Ο φιλόλογος Νίκος Ι. Λεβογιάννης ξεδιπλώνει άγνωστες πτυχές γύρω από το Οικολογικό έγκλημα της Χούντας στη Νάξο που ακούει στο όνομα “Αλυκό”
Με την τελεσίδικη απόφαση 301/2004 του Εφετείου Αιγαίου το Αλυκό κηρύχτηκε δημόσια δασική έκταση. Ο δικαστικός μαραθώνιος για το Αλυκό, που κράτησε 65 χρόνια (1946-2010), έκλεισε οριστικά και τελεσίδικα με την 1417/2010 απόφαση του Γ΄ τμήματος (Πολιτικές αποφάσεις) του Αρείου Πάγου, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση αναίρεσης που υπέβαλαν οι καταπατητές (1.3.2006) εναντίον της απόφασης του Εφετείου Αιγαίου.
Δυστυχώς οι αρμόδιοι της Διοίκησης και της Αυτοδιοίκησης στις Κυκλάδες και τη Νάξο, δεν έχουν πράξει μέχρι σήμερα (2015) το παραμικρό για την προστασία του, πολύ περισσότερο για την αποκατάσταση του τοπίου στην προ του 1969 κατάσταση. Ίσως αγνοούν ακόμη και την ύπαρξη των τελεσίδικων δικαστικών αποφάσεων, παρ’ όλον ότι τους έχουν κοινοποιηθεί από το αρμόδιο δικαστικό γραφείο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους στη Σύρο, το οποίο χειρίστηκε με επιτυχία αυτή τη μεγάλη δικαστική υπόθεση.
Ιδιαίτερα κατά την περίοδο 2004-2010, που ξεκαθάρισε δικαστικά ότι το Αλυκό ανήκει στο δημόσιο, η Περιφέρεια Ν. Αιγαίου ως η αρμόδια υπηρεσία δεν έπραξε το παραμικρό για την αποβολή των καταπατητών, για την κατεδάφιση των ερειπίων, για τη λήψη στοιχειωδών μέτρων προστασία του περιβάλλοοντος. Οι ευθύνες τους είναι μεγάλες για όποιες παράνομες πράξεις και καταστροφές έχουν συμβεί από το 2004 και μετά, σε μια δημόσια δασική έκταση με αυτή μάλιστα τη μοναδικότητα, με το σπάνιο στη Μεσόγειο κεδροδάσος, με τις μοναδικού φυσικού κάλλους αμμοθίνες.
Την ίδια αδιαφορία με την Περιφέρεια Ν. Αιγαίου επέδειξαν και επιδεικνύουν δυστυχώς όλοι ανεξαιρέτως οι τοπικοί αιρετοί άρχοντες (Βουλευτές, Νομάρχες, Έπαρχοι, Δήμαρχοι κ.α.).
Αυτοί έχουν την υποχρέωση και την ευθύνη προστασίας του Αλυκού από όσες παρανομίες συνεχίζουν να διαπράττονται μέσα στο δημόσιο αυτό κτήμα. Υπάρχουν καταπατητές μέσα στο Αλυκό, γιατί δεν έχουν κινηθεί ακόμη οι διαδικασίες αποβολής τους; Κάθε λογής αυτοκίνητα αλωνίζουν μέσα στο δάσος και πάνω στις αμμοθίνες. Τα τροχόσπιτα συνεχίζουν να κατασκηνώνουν μέσα στις αμμοθίνες και τους κέδρους, ρυπαίνοντας το περιβάλλον με τα σκουπίδια και τα λύματα των τουαλετών τους, προκαλώντας ανεπανόρθωτη οικολογική καταστροφή. Οι εκχερσώσεις συνεχίζονται από ασυνείδητους ντόπιους, που παίρνουν το εύφορο χώμα του Αλυκού για να ενισχύουν τα περιβόλια τους. Παρατηρείται μεγάλης έκτασης αμμοληψία. Τα ερείπια των τεράστιων κτιρίων των «Βέλγων», καταφαγωμένα απ’ την αλμύρα και την πολυκαιρία, παραμένουν εκεί και είναι άκρως επικίνδυνα για τους τουρίστες που κατασκηνώνουν μέσα. Τα περισσότερα δε απ’ αυτά έχουν μετατραπεί σε απέραντους σκουπιδότοπους. Οι παράνομες χωματερές (μπάζα και σκουπίδια) μέσα στο δάσος είναι δεκάδες, τα εγκαταλειμμένα αυτοκίνητα μέσα στα ερείπια, αλλά και στο δάσος επίσης πολλά, ακόμη και υπαίθριες αποθήκες οικοδομικών υλικών υπάρχουν.
Η ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΑΡΧΙΣΕ ΕΠΙ ΧΟΥΝΤΑΣ
ΑΝΤΙΣΤΑΘΗΚΑΝ ΟΜΩΣ ΣΘΕΝΑΡΑ ΜΙΑ ΧΟΥΦΤΑ ΔΗΜΟΣΙΟΙ ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ
Σε αντίθεση με όλους τους κρατικούς και τοπικούς φορείς, που αδιαφορούν για το μοναδικό αυτό μνημείο της φύσης, ανίκανοι να διαχειριστούν και να αντιμετωπίσουν τα προβλήματά του, το Αλυκό σώθηκε στα πέτρινα χρόνια της χούντας από ολοσχερή οικολογική καταστροφή χάρη σε μια χούφτα απλών υπαλλήλων και κατοίκων της περιοχής (Τραγαιάτες και Φιλωτίτες), οι οποίοι τόλμησαν να υψώσουν το ανάστημά τους απέναντι στους ίδιους τους στυγνούς κι’ αδίστακτους δικτάτορες της 21ης Απριλίου 1967.
Η χούντα των Συνταγματαρχών εξ αρχής επεδίωκε το ξεπούλημα του Αλυκού στους ξένους, στην προσπάθειά της να φέρει επενδύσεις στην Ελλάδα. Κάποιοι ντόπιοι προφανώς είχαν …ρίξει την ιδέα. Για το σκοπό αυτό το χουντικό κράτος παρείχε στους Βέλγους και τους ντόπιους εκπροσώπους τους κάθε διευκόλυνση νόμιμη και παράνομη. Ακόμη και τον δρόμο άνοιξε απ’ τις Τρίποδες μέχρι το Αλυκό για να τους διευκολύνει, ενώ είναι σωρεία οι παράνομες άδειες (εκχέρσωσης, καταπάτησης αιγιαλού και παραλίας, οικοδόμησης κατά παρέκκλιση σε απόσταση μικρότερη των 30 μέτρων απ’ τη γραμμή αιγιαλού κ.λπ.) που τους χορήγησαν διάφορες υπηρεσίες. Ακόμη και αυτή η αρχαιολογική υπηρεσία σιώπησε στις γραπτές καταγγελίες πολιτών για την καταστροφή του νεκροταφείου της πρωτοκυκλαδικής περιόδου που υπήρχε μέσα στο Αλυκό (καταγγέλθηκε τότε ότι λεηλατήθηκαν και εξαφανίστηκαν 13 πανάρχαιοι τάφοι).
Μια χούφτα ευσυνείδητοι (μη ναξιώτες) δημόσιοι υπάλληλοι (δασικοί, εφοριακοί, δικαστές), μαζί και με κάποιους κατοίκους, με κίνδυνο, όχι απλά να χάσουν τη δουλειά τους, αλλά και να βρεθούν εξόριστοι σε κάποια Γυάρο, σταμάτησαν αυτή την πολυδιαφημισμένη «επένδυση» των Βέλγων, παρά τις άνωθεν εντολές, τις παρεμβάσεις ακόμη και ξένων πρεσβειών, αλλά και του ίδιου του πανίσχυρου Υπουργού Συντονισμού (Οικονομίας) της χούντας Ν. Μακαρέζου, μέλους της τριανδρίας της «επανάστασης» της 21ης Απριλίου 1967. Αυτοί οι «άσημοι» υπάλληλοι συνέβαλαν αποφασιστικά στο να προχωρήσει το δημόσιο σε αγωγή διοικητικής αποβολής των καταπατητών και διεκδίκησης του Αλυκού ως δημόσιας δασικής έκτασης. Η αγωγή αυτή (15.12.1973) παρ’ όλον ότι ουδέποτε εκδικάστηκε, εξ αιτίας των παρεμβάσεων της ηγεσίας της χούντας, είχε ως αποτέλεσμα να σταματήσουν τα έργα και τελικά να ακυρωθεί η περιβόητη «επένδυση» των Βέλγων και το σημαντικότερο να αποτραπεί η ολοσχερής οικολογική καταστροφή του κεδροδάσους και των αμμοθινών του Αλυκού.
Η ΧΟΥΝΤΑ ΕΠΕΣΕ ΤΟΝ ΙΟΥΛΙΟ ΤΟΥ 1974 ΑΛΛΑ Η ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΛΥΚΟ ΕΜΕΙΝΕ ΚΑΛΑ ΚΡΥΜΜΕΝΗ ΣΤΑ ΣΥΡΤΑΡΙΑ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΜΕΧΡΙ ΤΟ 1982
Η χούντα έπεσε τον Ιούλιο του 1974, αλλά η «παγωμένη» εκείνη αγωγή του δημοσίου εναντίον των καταπατητών παρέμεινε για πολλά ακόμη χρόνια θαμμένη και ξεχασμένη στα συρτάρια του Υπουργείου Γεωργίας και άλλων υπηρεσιών.
