Οι δεύτεροι “φτωχότεροι” καταναλωτές της Ευρώπης, μετά τους Βούλγαρους, ήταν για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά το 2023 οι Έλληνες, αφού οι αυξήσεις σε μέσο και κατώτερο μισθό “εξαφανίζονται” από τις συνεχείς ανατιμήσεις προϊόντων και υπηρεσιών, οι οποίες είναι υψηλότερες από τον μέσο όρο της ΕΕ.
Ωστόσο, για το 2022 και το 2023 – δύο χρονιές υψηλού πληθωρισμού -, παρά το ότι υιοθετήθηκαν πρόσθετα μέτρα αύξησης των εισοδημάτων, η αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών παρέμεινε παγωμένη στο 67%. Μια εξήγηση βρίσκεται στο γεγονός ότι, σε όρους εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή, η Ελλάδα κατέγραψε για το 2022 μέση ετήσια αύξηση του πληθωρισμού κατά 9,7%, ενώ η ΕΕ είχε αύξηση 7,6%. Το 2023 η Ελλάδα είχε ετήσιο πληθωρισμό 4,2%, ενώ η ΕΕ 3,7%. Πέρα όμως από την γενικότερη εικόνα, από τα μέσα περίπου του 2023 ο πληθωρισμός απέκτησε “εθνικά” χαρακτηριστικά, ειδικά στα τρόφιμα που “καίει” περισσότερο τα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα, με τις ανατιμήσεις σε βασικά είδη διατροφής να είναι υψηλότερες από τον μέσο όρο της ΕΕ.
Υψηλότερος και ο πληθωρισμός της απληστίας
Εκτός όμως από τον υψηλότερο μέσο πληθωρισμό, πρόσφατη μελέτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αποδεικνύει ότι η Ελλάδα πληρώνει ακριβότερα και τον πληθωρισμό της απληστίας, σε σύγκριση με την υπόλοιπη ΕΕ.
Στις μετρήσεις της, η Επιτροπή εισάγει το όρο του “εγχώριου μοναδιαίου κέρδους”, δηλαδή του κέρδους που έχει η κατασκευάστρια εταιρία για ένα προϊόν σε κάθε κράτος μέλος της ΕΕ.
Με βάση αυτήν τη μέτρηση, η επιλογή των υπερκερδών για κάποιες επιχειρήσεις πλήττει περισσότερο την Ελλάδα, την Ρουμανία και την Ουγγαρία για την τετραετία 2022 – 2025.
Ειδικά για την Ελλάδα, το υψηλό “εγχώριο μοναδιαίο κέρδος” θα φορτώνει τον πληθωρισμό από το 2022 έως και το 2025 με περίπου 1%, ενώ για την Ουγγαρία και την Ρουμανία το ποσοστό θα είναι λίγο μεγαλύτερο.
Με αυτό τον τρόπο, η Επιτροπή εξηγεί την εξόρμηση ελέγχων που κάνει εδώ και καιρό το Υπουργείο Ανάπτυξης, το οποίο, συγκρίνοντας τιμές προϊόντων που κυκλοφορούν σε πολλές χώρες εντός και εκτός ΕΕ, διαπιστώνει ότι στην Ελλάδα πωλούνται σε πολύ υψηλότερη τιμή. Με βάση άλλωστε τέτοιες πρακτικές, το ΥΠΑΝ επέβαλε χθες νέα πρόστιμα ύψους 1,67 εκατ. ευρώ σε δύο πολυεθνικές για υπερβολικό κέρδος.
Οι πλούσιοι Ευρωπαίοι καταναλωτές
Από τα στοιχεία της Eurostat φαίνεται ότι υπάρχει μεγάλη ψαλίδα σε ό,τι αφορά στην πραγματική αγοραστική δύναμη ανάμεσα στα 27 κράτη μέλη της Ένωσης. Ειδικότερα, τα υψηλότερα κατά κεφαλή εισοδήματα σε μονάδες αγοραστικής δύναμης καταγράφηκαν σε Λουξεμβούργο και Ιρλανδία, με 140% και 112% αντίστοιχα. Με μεγάλη διαφορά ακολουθεί η Ολλανδία, με μέση αγοραστική δύναμη 30% πάνω από το επίπεδο της ΕΕ, ενώ έπονται η Δανία με 28% και η Αυστρία με 23%.
