Ως ένα «εργαλείο» για τη μείωση του κινδύνου ανάπτυξης καρκίνου του παχέος εντέρου σε άτομα υψηλού κινδύνου θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί η ασπιρίνη. Μελέτη ερευνητών του Χάρβαρντ, που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο περιοδικό JAMA Oncology, κατέδειξε ότι άτομα με παράγοντες κινδύνου, όπως κάπνισμα, τακτική κατανάλωση αλκοόλ, ανθυγιεινές διατροφικές συνήθειες και καθιστική ζωή, τα οποία λαμβάνουν τακτικά ασπιρίνη, έχουν χαμηλότερο κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου έναντι όσων έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά, αλλά δεν κάνουν χρήση του φαρμάκου.
Η αξιολόγηση της χρήσης της ασπιρίνης προληπτικά για τον καρκίνο του παχέος εντέρου κρίνεται σημαντική, καθώς η συχνότητα της συγκεκριμένης νόσου αυξάνεται τα τελευταία χρόνια, κυρίως σε νεότερες ηλικίες, για λόγους που δεν είναι καλά κατανοητοί.
Ειδικότερα, η ερευνητική ομάδα του καθηγητή στο τμήμα Ανοσολογίας και Λοιμωδών νοσημάτων του Χάρβαρντ, Αντριου Τσαν, ανέλυσε δεδομένα που συλλέχθηκαν από τη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Χάρβαρντ σε δύο διαδοχικές μελέτες: μία που ξεκίνησε το 1976 σε 121.700 νοσοκόμες ηλικίας 30 έως 55 ετών και μία δεύτερη μελέτη που ξεκίνησε το 1986 σε 51.519 άνδρες επαγγελματίες υγείας, 40 έως 75 ετών.
Οι ερευνητές εξέτασαν μία περίοδο 30 ετών που έληξε το 2018, αντλώντας πληροφορίες που παρείχαν οι ίδιοι οι συμμετέχοντας ανά διετία για τον τρόπο ζωής τους και, κυρίως, για τη διατροφή τους, τον δείκτη μάζας σώματος, την κατανάλωση καπνού και αλκοόλ και τη σωματική δραστηριότητα, καθώς και για τη χρήση ασπιρίνης. Με βάση αυτά τα δεδομένα οι ερευνητές χώρισαν τους συμμετέχοντες σε δύο ομάδες: αυτούς που δεν έπαιρναν ασπιρίνη και αυτούς που έπαιρναν μία τυπική δόση δύο δισκίων ασπιρίνης των 325mg την εβδομάδα.
Oπως φάνηκε, το ποσοστό καρκίνου του παχέος εντέρου σε μια περίοδο δέκα ετών για τους λιγότερο υγιείς συμμετέχοντες που έκαναν τακτική χρήση ασπιρίνης ήταν 2,1% έναντι 3,4% στην ομάδα λιγότερο υγιών συμμετεχόντων που δεν λάμβαναν ασπιρίνη. Αντίστοιχα οφέλη δεν φαίνεται να έχει η ασπιρίνη στα άτομα με υγιεινές συνήθειες: 1,5% των υγιών που έπαιρναν ασπιρίνη ανέπτυξαν καρκίνο του παχέος εντέρου έναντι 1,62% όσων δεν έπαιρναν ασπιρίνη. Αξίζει να τονιστεί ότι η μελέτη δεν έχει αξιολογήσει τους κινδύνους που ενδεχομένως σχετίζονται με την ασπιρίνη ή την αναλογία «κόστους – οφέλους».
Τι λένε οι γιατροί στην Ελλάδα
Οι γιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ στο νοσοκομείο «Αλεξάνδρα», Μαρία Καπαρέλου παθολόγος – ογκολόγος, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου παθολόγος και καθηγήτρια Θεραπευτικής, Επιδημιολογίας, Προληπτικής Ιατρικής και Θάνος Δημόπουλος τέως πρύτανης ΕΚΠΑ, καθηγητής Θεραπευτικής, Ογκολογίας, Αιματολογίας και διευθυντής της κλινικής, συνοψίζοντας τα σημαντικότερα σημεία της δημοσίευσης επισημαίνουν ότι η πιθανότητα η ασπιρίνη να μειώνει τον κίνδυνο καρκίνου άρχισε να μελετάται για πρώτη φορά τη δεκαετία του 1980, έπειτα από παρατήρηση ότι οι ασθενείς με αρθρίτιδα που έπαιρναν ασπιρίνη είχαν χαμηλότερα ποσοστά καρκίνου. Στις αρχές της δεκαετίας του 1980 εμφανίστηκαν οι πρώτες τυχαιοποιημένες μελέτες, που συνέκριναν τα ποσοστά καρκίνου σε άτομα που τους χορηγήθηκε η ασπιρίνη με αυτά που τους χορηγήθηκε εικονικό φάρμακο.
