Η Σικελία, ένα νησί που παρήγε στο παρελθόν μεγάλο ποσοστό αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων εφοδιάζοντας ολόκληρη την Ιταλία, βρίσκεται αντιμέτωπο με το πρόβλημα της ξηρασίας και της λειψυδρίας. Η λειψυδρία, συνέπεια της κλιματικής κρίσης, εκτός από την αγροτική παραγωγή, απειλεί και το τουριστικό προϊόν του νησιού, παρά το γεγονός ότι ακόμη οι τουρίστες το επισκέπτονται σε μεγάλους αριθμούς.
Η Σικελία είναι το μεγαλύτερο και πολυπληθέστερο νησί στη Μεσόγειο. Το 2021 κατέγραψε υψηλό ευρωπαϊκό ρεκόρ θερμοκρασίας φτάνοντας τους 48,8 βαθμούς Κελσίου, και πλέον κινδυνεύει από ερημοποίηση. Τους τελευταίους έξι μήνες του 2023 έπεσαν μόνο 150 χιλιοστά βροχής και τον Μάιο η ιταλική κυβέρνηση κήρυξε τον νησί σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης.
Σε εκτενές ρεπορτάζ του Guardian καταγράφονται οι συνέπειες των νέων αυτών συνθηκών στην οικονομία.
Στη φάρμα του Βίτο Αμάντια, στην Κατάνη, που κάθε χρόνο παρήγε 650 τόνους σιταριού, φέτος οι αλωνιστικές μηχανές σιώπησαν εξαιτίας της ξηρασίας. Η καλλιέργεια δεν άντεξε τη ζέστη και την ξηρασία και καταστράφηκε.
«Ενας έμπειρος αγρότης δεν χρειάζεται την πρόγνωση του καιρού για να καταλάβει πώς θα είναι ο καιρός», σύμφωνα με τον Βίτο Αμάντια, 68 ετών. «Ηδη τον περασμένο Ιανουάριο, ήξερα ότι θα ήταν μια καταστροφική χρονιά. Τα σπορόφυτα σιταριού που έφταναν κανονικά τα 80 εκατοστά σταμάτησαν να μεγαλώνουν στα 5 εκατοστά. Μετά ξεράθηκαν».
Η Σικελία παλεύει με μια από τις πιο σοβαρές υδάτινες κρίσεις στην Ιστορία της. Το νησί, το μεγαλύτερο και πολυπληθέστερο στη Μεσόγειο, όπου το 2021 επιτεύχθηκε υψηλό ευρωπαϊκό ρεκόρ θερμοκρασίας 48,8 °C, κινδυνεύει από ερημοποίηση. Τους τελευταίους έξι μήνες του 2023 έπεσαν μόνο 150 χιλιοστά βροχής και τον Μάιο η κυβέρνηση της Ρώμης κήρυξε κατάσταση έκτακτης ανάγκης.
Ομως, ενώ αποτελεί υπαρξιακή απειλή για πολλούς ντόπιους, η κρίση του νερού δεν αποθαρρύνει τους τουρίστες. Οπως πολλά μέρη της νότιας Ευρώπης, η Σικελία βρίσκεται παγιδευμένη μεταξύ της λειψυδρίας και της αυξανόμενης εισροής επισκεπτών που, παρά την πρόσθετη πίεση που ασκούν στους πόρους, εξακολουθούν να εκτιμώνται ως ένας από τους κύριους μοχλούς της οικονομίας.
«Οι τουριστικοί προορισμοί στη νότια Ευρώπη, όπως η Ισπανία και η Σικελία, ήταν πάντα δημοφιλείς επιλογές μεταξύ των ταξιδιωτών», επισημαίνει στον Guardian ο Κρίστιαν Μούλντερ, καθηγητής οικολογίας και κλιματικής έκτακτης ανάγκης στο Πανεπιστήμιο της Κατάνης. «Ο μέσος τουρίστας αναζητά τον ήλιο, ανεξάρτητα από την έλλειψη νερού, και απαιτεί το νερό να είναι άμεσα διαθέσιμο. Ο υπερτουρισμός αυξάνει την πίεση στους ήδη λιγοστούς υδάτινους πόρους της Σικελίας, με αναπόφευκτες συνέπειες για το περιβάλλον».
Σύμφωνα με το Ιταλικό Εθνικό Συμβούλιο Ερευνας, ποσοστό 70% του εδάφους της Σικελίας κινδυνεύει από ερημοποίηση. Οι περισσότερες από τις λίμνες του νησιού είναι ήδη σχεδόν ξηρές και η τεχνητή λίμνη Φανάκο, στην κεντρική Σικελία, κάποτε είχε χωρητικότητα 20 κυβικών μέτρων νερού, αλλά σήμερα χωράει μόλις 300.000.
Εξαιτίας των περιορισμών στην κατανάλωση νερού, πολλές επιχειρήσεις αναγκάστηκαν να κλείσουν και χιλιάδες οικογένειες αποθηκεύουν νερό σε δοχεία στα σπίτια τους ώστε να έχουν απόθεμα για πλύσιμο ή μαγείρεμα. Σύμφωνα με την Εθνική Ενωση του Συμβουλίου Γεωργικών Υδάτων, ορισμένες δεξαμενές που προορίζονταν για πόσιμο νερό διέθεταν μόλις στο 10% της χωρητικότητάς τους τον Μάρτιο. «Πρόκειται για μια άνευ προηγουμένου κατάσταση έκτακτης ανάγκης λόγω ξηρασίας», δήλωσε ο κυβερνήτης της Σικελίας, Ρενάτο Σιφάνι.
