Με ένα ενισχυμένο πακέτο ανταποδοτικών τελών, που θα φθάνει απευθείας στην «τσέπη» των δημοτών, απαντάει το ΥΠΕΝ στις αντιδράσεις που εκδηλώνονται από άκρη σε άκρη της χώρας στην εγκατάσταση ανεμογεννητριών. Αν και στη χώρα δεν υπάρχει αιολικό πάρκο που να εγκαταστάθηκε χωρίς να προκαλέσει αντιδράσεις, το τελευταίο διάστημα η πολεμική κατά των ανεμογεννητριών έχει αναζωπυρωθεί, υποκινούμενη και από την αναπαραγωγή επιστημονικοφανών ειδήσεων, κυρίως από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και το συνολικότερο κλίμα συνωμοσιολογίας, που κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος στην ελληνική κοινωνία. Οι ανεμογεννήτριες ενοχοποιούνται για τις πυρκαγιές, για τη βροχή που δεν πέφτει, αλλά και για την άνοδο της θερμοκρασίας του περιβάλλοντος.
Στο ΥΠΕΝ, που έχει και την ευθύνη χάραξης της ενεργειακής στρατηγικής της χώρας, επικρατεί μια άλλη άποψη για τις ΑΠΕ και τις ανεμογεννήτριες και αναλαμβάνει δράση ενάντια σ’ αυτή την πολεμική.
«Οι ΑΠΕ είναι το μόνο μας διαβατήριο για εθνική ενεργειακή ανεξαρτησία και χαμηλές τιμές και όταν τις εμποδίζουμε πυροβολούμε τα πόδια μας. Οταν εμποδίζουμε τις ΑΠΕ, είναι σαν να στέλνουμε έναν ακριβό λογαριασμό στο σπίτι μας», δήλωνε ο αρμόδιος υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θόδωρος Σκυλακάκης στη Βουλή και στη συζήτηση σχετικού νομοσχεδίου, απευθυνόμενος σε βουλευτές της αντιπολίτευσης.
Περνώντας από τα λόγια στα έργα, η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ καταρτίζει ένα νέο πλαίσιο ανταποδοτικών τελών για επενδύσεις σε αιολικά πάρκα, που θα το παρουσιάσει «πακέτο» με το χωροταξικό σχέδιο για τις ΑΠΕ μέσα στον Φεβρουάριο. Στόχος είναι να επιταχυνθεί η υλοποίηση μεγάλων έργων ώστε να επέλθει μια ισορροπία του μείγματος φωτοβολταϊκών – αιολικών, συνθήκη που θα διευρύνει τη ζώνη των χαμηλών τιμών ρεύματος στη χονδρεμπορική αγορά πέραν των μεσημεριανών ωρών που παράγουν τα φωτοβολταϊκά και παράλληλα θα περιορίσει τις περικοπές πράσινης ενέργειας.
Η συνολική εγκατεστημένη ισχύς των ΑΠΕ στο τέλος του 2024 έφθασε τα 5,5 GW και με τα έργα που είναι υπό κατασκευή αναμένεται να φθάσει τα 6,5 GW το 2025. Αντίστοιχα η εγκατεστημένη ισχύς των φωτοβολταϊκών έφθασε τα 8,5 GW, τεχνολογία που «έτρεξε» με μεγάλες ταχύτητες τα τελευταία χρόνια κυρίως λόγω χαμηλού κόστους, με το ΥΠΕΝ να επιδιώκει επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης των φωτοβολταϊκών και επιτάχυνση των αιολικών.
Στο πλαίσιο αυτό, με τη συνδρομή του ΑΔΜΗΕ, προχωράει σε μια πλήρη καταγραφή των ώριμων και μεγάλων αιολικών έργων ανά τη χώρα και σε παράλληλη καταγραφή των αντιδράσεων, ώστε να αναλάβει πρωτοβουλίες για την κάθε περίπτωση ξεχωριστά. Το νέο πακέτο αντισταθμιστικών που προετοιμάζει θα αφορά όλα τα νέα έργα αιολικών πάρκων και όπως δηλώνει στην «Καθημερινή» ο κ. Σκυλακάκης θα κινείται στη λογική του άμεσου οφέλους του δημότη. «Μεγαλύτερη συμμετοχή του δημότη στα έσοδα και προσπάθεια να καταβάλλονται όσο γίνεται νωρίτερα», τονίζει ο υπουργός. Στο τραπέζι έπεσαν προτάσεις και για δωρεάν ρεύμα στους κατοίκους των δήμων που φιλοξενούν ανεμογεννήτριες, κάτι που τελικά διαπιστώθηκε ότι μπορεί να προχωρήσει σε περιοχές με μεγάλο αριθμό ανεμογεννητριών και σε κάθε περίπτωση σε συνδυασμό με ένα πλαφόν κατανάλωσης, που να καλύπτει τις ανάγκες των νοικοκυριών χωρίς να οδηγεί σε υπερκατανάλωση.
