παίξει ρόλο η τεχνολογία, τα μέσα και οι παραστάσεις που έρχεται σε επαφή ο νέος από πιο μικρή ηλικία, αλλά και το σύνολο των παραγόντων. Ακόμη και το σχολείο.
«Μιλάμε για τεράστια αύξηση μέσα στο 2023, που μας προκαλεί μεγάλη ανησυχία». Αυτή η αύξηση, σύμφωνα με την Αστυνομία, βασίζεται και στη μείωση του ορίου της ηλικίας των παιδιών που συναντάμε στην παραβατικότητα. «Δηλαδή εκεί που θα είχαμε ένα πέρασμα στην παραβατικότητα περίπου στα 18, οι νέοι εισέρχονται σε μικρότερες ηλικίες, στα 15 ή στα 16. Σε αυτό έχουν παίξει ρόλο η τεχνολογία, τα μέσα και οι παραστάσεις που έρχεται σε επαφή ο νέος από πιο μικρή ηλικία, αλλά και το σύνολο των παραγόντων. Ακόμη και το σχολείο».
«Στόχος μας είναι η πρόληψη διά της φυσικής παρουσίας»
Πέρα από την συνηθισμένη επιτήρηση, που είναι οι ενισχυμένες περιπολίες, η φύλαξη των πάρκων και άλλων σημείων για τα οποία έχει δεσμευτεί η Αστυνομία, έχει δοθεί νέα έμφαση και στο καίριο ζήτημα της πρόληψης.
«O νέος μας υπουργός κ. Χρυσοχοΐδης, με την ανάληψη των καθηκόντων ήλεγξε τους δείκτες αυτούς. Εκθέσαμε τα περιστατικά, εκθέσαμε τις προσπάθειές μας, το πώς αντιμετωπίζουμε αυτή την αύξηση. Δόθηκε έμφαση και τονίστηκε ότι είναι επιτακτική η ενίσχυση της ένστολης αστυνόμευσης και παρουσίας. Στόχος μας είναι η πρόληψη διά της φυσικής παρουσίας. Εχει επίσης δοθεί διαταγή προς όλες τις υπηρεσίες να γίνει καταγραφή των εστιών εγκληματικότητας ανηλίκων ανά περιοχή, η οποία θα χρησιμοποιηθεί ως βάση προκειμένου να γίνει ένα σχέδιο καθολικό για την αντιμετώπιση της. Αυτή η αντιμετώπιση θα συμπεριλαμβάνει επιχειρησιακές δράσεις, την οργάνωση διαφορετικών υπηρεσιών, ούτως ώστε να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο και να ανταποκριθούμε επαρκώς στην αύξηση αυτή», λέει ο αστυνόμος Β’.
«Βρισκόμαστε σε στενή συνεργασία τόσο με τις εισαγγελικές αρχές όσο και με τους εκπαιδευτικούς φορείς, με τους προϊσταμένους, τους διευθυντές, ώστε τα εκάστοτε προβλήματα να τα αντιμετωπίζουμε άμεσα, πριν συμβεί το έγκλημα, ώστε να αποτρέψουμε ένα συμβάν», προσθέτει.
Οπως τονίζει ο κ. Σίσκος, πρωταρχικό ρόλο σε αυτές τις περιπτώσεις παίζει η μόρφωση. «Πλέον αποτελεί και ζήτημα παιδείας. Οχι παιδείας, εκπαίδευσης, αλλά επιμόρφωσης και ψυχολογικής στήριξης. Οι ανήλικοι τα τελευταία έτη, από τον εγκλεισμό και έπειτα, εμφανίζουν μία αδυναμία, μία δυσκολία που αφορά την συναναστροφή τους με τους συνομηλίκους τους, με την προσαρμογή τους στο κοινωνικό σύνολο», τονίζει.
Σε αυτή τη νέα δράση της Αστυνομίας για την πρόληψη της εγκληματικότητας, οι υπηρεσίες της μεταβαίνουν στα σχολεία κατόπιν αιτήματος των διευθυντών, και πραγματοποιούν ενημέρωση τόσο για τις συνέπειες που μπορεί να έχει μια παραβατική συμπεριφορά, όσο και το τι μπορεί να συνιστά μια παραβατική συμπεριφορά.
