Η ζωή της εικοσάχρονης Μάλαμας Γιάννου στον Αη Στράτη ήταν σαν μυθιστόρημα. Ετσι θέλησε να την περιγράψει η ίδια. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στον μοναδικό οικισμό του νησιού 150 κατοίκων και όλα ήταν απλά και όμορφα χωρίς έγνοιες. Θυμάται βέβαια να ακούει από τους συνομηλίκους επισκέπτες του καλοκαιριού πως στην Αθήνα έκαναν χορό, πολεμικές τέχνες και άλλες δραστηριότητες και έπιανε τον εαυτό της να ζηλεύει λίγο που εκείνη δεν είχε καμιά τέτοια επιλογή.
Ενιωθε, όμως, ήδη από τότε, πως το να μεγαλώνει στη φύση ήταν ένα δώρο. Το σχολείο είχε ελάχιστους μαθητές –στην τάξη της μόνον δύο– αλλά αυτό σήμαινε πως ήταν όλοι μια παρέα που μεγάλωσαν μαζί. Ηταν άριστη μαθήτρια και στο λύκειο ξεκίνησε να προετοιμάζεται για τις Πανελλαδικές. Αναγκαστικά έκανε φροντιστήριο (διαδικτυακά) και αυτό γιατί στα ακριτικά νησιά αργούν κάθε χρόνο να έρθουν οι διορισμένοι καθηγητές, οπότε η διδασκαλία κάποιων μαθημάτων του σχολείου μπορεί και να ξεκινήσει Νοέμβριο. «Οταν προετοιμάζεσαι για πανεπιστήμιο αυτό είναι υπερβολικά αργά», εξηγεί.
Η αδερφή της ήδη σπούδαζε στη Μυτιλήνη, οπότε καταλάβαινε πως για τους γονείς της θα ήταν πραγματικά δύσκολο (βασικά ακριβό) να έχουν ένα ακόμη παιδί στο πανεπιστήμιο. Μπορεί η ανώτατη εκπαίδευση να είναι δημόσια, αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι δωρεάν. Θα έπρεπε οι γονείς της να συντηρούν δύο σπίτια πέρα από το δικό τους στο νησί. Ψαράδες και οι δύο στο επάγγελμα, η Μάλαμα τους έβλεπε εκείνη τη χρονιά να δουλεύουν ακόμη πιο εξαντλητικά ωράρια από ό,τι συνήθως. Συνεχώς άυπνοι, αγχώνονταν υπερβολικά όταν μια ψαριά δεν ήταν καλή. Κάποια στιγμή τους μίλησε ανοικτά για την αγωνία της: μήπως εκείνη δεν μπορούσε να σπουδάσει. Παρότι πράγματι δυσκολεύονταν, δεν της το έδειξαν ούτε στιγμή. Της είπαν να μην το ξανασκεφτεί. Το μόνο που της ζητούσαν ήταν να επιλέξει πολύ συνειδητά κάτι που αγαπάει και να συνεχίσει να διαβάζει.
Λίγο πριν από το τέλος της γ΄ λυκείου η διευθύντρια του σχολείου τη φώναξε στο γραφείο της. Ηξερε πως πήγαινε καλά στην προετοιμασία της και ήθελε να της μιλήσει για την ομάδα Pastra Cretonaxiosa και το πρόγραμμα «Θάλασσες αριστείας» που είχαν εγκαινιάσει στο νησί τους. «Την περασμένη χρονιά η ομάδα αυτή κολύμπησε από τη Λήμνο στον Αη Στράτη και είχε δώσει σε αριστούχο μαθήτρια του νησιού μας μια υποτροφία για τις σπουδές της. Θες να κάνεις κι εσύ αίτηση;» τη ρώτησε. Αρχικά η Μάλαμα ήταν λίγο διστακτική. «Ηταν πρώτη φορά στη ζωή μου που θα έκανα αίτηση για κάτι, αλλά τελικά έπεισα τον εαυτό μου πως δεν είχα τίποτα να χάσω», λέει σήμερα.