Απ’ το 1982, δέκα χρόνια μετά, νεοεκλεγείς τότε βουλευτής, άρχισα προσωπικά να ερευνώ τη σχεδόν ξεχασμένη υπόθεση του Αλυκού, την οποία ως τότε κι εγώ αγνοούσα. Οι αρμόδιες υπηρεσίες που είχαν χειριστεί την υπόθεση την είχαν πια κι αυτές ξεχάσει. Οι δυσκολίες της έρευνας ήταν ανυπέρβλητες. Τα στόματα όσων ντόπιων γνώριζαν την υπόθεση ήταν ερμητικά κλειστά, μισόλογα μόνο και «μη μ’ ανακατεύεις». Ένας αδιόρατος φόβος τους διακατείχε.
Ο ΑΓΩΝΙΣΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΑΝΤ. ΚΟΥΡΤΗΣ
Εξαίρεση αποτέλεσε ο φιλωτίτης δικηγόρος, αγωνιστής της Αριστεράς, αείμνηστος Αντώνιος Κούρτης, ο μόνος επιζών τότε που γνώριζε άριστα την υπόθεση, γιατί είχε ασχοληθεί μ’ αυτήν νομικά ως ιδιοκτήτης μικρού κτήματος μέσα στο Αλυκό, που δεν το διεκδικούσε, αλλά ήθελε πάση θυσία να διώξει τους καταπατητές απ’ το Αλυκό, γιατί λάτρευε αυτόν τον μοναδικό τόπο. Αυτός ο σπουδαίος άνθρωπος με βοήθησε τότε καθοριστικά όχι μόνο να ερευνήσω την υπόθεση, αλλά και να πειστώ ότι το Αλυκό είναι δημόσια δασική έκταση, ότι ήταν πάντοτε κοινόχρηστη και ότι κανένας από τους καταπατητές και τους διεκδικητές δεν είχε νόμιμους τίτλους ιδιοκτησίας, αλλά ήταν όλοι πλαστοί.
Ο Αντ. Κούρτης μου μιλούσε για σφοδρές συγκρούσεις, για επικίνδυνα διαπλεκόμενα συμφέροντα και με συμβούλευε να …προσέχω.
Εκτιμήσαμε τότε ότι η συντομότερη δικαστική οδός ήταν η επανενεργοποίηση της από 15.12.1973 αγωγής του δημοσίου και ο άμεσος προσδιορισμός ημερομηνίας εκδίκασης της υπόθεσης. Για τον λόγο αυτό με τον επίσης βουλευτή Κυκλάδων του ΠΑΣΟΚ Π. Βάλβη καταθέσαμε το 1983 στη Βουλή σχετική Ερώτηση προκειμένου να ευαισθητοποιηθούν οι αρμόδιες υπηρεσίες στην κατεύθυνση αυτή και παράλληλα προχωρήσαμε σε παραστάσεις και ενημερώσεις προς τους αρμόδιους Υπουργούς. Το ίδιο έπραξε και το Νομαρχιακό Συμβούλιο Κυκλάδων (Νομάρχης Ελ. Παπαζώη) με ανάλογη απόφαση που πήρε.
Πρέπει να τονιστεί ότι καταπατητές και διεκδικητές του Αλυκού δεν ήταν μόνο οι Βελγικές εταιρείες που είχαν έδρα το…Λιχτεστάιν, αλλά και δεκάδες ντόπιοι, κυρίως Σαγκριώτες, καθένας απ’ τους οποίους …επέσειε και ένα συμβόλαιο-κουρελόχαρτο, διεκδικώντας μερίδιο από την …πίττα του Αλυκού. Κάποτε (1998) δέχτηκα φραστική επίθεση από έναν τέτοιο κύριο, επειδή είπα σε κάποιο ραδιοφωνικό σταθμό ότι το Αλυκό είναι δημόσια δασική έκταση.
Αμφισβήτησα, λέει, την …πατρογονική του περιουσία. Ο αθεόφοβος!!! Η απάντηση που του έδωσα ήταν η ακόλουθη: Εϊναι, τ, σαν να διεκδικείς την …ΑΚΡΟΠΟΛΗ. Όσες πιθανότητες έχεις να πάρεις στην ιδιοκτησία σου τον Παρθενώνα, άλλες τόσες έχεις να κάνεις δικό σου και το Αλυκό!!!
Η ΔΑΣΙΚΗ ΕΚΤΑΣΗ ΤΟΥ ΑΛΥΚΟΥ – ΑΜΜΟΘΙΝΕΣ – ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑ
Η δασική έκταση του Αλυκού Νάξου βρίσκεται στα νοτιοδυτικά παράλια του νησιού νότια απ’ τη Μ. Βίγλα και το Καστράκι, μετά την Γλυφάδα εντός των ορίων της περιφέρειας της πρώην κοινότητας Σαγκρίου. Είναι εδαφική έκταση αμμώδης, εμβαδού 650 (έως 1000) στρεμμάτων περίπου. Αποτελεί μικρή χερσόνησο, η οποία εισχωρεί στη θάλασσα από την οποία βρέχεται από τις τρεις (πλην της ανατολικής) πλευρές της. Συνορεύει βορείως κατά ένα μέρος με θάλασσα και κατά το υπόλοιπο με ιδιοκτησία της πρώην κοινότητας Σαγκρίου, ανατολικά με κατεύθυνση από τη θέση Γλυφάδα προς τη λίμνη των Ποταμίδων, κατά ένα μέρος με επαρχιακό δρόμο Νάξου-Αλυκού και πέραν αυτού με διάφορες ιδιοκτησίες και νότια και δυτικά με θάλασσα. Η έκταση αυτή καλύπτεται στο μεγαλύτερο μέρος της από αυτοφυή δενδρώδη βλάστηση (δάσος κέδρων) σε ποσοστό 85% (Βλ. απόφαση Α.Π. 1417/22.9.2010 (τοπογραφικό διάγραμμα πραγματογνώμονα Δ. Ανδριέλλου, 1993) και Ιστορικό Αρχείο Νάξου (Φ. Αλυκό). Η όλη έκταση της χερσονήσου καλύπτεται από στρώμα λεπτής άσπρης άμμου και υπάρχουν σ’ αυτήν εγκατεσπαρμένοι αμμώδεις λοφίσκοι οι «αμμόλοφοι», οι περιβόητες «αμμοθίνες». Το έδαφος είναι αμμοαργιλώδες και καλύπτεται από θίνες, οι οποίες περιορίζονται στο εσωτερικό της χερσονήσου λόγω της υπάρχουσας θαμνώδους βλάστησης από κέδρους και σχίνους (ό.π. έκθεση αυτοψίας δασολόγου (Κ.Σ.) 20.3.1973).
Το φαινόμενο του σχηματισμού των αμμοθινών στη χερσόνησο του Αλυκού, λόγω της ήπιας εξέλιξής του, ανάγεται σε χρόνο πριν από τον 19ο αιώνα και επί πλέον υποδεινκύει την παράλληλη ύπαρξη δασικής βλάστησης, δεδομένου ότι αυτή [η βλάστηση] είναι ο σημαντικότερος παράγοντας δημιουργίας των αμμοθινών, διότι λειτουργεί ανασχετικά στη μετακίνηση της άμμου σε μεγάλες αποστάσεις και συντείνει στη δημιουργία θινών (ό.π. έκθεση του γεωλόγου Ηλία Νόκα).
Η θάλασσα σχηματίζει γύρω απ’ το Αλυκό μικρούς κολπίσκους με αμμουδερές παραλίες και απότομα υπερυψωμένα πρανή στα νότια και δυτικά.
Το Αλυκό παραμένει ως σήμερα ένα απ’ τα μοναδικά παραθαλάσσια μέρη στην τουριστική περιοχή της Νάξου, που διατηρεί την παρθενικότητά και τη μοναδικότητά του και προκαλεί το θαυμασμό σε κάθε επισκέπτη.
ΤΟ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑ –
ΠΡΑΓΜΑΤΟΓΝΩΜΟΣΥΝΗ ΓΕΩΠΟΝΟΥ ΙΩ. ΜΑΡΑΚΗ (Ιστορικό Αρχείο Νάξου Φάκελος Αλυκό).
Η πλούσια χλωρίδα του Αλυκού αποτελείται από αυτοφυή δενδρώδη ή ξηλώδη βλάστηση, που περιλαμβάνει τον κέδρο, την άρκευθο τη φοινηκική και το σχίνο. Κυριαρχεί ο κέδρος, που συναντάται με τη μορφή δένδρου και θάμνου με κυμαινόμενο ύψος το οποίο φθάνει τα 4-5 μέτρα. Η άρκευθος με ύψος που φθάνει τα 2 μ. φύεται κυρίως στο Β.Δ. τμήμα του Αλυκού και εμφανίζεται σε ολόκληρη σχεδόν την έκτασή του.
Ο σχίνος απαντάται με τη μορφή θάμνου και φύεται σχεδόν σε ολόκληρη την έκταση. Η χλωρίδα αυτή συμπληρώνεται με πολυετή φρυγανώδη βλάστηση που αποτελείται από ρείκι ή χαμορείκι, θυμάρι, πυξάρι ή λανθανιά, θρούμπι και ασπάλαθο. Όλη η έκταση καλύπτεται από στρώμα άμμου και υπάρχουν σ’ αυτή εγκατεσπαρμένοι αμμώδεις λοφίσκοι. Το 65% της έκτασης του Αλυκού καλύπτεται από δενδρώδη βλάστηση και το 20% από φρυγανώδη βλάστηση. Η δασοκάλυψη καταλαμβάνει περίπου το 85% της έκτασης του Αλυκού. Η ηλικία πολλών από τους κέδρους φθάνει από 50 έως 180 και 200 έτη.
