Η Moody’s προχώρησε στην ιστορική απόφαση να αφαιρέσει την τελευταία αξιολόγηση «τριπλού Α» από τις ΗΠΑ, ακολουθώντας τα βήματα της S&P (2011) και της Fitch (2023). Η απόφαση αναμένεται να προκαλέσει αναταραχή στις αγορές, επηρεάζοντας αρνητικά τα ομόλογα του αμερικανικού Δημοσίου (Treasuries) και τις μετοχές στη Wall Street, καθώς και να πυροδοτήσει ανακατατάξεις στα παγκόσμια χαρτοφυλάκια που βασίζονται σε δολαριακά περιουσιακά στοιχεία.
Ο Λευκός Οίκος αντέδρασε έντονα, με τον επικεφαλής επικοινωνίας Στίβεν Τσέουνγκ να κατηγορεί τον οικονομολόγο Μαρκ Ζάντι της Moody’s Analytics ως «πολιτικά υποκινούμενο», αν και ο τελευταίος δεν συμμετείχε στη σύνταξη της έκθεσης αξιολόγησης.
Σύμφωνα με τη Moody’s, το δημοσιονομικό έλλειμμα των ΗΠΑ αναμένεται να αυξηθεί από 6,4% του ΑΕΠ το 2024 σε 9% το 2035, ενώ αυξάνονται και οι δαπάνες για τόκους λόγω της εκρηκτικής ανόδου του χρέους. Η απόφαση ήρθε σε μια περίοδο ευαισθησίας για τις αγορές, με τον δείκτη S&P 500 να έχει ανακάμψει κατά 20% από τις 8 Απριλίου, αλλά με εύθραυστη βάση λόγω των συνεχιζόμενων εμπορικών εντάσεων και της τρίμηνης εκεχειρίας στους δασμούς.
Ο Ντόναλντ Τραμπ, στην δεύτερη του προεδρική θητεία, έχει ήδη προκαλέσει πανικό στις αγορές ομολόγων με την επιβολή νέων δασμών, οδηγώντας σε πώληση χρέους αξίας 1 τρισεκατομμυρίου δολαρίων και εκτόξευση των επιτοκίων.
Ο επενδυτής Νταβίντε Σέρα (Algebris) χαρακτήρισε την υποβάθμιση ως «απολύτως λογική» και προειδοποίησε ότι η απόφαση της Moody’s ίσως να είναι η πιο σημαντική των επόμενων 3-5 ετών, καθώς ενδέχεται να οδηγήσει σε στροφή επενδυτών προς άλλες νομισματικές ζώνες και περιουσιακά στοιχεία εκτός δολαρίου.
Παρά την υποβάθμιση, η Moody’s διατήρησε το outlook «σταθερό», αναγνωρίζοντας τη μοναδική ανθεκτικότητα της αμερικανικής οικονομίας και τον κεντρικό ρόλο του δολαρίου ως παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος.
Ωστόσο, όπως επισημαίνουν ειδικοί, ο ψυχολογικός αντίκτυπος είναι μεγάλος και αποτελεί ένα «σοκ» που υπενθυμίζει την ανάγκη για σοβαρές δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις ώστε να διατηρηθεί η αξιοπιστία των ΗΠΑ στις αγορές.
Η σημασία της απώλειας
Η αφαίρεση της αξιολόγησης «ΑΑΑ» από τα αμερικανικά ομόλογα έχει συμβολική και πρακτική σημασία. Το δολάριο αποτελεί το θεμέλιο του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος και τα αμερικανικά ομόλογα θεωρούνται παραδοσιακά «risk-free assets» (τίτλοι χωρίς κίνδυνο). Η αμφισβήτηση αυτής της ασφάλειας μπορεί να οδηγήσει θεσμικούς επενδυτές (όπως κεντρικές τράπεζες και ασφαλιστικά ταμεία) να αναθεωρήσουν τη σύνθεση των χαρτοφυλακίων τους, μειώνοντας την έκθεσή τους στο δολάριο.
Παράλληλα, ενισχύεται το ενδιαφέρον για εναλλακτικά νομίσματα, όπως το ευρώ, το γιουάν, το φράγκο Ελβετίας ή ακόμη και το χρυσό.
Σε βάθος χρόνου, αυτό ενδέχεται να διαβρώσει το προνόμιο του δολαρίου ως παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος.
Η Ευρωζώνη θα μπορούσε να ωφεληθεί μεσοπρόθεσμα, αλλά με επιφυλάξεις. Στα θετικά; Το ευρώ αποκτά σχετική ελκυστικότητα ως εναλλακτικό αποθεματικό νόμισμα.
Οι ευρωπαϊκές αγορές ομολόγων και οι μετοχές υψηλής ποιότητας μπορεί να προσελκύσουν νέες ροές κεφαλαίων, ενώ εάν ενισχυθεί το ευρώ, μπορεί να συγκρατηθούν οι τιμές εισαγόμενων προϊόντων, βοηθώντας στον πληθωρισμό.
Στα αρνητικά, είναι πιθανός χρηματοοικονομικός αποσυντονισμός σε περίπτωση αναταραχής στις διεθνείς αγορές.
Σε αυτή την περίπτωση, οι ευρωπαϊκές εξαγωγές πλήττονται από μια ισχυροποίηση του ευρώ σε σχέση με το δολάριο.
Το πρόβλημα με τα επιτόκια
Θα υπάρχουν και επιπτώσεις στην παγκόσμια ανάπτυξη και εμπόριο. Η αμερικανική υποβάθμιση εντείνεται σε περιβάλλον ήδη ευάλωτο, λόγω επιτοκίων σε υψηλά 20ετίας, που κάνουν το δανεισμό ακριβό διεθνώς. Ακόμη είναι το θέμα νέων δασμών που έχει επιβάλει ο Τραμπ, διαταράσσοντας τις εμπορικές ισορροπίες και φρενάροντας τη ζήτηση.
Επομένως, μια συστημική απώλεια εμπιστοσύνης στα αμερικανικά ομόλογα θα μπορούσε να προκαλέσει εκτεταμένη αστάθεια στις αναδυόμενες αγορές, που εξαρτώνται από το δολάριο και τις ροές κεφαλαίων.
Η υποβάθμιση της Moody’s δεν αποτελεί απλώς τεχνική κίνηση, αλλά καμπανάκι κινδύνου για το παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα, την εποχή της γεωπολιτικής αστάθειας και του επαναπροσδιορισμού ισχύος. Η Ευρώπη μπορεί να επωφεληθεί, αλλά μόνο εάν ενισχύσει την οικονομική ενοποίηση και τη δημοσιονομική σταθερότητα. Κυρίως, θα πρέπει να αξιοποιήσει τη συγκυρία για προώθηση του ευρώ ως βιώσιμης εναλλακτικής