«Η θάλασσα και η βάρκα είναι όλη μου η ζωή», εξηγεί στην «Κ» ο καπετάν Πράσινος, ο οποίος κάθεται μπροστά στο ξύλινο τιμόνι της λάντζας εδώ και 51 χρόνια.
«Η θάλασσα θέλει σεβασμό, εάν δεν τη σεβαστείς θα χάσεις. Εγώ τη θάλασσα δεν τη φοβάμαι, γιατί τη σέβομαι. Οι δυο μας συνεννοούμαστε πάντα καλά». O καπετάν Πράσινος από το Κουφονήσι, έχει περάσει τη ζωή του μέσα στη θάλασσα. Είναι 76, αλλά ταξιδεύει ακόμη. Είναι ο καπετάνιος του νησιού, ο «πειρατής» όπως τον αποκαλούν οι ντόπιοι, εκείνος που δεν φοβάται τα 9 μποφόρ και βγαίνει με τη βάρκα του εάν υπάρξει ανάγκη.
«Η θάλασσα και η βάρκα είναι όλη μου η ζωή», μου είπε και κάπως έτσι ξεκινήσαμε την κουβέντα για τα κατορθώματα του πιο φημισμένου καπετάνιου των μικρών Κυκλάδων.
«Γεννήθηκα στο Κουφονήσι το ’41, μέσα στην Κατοχή. Η οικογένειά μου ήταν φτωχή, δεκατρία παιδιά, οι γονείς μου με δυσκολίες μάς μεγάλωναν. Το σχολείο το παράτησα νωρίς, ήθελα από μικρός να ταξιδέψω», λέει στην «Κ».
Στα 15 κατάφερε να κάνει το πρώτο του ταξίδι. Τον πήραν σε ένα φορτηγό πλοίο, έβγαλε το δίπλωμα του ναύτη και γύρισε τον κόσμο. Μια δεκαετία αργότερα, ο Κώστας Πράσινος επέστρεψε στον τόπο του, στο Κουφονήσι, και από τότε δεν ξανάφυγε ποτέ. Παντρεύτηκε και αμέσως μετά αγόρασε την πρώτη του βάρκα.
«Οταν επέστρεψα το 1966 στο νησί, δεν υπήρχε καΐκι να μεταφέρει τους κατοίκους. Εμαθα λοιπόν ότι πωλούσαν μια λάντζα στη Νάξο και αποφάσισα να την αγοράσω. Πλήρωσα 500 δραχμές και την έφερα στο Κουφονήσι. Ομως, η βάρκα ήταν παλιά και έμπαζε νερά. Η γυναίκα μου είχε κουραστεί να με βοηθάει να τα βγάζω κι έτσι φώναξε έναν μαραγκό για να την επισκευάσει. Από τότε έγινε σαν καινούργια κι εγώ άρχισα τα πρώτα κοντινά ταξίδια», θυμάται ο καπετάνιος.
Στα 51 χρόνια που κάθεται μπροστά στο διάκι, το ξύλινο τιμόνι της λάντζας, ο καπετάν Πράσινος αψήφησε πολλές φορές τον καιρό για να πάει ώς τα γύρω νησιά και να προσφέρει τη βοήθειά του. Εχει να διηγηθεί αμέτρητες ιστορίες από την Αμοργό, τη Σχοινούσα, τη Δονούσα και την Ηρακλειά, τα νησιά στα οποία συνήθως τον καλούν για να μεταφέρει κάποιον ασθενή μέχρι τη Νάξο. Η ιστορία που αφηγείται γεμάτος περηφάνια στην «Κ» συνέβη πριν από 35 χρόνια. «Ηταν μία έγκυος γυναίκα στην Αμοργό που χρειαζόταν επειγόντως ένα φάρμακο γιατί κινδύνευε εκείνη και το παιδί. Ηταν νύχτα, είχε 8-9 μποφόρ, αλλά δεν το σκέφτηκα καθόλου. Πήγα ώς το λιμάνι του Βόλακα στη Νάξο, πήρα το φάρμακο και της το πήγα. Ευτυχώς όλα πήγαν καλά», θυμάται και περιγράφει συγκινημένος τη συνάντηση που είχε πριν από λίγα χρόνια στην Αμοργό. «Πήγα στην Καλοταρίτισσα και εκεί μου γνώρισαν μια νεαρή γυναίκα που έχει το καφενείο. Ηταν το κορίτσι που γεννήθηκε εκείνο το βράδυ πριν από 35 χρόνια. Της είπαν ότι είμαι εγώ εκείνος που πήγε το φάρμακο στη μητέρα της και αυτό ήταν μια πολύ ωραία στιγμή που δεν θα ξεχάσω ποτέ».
Τέσσερα παιδιά έχει ο καπετάν Πράσινος, δέκα εγγόνια και δύο δισέγγονα που όλα ζουν στο Κουφονήσι. Μόλις στα οχτώ του χρόνια έβαλε τον μοναχογιό του πλάι του στο τιμόνι. «Σήμερα, εκείνος είναι το αφεντικό», λέει «κι εγώ ο προστάτης». Κάθε καλοκαίρι μοιράζονται με τα καΐκια τους τα δρομολόγια στο Ανω και στο Κάτω Κουφονήσι, τους 2-3 μήνες που κρατάει η σεζόν. Από νωρίς το πρωί μέχρι αργά το βράδυ μεταφέρουν τους τουρίστες στις παραλίες του νησιού, τον Φοίνικα, την Ιταλίδα, τον Φανό και το Πορί, με ένα ημερήσιο εισιτήριο που κοστίζει 5 ευρώ.
Η έννοια του καπετάν Πράσινου, πάντως, είναι να βρίσκεται σε ετοιμότητα μήπως συμβεί κάτι στη θάλασσα. Η μεγαλύτερη κόρη του η Κατερίνα, παρατηρεί εδώ και πολλά χρόνια τη συνήθεια του πατέρα της. «Πριν ακόμη ξημερώσει, φτιάχνει καφέ και ανοίγει το VHF στη συχνότητα 12 για να ακούσει μήπως χρειάζεται να τρέξει κάπου για βοήθεια», λέει στην «Κ».
«Ανθρωπος αρχοντικός»
Ο καπετάν Πράσινος κινδύνευσε αρκετές φορές στη θάλασσα. «Τα παιδιά του έχουμε φοβηθεί πολλές φορές για εκείνον», λέει η Κατερίνα, «αλλά ο ίδιος ποτέ». Και καταλήγει: «Με τη μητέρα μου λέμε πάντα ότι ο πατέρας μου είναι ένας γλάρος στη θάλασσα. Είναι ένας αρχοντικός, ωραίος άνθρωπος που βάζει τους άλλους πάνω από τον εαυτό του και γι’ αυτό τον εκτιμούν όλοι στο νησί».