Από αεροφωτογραφίες της περιοχής των ετών 1945 και 1960 προκύπτει ότι το Αλυκό κατά το έτος 1945 καλυπτόταν σε ποσοστό 100% από δασική βλάστηση, με εξαίρεση την περιοχή του αιγιαλού και της παραλίας και η κατάσταση παρέμεινε αναλλοίωτη μέχρι το έτος 1960 και δεν εμφανίζει ίχνη καλλιέργειας, αλλά ούτε και μεταγενέστερα, αφού το έδαφος είναι αμμώδες με δασική βλάστηση. Το 1979 το ποσοστό δασοκάλυψης έχει μειωθεί στο 85% εξ αιτίας των οικοδομικών παρεμβάσεων, ποσοστό που διατηρείται μέχρι σήμερα.
Η μοναδικού φυσικού κάλλους αυτή έκταση, ελεύθερη ανέκαθεν και δημόσια, μετά την απελευθέρωση το 1945 έγινε αντικείμενο διεκδίκησης από ομάδες περιοίκων αγροτοκτηνοτρόφων, οι οποίοι έβοσκαν εκεί τα αιγοπρόβατά τους, ξυλεύονταν ανεξέλεκτα και χωρίς να έχουν τίτλους ιδιοκτησίας, διεκδικούσαν μεταξύ τους τμήματα της περιοχής. Οι διαμάχες αυτές έφθασαν μέχρι τα δικαστήρια, με αποτέλεσμα να προκύψουν δικαστικές αποφάσεις, απ’ τις οποίες άλλες όριζαν την έκταση αυτή ως δημόσια δασική και άλλες ως ανήκουσα σε κάποιους απ’ τους διεκδικητές.
Απαιτήθηκαν εξήντα χρόνια δικαστικών διαμαχών και αντεγκλήσεων, για να ξεκαθαρίσει αυτή η υπόθεση και να οριστικοποιηθεί ότι η σημαντικότατη για τη Νάξο αυτή περιοχή ανήκει στην ιδιοκτησία του ελληνικού δημοσίου.
Στο διάστημα αυτό των 60 χρόνων το Αλυκό, εγκαταλειμμένο στη δίνη των ιδιοκτησιακών συγκρούσεων, υπέστη απίθανες καταστροφικές παρεμβάσεις, εκτεταμένες καταπατήσεις, εκχερσώσεις, τεράστιες αμμοληψίες, γέμισε από τα τσιμεντένια εξαμβλώματα της χούντας, μετατράπηκε σε απέραντο σκουπιδότοπο τα καλοκαίρια, δέχτηκε τη βαρβαρότητα του ανθρώπινου πολιτισμού και της άναρχης ανάπτυξης που κατατρώει το μοναδικό φυσικό περιβάλλον των νησιών. Εν τούτοις το Αλυκό διασώθηκε, και, σήμερα, παρά την ουσιαστική απουσία του δημοσίου, στο οποίο πλέον ανήκει, αποτελεί αυτό ένα απ’ τα μοναδικά παραθαλάσσια τοπία της Νάξου και των Κυκλάδων, τα οποία διατηρούν την παρθενικότητά τους. Η ενδιαφέρουσα ιστορία της διάσωσης αυτού του θαυμαστού δημιουργήματος της φύσης προκαλεί το ενδιαφέρον του μελετητή.
ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ ΑΛΥΚΟΥ
Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ 9/17.4.1946
Οι διεκδικήσεις στο Αλυκό και οι δικαστικές διαμάχες αρχίζουν μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου.
21.3.1946: Κατατίθεται στο Ειρηνοδικείο Τραγαίας από ομάδα κτηνοτρόφων της περιοχής Αλυκού αίτηση ασφαλιστικών μέτρων νομής εναντίον άλλων κτηνοτρόφων της περιοχής.
17.4.1946: Εκδίδεται η με αρ. 9/17.4.1946 απόφαση του Ειρηνοδίκη Τραγαίας, με την οποία ορίζεται ότι κανένας από τους διαδίκους δεν έχει δικαίωμα νομής ή διακατοχής σε όλη την έκταση του Αλυκού και ότι ολόκληρη η έκταση αυτή είναι κοινόχρηστη και δημόσια δασική. Στην απόφαση αυτή κατά τρόπο μοναδικό περιγράφεται η σπάνια και ξεχωριστή ομορφιά της περιοχής: «…Εκ της γενομένης κατά την συζήτησιν επί τόπου αυτοψίας προέκυψεν ότι η επίδικος έκτασις αποτελεί τμήμα αναπόσπαστον της όλης εκτάσεως υπό το όνομα «Αλυκό», εκτάσεως έγγιστα 3-4 χιλιάδων στρεμμάτων και αποτελούσης μικράν χερσόνησον περιβρεχομένην υπό θαλάσσης εξ όλων των πλευρών πλην της Β.Α. εις ήν ενούται μετά της ξηράς και η οποία έκτασις κατακλυζομένη υπό του χειμερίου θαλασσίου κύματος είναι μεν κατάφυτος υπό αγρίων αυτοφυών δένδρων εις την ανάπτυξιν των οποίων οργιωδώς ειργάσθη η φύσις, πλην αποτελεί επιφάνειαν, ήτις υπό των κυμάτων και του αέρος διεμορφώθη εις μίαν παμμεγίστην αμμώδην έκτασιν με ελαφράς ή μεγάλας διακυμάνσεις σχηματιζομένην ούτω μεγάλην αμμοπεδία διακοπτομένη συνεχώς και συστοίχως υπό πολλαπλών και διαφόρου σχήματος αμμολόφων και ούτω παρουσιάζεται μία έκτασις αγρία μεν εις μορφήν, ευχάριστη δε τη όψει λόγω της απροσδιορίστου και γραφικής διασκευής της και της πλουσίας βλαστήσεώς της και η οποία έκτασις αρχομένη εκ της κύκλωθεν θαλάσσης εξικνείται και καταλήγει μέχρις ολίγον πέραν της ενώσεώς της με την ξηράν όπου διά τράφων συνεχώς πλην εις δύο μικρά σημεία διαχωρίζεται από των πέραν ταύτης ιδιωτικών καλλιεργημένων κτημάτων, όπου και τα των διαδίκων. …Η έκτασις αύτη ολόκληρος είναι ενιαία, ομοιογενής, ομοιόμορφος και συνεχής, επ’ αυτής δε ουδέν και εις ουδέν σημείον υπάρχει έστω και το ελάχιστον έργον ανθρωπίνης ενεργείας ή κατασκευής. Ολόκληρος η έκτασις αύτη, διεκδικουμένη και μη, αποτελεί κοινόχρηστον επιφάνεια εις ήν ξυλεύονται άπαντες οι επιθυμούντες, εγκαθιστώνται εν αυτοίς όλοι οι κυνηγοί μόνοι ή μετά των φορτηγών των ζώων προς θήραν, διέρχεται δι’ αυτής πας τις και οπουδήποτε θελήσει ανεμποδίστως, βόσκουσι τα ζώα των εν αυτοίς άπαντες οι περίοικοι ανεμποδίστως ως επί κοινοχρήστου χώρου…».
Δεκέμβριος 1946: Πέντε κάτοικοι του Σαγκρίου κατέλαβαν και εκχέρσωσαν έξι στρέμματα δημόσιας δασικής έκτασης μέσα στη χερσόνησο του Αλυκού.
28.5.1947: Από το Δασονομείο Κυκλάδων εκδόθηκε σε βάρος τους πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής και τους υπεβλήθη μήνυση «επί εκχερσώσει». Οι εκχερσωτές προχώρησαν σε αίτηση ανακοπής κατά του πρωτοκόλλου διοικητικής αποβολής.
2.7.1947: Εκδικάζεται στο Ειρηνοδικείο Νάξου η αίτηση ανακοπής, το οποίο μετην 24/1947 απόφασή του έκανε δεκτή την αίτηση και επιδίκασε τη νομή της επίδικης έκτασης των έξι στρεμμάτων στους ανακόπτοντες. Αλλά και στην απόφαση αυτή η έκταση της χερσονήσου Αλυκού περιγράφεται ως αμμώδης, κατάφυτη από δενδρύλλια κέδρου, με ορισμένα σημεία καλλιεργήσιμα, των οποίων όμως δεν προκύπτει η ακριβής θέση (ό.π. απόφαση Α.Π. 1417/22.9.2010).
30.7.1948: Εκδικάζεται η μήνυση του Δασαρχείου εναντίον των παραπάνω εκχερσωτών, οι οποίοι αθωώθηκαν.
22.2.1957: Το Δασαρχείο Κυκλάδων απαντώντας σε αίτημα της κοινότητας Φιλοτίου αναφέρει ότι στη δημόσια δασική έκταση της χερσονήσου Αλυκού δεν απαγορεύεται από τη δασική υπηρεσία, ούτε από το Δημόσιο η ελεύθερη βοσκή.
1959: Οι αδελφοί Βερνίκου επιχειρούν και μάλιστα με την απειλή όπλων να εμποδίσουν την είσοδο στη χερσόνησο του Αλυκού σε άλλους αγροτοκτηνοτρόφους της περιοχής (Φιλωτίτες).
