Εχθές στην HORECA, στο Συνέδριο του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδας, στο panel για την πρωτογενή παραγωγή, μίλησε ένας αξιοθαύμαστος φίλος ο Νικόλας Πιτταράς, ένας κτηνοτρόφος και τυροκόμος από την Νάξο, που παράγει μεταξύ άλλων μια πολυβραβευμένη Γραβιέρα υψηλής ωρίμανσης που έχει βραβευτεί ως το καλύτερο τυρί της χώρας.
Κείμενο: Δημήτρης Βασιλείου
Υποθέτω ότι γι αυτόν τον λόγο το ΞΕΕ τον κάλεσε, για να πει στους Έλληνες ξενοδόχους που ήταν στο ακροατήριο πως “Δημιουργούνται Ευκαιρίες, Ανάπτυξη και Συνοχή” εν προκειμένω με τον Πρωτογενή Τομέα και την Μεταποίηση.
1. Πριν πω κάτι γι αυτό θα ήθελα να διαβάσετε μια σύνοψη που αντέγραψα από μια ανάρτηση του Περιφερειάρχη Θεσσαλίας Δημήτρη Κουρέτα, που ασχολείται επαγγελματικά με τον πρωτογενή τομέα, όπου με βάση μελέτη της ΠΑΣΕΓΕΣ , η Ελλάδα παρουσιάζει αυτάρκεια σε συγκεκριμένα προϊόντα όπως:
– Οι βρώσιμες ελιές (615% επάρκεια, 88,3% εξαγωγές).
– Τα επιτραπέζια σταφύλια (322% επάρκεια, 74% εξαγωγές).
– Τα ακτινίδια (242% επάρκεια, 62% εξαγωγές).
– Η σταφίδα (209% επάρκεια, 57% εξαγωγές).
– Το ρύζι (171% επάρκεια, 51% εξαγωγές).
– Ελαιόλαδο (151% επάρκεια), το σκληρό σιτάρι (149% η επάρκεια, 10% της ζήτησης εισάγεται).
– η παραγόμενη ποσότητα υπερκαλύπτει την κατανάλωση σε δημητριακά (82%), φρούτα (128%), τυροκομικά (80%), αιγοπρόβειο γάλα (98%) , αυγά (91%) και τα πουλερικά (82%).
Πολύ χαμηλή αυτάρκεια υπάρχει στο μαλακό σιτάρι από το οποίο γίνεται το ψωμί (32%), στα όσπρια σε ποσοστό που κυμαίνεται στο 39%, και στο χοιρινό κρέας (38%).
Αντίθετα σε περίπτωση που οι εισαγωγές γίνονταν απαγορευτικές λόγω κόστους ή άλλους, θα μας έλειπαν:
– Οι φακές (παράγουμε 7.500 τόνους και εισάγουμε άλλες 10.000) – Το χοιρινό κρέας (παράγουμε 111.000 τόνους, καταναλώνουμε 290.000).
– Τα φασόλια (τρώμε 35.000 τόνους, εκ των οποίων σχεδόν οι 24.000 είναι εισαγωγής).
– Το μαλακό σιτάρι (από 1 εκατομμ. τόνους που απαιτείται για τον άρτον τον επιούσιον η Ελλάδα παράγει μόλις 350.000).
– Το βόειο κρέας (καταναλώνουμε 158.000 τόνους, μόλις 20.000 τόνοι παράγονται – επάρκεια περίπου 13%).
2. Επίσης να πω σε μια παράλληλη σύνδεση ότι οι αγρότες είναι στα μπλόκα, γιατί δεν βγαίνουν οικονομικά. Αυτό δεν είναι οικονομικό πρόβλημα – το πρόβλημα είναι αν οι υπόλοιποι κατανοούμε τι σημαίνει συστημικά και όχι μόνο οικονομικά να “μην βγαίνουν” οι αγρότες.
