Οικοδέσποινα της Νάξου… Το αφιέρωμα – παρουσίαση της Μαρίας Πολυκρέτη και των δράσεων της μέσα από το περιοδικό Gala διά χειρός Ερσης Μηλιαράκη
Για τη δυναµική επιχειρηματία της φιλοξενίας Μαρία Πολυκρέτη, η ζωή δεν είναι πολύπλοκη. Ο,τι κι αν κάνει, έχει σκοπό να αναδείξει τη γενέτειρά της ανάµεσα στους κορυφαίους προορισµούς του κόσµου. Και εφόσον έπεισε τον Αντονι Μπουρντέν, το «Forbes» και το «Travel and Leisure», τότε σίγουρα το κάνει καλά.
Συνέντευξη στην Έρση Μηλιαράκη (*)
Φωτογραφία: Μάρα Δεσύπρη
Πρόσφατα ένας από τους εγκυρότερους ταξιδιωτικούς οδηγούς, το αμερικανικό περιοδικό «Travel and Leisure», έπλεξε το εγκώμιο του κτήματος «Κάμπονες» στη Νάξο για τις γαστρονομικές εμπειρίες που προσφέρει. Είναι το ίδιο ορεινό κατάφυτο κομμάτι γης μέσα στην κυκλαδίτικη γύμνια που τον Σεπτέμβριο του 2015 μάγεψε τον Αντονι Μπουρντέν και μέσα από το «Parts Unknown» έκανε το νησί γνωστό σε ανθρώπους που δεν φαντάζονταν ποτέ ότι υπήρχε τέτοιο μέρος.
Το «Κάμπονες» είναι η περιουσία -κυριολεκτικά, αλλά κυρίως μεταφορικά- της Μαρίας Πολυκρέτη. Ένα από τα πιο εύφορα κομμάτια γης στη Νάξο, με ιστορία που ξεκινάει επί Ενετοκρατίας γύρω στο 1570, που ο προπάππος της κατάφερε να αγοράσει από τον Μισέλ Σανούδο, Ε’ Δούκα της Νάξου στα τέλη του 19ου αιώνα αποτελώντας πρότυπο για τους απογόνους της οικογένειας που έχει ταυτίσει την ύπαρξή της με τη Νάξο.
Αυτή όμως δεν είναι η πρώτη φορά που ένα διάσημο διεθνές ταξιδιωτικό μέσο ενημέρωσης αναφέρει το όνομα της Μαρίας Πολυκρέτη. Έχουν προηγηθεί το CNN travel, το «Forbes magazine» και όπως φαίνεται θα ακολουθήσουν περισσότερα.
Στην πραγματικότητα, η δραστήρια επιχειρηματίας δεν σκοπεύει να επαναπαυτεί αν το νησί της δεν πάρει τη θέση που του αξίζει: ανάμεσα στους κορυφαίους ταξιδιωτικούς προορισμούς του πλανήτη, δηλαδή. Εκτός από το ιστορικό κτήμα, με τον σύζυγό της και έπαρχο της Νάξου, Μικρών Κυκλάδων και Αμοργού, Γιάννη Μαργαρίτη είναι οι ιδιοκτήτες των πεντάστερων συγκροτημάτων φιλοξενίας «Naxian Collection Luxury Villas & Suites» και «Naxian on the Beach», του χαλαρού αλλά κάθε άλλο από πρόχειρου παραλιακού μπαρ και εστιατορίου «Tortuga» και του project “Naxian Experiences”, μέσα από το οποίο ο επισκέπτης αποκτά τις πιο αυθεντικές εμπειρίες περιπέτειας, γαστρονομίας και καλής ζωής που έχει να προσφέρει η Νάξος.