23.3.1960: Το Δασονομείο Κυκλάδων, μετά από αναφορά Φιλωτιτών, με το 202έγγραφό του προς το Σταθμό Χωρ/κης Τριπόδων, ζήτησε να ανακοινωθεί στους αδελφούς Βερνίκου ότι η επίδικη έκταση δεν ανήκει στην ιδιοκτησία τους, ώστε να απαγορεύουν την είσοδο σ’ αυτήν, καθώς και ότι, σε περίπτωση που δεν υπάρξει συμμόρφωσή τους, θα ασκηθεί κατ’ αυτών ποινική δίωξη.
12.9.1966: Με τα υπ’ αριθμ. 1598, 1332/1966, 1989/1967 συμβόλαια του συμβολαιογράφου Γ. Ρεφενέ οι Βασ. Τζανίνης, Γ. Κοντοπίδης κάτοικοι της πόλης Νάξου και ο Γ. Λυκούρης, κάτοικος Αθηνών, αγοράζουν μικρή έκταση υποτίθεται μέσα στη χερσόνησο του Αλυκού. Σύμφωνα όμως με τις αποφάσεις των δικαστηρίων (160/9.2.2001του Πρωτοδικείου Σύρου, 301/7.5.2004 του Εφετείου και 1417/22.9.2010 του Αρείου Πάγου), που δέχονται την πραγματογνωμοσύνη του τοπογράφου μηχανικού Δ. Ανδριέλλου, τα αναφερόμενα στα συμβόλαια αυτά κτήματα βρίσκονται ανατολικά της επίδικης έκτασης, από την οποία μάλιστα χωρίζονται με ξηρολιθιά. Δεν βρίσκονται δηλαδή μέσα στη χερσόνησο του Αλυκού.
19.9.1966: Οι παραπάνω αγοραστές (Βασ. Τζανίνης, Γ. Κοντοπίδης) πέντε μέρες μετά, με το υπ’ αριθμ. 55843/19.9.1966 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Ευστ. Κουτσοχέρα, πωλούν τα παραπάνω κτήματα στον Ιω. Λυκούρη, ο οποίος τον ίδιο χρόνο αγοράζει με τον ίδιο ακριβώς τρόπο και άλλες εκτάσεις στην περιοχή και γίνεται ιδιοκτήτης χιλίων και πλέον στρεμμάτων γης, ολόκληρης υποτίθεται της χερσονήσου του Αλυκού. Στην πραγματικότητα πρόκειται, όπως διαπιστώθηκε από τις πραγματογνωμοσύνες που διέταξαν τα δικαστήρια, αλλά στη συνέχεια και από αυτές τις δικαστικές αποφάσεις, ότι αυτοί οι τίτλοι ιδιοκτησίας ήταν αμφίβολης νομικής υπόστασης. Με αυτούς όμως, οι εμφανιζόμενοι ως ιδιοκτήτες, μεταπωλούν ολόκληρη την περιοχή (χίλια περίπου στρέμματα) στον Γεώργιο Ιω. Λυκούρη.
Τα κτήματα που περιγράφονται σε όλα τα παραπάνω παράνομα «συμβόλαια» με βάση τα οποία αυτά πωλήθηκαν στους ξένους, ως τμήματα υποτίθεται της χερσονήσου του Αλυκού, αποδεικνύεται από τη δικαστική διερεύνηση και τις πραγματογνωμοσύνες των ειδικών επιστημόνων τους οποίους διόρισε το δικαστήριο (Δ. Ανδριέλλος κ.α.) ότι δεν έχουν σχέση με την έκταση του Αλυκού, αλλά βρίσκονται έξω από αυτή (ό.π. απόφαση Α.Π. 1417/22.9.2010).
Αλλά και ο Δασάρχης Αθηνών, αρμόδιος και για τις Κυκλάδες, σε ενημερωτικό έγγραφό του προς το Υπουργείο Γεωργίας στις 2.11.1970 αναφέρεται και στον τρόπο με τον οποίο η χερσόνησος περιήλθε στους Βέλγους. Γράφει ότι οι Σαγκριώτες πωλητές του Αλυκού Παύλος Ιω. Βερνίκος, Ζαμπέτα και Λουκία Ιω. Βερνίκου και Γεώργιος Δημ. Βερνίκος, απέκτησαν τους αγρούς που πώλησαν «…ατύπως ή εξ αδιαθέτου κληρονομίας και άλλοι δε διά συμβολαίων και εις τα οποία συμβόλαια αναγράφεται αορίστως η θέσις, χωρίς να καθορίζεται η έκτασις του αγρού του υπ’ αριθ.8692/1946 δωρητηρίου συμβολαίου, εις το οποίον αναφέρεται έκτασις 15 στρεμμάτων εις έκαστον δωρούμενον αγρόν εις θέσιν Ασμυριγλωπό και εις θέσιν Αλυκό. Η ανωτέρω αναγραφή της εκτάσεως εγένετο εις ανύποπτον χρόνον και πρέπει να θεωρηθή ως ορθή. Παραδόξως όμως σήμερον ο Τζανίνης ηγόρασεν έκτασιν συνολικώς 650 στρεμμάτων περίπου, χωρίς να αποδεικνύεται πώς περιήλθεν εις τους δικαιοπαρόχους του αύτη, οι οποίοι συμφώνως τω υπ’ αριθ. 8692/1946 συμβολαίω δέον να είχον συνολικώς έκτασιν 30 στρεμ. Κατόπιν των ανωτέρω φρονούμεν ότι δύναται να στηριχθή αγωγή του Δημοσίου κατά των υπ’ αριθ. 24/1947 και 3/15-1-1969 αποφάσεων του Ειρηνοδικείου Νάξου, δεδομένου ότι προ αυτών εξεδόθη η υπ’ αριθ. 9/1946 απόφασις του Ειρηνοδικείου Νάξου διά της οποίας η έκτασις αύτη ανεγνωρίζετο ως «Δημόσιον Κοινόχρηστον κτήμα».
1966-1967: Από τα μέσα του 1966 οι παραπάνω κάτοχοι των πλαστών τίτλων ιδιοκτησίας εμφανίζονται πλέον ως «ιδιοκτήτες» της χερσονήσου και στο τέλος του έτους και την αρχή του επόμενου προχωρούν στην πώληση, υποτίθεται, ολόκληρης της χερσονήσου σε κάποιους Βέλγους «επενδυτές», με νέους και πάλι πλαστούς τίτλους.
7.2.1967: Με το υπ’ αριθμ. 56370/7.2.1967 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Ευστ. Κουτσοχέρα ο με παράνομους τίτλους «ιδιοκτήτης» του Αλυκού Ιω. Λυκούρης με παρόμοιας «νομιμότητας» και «αξιοπιστίας» τίτλους, σε εταιρίες ξένων που εδρεύουν στο κρατίδιο του Λιχτεστάιν. Συγκεκριμένα πωλεί υποτίθεται τη χερσόνησο του Αλυκού στους: Χουμπέρτους Βαν Κερκχόβε, εκπρόσωπο της εταιρίας «Nieira-Nieira Etablisement» και Ένταβδ Χόνϋγκενς εκπρόσωπο της εταιρίας «Επιχειρήσεις Νάξου εν Βaduz». Η πώληση της χερσονήσου στους Βέλγους έγινε με εικονικές αγοραπωλησίες και δημιουργήθηκαν πλασματικοί τίτλοι ιδιοκτησίας. Είναι φανερό ότι πρόκειται για ένα καλά οργανωμένο σχέδιο με τη συμμετοχή πολλών προσώπων, συμπεριλαμβανομένων και συμβολαιογράφων, οι οποίοι συμβάλλουν στη δημιουργία τίτλων ιδιοκτησίας στην χερσόνησο του Αλυκού.
Μάιος-Νοέμ. 1967: Οι νέοι «ιδιοκτήτες», για να κατοχυρώσουν τις «ιδιοκτησίες» τους, καταλαμβάνουν τη δημόσια δασική έκταση και προχωρούν αμέσως σε περιφράξεις τμημάτων της περιοχής, απαγορεύουν στους κατοίκους την πρόσβαση στις ακτές, στην εκκλησία του Άη Γιώργη του Κουρουπιώτη, καθώς και το κυνήγι αγριοκουνελιών που υπάρχουν σε αφθονία εκεί, ενεργούν εκτεταμένες εκχερσώσεις και προχωρούν στην ανέγερση μεμονωμένων διαμερισμάτων στο νότιο τμήμα της χερσονήσου.
27.6.1968: ο Δασάρχης Αθηνών εκδίδει τρία πρωτόκολλα διοικητικής αποβολής τα 106, 107 και 108 εναντίον ντόπιων, οι οποίοι με ψευδείς τίτλους αγόρασαν και πούλησαν στη συνέχεια στους Βέλγους «επενδυτές» εκτάσεις μέσα στο Αλυκό. Αυτοί άσκησαν ανακοπές εναντίον των πρωτοκόλλων διοικητικής αποβολής.
Σεπτ-Οκτ 1968: Οι ξένοι «ιδιοκτήτες» κτίζουν πάνω στη ζώνη του αιγιαλού κτίριο που προοριζόταν για εστιατόριο, μαγειρείο κ.λπ. Συνολικά χτίστηκαν κτίρια 7.500 τ.μ. καθώς και τέσσερα ισόγεια διαμερίσματα (μπακαλόους).
21.10.1968: Με πρωτοβουλία του Εφόρου Νάξου Ν. Ανδρουλιδάκη επεμβαίνει η Επιτροπή Αιγιαλού και παραλίας (Έφορος, Λιμενάρχης, Μηχανικός Δημοσίου), η οποία κατόπιν επιτόπιας εξέτασης διαπιστώνει τις παρανομίες, διατάσσει να σταματήσουν οι οικοδομικές εργασίες.