Σήμερα το θεσμοθετημένο ανταποδοτικό τέλος αντιπροσωπεύει το 3% του ετήσιου τζίρου για κάθε αιολικό πάρκο. Το ήμισυ περίπου αυτού του ποσού κατευθύνεται στους δήμους για την κατασκευή τοπικών έργων και το υπόλοιπο πιστώνεται στους λογαριασμούς ρεύματος των δημοτών. Στους σχεδιασμούς του ΥΠΕΝ είναι η αύξηση αυτού του ποσοστού και η απόδοσή του στους δημότες απευθείας μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας που θα συσταθεί και όχι ως πίστωση στον λογαριασμό ρεύματος. Το ΥΠΕΝ φέρεται να εξετάζει και δυνατότητες καταβολής του ποσού νωρίτερα από την έναρξη λειτουργίας του έργου, ώστε να αποτελέσει ισχυρότερο κίνητρο για την αποδοχή των επενδύσεων. Η πλευρά της αιολικής βιομηχανίας εμφανίζεται επιφυλακτική ως προς τον χρόνο καταβολής του ανταποδοτικού τέλους, αλλά εκτιμά ότι το συνολικό πακέτο είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Πολύ θετικά βλέπει την άμεση καταβολή των εσόδων από το τέλος στους δημότες, επισημαίνοντας ότι ο τρόπος που λειτούργησε μέχρι πρότινος το σύστημα ανταποδοτικών τελών έχει κλονίσει την αξιοπιστία του κλάδου.
Αναφέρουν ως παράδειγμα, ότι ενώ ο νόμος ορίζει ότι οι δήμοι υποχρεωτικά και αποκλειστικά θα χρησιμοποιούν τους πόρους από το ανταποδοτικό τέλος για την εκτέλεση περιβαλλοντικών δράσεων, έργων ανάπτυξης και κοινωνικής υποστήριξης, κατά προτεραιότητα στα όρια των δημοτικών κοινοτήτων που φιλοξενούν αιολικά, ελάχιστοι δήμοι έχουν χρησιμοποιήσει αυτά τα ποσά για τέτοια έργα. Τα τελευταία χρόνια με ειδική τροπολογία το υπουργείο Εσωτερικών επιτρέπει στους δήμους να κάνουν αυτά τα λεφτά ό,τι επιθυμούν και τους απαλλάσσει από την υποχρέωση των έργων, με αποτέλεσμα να καλύπτουν αναλώσιμα, ακόμη και μισθοδοσίες υπαλλήλων. Το δικαίωμα αυτό δόθηκε για πρώτη φορά το 2022 με ορίζοντα ισχύος έως και το 2025.
Ο κλάδος, πάντως, σύμφωνα με τα όσα δηλώνει στην «Κ» ο γενικός διευθυντής της ΕΛΕΤΑΕΝ Παναγιώτης Παπασταματίου, δεν θεωρεί τις αντιδράσεις στρατηγικό πρόβλημα, όπως αντίστοιχα τη γραφειοκρατία των αδειοδοτήσεων, προετοιμάζεται ωστόσο να αναλάβει και ο ίδιος δράση μέσω μιας νέας καμπάνιας. «Από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 δεν υπήρξαν πολλά αιολικά πάρκα που δεν αντιμετώπισαν αντιρρήσεις ή αντιδράσεις πριν από την κατασκευή τους.
Σπάνια όμως αυτό οδήγησε στην ακύρωση επενδύσεων όταν αυτές είχαν σχεδιαστεί και αδειοδοτηθεί με άρτιο τρόπο. Μάλιστα, στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων, οι αντιδράσεις εξαφανίζονταν μετά την έναρξη λειτουργίας των έργων, όταν οι τοπικές κοινωνίες αντιλαμβάνονταν ότι οι ανησυχίες τους ήταν υπερβολικές ή και τελείως αβάσιμες», δηλώνει ο κ. Παπασταματίου. Δεν πρέπει όμως να εφησυχάζουμε, συμπληρώνει και υπογραμμίζει: «Ο αιολικός κλάδος, ο επιστημονικός κόσμος και πρωτίστως η πολιτεία οφείλουν να ενημερώνουν και να συνομιλούν εξαντλητικά με τις τοπικές κοινωνίες και να σέβονται τις ειλικρινείς και εύλογες ανησυχίες τους. Οφείλουν παράλληλα να απαντούν συστηματικά σε όλα τα ψεύδη και τις απίθανες θεωρίες συνωμοσίας που διακινούνται ενάντια στην αιολική ενέργεια, διότι το διακύβευμα είναι σημαντικό: εάν τα fake news εδραιωθούν, θα υπονομεύσουν τη φθηνή, εγχώρια και καθαρή ενέργεια και την ενεργειακή ανεξαρτησία της πατρίδας μας».