Στη συνέντευξη, πέρα από τους στόχους και τα όνειρά της, της υπέβαλαν και κάποιες ιδιαίτερες ερωτήσεις: εάν γινόταν δήμαρχος του νησιού τι θα πρωτοέκανε; Ή να πει μια είδηση που της είχε κάνει εντύπωση. Δεν θυμάται τις απαντήσεις που είχε δώσει –είχε πολύ άγχος–, αλλά θυμάται την απίστευτη ανακούφιση και χαρά της ίδιας, αλλά κυρίως των γονιών της όταν τους ανακοίνωσε πως θα λάμβανε 600 ευρώ τον μήνα για τα 4 χρόνια των σπουδών της. «Τότε κατάλαβα πραγματικά πόσο είχαν ζοριστεί και πόσο σημαντική ήταν για εκείνους αυτή η βοήθεια», λέει.
Η πρώτη της χρονιά στo Oικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (OΠΑ) έγινε διαδικτυακά λόγω πανδημίας, παρ’ όλα αυτά έπαιρνε κανονικά τα χρήματα της υποτροφίας τα οποία αποταμίευε. «Ημουν τυχερή γιατί είχα τον χρόνο να προσαρμοστώ στο πώς λειτουργεί η σχολή. Εάν ερχόμουν στην Αθήνα θα δυσκολευόμουν να προσαρμοστώ ταυτόχρονα και στον τρόπο ζωής», εξηγεί. Από τον Αη Στράτη, που ακόμη δεν έχει φαρµακείο, φούρνο ή υποκατάστημα τράπεζας, βρέθηκε σε ένα διαμέρισμα στο πολύβουο Παγκράτι. Τα πάντα στην πόλη ήταν για εκείνη διαφορετικά και στην αρχή δύσκολα. Οι ρυθμοί, οι αποστάσεις, πως όλα έπρεπε να προγραμματίζονται.
Οσο για τις σπουδές, έπρεπε να συνηθίσει πως πλέον δεν ήταν το… επίκεντρο. «Στο σχολείο ήμουν ουσιαστικά μόνη μου. Τώρα είμαι μία από τους 300. Εάν διαιρέσεις την προσοχή του καθηγητή δεν μου αντιστοιχεί ούτε το 0,5%», λέει γελώντας. Πέρα από την οικονομική βοήθεια, το ότι είναι υπότροφος του συγκεκριμένου προγράμματος την κάνει να νιώθει και μέρος μιας νέας ομάδας – όπως αυτής που είχε μεγαλώνοντας. «Είμαστε όλοι φοιτητές από ακριτικά νησιά. Ακόμη και εάν δεν βρισκόμαστε συχνά, υπάρχει μια άμεση σύνδεση. Ισως λόγω των κοινών βιωμάτων. Βλέπουμε τα πράγματα με τον ίδιο τρόπο. Εγώ τουλάχιστον νιώθω λιγότερο μόνη στην πόλη χάρη σε αυτό».