23.10.1968: Ο Έφορος Νάξου εκδίδει πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής των καταπατητών της χερσονήσου του Αλυκού, οι οποίοι έχουν αρχίσει οικοδομικές εργασίες. Το πρωτόκολλο όμως δεν κοινοποιείται, διότι ο εργολάβος Βασ. Εμμ. Τζαννίνης, που έχει την ευθύνη των οικοδομικών εργασιών υποσχέθηκε ότι θα προσκομίσει «σχετικήν κυβερνητικήν άδειαν ως και τοιαύτην του Αρχηγείου του Βασ. Ναυτικού». Ταυτόχρονα ο Έφορος δέχτηκε τηλεφωνική διαταγή απ’ το Νομάρχη Ελ. Πολυμερόπουλο να μην κοινοποιήσει το πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής, ενώ παρόμοια διαταγή έλαβε απ’ τον Νομάρχη και ο νομομηχανικός Ν. Λαμπρίδης.
1969: Συστάθηκε η Ανώνυμη Εταιρία «EXETAΜ NAXOS Α.Ε.» με μετόχους όλους τους προηγούμενους «ιδιοκτήτες» του Αλυκού.
15.1.1969: Εκδικάζονται στο Ειρηνοδικείο Νάξου οι ανακοπές των «ιδιοκτητών» του Αλυκού Παύλου Ι. Βερνίκου κ.λπ. και εκδίδεται η με αριθ. 3/15.1.1969 απόφαση του Ειρηνοδίκη, με την οποία γίνονται αυτές δεκτές.
Με την απόφαση αυτή, η οποία στηρίχτηκε σε εκείνη του 1947, χωρίς να παραπέμπει στην προγενέστερη του 1946, γίνονται δεκτές οι ανακοπές, καθώς και ορίζεται ότι οι επίδικες εκτάσεις δεν αποτελούν δημόσια δασική έκταση, αλλά ιδιωτική.
Είναι φανερό ότι η χούντα έχει αρχίσει τις παρεμβάσεις της προκειμένου να προχωρήσει πάση θυσία η επένδυση αυτή, για την οποία πανηγυρίζει. Οι αρμόδιες υπηρεσίες, όπως το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας, το Αρχηγείο Ναυτικού, η Δικαιοσύνη, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, αλλάζουν άποψη και σταδιακά αποφαίνονται ότι όλα έχουν καλώς.
28.1.1969: Ο Δασάρχης Αθηνών σε έγγραφό του προς το Υπουργείο Γεωργίας με ημερομηνία 2.11.1970 αναφέρει μεταξύ άλλων ότι το Υπ. Γεωργίας-γραφείο Γεν. Δ/ντή εκδίδει την με αριθ. 94/28.1.1969 διαταγή που απευθύνεται προς το Δασαρχείο Αθηνών με την οποία απαγορεύεται ουσιαστικά στους δασικούς υπαλλήλους να προβάλουν εμπόδια στη συνέχιση των οικοδομικών εργασιών μέσα στο Αλυκό: «…Προς τούτοις εξεδόθη η υπ’ αριθμ. 94/28.1.1969 διαταγή ίνα μη ενοχλήση το Δασαρχείον Αθηνών διά τινος εμποδίου τας οικοδομικάς εργασίας της εταιρείας ΕΞΕΤΑΝ ΝΑΞΟΣ Α.Ε.». Η χούντα θέλει πάση θυσία να προχωρήσει η επένδυση αυτή.
28.4.1969: Με εισήγηση του Δασάρχη Αθηνών το Δημόσιο καταθέτει Έφεση κατά της 3/15.1.1969 απόφασης του Ειρηνοδίκη Νάξου, η οποία όμως ουδέποτε εκδικάστηκε.
28.5.1969: Το Δημόσιο ένα μήνα μετά την υποβολή της Έφεσης, παραιτήθηκε διά του νόμιμου εκπροσώπου του, ύστερα από γνωμοδότηση της Ολομελείας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Προφανώς αυτό έγινε κατόπιν άνωθεν διαταγών (χούντα). Έχουν προχωρήσει οι διαδικασίες προώθησης της επένδυσης των βελγικών εταιριών και η χούντα που κυβερνά και ελέγχει τον κρατικό μηχανισμό, δια του φόβου και των απειλών, επεμβαίνει παντού, προκειμένου να υπερκεραστεί η νομοθεσία και να παραβιαστεί κάθε νομιμότητα, για να υλοποιηθεί το συντομότερο δυνατό η επένδυση.
Έχει ήδη εκδοθεί η οικοδομική άδεια κατά παρέκκλιση, για οικοδομικές εργασίες πάνω στον αιγιαλό και σε απόσταση μικρότερη των τριάντα μέτρων και έχει αρχίσει η κατασκευή του δρόμου Χώρας-Αλυκού, αποκλειστικά για να εξυπηρετήσει τους ξένους επενδυτές, τα σχέδια των οποίων προέβλεπαν έξι ξενοδοχεία Α΄ κατηγορίας 1.800 κλινών, 400 Bangalows 1600 κλινών και συγκρότημα καταστημάτων γενικής εξυπηρετήσεως και ψυχαγωγίας. Ουδείς πλέον τους ενοχλεί, ούτε καν η αρχαιολογική υπηρεσία, παρά τις επανειλημμένες αναφορές για την ύπαρξη πρωτοκυκλαδικού νεκροταφείου στην περιοχή. Οι παρεμβάσεις των παραγόντων της χούντας είναι πλέον ολοφάνερες. Η χούντα έχει ανάγκη εισροής κεφαλαίων από το εξωτερικό, τόσο για οικονομικούς, όσο και για πολιτικούς λόγους.
12.11.1969: Πολλοί κάτοικοι των χωριών Φιλοτίου και Τραγαίας, που έχουν κτήματα στις γύρω από τη χερσόνησο του Αλυκού περιοχές, με αναφορά τους στο Νομάρχη Κυκλάδων διαμαρτύρονται για τις παράνομες περιφράξεις που εκτελούν οι «ιδιοκτήτες», παρεμποδίζοντας την ελεύθερη πρόσβαση στις ακτές του Αλυκού και στο εκκλησάκι του Άι Γιώργη Κουρουπιώτη. Στην αναφορά τους επισημαίνουν ότι στο βόρειο τμήμα της περιοχής που ονομάζεται «Αγκάλη» ή «Μνημόρια» υπάρχουν πολλοί αρχαίοι τάφοι της πρωτοκυκλαδικής περιόδου. Ζητούν δε απ’ το Νομάρχη να ληφθούν μέτρα εναντίον των παράνομων αυτών ενεργειών. Γράφουν: «…Επειδή αι ως άνω πράξεις είναι έκνομοι και επιζήμιοι, ου μην και αυθαίρετοι, διαδηλούντες την αντίθεσίν και αγανάκτησίν μας κατ’ αυτών, υποβάλλομεν την παρούσαν προς Υμάς ως αμέσως Προϊσταμένην και Αρμοδίαν Αρχήν της περιοχής, αιτούντες όπως λαμβάνοντες υπόψη την παρούσαν ως νόμιμον και βάσιμον, προβήτε εις τας νομίμους καθ’ υμάς ενεργείας προς αποτροπήν των άνω εις βάρος ημών και του Δημοσίου συμφέροντος ενεργουμένων παρανόμων και αυθαιρέτων πράξεων…».
13.11.1969: ο Οικονομικός Έφορος Νάξου Ν. Ανδρουλιδάκης, εκτελώντας τηλεφωνική διαταγή του Νομάρχη Κυκλάδων, ο οποίος προφανώς δεν έχει ακόμη άνωθεν πληροφόρηση για την εν λόγω «επένδυση», τον ενημερώσει εγγράφως για το ιδιοκτησιακό καθεστώς της χερσονήσου του Αλυκού. Πρόκειται για ένα έγγραφο-ντοκουμέντο εκείνου του θαρραλέου Οικονομικού Εφόρου Νάξου, που είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικό για την υπόθεση της καταπάτησης και το δημοσιεύουμε ολόκληρο στο παρ/μα εγγράφων του παρόντος .
1.6.1970: Ο Ιωάννης Δ. Ανωμερίτης κάτοικος Φιλοτίου υποβάλει αναφορά προς την Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων, στην οποία αναφέρεται αναλυτικά στην ύπαρξη αρχαιοτήτων στην περιοχή Αλυκού και σε παράνομες ανασκαφές που είχαν γίνει προ δεκαετίας στις θέσεις «Αγκάλη» ή «Μνημόρια» και ότι: «οι δρώντες κατ’ εκείνην την εποχήν αρχαιοκάπηλοι κατώρθωσαν να συλλήσουν περί τους 18 αρχαίους τάφους». Σύμφωνα με την αναφορά είχαν τότε βρεθεί πολλά πήλινα σκεύη και «κανδήλες εκ λευκού μαρμάρου», όπως λέγονται υπό των εντοπίων είχον αναρπαγή υπό των αρχαιοκαπήλων».