Ζευγάρι στη ζωή και στη δουλειά, οι δυο τους έχουν κάθε λόγο να νιώθουν πως έριξαν τα θεμέλια για την τουριστική ανάπτυξη που γνωρίζει τα τελευταία χρόνια το νησί, πως ήταν από τους πρωτοπόρους που το πήγαν ένα μεγάλο βήμα παραπέρα, ανεβάζοντας τα στάνταρ των υπηρεσιών του. «Με τον Γιάννη, ο οποίος δραστηριοποιούνταν ήδη στον τουρισμό, όταν παντρευτήκαμε επιλέξαμε συνειδητά να ζήσουμε, να φτιάξουμε την οικογένειά μας και να δραστηριοποιηθούμε επιχειρηματικά στη Νάξο. Εδώ είναι οι ρίζες μας και το όραμά μας εξαρχής ήταν το νησί να αποκτήσει εξωστρέφεια, να γίνει γνωστό σε όλο τον κόσμο».
Από την εποχή που μπήκε στον χώρο της φιλοξενίας και του τουρισμού, πριν από μια δεκαετία, τα ταξίδια της Μαρίας Πολυκρέτη σε όλο τον κόσμο αλλά και κάθε άλλη επαφή της με το εξωτερικό, μοιάζουν κάθε φορά με μια αποστολή να προσελκύσει κόσμο στο νησί, να το μάθει κι ο τελευταίος ταξιδευτής που δεν γνωρίζει καν το όνομά του.
«Παλαιότερα τους εξηγούσα “είναι αυτό το νησί, ανάμεσα στη Μύκονο και τη Σαντορίνη”, τους το έδειχνα στον χάρτη!» λέει αναπαριστώντας την κίνηση με το ένα δάχτυλο να κεντρίζει απανωτά την άλλη της παλάμη. «Τους προσκαλούσα ανοιχτά, χωρίς ανταλλάγματα, μου έφτανε μόνο να έρθουν, να δουν, να ζήσουν όσα έχει η δική μου Νάξος να προσφέρει».
Η Μαρία Πολυκρέτη είναι μια γεννημένη ζεστή οικοδέσποινα, που νιώθει τον χώρο της φιλοξενίας ως το φυσικό πεδίο δράσης της. «Έχει να κάνει με τα βιώματά μου. Το σπίτι της γιαγιάς μου στο χωριό ήταν πάντα ανοιχτό για τους επισκέπτες, ακόμα και γι’ αυτούς που “έρχονται από πολύ μακριά”, όπως μου έλεγε χαρακτηριστικά.
Τους φίλευε με ό,τι είχε. Γλυκά του κουταλιού από τα χεράκια της, φρούτα από το μποστάνι του παππού…, πάντα με την αγνή διάθεση προσφοράς, διδάσκοντάς μας έτσι την αυθεντική ελληνική φιλοξενία. Μπαίνοντας ως επαγγελματίας αργότερα στον χώρο, όμως, ανακάλυψα και στοιχεία του χαρακτήρα μου τα οποία δεν γνώριζα. Όπως τη δημιουργικότητά μου: ανέλαβα μόνη μου το interior design των ξενοδοχείων και του beach bar–restaurant. Επίσης την πίστη μου στην ανάγκη για αλλαγές, την ικανότητα να δημιουργώ πράγματα, να ανοίγω δρόμους αντί να ακολουθώ την πεπατημένη.
Όντας μέσα στη δουλειά, βρήκα τον ιδανικό για μένα τρόπο να εκφράσω τη βαθιά αγάπη μου στο νησί και στις ρίζες μου», μου εξηγεί και, δεν είναι η ιδέα μου, η συγκροτημένη, δυναμική γυναίκα απέναντί μου βουρκώνει καθώς μετά βίας ακούγεται ψιθυριστά ένα «μακάρι να έβλεπε τώρα ο παππούς μου».
Ανοιχτό μυαλό, με φρέσκες ιδέες που δεν γαληνεύει αν κόντρα στις δυσκολίες δεν καταφέρει να τις κάνει πράξη -το ξεκίνημά της συνέπεσε με την οικονομική κρίση -, η Μαρία Πολυκρέτη δηλώνει δεμένη αμετάκλητα με τον τόπο της.
Για τον οποίο γνωρίζοντας και άλλους πολιτισμούς και παγκόσμιες τάσεις θέλησε να δημιουργήσει το επόμενο level στη φιλοξενία, συνδυάζοντας τα πιο αληθινά στοιχεία της κυκλαδίτικης ζωής με την ποιότητα που αναζητά πλέον ο ενημερωμένος ταξιδιώτης. Ναι, η υψηλή αισθητική ή η πολυτέλεια σε δόσεις που δεν χάνει το νόημά της, δεν υπήρχαν ανέκαθεν στη Νάξο.