«Ενας ανήλικος τα έχει λιγάκι σχετικοποιήσει, δεν τα έχει κατανοήσει απόλυτα, δεν τα έχει κατανεμημένα ορθά. Επίσης, σε αυτή μας την επαφή τονίζουμε και τη σημασία άλλων δραστηριοτήτων, τη στροφή στον αθλητισμό, στην τέχνη, αλλά και τη συμασία της ευγένειας προς τους συνομήλικους».
Ξενίζει άραγε η παρουσία της Αστυνομίας στα σχολεία; «Κοιτάξτε, έχουμε να κάνουμε με εφήβους», απαντά ο αστυνόμος. «Η Αστυνομία ως εκφραστής της εξουσίας μπορεί να αποτελέσει και λόγο αντίδρασης, “να επαναστατήσω απέναντι σε αυτό το οποίο έχω στο μυαλό μου ως κατεστημένο”. Για αυτό και εμείς δείχνουμε τον δρόμο, αλλά δεν κάνουμε υποδείξεις», απαντά.
Κρίσιμη η επιμόρφωση των αστυνομικών
Ενα άλλο πολύ σημαντικό κομμάτι είναι η επιμόρφωση και ενημέρωση του προσωπικού της Αστυνομίας το οποίο βρίσκεται στο πεδίο. «Δίνονται πλέον οδηγίες επακριβείς στο πώς θα πρέπει στο εξής να γίνεται προσέγγιση των ανήλικων. Προσπαθούμε όλα αυτά να φτάνουν και να αγγίζουν το σύνολο και το εύρος του προσωπικού μας και να έχουν καθολική εφαρμογή. Οι οδηγίες δίνονται και κατόπιν ελέγχονται κατά πόσο τηρούνται».
«Να ενδυναμωθεί ο θεσμός του επιμελητή»
Παρ’ όλα αυτά ο ρόλος της Αστυνομίας έχει και τα δικά της όρια. «Μετά ο ανήλικος φεύγει από τα χέρια μας. Πηγαίνει στον επιμελητή, στον εισαγγελέα, πηγαίνει σε ένα άλλο κομμάτι. Υπάρχει ένα ζήτημα εκεί, το πόσο σύντομα αφήνονται ελεύθεροι. Ενα άλλο ζήτημα είναι ότι θα πρέπει να δοθεί έμφαση και να ενδυναμωθεί και ο θεσμός του επιμελητή. Μια διαδικασία αυτοφώρου και η προσωποκράτηση είναι ένα από τα βήματα, αλλά έπεται μεγάλη συνέχεια. Εκεί είναι που ο ανήλικος θα έρθει αντιμέτωπος με τις συνέπειές της πράξης του και με τον εαυτό του και με τη Δικαιοσύνη»,τονίζει ο αστυνόμος.
«Τι κάνεις μετά, πώς συμμορφώνονται αυτά τα παιδιά; Πώς τα φέρνεις σε ένα δρόμο ώστε να κατανοήσουν την πράξη τους;» ρωτάμε αναζητώντας έναν επίλογο. «Οι περισσότεροι αποκτούν, επανακτούν τη φυσική τους θέση. Υπάρχουν όμως περιπτώσεις όπου υπάρχει και ψυχοπαθολογία, όπου υπάρχει η ροπή και η επανάληψη στην παραβατικότητα ή δεν υπάρχει το κατάλληλο υποστηρικτικό πλαίσιο στο περιβάλλον του ανηλίκου. Η προσωποκράτηση, ο εγκλεισμός σε κάποιο κέντρο νέων, είναι δύο «δρόμοι» επαναφοράς του ανήλικου στο κοινωνικό σύνολο ως λειτουργικό πρόσωπο. Είναι όμως η ακραία λύση».
Κείμενο: Νίνα Μαρία Πασχαλίδου (Kathimerini.gr)