1970: Παρά τις επεμβάσεις της χούντας οι διάφορες υπηρεσίες (Δασαρχείο και Οικ. Εφορία κυρίως) συνεχίζουν να παρεμβάλουν εμπόδια, πετυχαίνοντας έτσι να καθυστερούν τα έργα, γεγονός που προκαλεί σοβαρότατα προβλήματα στην πορεία της επένδυσης. Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι η δημιουργία έντονων αντιθέσεων ανάμεσα κυρίως στους ντόπιους διαχειριστές των έργων (εργολάβοι, κατασκευαστές κ.λπ.) σε βαθμό που επικοινωνούν μεταξύ τους με εξώδικα, στα οποία μάλιστα καταγγέλλονται πράξεις με μαφιόζικα χαρακτηριστικά. Ο εργολάβος-συνεταίρος των Βέλγων, που έχει αναλάβει την κατασκευή των συγκροτημάτων και φαίνεται ότι έχει δαπανήσει πολλά χρήματα, κινδυνεύει με χρεοκοπία και οικονομική καταστροφή εξ αιτίας των δικαστικών και διοικητικών επεμβάσεων, την οποία φαίνεται τελικά ότι δεν απέφυγε. «…Με εκβιάσατε σαν να είσαστε οι μεγαλύτεροι τυχοδιώκτες, οι μεγαλύτεροι εκβιαστές, οι μεγαλύτεροι απατεώνες. Μου φάγατε τα λεπτά μου με τον γκανγκστερικό εκείνο τρόπο που στην αποκάλυψή του θα τρομάξει η Δικαιοσύνη» (Ιστ. Αρχείο Νάξου, Φ. Αλυκό: απόσπασμα από σχέδιο εξώδικης διαμαρτυρίας. Παραμένει άγνωστο αν εστάλη).
2.11.1970: Ο Δασάρχης Αθηνών Μ. Παπαζήσης, ως αρμόδιος για τις Κυκλάδες, απαντώντας σε έγγραφο ερώτημα του Υπουργείου Γεωργίας, εισηγείται στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους την έγερση υπό του δημοσίου τακτικής αγωγής, για τη διεκδίκηση της έκτασης του Αλυκού, ως δημόσιας δασικής έκτασης.
Αναφέρει μεταξύ άλλων ο Δασάρχης ότι με την απόφαση 9/1946 του Ειρηνοδικείου Τραγαίας Νάξου αναγνωρίζεται η δασική έκταση στη θέση «Αλυκό» ως «Δημόσιον κοινόχρηστον. Επομένως υπάρχει δεδικασμένον της εκτάσεως ότι αποτελεί δημόσιον κτήμα».
4.2.1971: Το ελληνικό Δημόσιο καταθέτει αγωγή εναντίον όλων των καταπατητών ντόπιων και ξένων και ορίζεται δικάσιμος η 11.5.1971, η οποία όμως ματαιώθηκε. Η αγωγή αυτή του Δημοσίου στηρίζεται στην ιστορική απόφαση 9/1946 του Ειρηνοδικείου Τραγαίας, της οποίας το σκεπτικό επαναλαμβάνει και εξιστορεί αναλυτικά όλες τις παρανομίες που έχουν στη συνέχεια διαπράξει οι καταπατητές. 8.3.1971: Οι ξένοι «ιδιοκτήτες» του Αλυκού, εξοργισμένοι για τις ενέργειες του Δημοσίου εναντίον τους και την κατατεθείσα αγωγή, αποστέλλουν εξώδικη διαμαρτυρία κατά του ελληνικού Δημοσίου και με πρωτοφανές θράσος διαμαρτύρονται και απαιτούν την παραίτηση του Δημοσίου από τη διεκδικητική αγωγή του της 4/2/1971 και τη ρητή αναγνώριση των «αναμφισβητήτων επί της ως άνω εκτάσεως δικαιωμάτων κυριότητός μας».
Οι Βέλγοι υποστηρίζουν ότι έχουν φέρει στην Ελλάδα 20.000.000 δολάρια και έχουν ήδη κατασκευάσει στην περιοχή του Αλυκού τουριστικά έργα αξίας 25.000.000 δραχμών περίπου, ότι το ίδιο το ελληνικό Δημόσιο ανέλαβε την κατασκευή του δρόμου προς το Αλυκό, μήκους 13 χλμ. και κόστους 20.000.000 δραχμών αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση των τουριστικών εγκαταστάσεων στο Αλυκό και επισημαίνουν απειλητικά ότι είναι αδύνατο να συνεχίσουν την επένδυση αυτή: «χωρίς να υπάρχη το απαραίτητον αίσθημα ασφαλείας διά την τύχην των εισαγομένων υφ’ ημών κεφαλαίων» και δηλώνουν ότι είναι αδύνατο να συνεχίσουν την εισαγωγή των κεφαλαίων τους, μέχρι να λυθεί οριστικά η εκκρεμοδικία. Το ελληνικό Δημόσιο υποστηρίζουν ότι από τη μια απεδέχθη την επένδυση των 20.000.000 δολαρίων στην «ιδιόκτητη έκτασή τους στο Αλυκό» και από την άλλη με τις ενέργειες διαφόρων υπηρεσιών του παραβιάζει τις συμβατικές του υποχρεώσεις και παρακωλύει την υλοποίηση της επένδυσης.
Οι Βέλγοι επενδυτές και οι ντόπιοι συνεργάτες τους συμπεριφέρονται με αποικιοκρατική νοοτροπία, αλλά η δασική Υπηρεσία και η Οικονομική Εφορία Νάξου, παρά τις πιέσεις που δέχονται … άνωθεν, επιμένουν ότι η χερσόνησος του Αλυκού είναι δημόσια δασική έκταση και τους συστήνουν να ακολουθήσουν τη διαδικασία που προβλέπεται από τα άρθρα 9-13 του νόμου περί δασικών εκτάσεων για τυχόν αναγνώριση δικαιωμάτων κυριότητας σ’ αυτούς.
29.7.1971: Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους γνωμοδοτεί ότι δεν πρέπει να παραιτηθεί το Δημόσιο από την εγερθείσα αγωγή και ορίζεται νέα δικάσιμος.
30.3.1973: Ματαιώνεται και πάλι η εκδίκαση της αγωγής του δημοσίου.
2.4.1973: Σε έγγραφο της Οικονομικής Εφορίας Νάξου αναφέρεται ότι το Αλυκό είναι καταχωρημένο στα δημόσια κτήματα με τον προσδιορισμό «Δημόσιον κτήμα Β.Κ.Δ.Κ. αρ. 11 υπό την ονομασίαν ΑΛΥΚΟΝ» και τον χαρακτηρισμό «καταπατημένον δημόσιον κτήμα», αναφέρεται ακόμη ότι η έκτασή του είναι 1.000 στρέμματα.
15.12.1973: Κατατίθεται και νέα αγωγή του Δημοσίου η 118/15.12.1973, η οποία στρέφεται κατά των: Βασ. Τζαννίνη, Γεωργίου Λυκούρη και των εταιρειών «ΕΞΕΤΑΜ ΝΑΞΟΣ», «NAXOS ESTABLISHMENT» και «NIERA ESTABLISHMENT», ορίστηκε δικάσιμος η 5.4.1974, η οποία ουδέποτε εκδικάστηκε. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι παρεμβάσεις και πιέσεις των παραγόντων της χούντας στις αρμόδιες υπηρεσίες δεν επέτρεψαν σ’ αυτές να «πράξουν το καθήκον τους».
2.1.1976: Η Ολομέλεια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους γνωμοδοτεί ότι πρέπει να προχωρήσει η συζήτηση της εγερθείσης διεκδικητικής αγωγής του δημοσίου εναντίον των καταπατητών του Αλυκού. Οι διαδικασίες όμως δεν προχωρούν, παρ’ όλον ότι έχει πέσει η χούντα πλέον έχει πέσει, στην κυβέρνηση είναι η Νέα Δημοκρατία με Πρωθυπουργό τον Κων/νο Καραμανλή και και το ζήτημα παραμένει σε εκκρεμότητα στα συρτάρια κάποιων υπηρεσιών.
Η ΞΕΧΑΣΜΕΝΗ ΥΠΟΘΕΣΗ ΣΤΟ ΠΡΟΣΚΗΝΙΟ
ΕΝΑ ΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΘΡΙΛΕΡ 28 ΕΤΩΝ (1982-2010)
ΑΝΟΙΞΗ 1982: Ο Βουλευτής Κυκλάδων ΝΙΚΟΣ ΛΕΒΟΓΙΑΝΝΗΣ αρχίζει να ερευνά την ξεχασμένη υπόθεση του Αλυκού. Συγκεντρώνει στοιχεία, αναζητεί φακέλους στις αρμόδιες υπηρεσίες, συνεργάζεται με πρόσωπα που γνωρίζουν την υπόθεση και ιδιαίτερα με τον ΦιλΩτίτη δικηγόρο ΑΝΤΩΝΗ ΚΟΥΡΤΗ, αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης. Στόχος της έρευνας αυτής είναι να περιέλθει η χερσόνησος στο δημόσιο όπου ανήκει και να προστατευθεί το ιδιατέρου φυσικού κάλλους περιβάλλον.
ΙΟΥΛΙΟΣ 1983: Η εταιρία «EXETAM NAXOS» υποβάλει υπόμνημα στον Υπουργό Γεωργίας Κων. Σημίτη, στο οποίο περιγράφει τα επιχειρησιακά της σχέδια για την τουριστική αξιοποίηση του Αλυκού, καθώς και τις δικαστικές περιπέτειες, που οδήγησαν στο να μείνει ημιτελής η επένδυση και προτείνει την εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης «που να καλύπτει μεν τα όποια συμφέροντα του Δημοσίου, θα αποδίδει δε τα δίκαια και νόμιμα δικαιώματά μας και θα εξυπηρετεί τους αναπτυξιακούς στόχους της Πολιτείας».
ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 1983: Ο Βουλευτής Κυκλάδων Ν. Λεβογιάννης ολοκληρώνει την έρευνα αυτής της υπόθεσης και ξεκινά την προσπάθεια ξεκαθαρίσματός της με στόχο την υλοποίηση – εφαρμογή της ιστορικής δικαστικής απόφασης του 1946, την κήρυξη της περιοχής ως ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΑΣΙΚΗΣ ΕΚΤΑΣΗΣ, την εκδίωξη των καταπατητών από το Αλυκό και την προστασία της περιοχής από καταστροφικές επεμβάσεις και παρανομίες.
Σε συνεργασία με τον επίσης Βουλευτή Κυκλάδων Π. ΒΑΛΒΗ καταθέτουν στη Βουλή ερωτήσεις και αναφορές διαφόρων φορέων της Νάξου για το θέμα αυτό, ενημερώνουν με επιστολές και προφορικές παραστάσεις τους αρμόδιους Υπουργούς και συμβάλλουν στο να επανέλθει η υπόθεση στη Δικαιοσύνη.
13.ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1983: Το Νομαρχιακό Συμβούλιο Κυκλάδων, Πρόεδρος του οποίου είναι η Νομάρχης Ελισάβετ Παπαζώη, συζητά την πρόταση της ΕΧΕΤΑΜ NAXOS προς τον Υπουργό Γεωργίας, ο οποίος ζητά από το Νομ. Συμβούλιο τη γνώμη του επί του θέματος. Το Νομαρχιακό Συμβούλιο με την παρουσία και των Βουλευτών Ν. Λεβογιάννη και Π. Βάλβη, αποφάσισε: α) να προχωρήσει η εκκρεμής από το 1973 διεκδικητική αγωγή του δημοσίου για την αποβολή των καταπατητών και β) να επιστραφεί τη περιοχή στο ελληνικό δημόσιο, στο οποίο ανέκαθεν ανήκε.
16 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1983: Με εντολή του Υφυπουργού Γεωργίας, αρμόδιου για θέματα δασών Μ. ΓΊΚΟΝΟΓΛΟΥ, η αρμόδια διεύθυνση του Υπουργείου, με το με αριθ. 174022/4168/16.11.1983 έγγραφό της, που το απευθύνει προς τη Δ/νση Δικαστικού του Γεν. Λογιστηρίου του Κράτους, ζητεί την προώθηση ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου της διεκδικητικής αγωγής που έχει καταθέσει το Δημόσιο, η οποία από το 1973 παραμένει αδρανής.
1 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1984: Το Υπουργείο Γεωργίας απαντώντας στη Βουλή σε ερώτηση των Βουλευτών Ν. Λεβογιάννη και Π. Βάλβη, αναφέρει ότι το Δημόσιο θα πάρει όλα τα αναγκαία μέτρα για την περιφρούρηση των συμφερόντων του στις ανωτέρω εκτάσεις: « Ήδη δε η αρμόδια υπηρεσία μας, με το 174022/4168/16.11.1983 έγγραφό της προς τη Δ/νση Δικαστικού του Γ.Λ.Κ. του Υπουργείου Οικονομικών, ζήτησε την προώθηση της αγωγής που έχει καταθέσει το Δημόσιο προς διεκδίκηση των εν λόγω εκτάσεων ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου. Επ’ αυτού η ανωτέρω Δ/νση Δικαστικού έδωσε σχετική εντολή σε δικαστικό αντιπρόσωπο του Υπουργείου μας, για να επισπεύσει, σε συνεργασία με το δικαστικό γραφείο Σύρου, τη συζήτηση της παραπάνω αγωγής του Δημοσίου…».
11 ΜΑΪΟΥ 1985: Με την ενεργοποίηση των αρμοδίων δικαστικών υπηρεσιών η διεκδικητική αγωγή του Δημοσίου προωθείται και ορίζεται ημερομηνία εκδίκασής της ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Σύρου. Εξ αιτίας των ενεργειών αυτών του δημοσίου, οι παλαιοί αντίδικοι, μεταξύ των οποίων και οι καταπατητές της χερσονήσου, ντόπιοι και ξένοι, παρεμβαίνουν στη Δικαιοσύνη με διεκδικητικές προσφυγές εναντίον του δημοσίου, ενώ εμφανίζονται και …νέοι διεκδικητές εκτάσεων μέσα στη χερσόνησο του Αλυκού.
ΜΑΪΟΣ -ΙΟΥΝΙΟΣ 1985: Στο τεύχος του περιοδικού της ΟΝΑΣ Ναξιακά γίνεται εκτενής αναφορά στην υπόθεση του Αλυκού (Ρώτα Μαρία: «υπόθεση Αλυκό», Ναξιακά, τχ. 1). Με το άρθρο αυτό ο λαός της Νάξου για πρώτη φορά μαθαίνει την αλήθεια για όσα έχουν συμβεί στην περιοχή και τι ακριβώς είναι τα εγκαταλειμμένα για πολλά χρόνια ημιτελή κτίσματα, για τα οποία υπήρχαν διάφορες φήμες και διαδόσεις.
7 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1986: Η Μιράντα συζ. Γ. Λυκούρη καταθέτει κύρια παρέμβαση εναντίον του ελληνικού Δημοσίου.
16 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 1986: Έξι Σαγκριώτες (τα ονόματά τους αναφέρονται στα σχετικά έγγραφα) καταθέτουν παρέμβαση εναντίον του Δημοσίου και διεκδικούν τμήματα γης μέσα στη χερσόνησο του Αλυκού, προσκομίζοντας ψεύτικους «τίτλους ιδιοκτησίας».
10 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1987: Δεκατέσσερις Σαγκριώτες (τα ονόματά τους αναφέρονται στα σχετικά έγγραφα) παρεμβαίνουν εναντίον του δημοσίου διεκδικώντας επίσης τμήματα γης μέσα στη χερσόνησο του Αλυκού προσκομίζοντας ψεύτικους «τίτλους ιδιοκτησίας». Το δικαστήριο υποχρεώνεται να εξετάσει όλες αυτές τις αγωγές, με αποτέλεσμα την καθυστέρηση της εκδίκασης της υπόθεσης.
ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 1993: Ενώ συνεχίζεται η δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης, οι Βέλγοι καταπατητές, απογοητευμένοι από τις εξελίξεις, πωλούν τμήμα της επίδικης έκτασης στις εταιρείες «FORTIOR SOCIETE ANONY-ME» και «VALME-DIYM HAYTE NENTAZ SA».
3 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1993: Κατατίθενται στη Δικαιοσύνη οι εκθέσεις δασολόγων, γεωλόγων και τεχνικών συμβούλων του Δημοσίου, καθώς και η έκθεση του γεωπόνου ΙΩ. ΜΑΡΑΚΗ, υπαλλήλου του Υπουργείου Γεωργίας στη Νάξο, η οποία έγινε κατ’ εντολήν του δικαστηρίου. Αντίστοιχες εκθέσεις κατέθεσαν και οι τεχνικών συμβούλων των αντιδίκων του Δημοσίου.
5 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ1993: Ο διορισμένος από το δικαστήριο πραγματογνώμονας ΔΗΜ. ΑΝΔΡΙΕΛΛΟΣ τοπογράφος-μηχανικός, υπάλληλος της Πολεοδομίας Νάξου, καταθέτει πραγματογνωμοσύνη με την οποία οριοθετείται η διεκδικούμενη δημόσια έκταση της χερσονήσου του Αλυκού.
9 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2001: Εκδικάζεται από το Πολυμελές Πρωτοδικείο Σύρου η πολύκροτη αυτή υπόθεση, 28 χρόνια από την ημερομηνία άσκησης της αγωγής του Δημοσίου και εκδίδεται η με αριθμό 160/2001 απόφαση, η δεύτερη μετά από την ιστορική απόφαση 9/1946 του Ειρηνοδικείου Τραγαίας Νάξου.
Η πρωτόδικη απόφαση 160/2001, αφού αναφέρεται στην εξιστόρηση της υπόθεσης καταλήγει ως εξής: «….Αναγνωρίζει το ενάγον ελληνικό Δημόσιο κύριο της περιγραφόμενης στο σκεπτικό επίδικης έκτασης, εμβαδού 650 στρεμμάτων περίπου, η οποία βρίσκεται στο ΝΔ άκρο του νησιού της Νάξου και συγκεκριμένα στη θέση «Αλυκό» της περιφέρειας της Κοινότητας Σαγκρίου, απεικονίζεται στο τοπογραφικό διάγραμμα του Σεπτεμβρίου 1993, το οποίο συντάχθηκε από τον πραγματογνώμονα Δημήτρη Ανδριέλλο».
22 ΙΟΥΛΙΟΥ 2002: Ασκείται έφεση εναντίον της πρωτόδικης απόφασης από μερικούς εκ των αντιδίκων του Δημοσίου (Σ. Λινάρδος, Ζ. Λινάρδου, Ιακ. Ορφανός, Ειρ. συζ. Τριανταφύλλου, Μ. Στ. Λινάρδου, Εμμ. Καραμανής, Ν. Εμμ. Καραμανής, Ιακ. Εμμ. Καραμανής, εταιρείες Βέλγων, Θάλεια συζ. Γ. Λυκούρη).
7 ΜΑϊΟΥ 2004: Μετά από αναβολές εκδικάζεται η Έφεση των διεκδικητών του Αλυκού και εκδίδεται η 301/2004 απόφαση, η οποία ουσιαστικά επαναλαμβάνει το σκεπτικό της πρωτόδικης απόφασης και απορρίπτει τις εφέσεις που ασκήθηκαν.