ΥΠΕΘΟ: Πρωταθλήτρια η Ελλάδα στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ
Σχολιάζοντας τα στοιχεία που ανακοίνωσε η ΕΛΣΤΑΤ, το ΥΠΕΘΟ αναφέρει σε ανακοίνωσή του πως “η Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια στην αύξηση του πραγματικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε όλη την Ευρώπη ως προς (α) το πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ (Real GDP per capita) και (β) το κατά κεφαλή ΑΕΠ σε μονάδες αγοραστικής δύναμης (GDP per capita in PPS).
“Σε ό,τι αφορά στο πρώτο μέγεθος (πραγματικό κατά κεφαλή ΑΕΠ), αυτό λαμβάνει υπόψη τον πληθωρισμό και για το 2023 εμφανίζει την Ελλάδα πρωταθλήτρια αύξησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση με επίδοση 2,5% (από 18.690 ευρώ το 2022 σε 19.150 ευρώ το 2023 σε σταθερές τιμές 2010). Την ίδια χρονιά, το κατά κεφαλήν πραγματικό εισόδημα στη Ευρωπαϊκή Ένωση έμεινε στάσιμο (κατ’ ακρίβεια σημείωση οριακή μείωση).
Συνολικά, την περίοδο 2019-2023 το πραγματικό κατά κεφαλήν διαθέσιμο εισόδημα στην Ελλάδα αυξάνεται με ρυθμό υπερδιπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου (2,1% έναντι 1%), τη δε περίοδο που ακολούθησε το ξέσπασμα της πανδημίας (2021- 2023) η διαφορά είναι ακόμα μεγαλύτερη (5,9% μέση αύξηση στην Ελλάδα έναντι 3,1% στην Ευρωπαϊκή Ένωση).
Σε όρους συνολικής (σωρευτικής) αύξησης, την περίοδο 2019-2023 το πραγματικό ελληνικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ έχει αυξηθεί κατά 9,9%, ποσοστό υπερδιπλάσιο από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (4,8%). Σε ό,τι δε αφορά στα τελευταία τρία χρόνια (2021- 2023), που ακολούθησαν τη χρονιά που ξέσπασε η πανδημία (2020), η σωρευτική αύξηση του πραγματικού κατά κεφαλήν εισοδήματος στην Ελλάδα βρίσκεται στο εντυπωσιακό 18,6% (τρίτη υψηλότερη επίδοση στην Ευρωπαϊκή Ένωση), ποσοστό και πάλι υπερδιπλάσιο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (9,4%).
Η διαφορά των θετικών επιδόσεων της χώρας μας την τελευταία πενταετία, βρίσκονται σε απόλυτη αντιδιαστολή με τις εξαιρετικά αρνητικές επιδόσεις της χώρας μας κατά την περίοδο διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Συγκεκριμένα, την περίοδο 2015-2018, η Ελλάδα ήταν προτελευταία στην αύξηση του πραγματικού κατά κεφαλήν εισοδήματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 27, με μέση ετήσια αύξηση 0,9%, έναντι υπερδιπλάσιου ποσοστού (1,9%) του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Σε ό,τι δε αφορά στη σωρευτική αύξηση του κατά κεφαλήν εισοδήματος την περίοδο 2015-2018, αυτή ήταν και πάλι η δεύτερη χαμηλότερη στην Ευρώπη των 27 με ποσοστό 3,6%, έναντι υπερδιπλάσιας αύξησης του ευρωπαϊκού μέσου όρου της τάξης του 8,6%. Σε ό,τι αφορά τέλος στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε μονάδες αγοραστικής δύναμης, ο ΣΥΡΙΖΑ το παρέλαβε (στο τέλος του 2014) στο 72% της ΕΕ και το παρέδωσε το 2019 χαμηλότερο, στο 66%. Από το 2019 έως το 2023 το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε μονάδες αγοραστικής δύναμης αυξήθηκε στο 67% παρά το γεγονός ότι μεσολάβησαν η πανδημία και ο πόλεμος στην Ουκρανία”.
