Ο Χουάν Ραμόν Εότσα μιλάει για τον Μαραντόνα.. Για την πρόταση που έγινε να έρθει στον Παναθηναϊκό αλλά και για το ποιος είναι καλύτερος: Ο Πελέ ή ο Μαραντόνα
Απρίλιος του 1980 και η εφημερίδα «Παναθηναϊκά Νέα» αποκαλύπτει ότι ο Παναθηναϊκός φερόταν να έχει κάνει κινήσεις τον Απρίλη του 1980 για τον μετέπειτα «Θεό» του παγκοσμίου ποδοσφαίρου, τον Ντιέγκο Μαραντόνα… .
«Ο Μαραντόνα στόχος του ΠΑΟ», ανέφερε χαρακτηριστικά το πρωτοσέλιδο ενώ, το ρεπορτάζ σημείωνε: «Ο πρόεδρος του Παναθηναϊκού, κ. Γ. Βαρδινογιάννης θα κλείσει τη μεταγραφή του ποδοσφαιρικού αυτού φαινομένου στον Σύλλογό μας».
Μερικά χρόνια αργότερα, ο Μαραντόνα και πάλι στο δρόμο του Παναθηναϊκού. Το καλοκαίρι του 1994 και οι πράσινοι ελέω Χουάν Ραμόν Ρότσα κάνουν προσέγγιση… Ο αγαπημένος μας «Μπουμπλής (σ.σ. τι θυμηθήκαμε κι εμείς ε;) αποκάλυψε στο trifilara.gr ότι το 1994 απέρριψε τον διάσημο συμπατριώτη του, εξηγώντας στην τότε διοίκηση τους λόγους που δεν επιθυμούσε την έλευσή του στον Παναθηναϊκό.
«Εξαιτίας μου δεν ήρθε στον Παναθηναϊκό, το 1994. Ο πρόεδρος μου είχε πετάξει το όνομα του σε μια ομιλία, του είχα πει όχι και του είχα εξηγήσει τους λόγους. Είχε περάσει πολλές περιπέτειες, αλλά δεν ήθελα να τον δούμε στο τέλος της καριέρας του σε αυτή την κατάσταση και ήταν πολύ ιδιαίτερος και δύσκολος στη συνεργασία. Δεν το μετάνιωσα. Γιατί ήθελα να έχω τον Μαραντόνα που θα έδινε ρεσιτάλ, γιατί τον αγαπούσα. Γι΄ αυτό το λόγο είχα πει όχι στον πρόεδρο», είπε ο Χουάν Ραμόν Ρότσα.
Και πρόσθεσε: «Ήταν ο πιο μεγάλος παίκτης, η μεγαλύτερη προσωπικότητα μέσα στο γήπεδο. Δεν θέλω να μιλήσω για την κακή ζωή και τα ναρκωτικά. Δεν θα υπάρξει άλλος σαν αυτόν. Γιατί ήταν όλα σε ένα. Πανέξυπνος, γρήγορος, δυνατός αν και αρκετά κοντός και με ένα πόδι και κατέκτησε τον ποδοσφαιρικό κόσμο με την αξία του. Θα πενθεί όλος ο πλανήτης».
Ο Ρότσα πάντως είχε την τιμητική του.. Και μιλώντας στον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΪ ανέφερε: «Εγώ αυτή τη στιγμή μιλάω σαν ένας απλός πολίτης της Αργεντινής. Νομίζω ότι είναι ένας από τους τελευταίους που χάρισε ένα χαμόγελο στο λαό της Αργεντινής, που είναι χτυπημένος εδώ και πολλά χρόνια. Είναι λίγοι αυτοί που χαρίσανε ένα χαμόγελο. Κάθομαι και βλέπω όλο αυτό που γίνεται στην Αργεντινή από το πρωί».
Αν υπάρχει άλλος σαν τον Μαραντόνα τόνισε: «Όχι. Είναι δύσκολο. Ο Μαραντόνα ήταν το κάτι το άλλο. Όχι μόνο για όσα έκανε μέσα στο γήπεδο αλλά και όσα έκανε εκτός γηπέδου. Ήταν αυτό που πρέσβευε, την αντίσταση. Ήταν αυτός που «έπιασε» την επιθυμία και τον πόνο του λαού της Αργεντινής. Τώρα βλέπω πλάνα με φιλάθλους της Μπόκα και της Ρίβερ Πλέιτ μαζί. Μόνο αυτός μπορεί να το κάνει».
Ενώ αναφέρθηκε και στις μάχες που είχε με τον Μαραντόνα ως αντίπαλοι … «Πρέπει να ήταν 15 χρόνων, όταν αυτός έπαιζε στην Αρχεντίνος Τζούνιορς κι εγώ στη Νιούελς Ολντ Μπόις. Από τότε, από την πρώτη κιόλας φορά, το άγγιγμά του με την μπάλα ήταν τελείως διαφορετικό. Δεν ήξερες ποτέ πώς να τον αντιμετωπίσεις. Παίξαμε κι άλλες φορές αντίπαλοι. Τι μας έλεγε ο προπονητής για να τον αντιμετωπίσουμε; Ενας παίκτης τον έπαιζε άμυνα man to man. Ενας άλλος έκλεινε την αριστερή του πλευρά κι ένας τη δεξιά. Ε, λοιπόν ακόμα κι όταν τα κάναμε όλα τέλεια και τον περιορίζαμε, κέρδιζαν ένα φάουλ έξω από την περιοχή και ο Μαραντόνα σκόραρε. Ετσι απλά. Δεν μπορούσες να τον σταματήσεις».
Και τέλος έδωσε απάντηση στο αιώνιο δίλημμα: Μαραντόνα ή Πελέ; «Ο Μαραντόνα ήταν κορυφαίος. Πρώτα πρώτα είχε δύο μειονεκτήματα. Ηταν πολύ κοντός και είχε μόνο αριστερό πόδι. Με το δεξί δεν έκανε τίποτα. Κι όμως, μέσα στο γήπεδο τα μειονεκτήματά του έγιναν πλεονεκτήματα. Επειτα είναι και το άλλο. Επαιξε σε κορυφαίο επίπεδο για πολλά χρόνια και διακρίθηκε σε μια εποχή που το ποδόσφαιρο ήταν ζούγκλα. Πολύ σκληρό. Εβλεπα -λες και το ’ξερα ότι θα γίνει το κακό- μόλις χθες (σ.σ.: προχθές) έναν παλιό αγώνα Μπαγέρν-Νάπολι με τον Μαραντόνα. Του έγιναν 68 φάουλ. Μερικά πολύ σκληρά. Δεν καταλάβαινε τίποτα”.