3. Επιπλέον στη Σαντορίνη οι μισοί κάτοικοι και οι λίγοι επισκέπτες έχουν φύγει, επί 10 ημέρες έχουμε σεισμούς και όλοι ανησυχούν για την τουριστική σεζόν, καθώς η Σαντορίνη, ένα από τα 2-3 τουριστικά τοπόσημα της χώρας, έχει 18.000 ξενοδοχειακές κλίνες και άλλες τόσες τουλάχιστον από τις “άλλες”, φέρνει 3,2 εκατομμ. τουρίστες κάθε σεζόν, και άρα πολλά χρήματα στην εθνική οικονομία.
Ισως να μην ασχολιόμουν ιδιαίτερα με τα θέματα αυτά και το συνδυασμό τους αν δεν παρατηρούσα μια σειρά ενδείξεων.
Το πρώτο ήταν η τρομερή ταπεινοφροσύνη του Νίκου, καθώς στις 2-3 φορές που πήρε το λόγο αναφέρθηκε στην ανάγκη συνεργασίας στα πλαίσια της κυκλικής οικονομίας του νησιού του, με τον ένα κλάδο να τροφοδοτείται από τον άλλο και όλοι μαζί να αναδεικνύουν τον τόπο τους. Ήμουν δίπλα του όταν στο τέλος πολλοί (ξενοδόχοι) ήρθαν να του δώσουν συγχαρητήρια για το πόσο καλά τα είπε και η σεμνή τελετή έλαβε τέλος.
Ωστόσο αυτό που δεν είπε ο Νίκος είναι ότι είναι από τα ελάχιστα κτηνοτροφεία της χώρας (αν όχι ο μόνος) που πιστοποιημένα ταϊζει τις κόρες του (αγελαδίτσες) με φυσικά τρόφιμα έχοντας πιστοποίηση μη μεταλλαγμένων ζωοτροφών στην παραγωγή και γενικώς η πρώτη μονάδα αγελάδων γαλακτοπαραγωγής στην Ελλάδα με πιστοποιητικό για την καλή μεταχείριση και την ευζωία των ζώων του, ότι κοιμάται κάποιες λίγες ώρες το μεσημέρι και κάποιες λίγες το βράδυ για να βλέπει τα παιδιά του (τα κανονικά) αλλά και να ταϊζει τα ζώα του και στις 3 το πρωί έχει πιάσει ήδη δουλειά, και γενικά έχει κάνει θυσίες και ρίσκα που οι μη-αγρότες της παρέας είναι απίστευτα δύσκολο να διανοηθούν για να φτάσουν να έχουν μια κάποια επιτυχία και αναγνώριση.
Οταν μάλιστα τον “μάλωσα” που ήταν πολύ ταπεινός και αυτό δεν βοηθά ο κόσμος να πάρει το μήνυμα της αξίας της αγροτικής παραγωγής, μου απάντησε ότι δεν μπορεί να μιλά για τον εαυτό του και αυτά που έχει πετύχει.
Και από αυτό καταλαβαίνω ότι ούτε οι ίδιοι οι αγρότες, τουλάχιστον αυτοί που αξίζουν, δεν έχουν καταλάβει την αξία τους ούτε και έχουν καταλάβει πόσο εμείς οι υπόλοιποι τους έχουμε ανάγκη. Εμείς σίγουρα δεν το έχουμε καταλάβει. Πρέπει επίσης να πω ότι τόσα χρόνια που παρακολουθώ τον Νικόλα, δεν έχω ακούσει ποτέ να πει ούτε έχω δει ποτέ να γράφει “που είναι το κράτος”.
Πιθανώς αυτές τις ημέρες να έχετε δει τι συμβαίνει με όλους τους υπόλοιπους που θεωρούν τον εαυτό τους το κέντρο του κόσμου και αμέσως έχουν την απαίτηση το κράτος να τους αποζημιώσει για κάθε διαφυγόν κέρδος, όπως ο συμπαθής κατά τα άλλα Πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου της Σαντορίνης και πολλοί άλλοι κλάδοι από αρκετά μέρη της χώρας.
