Η ταβέρνα της Ματίνας σε ένα από τα πιο γραφικά χωριά της Ορεινής Νάξου που αξίζει να ανακαλύψεις
Χτισμένη σε μια βουνοπλαγιά, και σε 500 μ. υψόμετρο βρίσκεται αγέρωχο το στολίδι της Ορεινής Νάξου, η Κόρωνος. Απομονωμένη κι επιβλητική, προσφέρει μια μαγευτική θέα παραδοσιακών σπιτιών σε πολλαπλά υψομετρικά επίπεδα, ξεπροβάλλει ξαφνικά καθώς προσεγγίζεις με το αυτοκίνητο οδηγώντας ψηλότερα το βουνό. Κατά τη διάρκεια του χειμώνα, πιάνει τον κατσιφόρο, έτσι λένε οι ντόπιοι την ομίχλη που σκεπάζει την Κόρωνο, προσφέροντας ένα μαγευτικό θέαμα για λίγους με τόλμη.
Ένα χωριό, που διατροφικά εξαρτιόταν από τα κατσίκια και τα ορεινά οπωροφόρα δέντρα, πλούσια βλάστηση και ρεματιές, ερήμωσε κυρίως κατά τη διάρκεια της κατοχής, λόγω της δύσκολης προσβασιμότητας και της έλλειψης τροφής. Έφυγαν πολλοί άνθρωποι τότε από ασιτία, ίσως η μαζικότερη συρρίκνωση πληθυσμού στη Νάξο κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Η ανάκαμψη των κατοίκων της Κορώνου ήρθε λίγο αργότερα με την εξόρυξη κι εξαγωγή σμυριδόπετρας, ένα αρκετά σπάνιο μέταλλο ορυχείου που έδινε πνοή στα ορεινά χωριά. Ακμαιότατες συνθήκες ομορφιάς και φροντίδας οδήγησαν την Κόρωνο σε έναν υγιή πληθυσμό 2000 κατοίκων, με εντυπωσιακό αριθμό ανάπτυξης.
Πλησιάζοντας με το αυτοκίνητο, η εικόνα ήταν διαφορετική. Η Κόρωνος χωρίζεται σε δυο επίπεδα που ενώνονται σε μια γραφική πλατεία με πλακόστρωτα, αμέτρητα σκαλιά που κατεβαίνουν στο ¨κέντρο του χωριού, λευκά περιποιημένα σπίτια, λιγοστά παιδιά να τρέχουν ανέμελα και το άλλο μισό του χωριού να είναι σχεδόν ολοσχερώς εγκαταλελειμμένο.
Τότε ο κόσμος γλένταγε, όλη την αγωνία
την ξέπλενε συντροφικά, με την ψυχαγωγία.
Κάθε γιορτή και Κυριακή, κάθε χαρά και σκόλη
μαζεύονταν στα όργανα, οι χωριανοί μας όλοι.
(λαϊκό ποίημα για την Κόρωνο του Γ. Χουζούρη)
Ακριβώς στη μέση, στην πλατεία, βρίσκεται η ταβέρνα της Ματίνας που με την ανεκτίμητη συμβολή της, κρατάει ζωντανό όλο το χωριό και είναι το σημείο αναφοράς κι επικοινωνίας για τους κατοίκους στις μοναχικές μέρες του χειμώνα. Μια εγκάρδια γυναίκα που σε πλημμυρίζει με το ειλικρινές χαμόγελο και την απρόσκοπτη προσπάθειά της να σε κάνει να νιώσεις τον παλμό του ιδιαίτερου αυτού τόπου.
Εδώ και πολλά χρόνια μαγεύει τους επισκέπτες με τις γευστικές της δημιουργίες όπου η απλότητα και η αγνότητα των υλικών έχουν την πρωτοκαθεδρία. Το φρέσκο βούτυρο, γάλα και τυρί είναι από τα δικά της πρόβατα, τα πεντανόστιμα σεφουκλωτά χόρτα από το βουνό και τα λαχταριστά γλυκά του κουταλιού από τα φρούτα που βρίσκονται σε αφθονία. Δεν υπάρχει τίποτα περίπλοκο εδώ, ούτε εξεζητημένες συνταγές, πάρα μόνο εκείνη η υπέροχη γεύση του φαγητού που θα σου έκανε η μητέρα και η γιαγιά με αγάπη και μεράκι. Διότι, έτσι αντιμετωπίζει η Ματίνα κάθε τυχερό επισκέπτη που θα βρεθεί σε αυτόν τον χώρο με τις ξεχωριστές γωνιές και τα ευωδιαστά λουλούδια.
Είχαμε την τιμή να δοκιμάσουμε τρυφερό αρνάκι λεμονάτο, μοσχαράκι κοκκινιστό, τις φημισμένες τηγανιτές πατάτες και μια ολόφρεσκη σαλάτα με μυζήθρα παραγωγής της ίδιας μέρας.
«Έχουν μείνει 100 κάτοικοι στο χωριό, και μένω ανοιχτή το χειμώνα για να κρατάμε τον τόπο μας ζωντανό»
Ευχαριστημένοι και χορτάτοι, δέκτες της γλυκύτατης φιλοξενίας ανηφορίσαμε τα αμέτρητα σκαλιά προς τα πάνω με την αίσθηση της νοσταλγίας ήδη να έχει εισχωρήσει για τα καλά πριν ακόμη φτάσουμε στο αυτοκίνητο της επιστροφής.