Μέτρα για την αύξηση των τιμών που καταγράφεται στα ζυμαρικά του, αγαπημένου βασικού προϊόντος της Iταλίας, θα λάβει η κυβέρνηση Μελόνι, αφού εκτινάχθηκαν κατά περισσότερο από το διπλάσιο του εθνικού πληθωρισμού.
Σύμφωνα με το Ρόιτερς, ο υπουργός Οικονομικής Ανάπτυξης της Ιταλίας, Αντόλφο Ούρσο ζήτησε μια συνάντηση για να συζητηθεί αυτή η κατάσταση.
Σύμφωνα με τον ίδιο, το κόστος των μακαρονιών και άλλων στυλ ζυμαρικών αυξήθηκε κατά 17,5% από έτος σε έτος σε σύγκριση με την τιμή αυτών των βασικών προϊόντων την περασμένη άνοιξη — και αυτό παρά τη μείωση της τιμής του σκληρού σίτου.
«Πρόθεσή μας είναι να επανενεργοποιήσουμε την εθνική επιτροπή για το σκληρό σιτάρι το συντομότερο δυνατό, χωρίς να αποκλείουμε τη σύσταση μιας ενιαίας εθνικής επιτροπής, να ενισχύσουμε τον διάλογο μεταξύ των παραγόντων στην αλυσίδα εφοδιασμού και να διαμορφώσουμε μια κοινή τιμή σε εθνικό επίπεδo», δήλωσε ο υπουργός Γεωργίας, σύμφωνα με το ιταλικό τηλεοπτικό δίκτυο ANSA
Η Coldiretti, η εθνική ένωση αγροτών της Ιταλίας, επιβεβαίωσε στο ANSA ότι η τιμή του σκληρού σίτου, που χρησιμοποιείται για την παρασκευή ζυμαρικών, έχει μειωθεί κατά 30% από πέρυσι, αλλά η τιμή των ζυμαρικών έχει διπλασιαστεί σε σύγκριση με τις προβλεπόμενες αυξήσεις τιμών λόγω του πληθωρισμού. Επιπλέον, ανέφεραν ότι οι τιμές τόσο των ξηρών όσο και των φρέσκων ζυμαρικών έχουν ανέβει σταθερά από τον Ιούνιο του 2021.
Πρόκειται για ένα πρόβλημα εθνικής σημασίας, όπως αναφέρει το CNN. Ο μέσος Ιταλός καταναλώνει περίπου 23 κιλά ζυμαρικών κάθε χρόνο, δήλωσε ο Φιούριο Τρούτζι, πρόεδρος της Assoutenti, μιας ομάδας για τα δικαιώματα των καταναλωτών.
Σύμφωνα με μια ανάλυση της Assoutenti, η οποία ανατέθηκε από την κυβέρνηση και δημοσιεύθηκε τον Απρίλιο, η μέση τιμή ενός κιλού σπαγγέτι, ριγκατόνι ή πένες Barilla – βασικά προϊόντα στα ντουλάπια πολλών Ιταλών – αυξήθηκε από 1,70 ευρώ (1,86 δολάρια) σε 2,13 ευρώ (2,33 δολάρια) κατά το έτος που έληξε τον Μάρτιο, δηλαδή κατά περισσότερο από 25%.
Ωστόσο, οι αυξήσεις των τιμών παρουσίασαν μεγάλες διακυμάνσεις μεταξύ των περιφερειών, με την επαρχία της Σιένα στην Τοσκάνη να σημειώνει αύξηση άνω του 58%, ενώ η Αλεσάντρια, στα βορειοδυτικά της Ιταλίας, σημείωσε αύξηση μόλις 4,6%.
Με πληροφορίες από Reuters, ANSA, CNN