Την περασμένη Τρίτη έδινε μάθημα στη σχολή και συναντήθηκε με τον τεταρτοετή Μάριο Μάντζαρη, επίσης υπότροφο, από το Μεγανήσι. Τα τελευταία χρόνια έχει δώσει στη Μάλαμα διάφορες συμβουλές για τα μαθήματα, τη σχολή αλλά και για την πρακτική που είχε κάνει μέσω του προγράμματος υποτροφιών στην Boston Consulting Group (κορυφαία εταιρεία συμβούλων που στηρίζει το συγκεκριμένο πρόγραμμα, αναλαμβάνοντας μεταξύ άλλων και την αξιολόγηση των αιτήσεων). «Είναι τεράστια εμπειρία την οποία μόνοι μας δύσκολα θα μπορούσαμε να αποκτήσουμε», της είπε. Φέτος το καλοκαίρι ελπίζει και εκείνη να δουλέψει εκεί. Το ίδιο σημαντικό θεωρούν και τους μέντορες με τους οποίους συνδέεται ο κάθε υπότροφος. Ο Μάριος έχει τον Γιώργο Προβόπουλο, πρώην διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, με τον οποίο μιλάει συχνά για τις σπουδές του και ό,τι άλλο τον απασχολεί. «Χθες με κάλεσε για να με ρωτήσει πώς πάει η εξεταστική. Θα μιλήσουμε ξανά όταν τελειώσω για να συζητήσουμε για την πρακτική που θα κάνω το καλοκαίρι», μας είπε. Η Μάλαμα έχει μέντορα την Ευγενία Τζαννίνη, καθηγήτρια Δικαίου στο Πολυτεχνείο και ιδρυτικό μέλος του προγράμματος υποτροφιών. «Οι γονείς μου, αλλά και ο κύκλος μου στο νησί δεν έχουν καμία σχέση με το αντικείμενο των σπουδών μου. Το ότι μπορώ να απευθυνθώ σε εκείνη και να με συμβουλεύσει για την αγορά εργασίας είναι πραγματικά ανεκτίμητο», εξηγεί.
«Φροντίζω τα έξοδά μου να μην είναι πάνω από 150 ευρώ τον μήνα»
Για την Ειρήνη Πρασίνου από τη Δονούσα, ένα από τα έξι παιδιά της οικογένειας, η οικονομική στήριξη των σπουδών της (Φιλολογία στο ΕΚΠΑ) αποτέλεσε μια ανακούφιση. Ζει στην Αθήνα με τον αδερφό της και κάνει αυστηρό προγραμματισμό, ώστε τα έξοδά της να είναι γύρω στα 150 ευρώ τον μήνα. Το ίδιο και η Μάλαμα, ο Μάριος αλλά και τα υπόλοιπα παιδιά που μίλησαν στην «Κ». Ολοι τους προσπαθούν τα προσωπικά τους έξοδα να μην ξεπερνάνε τα 200 ευρώ τον μήνα, ώστε μαζί με το ενοίκιο και κάποιους λογαριασμούς να καλύπτονται από την υποτροφία. Εξηγούν πως σπάνια θα πάρουν καφέ απέξω ή φαγητό. Είτε μαγειρεύουν καθημερινά είτε τρώνε στη σχολή δωρεάν. Μετακινούνται με το φοιτητικό πάσο και με τις παρέες τους κυρίως μαζεύονται σε σπίτια.
Η υποτροφία, εξηγεί ο Βασίλης Μανουσάκης από τους Φούρνους που σπουδάζει στο Χημικό στην Καβάλα, πέρα από βοήθεια στην οικογένειά του, του επιτρέπει όσο σπουδάζει να μην εργάζεται και να παρακολουθεί τα μαθήματα απερίσπαστος. Εκείνος, αλλά και τα υπόλοιπα παιδιά έχουν επίσης χρόνο να ανακαλύψουν τις ευκαιρίες που τους δίνονται στις πόλεις: μουσεία, αρχαιολογικούς χώρους, θέατρα ή κινηματογράφοι. Ή ακόμη και να ταξιδέψουν εκτός Ελλάδας, κάτι που όσο ζούσαν στα νησιά τους ήταν δύσκολο (για κάποιους μόνο το να φύγουν από το νησί σήμαινε 10 ώρες ταξίδι). Ετσι, για παράδειγμα, ο Μάριος κατάφερε να βάλει στην άκρη κάποια χρήματα, έκανε μια αίτηση στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο και κέρδισε ένα φοιτητικό πάσο με το οποίο ταξίδεψε με τρένο σε όλη την Ευρώπη.