Με την απόφασή του το Εφετείο δέχτηκε ότι: «το επίδικο ακίνητο ανήκει καθ’ ολοκληρίαν στην κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου λόγω πρωτίστως του κοινόχρηστου χαρακτήρα του τελευταίου ανέκαθεν και πάντως πριν από τις 16.5.1926 και ειδικότερα επί τέτοιο μακρό χρονικό διάστημα «τουλάχιστον από του έτους 1836», που καλύπτει πολλές γενεές, ώστε η ζώσα γενεά να γνώρισε την πραγματική κατάσταση του εν λόγω ακινήτου ως κοινής χρήσεως» (ό.π. απόφαση Α.Π. 1417/22.9.2010).
1 ΜΑΡΤΙΟΥ.2006: Η “Ξενοδοχειακή Εταιρεία Τουριστικών Επενδύσεων Αναπτύξεως Μελετών Νάξος Ανώνυμος Εταιρεία” με τον διακριτικό τίτλο “ΕΞΕΤΑΜ ΝΑΞΟΣ” κ.λ.π. καταθέτει στον Άρειο Πάγο αίτηση αναίρεσης της 301/2004 απόφασης του Εφετείου Αιγαίου.
23 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2009: Εκδικάζεται στον Άρειο Πάγο η προσφυγή αναίρεσης της απόφασης 301/2004 του Εφετείου.
22 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2010: Ο Άρειος Πάγος με την 1417/2010 απόφασή του απορρίπτει την από 1.3.2006 αίτηση αναίρεσης της παραπάνω εταιρίας και την καταδικάζει στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων. Ο Α.Π. απορρίπτει όλους τους λόγους της αναίρεσης και ορίζει ως κοινόχρηστη την έκταση του Αλυκού, η οποία πλέον ανήκει οριστικά και τελεσίδικα στην ιδιοκτησία του ελληνικού δημοσίου.
Το σύνολο των αποφάσεων που έκριναν οριστικά την υπόθεση αυτή είναι: 1) η ιστορική απόφαση του Ειρηνοδικείου Τραγαίας του 1946, 2) Οι Πρωτόδικες μη οριστικές αποφάσεις: 336/1986, 244/1987, 89/1994,162/1996, 3) η 160/2001 απόφαση του Πρωτοδικείου Σύρου, 4) η 301/7/5/2004 οριστική απόφαση του Εφετείου Αιγαίου και 5) η 1417/22.9.2010 απόφαση του Αρείου Πάγου.
Με την τελεσίδικη απόφαση του Εφετείου και την απορριπτική απόφαση της αναίρεσής της από τον Άρειο Πάγο κλείνει θετικά για το Ελληνικό Δημόσιο, αλλά και για τη Νάξο η πολύκροτη αυτή και σώζεται από την καταπάτηση και την οικοπεδοποίηση ο μοναδικού φυσικού κάλλους αυτός τόπος.
ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΠΟΥ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΗΣΑΝ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΔΙΑΣΩΣΗς ΤΟΥ ΑΛΥΚΟΥ
1) ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΛΗΣΙΔΗΣ έμμισθος Πάρεδρος-Ειρηνοδίκης Τραγαίας. Είναι ο πρωταγωνιστής αυτής της υπόθεσης, ένας σεμνός και ρομαντικός δικαστής, ο οποίος εκδίκασε το 1946 την πρώτη δικαστική διαμάχη σχετικά με τη διεκδίκηση τμημάτων της χερσονήσου του Αλυκού και εξέδωσε την πρώτη απόφαση με την οποία χαρακτηρίστηκε η περιοχή ως δημόσια-κοινόχρηστη. Το κείμενο της απόφασης του 1946 με ύφος λογοτεχνικό περιγράφει κατά τρόπο εξαίσιο την ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους περιοχή. Σ’ αυτή την ιστορική απόφαση στηρίχτηκε ουσιαστικά η πολύχρονη προσπάθεια να παραμείνει η χερσόνησος του Αλυκού δημόσια δασική έκταση, αλλά και οι πρόσφατες τελεσίδικες αποφάσεις του Πρωτοδικείου Σύρου και του Εφετείου Αιγαίου στηρίζονται στο μεγαλύτερο μέρος του σκεπτικού τους στην απόφαση του 1946.
2) Μ. ΠΑΠΑΖΗΣΗΣ Δασάρχη Αθηνών, στην αρμοδιότητα του οποίου υπάγονταν τότε οι Κυκλάδες, και οι υπαλλήλων του Δασονομείου Κυκλάδων από το 1957 με την ευσυνειδησία τους συνέβαλαν στη διάσωση της περιοχής, παρά τις πιέσεις και απειλές που δέχτηκαν. Τόλμησαν να αντιταχθούν και στην απριλιανή χούντα την περίοδο 1968-1969, υποχρεώνοντας ουσιαστικά το δημόσιο να καταθέσει έφεση στο μονομελές Πρωτοδικείο Σύρου (21.4.1969) εναντίον της απόφασης του Ειρηνοδικείου Τραγαίας, που ακύρωνε τα πρωτόκολλα διοικητικής αποβολής του δασάρχη Αθηνών και παράλληλα εισηγήθηκαν στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους την έγερση τακτικής αγωγής για τη διεκδίκηση της έκτασης της χερσονήσου του Αλυκού ως δημόσιας δασικής.
3) Ν. ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗΣ, Έφορος Νάξου την περίοδο της δικτατορίας, με θαρραλέο τρόπο ως υπεύθυνος εκ μέρους της Πολιτείας για τη δημόσια περιουσία στην περιοχή αρμοδιότητας της Οικ. Εφορίας Νάξου, είχε συμβάλει με τις παρεμβάσεις του στη διάσωση της χερσονήσου του Αλυκού από τους καταπατητές και τα αρπακτικά της χούντας.
Για τους αγώνες του και, επειδή εκφράστηκε δημόσια εναντίον της χούντας, συνελήφθη ύστερα από κατάδοση και με χειροπέδες συνοδεία χωροφυλάκων «διαπομπεύθηκε» διά μέσου της παραλίας της Νάξου, οδηγούμενος στο πλοίο για να μεταγωγή στη Σύρο τον Ιούλιο 1974, λίγες μέρες πριν πέσει η χούντα. Απελευθερώθηκε τις αμέσως επόμενες μέρες με την πτώση της χούντας.
4) ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΙΩ. ΚΟΥΡΤΗΣ, Φιλοτίτης δικηγόρος, ιδιοκτήτης μικρού κτήματος στο Αλυκό, ο οποίος εξ αρχής προσέφυγε ή παρέστη ενώπιον της Δικαιοσύνης εναντίον των ντόπιων και ξένων καταπατητών, αγωνιζόμενος επί χρόνια μόνος εναντίον των καταπατητών και ουσιαστικά υπέρ του δημοσίου.
5) Κάτοικοι των κοινοτήτων Φιλοτίου και Χαλκίου με αναφορές τους στο Νομάρχη Κυκλάδων στις 30.10.1969 καταγγέλλουν τους καταπατητές των ακτών της περιοχής, του δάσους των κέδρων, καθώς και τη λεηλασία νεκροταφείου πρωτοκυκλαδικής εποχής στην περιοχή Αλυκού.
6) ΙΩ. Δ. ΑΝΩΜΕΡΙΤΗΣ, Φιλοτίτης, ο οποίος μαζί με τον δικηγόρο Αντώνιο Κούρτη προσφεύγουν κατά διαστήματα με πολλές αναφορές στις κρατικές αρχές εναντίον των καταπατητών.
7) ΝΙΚΟΣ Ι. ΛΕΒΟΓΙΑΝΝΗΣ, Βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, από το 1982 και σε στενή συνεργασία με τον δικηγόρο Αντώνη Κούρτη, που αν και ηλικιωμένος πλέον, δεν έπαυσε στιγμή να εργάζεται για την υπόθεση αυτή, ανασύρει την υπόθεση από τα αρχεία, ενεργοποιεί τις αρμόδιες υπηρεσίες και κινούνται τότε ξανά απ’ το δημόσιο οι διαδικασίες δικαστικής διεκδίκησης της χερσονήσου του Αλυκού.
Ήταν ένας αγώνας 28 ετών, αλλά το Αλυκό αναμένει ακόμη την απαλλαγή του από τους καταπατητές, από τα ερειπωμένα ημιτελή κτίρια, από την απόλυτη εγκατάλειψη, την λήψη μέτρων προστασίας του από τη συνεχιζόμενη οικολογική καταστροφή.
Στα χρόνια των μνημονίων το Αλυκό τυχαία διασώθηκε απ’ τις δαγκάνες του ΤΑΫΠΕΔ και δεν ξεπουλήθηκε αντί πινακίου φακής.
Η ΩΡΑ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ
Τώρα πλέον είναι η ώρα της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, των οικολογικών οργανώσεων Νάξου, των κινημάτων πολιτών της Νάξου, των πολιτιστικών Συλλόγων και των άλλων φορέων, να αγκαλιάσουν το Αλυκό, να σχεδιάσουν μέτρα προστασίας και ανάδειξής του ως τόπου ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, να πάρουν στα χέρια τους την τύχη του.
ΠΗΓΗ: ΝΙΚΟΥ Ι. ΛΕΒΟΓΙΑΝΝΗ – ΝΕΟΤΕΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΝΑΞΟΥ τόμος Β΄ (ανέκδοτο έργο)