Με βάση το υπουργείο, τα νούμερα μιλούν από μόνα τους και δεν χρειάζονται πολλές επεξηγήσεις. “Επί διακυβερνήσεως Νέας Δημοκρατίας, το πραγματικό κατά κεφαλήν εισόδημα αναπτύσσεται με ρυθμό υπερδιπλάσιο από αυτόν της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αντίθετα, επί ΣΥΡΙΖΑ συνέβαινε ακριβώς το αντίθετο. Και βεβαίως, επί Νέας Δημοκρατίας το πραγματικό κατά κεφαλήν εισόδημα αυξήθηκε σημαντικά τα τελευταία πέντε χρόνια (εν μέσω πανδημίας, διεθνούς ενεργειακής κρίσης και χαμηλής ευρωπαϊκής οικονομικής ανάπτυξης) με μέση ετήσια αύξηση υπερδιπλάσια από τα χρόνια που κυβέρνησε ο ΣΥΡΙΖΑ, και τα οποία ήταν χρόνια μεγάλης ευρωπαϊκής ανάπτυξης. Με λίγα λόγια, τα στοιχεία δείχνουν ότι η Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια αύξησης πραγματικού κατά κεφαλήν εισοδήματος σε δύσκολους καιρούς, ενώ επί ΣΥΡΙΖΑ ήταν ουραγός της Ευρώπης σε χρόνια εύκολα”.
“Και αυτό συνέβη”, προστίθεται, “γιατί παρά τις μεγάλες, διαδοχικές εξωγενείς κρίσεις, η Νέα Δημοκρατία εφαρμόζει μια αποτελεσματική οικονομική πολιτική, όπως αυτή αποτυπώνεται στην αύξηση απασχόλησης κατά περίπου 367 χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας από τον Ιούνιο 2019 έως τον Δεκέμβριο 2023, και στην πραγματική αύξηση μισθών στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας τα τελευταία τέσσερα χρόνια κατά 6,1%, με παράλληλη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, της φορολογίας εισοδήματος και της φορολογίας περιουσίας.
Αποτελεί λοιπόν πραγματικά θράσος, αυτοί που με την ανερμάτιστη πολιτική τους έπαιξαν την τύχη της χώρας στα ζάρια, αυτοί που καθήλωσαν την απασχόληση και τα εισοδήματα των Ελληνίδων και των Ελλήνων, αυτοί που καταρράκωσαν το διεθνές κύρος της χώρας, πεπραγμένα για τα οποία αποδοκιμάστηκαν ηχηρά σε διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις να εγκαλούν την κυβέρνηση της προόδου, της ανάπτυξης και της διεθνούς αξιοπιστίας για “θλιβερή πραγματικότητα”.
“Και επειδή στον ΣΥΡΙΖΑ”, καταλήγει η σχετική ενημέρωση από το υπουργείο, “προφανώς δεν διαβάζουν τους αριθμούς και μιλάνε για “ρεκόρ φορολογικών εσόδων, λόγω της πληθωριστικής αύξησης των φόρων κατανάλωσης”, τους πληροφορούμε ότι τα φορολογικά έσοδα στην Ελλάδα το 2023 αυξήθηκαν κατά 11,6% (από 55,2 δισ. σε 61,6 δισ. το 2023), σε ό,τι δε αφορά στους φόρους κατανάλωσης, τα μεν έσοδα από ΦΠΑ αυξήθηκαν κατά 9,2% τα δε έσοδα από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης αυξήθηκαν κατά 0,5%. Την ίδια χρονιά, ο πληθωρισμός ΔΤΚ στην Ελλάδα ήταν 3,5%. Επομένως όποιος θέλει ας κάνει τους υπολογισμούς του! Και κυρίως να κάνουν τους υπολογισμούς τους εκείνοι που με την ανακοίνωσή τους υπενθυμίζουν στους Έλληνες και τις Ελληνίδες ότι με τη μείωση φόρων της κυβέρνησης Νέας Δημοκρατίας, το κράτος εισπράττει περισσότερα έσοδα και σε ονομαστικούς και σε πραγματικούς όρους. Αυτό αποτελεί τον ορισμό της αυξημένης οικονομικής ανάπτυξης, οπότε τους ευχαριστούμε για την έμμεση πλην όμως σαφή παραδοχή της επιτυχημένης οικονομικής μας πολιτικής”.
Πληροφορίες από: https://www.capital.gr