Μεταξύ αυτών και μελέτη που έδειξε ότι η ασπιρίνη μείωσε τον κίνδυνο ανάπτυξης προκαρκινικών πολυπόδων στο παχύ έντερο. Το 2016 στις ΗΠΑ ομάδα εμπειρογνωμόνων πρόληψης ασθενειών, που διορίστηκε από το υπουργείο Υγείας, συνέστησε σε ορισμένους ασθενείς ηλικίας μεταξύ 50 και 59 ετών να λαμβάνουν τακτικά ασπιρίνη για την πρόληψη της καρδιοπάθειας και του καρκίνου του παχέος εντέρου. Εξι χρόνια μετά (2022) οι συστάσεις αυτές έπαψαν λόγω ανησυχίας για παρενέργειες, όπως η αιμορραγία.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, η ασπιρίνη φαίνεται να παρεμβαίνει στη δημιουργία βασικών δομικών στοιχείων σε μοριακό επίπεδο που απαιτούνται για την παραγωγή μιας κατηγορίας φλεγμονωδών πρωτεϊνών, που ονομάζονται προσταγλανδίνες και οι οποίες είναι γνωστό ότι προάγουν τον καρκίνο.
Eπίσης φαίνεται να αναστέλλει συγκεκριμένες κυτταρικές οδούς, που μπορούν να προάγουν την ανώμαλη ανάπτυξη των κυττάρων, ενώ ενισχύει τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος με τρόπους που επιτρέπουν στο σώμα να καταπολεμάει καλύτερα τον καρκίνο. Υπενθυμίζεται ότι στην Ελλάδα αναμένεται το επόμενο διάστημα να ξεκινήσει η δράση του προσυμπτωματικού ελέγχου για τον καρκίνο του παχέος εντέρου που απευθύνεται σε 2,8 εκατομμύρια κατοίκους στη χώρα μας ηλικίας 50 έως 69 ετών.
Οι αριθμοί
6.500 και πλέον νέες διαγνώσεις κάθε χρόνο στην Ελλάδα.
3.400 θάνατοι από καρκίνο του παχέος εντέρου στην Ελλάδα το 2020.
12,7% των διαγνώσεων καρκίνου στην Ε.Ε. το 2020 αφορούσαν στο παχύ έντερο.
12,4% των θανάτων από καρκίνο στην Ε.Ε. το 2020 ήταν από καρκίνο του παχέος εντέρου.
53.000 άτομα προβλέπεται να πεθάνουν φέτος στις ΗΠΑ από καρκίνο του παχέος εντέρου.
Εξελίξεις και για τη νόσο στον πνεύμονα
Μια εντυπωσιακή δοκιμή ενός συνδυασμού φαρμάκων προκαλεί τον ενθουσιασμό των γιατρών, καθώς φαίνεται ότι σταματά την εξάπλωση του καρκίνου του πνεύμονα κατά 40% μεγαλύτερο διάστημα απ’ ό,τι η καθιερωμένη θεραπεία. Ειδικότερα, οι ασθενείς που έλαβαν τον συνδυασμό amivantamab και lazertinib παρέμειναν ζωντανοί χωρίς να έχει προχωρήσει η νόσος ύστερα από 23,7 μήνες κατά μέσον όρο. Στον αντίποδα, όσοι έλαβαν το σύνηθες σκεύασμα osimertinib έζησαν 16,6 μήνες χωρίς να εξαπλωθεί ο καρκίνος του πνεύμονα.
Οι ειδικοί θεωρούν ότι το εντυπωσιακό εύρημα έρχεται τη χρυσή εποχή της αντικαρκινικής έρευνας, μια και η καλύτερη κατανόηση των αιτίων της εκδήλωσης όγκων οδηγεί σε αποτελεσματικότερες θεραπείες. Συνολικά 1.074 ασθενείς από το Ηνωμένο Βασίλειο, τις ΗΠΑ, την Αυστραλία, τη Γαλλία, τη Βραζιλία, την Ινδία και την Κίνα επιστρατεύτηκαν μεταξύ 2020 και 2022 για τη δοκιμή. Ολοι τους έπασχαν από προχωρημένο μη μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα (NSCLC), τη συνηθέστερη μορφή της νόσου.
Με πληροφορίες από την εφημερίδα “Καθημερινή”