Ήταν Ιούλιος του 2015 όταν μια ολόκληρη χώρα ζούσε στο όριο – κυριολεκτικά και μεταφορικά. Με κλειστές τράπεζες, ουρές στα ΑΤΜ και το φάντασμα του Grexit πιο ζωντανό από ποτέ, οι Έλληνες έβγαζαν καθημερινά 60 ευρώ, μαζί με την αγωνία τους, από τις μηχανές ανάληψης. Τότε, στα δελτία ειδήσεων, ένα πρόσωπο κυριαρχούσε. Ήταν η Άνγκελα Μέρκελ – η αυστηρή, η σταθερή, η «κακιά Γερμανίδα» για πολλούς, που συμβόλιζε μια Ευρώπη ψυχρής λιτότητας.
Δέκα χρόνια μετά, η ίδια γυναίκα βρέθηκε στην Αθήνα όχι ως Καγκελάριος, αλλά ως συγγραφέας. Με αφορμή την ελληνική έκδοση του βιβλίου της «Ελευθερία», μίλησε δημοσίως (σ.σ. με τον διευθυντή της Καθημερινής Αλέξη Παπαχελά, στο Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος) για όλα όσα σφράγισαν τη μνήμη μας – με έναν τόνο αναστοχασμού, ανθρώπινης παραδοχής και, για πρώτη φορά ίσως, συγκίνησης.
Η Άνγκελα Μέρκελ μίλησε για τον θαυμασμό της για τους Έλληνες που άντεξαν τα 60 ευρώ. «Αναρωτήθηκα αν θα άντεχαν οι Γερμανοί το ίδιο», είπε, αφήνοντας για λίγο πίσω το τεχνοκρατικό προσωπείο της εποχής. Περιέγραψε τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, τον πανίσχυρο Υπουργό Οικονομικών, σχεδόν σαν μαινόμενο δαίμονα που έπρεπε να συγκρατήσει: «Του τηλεφωνούσα ανά μία ώρα για να τον μεταπείσω. Δεν ήθελα να φύγει η Ελλάδα από το ευρώ».
Στις αφηγήσεις της, ο Αλέξης Τσίπρας εμφανίζεται ως ο απρόβλεπτος πρωθυπουργός που την καλεί «σιωπηλά» για να της ανακοινώσει το δημοψήφισμα – μια απόφαση που η ίδια χαρακτήρισε ως «την πιο αιφνιδιαστική της πολιτικής μου καριέρας». Θυμάται να λέει στον Φρανσουά Ολάντ: «Αν επικρατήσει το “όχι”, η Ελλάδα βγαίνει από το ευρώ. Δεν μπορούμε να αποφασίσουμε εμείς για μια δημοκρατία».
Αλλά το πιο ανθρώπινο απόσπασμα δεν ήταν πολιτικό. Ήταν η στιγμή που μίλησε για τον Μπαράκ Ομπάμα και την πίεση που ένιωσε να «χαλαρώσει» η ΕΚΤ τα μέτρα. «Έβαλα τα κλάματα. Δεν άντεχα άλλο», είπε. Η γυναίκα που ταύτισε την καριέρα της με τη σιδηρά πειθαρχία, ομολόγησε πως λύγισε.
Η Μέρκελ δεν ζήτησε συγγνώμη. Δεν το θεωρεί απαραίτητο. Το δήλωσε ανοιχτά: «Δεν μπορούσα να φανταστώ την Ε.Ε. χωρίς την Ελλάδα». Αν είναι ειλικρινής ή αν πρόκειται για πολιτικό ρετούς, εναπόκειται στον ιστορικό του μέλλοντος. Όμως η ίδια, δέκα χρόνια μετά, δεν μίλησε σαν Καγκελάριος. Μίλησε σαν άνθρωπος που κουβάλησε βάρη, έκανε συμβιβασμούς και αναρωτήθηκε – ίσως για πρώτη φορά – αν τελικά άξιζε.
Για την Ελλάδα, το ερώτημα παραμένει ανοιχτό. Όχι για τα 60 ευρώ. Αλλά για το τι κερδίσαμε και τι χάσαμε μέσα από μια δεκαετία ευρωπαϊκής επιτήρησης, οικονομικής αποσύνθεσης και πολιτικής ωρίμανσης. Μπορεί εμείς να αντέξαμε. Αλλά η ψυχή αυτής της χώρας, ακόμα το μετρά.