Τον περασμένο Δεκέμβριο ερευνητές στην Αλάσκα συνομίλησαν για πρώτη φορά με μεγάπτερη φάλαινα στο πλαίσιο ανάπτυξης προγράμματος με το οποίο αναζητούσαν ίχνη εξωγήινης νοημοσύνης. Με τη χρήση υποβρύχιου ηχείου εξέπεμψαν ήχο παρόμοιο με τον κλασικό χαιρετισμό ανάμεσα στους ανθρώπους και όταν το κητώδες βρέθηκε σε κοντινή απόσταση απάντησε σχηματίζοντας έναν κύκλο γύρω από το σκάφος των επιστημόνων αλλά και χρησιμοποιώντας τη φωνή του εκπέμποντας ήχους. Η συνομιλία ανάμεσα στη φάλαινα και την ομάδα διήρκησε περίπου 20 λεπτά, με το θηλαστικό να ανταποκρίνεται σε κάθε χαιρετισμό και επομένως να συμμετέχει συνειδητά στην επικοινωνία.
Αυτή την αναπαραγωγή ήχου προσπάθησαν να αποκωδικοποιήσουν ειδικοί του πανεπιστημίου της Νότιας Δανίας, του πανεπιστημίου της Βιέννης και άλλα ερευνητικά ινστιτούτα καταλήγοντας πως το «τραγούδι» των φαλαινών διαφοροποιείται από τα άλλα θηλαστικά. Πέρα από τη διαφορά στην ποιότητά του, όμως, η ομάδα διαπίστωσε πως εμφανίζει μεγάλη ευαισθησία στο θόρυβο των αλιευτικών και εμπορικών πλοίων.
Αλλωστε, έχει διαπιστωθεί πως πέρα από την πλαστική μόλυνση που εντοπίζεται στους ωκεανούς επηρεάζοντας τον βιότοπο των φαλαινών, η ζωή τους και ιδίως η αναπαραγωγή τους έχει σοβαρές συνέπειες από την ηχορύπανση αφού τα κητώδη βασίζονται σε εκπομπές ηχητικών κυμάτων σε συγκεκριμένες συχνότητες για να βρουν ταίρι. Η ηχορύπανση από πλοία και σκάφη, όμως, δημιουργεί προβλήματα επικοινωνίας.
Αναλυτικότερα οι ειδικοί στην έρευνα που δημοσίευσαν στο περιοδικό Nature εξήγησαν πως οι μεγάπτερες φάλαινες και τα μυστακοκητώδη έχουν προσαρμοστεί εφαρμόζοντας θεμελιώδεις φυσιολογικές αλλαγές ώστε να διατηρούν ένα «φωνητικό σύστημα» που τους επιτρέπει να τραγουδούν κάτω από το νερό.
Συγκεκριμένα τα οδοντοκητώδη έχουν αναπτύξει ένα ρινικό φωνητικό όργανο, ενώ τα μυστακοκητώδη στα οποία συγκαταλέγονται οι γαλάζιες φάλαινες και οι μεγάπτερες, τραγουδούν χρησιμοποιώντας ένα όργανο στο λάρυγγα με τη φωνή τους να εκπέμπει σε χαμηλή συχνότητα και κατά συνέπεια να καλύπτεται από το θόρυβο των πλοίων.
Σε αντίθεση με τους ανθρώπους στους οποίους η φωνή προέρχεται από δόνηση όταν ο αέρας περνά από τις φωνητικές χορδές, οι ερευνητές ανακάλυψαν την ύπαρξη μίας διαφορετικής ροής του αέρα, ο οποίος συμπιέζεται ανάμεσα σε ένα τμήμα λίπους και σε μία πτυχή ιστού σε σχήμα U. Με αυτόν τον μηχανισμό «μιλούν» ανακυκλώνοντας τον αέρα χωρίς να επιτρέπεται η εισροή νερού.
Μέχρι πρότινος αυτή η λειτουργία όπως και τα ανατομικά και φυσιολογικά χαρακτηριστικά δεν ήταν απολύτως ξεκάθαρα, ωστόσο έπειτα από τη διεξαγωγή μελέτης του λάρυγγα τριών ειδών της οικογένειας μυστακοκητωδών με λεπτομερή ανατομική εξέταση και υπολογιστικά μοντέλα διαπιστώνεται ότι η κατηγορία αυτή ανέπτυξε μοναδικές λαρυγγικές δομές για την παραγωγή ήχων.
Όπως αναφέρει η έρευνα αυτές οι δομές επιτρέπουν στα ζώα να παράγουν ήχους σε συγκεκριμένη, χαμηλή συχνότητα και, μάλιστα, εικάζεται ότι αποτελούν βάση για τη λειτουργία της φωνής στα περισσότερα όντα μεταξύ αυτών τα συγγενικά τους οδοντοκητώδη, αλλά και ο άνθρωπος και τα πτηνά.
Εντούτοις, αυτές οι λαρυγγικές δομές περιορίζονται σχετικά με το εύρος των συχνοτήτων και της φωνητικής έκφρασης με το «τραγούδι» τους να τοποθετείται ακριβώς στη συχνότητα του θορύβου των αλιευτικών σκαφών και των πλοίων (30-300 Hz). Ως αποτέλεσμα τα κητώδη δεν έχουν τη δυνατότητα να «τραγουδήσουν» σε ψηλότερη κλίμακα και επομένως να επικαλύψουν την ανθρωπογενή ηχορύπανση ώστε να επικοινωνήσουν σε μεγάλο βάθος. Αυτό έχει ως συνέπεια τη μείωση στο εύρος της επαφής τους με ομοειδή τους τη στιγμή που ο ήχος είναι κρίσιμος για την επιβίωσή τους.
Με πληροφορίες από τη σελίδα newmoney.gr