Η Ειρήνη επίσης εκμεταλλεύεται όλες τις επιλογές που της δίνει η ζωή στη μεγάλη πόλη, αλλά συνειδητοποιεί πως της λείπει το νησί της. «Δεν το περίμενα, αλλά τώρα καταλαβαίνω πόσο μοναδική είναι η Δονούσα. Πάντα τη θεωρούσα δεδομένη, συνηθισμένη, ίσως βαρετή, αλλά τελικά είναι μοναδική. Ξέρω πως θα ακουστεί οξύμωρο, αλλά στην Αθήνα, ειδικά το βράδυ, νιώθω πως είναι πιο… απόμερα. Στο νησί μας έχουμε τη θάλασσα, τα φώτα και εάν βγεις το βράδυ υπάρχουν 2-3 στέκια που όλοι είναι εκεί. Στη μεγάλη πόλη νιώθεις πιο μόνος». Η ίδια θα ήθελε να επιστρέψει εκεί, ίσως όχι αμέσως μετά τις σπουδές. αλλά εκεί φαντάζεται τη ζωή της.
Ο Μάριος σκέφτεται πως πλέον με τη δυνατότητα της απομακρυσμένης εργασίας ίσως θα μπορούσε να μείνει στο Μεγανήσι. Η Μάλαμα, παρότι και εκείνη αγαπάει τον τόπο της, δεν το σκέφτεται. Ονειρεύεται να ασχοληθεί με τη διοικητική λογιστική και ξέρει πως δεν μπορεί να το κάνει στον Αη Στράτη. Και οι γονείς της, που είναι τρίτη γενιά ψαράδων, την αποτρέπουν από το να γυρίσει.
«Θα ήταν σαν να πήγαινε χαμένη όλη η προσπάθεια που κάνω», εξηγεί. Η Μαρία Σβύνου που σπουδάζει Αρχαιολογία στη Θεσσαλονίκη, επίσης δεν σκέφτεται να επιστρέψει στο νησί της τη Νίσυρο. Επικοινωνεί όμως με παλιούς συμμαθητές, που επίσης σπουδάζουν σε διάφορα μέρη της Ελλάδας και με χαρά διαπίστωσε πως οι περισσότεροι επιθυμούν να επιστρέψουν. «Η αλήθεια είναι πως και για εμένα η Νίσυρος θα είναι πάντα το σημείο αναφοράς. Οταν επιστρέφω εκεί, θυμάμαι ποια ήμουν και ποια θα ήθελα να γίνω», καταλήγει.
34 υπότροφοι σε 5 χρόνια
Το πρόγραμμα «Θάλασσες αριστείας» (excellenseas) ξεκίνησε από μια ιδέα της Ευγενίας Τζαννίνη (δικηγόρος και επίκουρη καθηγήτρια Δικαίου στο Πολυτεχνείο) και της Pastra Cretonaxiosa, της κολυμβητικής ομάδας ανοιχτής θαλάσσης στην οποία ανήκει (το όνομα είναι εμπνευσμένο από τον Σωτήρη Πάστρα, πρωταθλητή κολυμβητή και προπονητή της ομάδας και την καταγωγή των μελών από Κρήτη και Νάξο). Η κ. Τζαννίνη, που είχε μεγαλώσει στη Νάξο, πάντα θυμόταν πως κάποιοι συμμαθητές της που είχαν αριστεύσει δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να πάνε στο πανεπιστήμιο. «Είναι παιδιά που έχουν κάνει αγώνα για να πάνε στο σχολείο. Μας κάνουν περήφανους που η ανάγκη για τη γνώση δαμάζει τις δυσκολίες του φουρτουνιασμένου Αιγαίου», είχε πει σε μια μικρή γιορτή στους Φούρνους το 2018.
Με την ομάδα της είχαν κολυμπήσει από το νησί της Θύμαινας, θέλοντας να τιμήσουν τους έξι μαθητές του λυκείου που καθημερινά με καΐκι διανύουν την απόσταση για να φθάσουν στο σχολείο. Την ίδια χρονιά κατάφεραν να απονείμουν την πρώτη υποτροφία στη μοναδική απόφοιτο στον Αη Στράτη. Σήμερα, πέντε χρόνια μετά, έχουν 34 υπότροφους που στηρίζονται οικονομικά από 21 εταιρείες και οργανισμούς.