Νομίζω ότι απλά μερικά πράγματα τα έχουμε βάλει σε λάθος “ζύγι”.
Καλός είναι ο τουρισμός και τα χρήματα (του τουρισμού αλλά και γενικώς), υπάρχει όμως ένα θέμα αν έχουμε αξιολογήσει σωστά τις θυσίες πολλών από τους μικρομεσαίους αγρότες που είναι “υπεύθυνοι” για το καθημερινό μας τραπέζι και που χωρίς την υποστήριξή τους στο άμεσο μέλλον κάποια τρόφιμα – και όχι μόνο στην Ελλάδα – δεν θα είναι καν διαθέσιμα.
Και είναι πρωτίστως φιλοσοφική στρέβλωση αλλά και στρατηγική εκτροπή μακροπρόθεσμα η διαπίστωση του Προέδρου του ΞΕΕ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης Ξενοδοχείων και Εστίασης (Hotrec), ότι στη Γαλλία, τη μητέρα γη της Γαστρονομίας, από τα 40 δις τζίρο της εστίασης που χρησιμοποιεί όλων των ειδών τα τρόφιμα, τα 17 δις αφορούν σε fast-food, που βασικά δεν χρησιμοποιούν καν τρόφιμα.
Γενικά δεν είναι καλό πράγμα να παρακαλάνε οι αγρότες και να απαιτούν οι έμποροι και οι ξενοδόχοι (και όλοι οι άλλοι των υπηρεσιών). Προφανώς το πράγμα ξεκινάει από το γεγονός ότι κάποια στιγμή θεωρήσαμε δεδομένο, αυτονόητο και “κεκτημένο” ότι μπορούμε και πρέπει να κάνουμε δουλειές που “δεν λερώνουμε τα χέρια μας” – και προφανώς γι αυτό και οι πρώτοι που έφυγαν από τη Σαντορίνη ήταν οι κτίστες που ήταν εκεί για να δουλέψουν στις εργασίες και προετοιμασίες πριν ανοίξει η σεζόν και που οι συντριπτικά περισσότεροι δεν ήταν Έλληνες.
Στην αγροτική παραγωγή όμως η υποκατάσταση είναι πολύ πιό δύσκολη – σταδιακά απλά δεν θα υπάρχει καθόλου. Και θα μείνουν μόνο τα ατέλειωτα στρέμματα σόγιας και καλαμποκιού που οι διεθνείς κολοσσοί καλλιεργούν στην νέες εκτάσεις της Αφρικής, με πλήρως αυτοματοποιημένη συγκομιδή που επιτρέπει η “εξέλιξη” της τεχνολογίας.
Και επειδή στις Κυκλάδες είναι μερικά νησιά που λατρεύω έχω και απάντηση για το τι προτιμώ τουλάχιστον συγκριτικά. Η Νάξος έχει κάτω από τις μισές κλίνες της Σαντορίνης (7.300 ξενοδοχειακές και συγκριτικά πολύ λιγότερες από τις άλλες), αλλά έχει έναν από τους σημαντικότερους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς της χώρας, με 4.000 τόνους πατάτας (ετησίως), ενώ στο νησί “κατοικούν” 100.000 προβατίνες και κατσίκες, και 4.000 αγελάδες, που παράγουν 12.000 τόνους αγελαδινού και 1.500 αιγοπρόβειου γάλακτος, που στην πλειοψηφία τους γίνονται τυρί (3.000 τόνους γάλακτος κάνει μόνο το τυροκομείο του Νικόλα, από αγελάδες που ταϊζονται μόνο από τροφή δικής του καλλιέργειας).
Το πρόβλημά μου δεν είναι ότι δεν θα έχουμε φέτος όλους τους τουρίστες που μπορεί να καλύψει η Σαντορίνη, αλλά ότι η Νάξος και ειδικά η Πάρος των παιδικών μου χρόνων γίνονται “Σαντορίνη” με καλπάζοντα ρυθμό.
Μπλε.