«Λέω συχνά πως “τα πόδια μου πατούν γερά στη ναξιακή γη και το βλέμμα μου κοιτά με αισιοδοξία στο μέλλον”. Πολύ γρήγορα, λοιπόν, συνειδητοποίησα ότι έχουμε πολύ περισσότερα να προσφέρουμε από μια πεντακάθαρη παραλία και τον λαμπερό ήλιο μας. Και στόχευσα στον σύγχρονο επισκέπτη που ενδιαφέρεται να έρθει σε επαφή με την αυθεντική πλευρά του προορισμού και την ευζωία. Δεν απευθυνόμαστε στον τουρίστα που θέλει ό,τι πιο εντυπωσιακό, λαμπερό ή κραυγαλέο και στην τελική, όλο αυτό χωρίς κάποια ουσία».
Σχεδιάζοντας νέα επιχειρηματικά πλάνα με βάση πάντα την ποιοτική, βιώσιμη ανάπτυξη που σέβεται την ψυχή του τόπου, η Μαρία Πολυκρέτη συνεχίζει να οργανώνει εξορμήσεις για τους επισκέπτες στην ενδοχώρα, στα ερημικά μιτάτα όπου παράγονται τα ονομαστά τυριά, στα μελίσσια και στα κατάφορτα μποστάνια βιολογικής καλλιέργειας απ’ όπου τροφοδοτεί και τα δικά της εστιατόρια, μαζί με το καλύτερα ψάρια και κρέατα του νησιού.
Τα μαθήματα μαγειρικής στο κτήμα “Κάμπονες”, βέβαια, είναι η κατεξοχήν δημοφιλής εμπειρία που «δημιουργεί θύμισες», θετικές αναμνήσεις, που είναι και το ζητούμενο για κάθε ταξιδιώτη. Εδώ, στη δροσερή αυλή του πέτρινου ελαιοτριβείου χωρίς ρεύμα, η μητέρα της, η κυρία Ιουλία, «υπνωτίζει» τους μαθητές της καθώς τους δείχνει πώς φτιάχνονται, μεταξύ άλλων, η ελληνική σαλάτα, οι αριστοτεχνικά τηγανισμένοι στη φωτιά ντοματοκεφτέδες, τα μελωμένα γεμιστά ή το αρνάκι-λουκούμι με πατάτες Νάξου στον ξυλόφουρνο. Το κρασί ρέει άφθονο και όταν πλέον σερβιριστούν στο τραπέζι με τα ολόφρεσκα λουλούδια που κόπηκαν μερικά βήματα πιο πέρα, οι πανευτυχείς νεοφώτιστοι στην παραδοσιακή κουζίνα μοιάζουν να ευγνωμονούν το Σύμπαν που τους οδήγησε στα χώματα από τα οποία νιώθει να είναι πλασμένη η Μαρία.
Ανάμεσα στους απαιτητικούς επιφανείς ή απλώς καλοζωιστές επισκέπτες απ’ όλο τον κόσμο που σπεύδουν να απολαύσουν μερικές μέρες στον ναξιακό παράδεισο, η Μαρία Πολυκρέτη έχει φιλοξενήσει από μεγαλοστελέχη διεθνούς τράπεζας που δεν χόρταιναν τις ξυπόλητες μέρες στην αμμουδιά μέχρι έναν άνδρα της Μοσάντ που ενδιαφέρθηκε για το κελάρι με τις σπανιότατες ετικέτες.
Ποιος είναι ο καλύτερος πελάτης τελικά; «Ο ευχαριστημένος. Εκείνος που θα διαδώσει τη φήμη σου και θα προτρέψει κι άλλους να σε επισκεφτούν»
INFO
hotel.naxiancollection.com,
naxianonthebeach.com,
tortuganaxos.com,
naxianexperiences.com
(*) Παρσουσίαση στη στήλη Success Story για το περιοδικό Gala (18/09) των εκδόσεων του Πρώτου Θέματος