Ακόμη ένας κίνδυνος είναι οι πυρκαγιές, που καταστρέφουν πολύτιμη βλάστηση. Το 2023 οι πυρκαγιές προκάλεσαν ζημιές αξίας άνω των 60 εκατ. ευρώ, κάνοντας στάχτη περισσότερα από 1.712 στρέμματα δασικής έκτασης, ενώ την περασμένη εβδομάδα τουλάχιστον 10 πυρκαγιές σε όλο το νησί κατέστρεψαν εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα δάσους και καλλιεργήσιμων εκτάσεων.
Πλήγμα και για την κτηνοτροφία
Στην ενδοχώρα της Σικελίας, οι μόνες ενδείξεις ζωής είναι μικρά κοπάδια σκελετωμένων βοοειδών που βοσκούν ό,τι βρίσκουν σε άνυδρους λόφους. Οι θερμοκρασίες ξεπερνούν τους 40 βαθμούς Κελσίου κατά τη διάρκεια της ημέρας και δεν υπάρχει πλέον νερό για τα ζώα. Σύμφωνα με την ένωση νέων αγροτικών επιχειρηματιών, η ξηρασία απομακρύνει τους νεαρούς αγρότες της Σικελίας από το νησί, ενώ δεκάδες κτηνοτρόφοι αναγκάστηκαν να πουλήσουν ή να σφάξουν τα ζώα τους.
«Χωρίς νερό, οι αγελάδες μου δεν παράγουν πλέον γάλα», λέει ο Λιμπόριο Μαγτζιαπάνε, 60χρονος κτηνοτρόφος στο Αγκριτζέντο. «Η γη σιγά σιγά ερημοποιείται. Ακόμη και στην οικογένειά μας, αναγκαζόμαστε να κάνουμε ντους και να μαγειρεύουμε χρησιμοποιώντας εμφιαλωμένο νερό, επειδή δεν υπάρχει τρεχούμενο νερό».
Παρ’ όλη αυτή την κρίση, τα ξενοδοχεία, τα θέρετρα και τα ενοικιαζόμενα δωμάτια στη Σικελία έχουν πολύ κόσμο, οι δρόμοι των πόλεων γεμίζουν με τουρίστες, τα εστιατόρια είναι γεμάτα, όπως και οι παραλίες. Στα μουσεία, οι τουρίστες περιμένουν σε μεγάλες ουρές για να τα επισκεφθούν.
Σύμφωνα με τον Τζεράρντο Σούλερ, πρόεδρο της κύριας ένωσης ξενοδοχείων, Federalberghi, στην Ταορμίνα, η οποία έχει γίνει ένας από τους πιο περιζήτητους τοπικούς τουριστικούς προορισμούς μετά την προβολή που είχε από την τηλεοπτική εκπομπή The White Lotus, είπε ότι στα ξενοδοχεία στην πόλη η πληρότητα φτάνει το 95%.
«Δεν υπήρξαν ακυρώσεις ή μεγάλα κενά», σύμφωνα με τον πρόεδρο της Federalberghi Sicilia και διευθύνοντα σύμβουλο των αεροδρομίων Κατάνης και Κομίσο στα ανατολικά. «Αλλά είναι σαφές ότι ορισμένες εγκαταστάσεις αντιμετωπίζουν δυσκολίες, ειδικά στο Αγκριρζέντο, όπου ορισμένοι ιδιοκτήτες ενοικιαζόμενων δωματίων αντιμετώπισαν προβλήματα με την παροχή νερού. Το πρόβλημα είναι ότι στη Σικελία το κλίμα αλλάζει εδώ και χρόνια και πρέπει να συνηθίσουμε το γεγονός ότι κάθε καλοκαίρι θα έχουμε υπερβολική ζέστη και ξηρασία».
Παραδοσιακά, το πόσιμο νερό στο νησί προέρχεται από πηγάδια που εφοδιάζονται από υπόγεια αποθέματα νερού που βρίσκονται ανάμεσα σε στρώματα βράχων, ενώ το νερό για τη γεωργία αποθηκεύεται σε μεγάλες δεξαμενές που κατασκευάστηκαν μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η επάρκεια του νερού βασίζεται στις βροχές του χειμώνα, οι οποίες είναι ολοένα και πιο σπάνιες. Και για τρεις δεκαετίες, η βασική συντήρηση του αρδευτικού δικτύου έχει παραμεληθεί.
Τα μεγάλα ξενοδοχεία διαθέτουν υποδομές για την παροχή νερού στους επισκέπτες τους, αλλά οι μικρότερες επιχειρήσεις βασίζονται σε δεξαμενές νερού, τις οποίες γεμίζουν με φορτηγά-υδροφόρες.
Τον Νοέμβριο, ανακαλύφθηκε ένας υπόγειος υδάτινος πόρος κάτω από τα βουνά Ιμπλέι στην επαρχία Ραφκουσάμου, που θεωρείται ότι περιέχει 17 δισ. κυβικά μέτρα νερού, αναπτερώνοντας την ελπίδα για μερική έστω επίλυση του προβλήματος.
«Εάν η ανάλυση επιβεβαιώσει τη χρηστικότητά του, αυτή η τεράστια δεξαμενή θα μπορούσε να αντιπροσωπεύει έναν εξαιρετικό πόρο μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα», δήλωσε ο Ρενάτο Σιφάνι. «Πρέπει να βιαστούν. Πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι αυτή είναι μια ωρολογιακή βόμβα».
Πηγή: The Guardian