Τι σημαίνει να είσαι γιατρός στην άγονη γραμμή; Πόσες φορές αλήθεια έχετε ακούσει αυτή την ερώτηση; Τι απάντηση την γνωρίζουμε; Ερχεται μέσα από μία έρευνα που πραγματοποίησε ένα δικό μας … κορίτσι. Εργάζεται στη Νάξο, στο Νοσοκομείο – Κέντρο Υγείας, βρέθηκε εδώ το 2016 όταν ήρθε ως αγροτικός και το ερωτεύτηκε.
Μέσα από την έρευνα της Αννα – Μαρίας Κεφάλα (σ.σ. η πρώτη παρουσίαση στην Αυστραλία πριν από μερικούς μήνες) επαγγελματίες της Υγείας μιλούν για υποστελέχωση, ελλείψεις ιατροφαρμακευτικού εξοπλισμού και απουσία κινήτρων παραμονής. Ακόμα και το 33% των υγειονομικών με εντοπιότητα δήλωσε ότι θα συνεχίσει στο νησί, αλλά θα αναζητήσει εργασία στον ιδιωτικό τομέα..
Η εφημερίδα “Καθημερινή” εξασφάλισε μέρος της έρευνας και την παρουσίασε χθες Μεγάλη Παρασκευή μέσω της ιστοσελίδας της…
Οταν το 2016 η Αννα Μαρία Κεφάλα επέλεξε να κάνει το αγροτικό της στη Νάξο αντιλήφθηκε τον βαθμό δυσκολίας και τις προκλήσεις που συνοδεύουν μία τέτοια επιλογή. Οι συνθήκες διαβίωσης, τα υψηλά έξοδα διατροφής και η έλλειψη κατοικιών σε τιμές που να ανταποκρίνονται στις μισθολογικές απολαβές των επαγγελματιών υγείας είναι, όπως αναφέρει, μερικές μόνο από τις δυσκολίες που συνάντησε τόσο η ίδια όσο και οι συνάδελφοί της που επιλέγουν να εργασθούν σε άγονα νησιά.
«Επιστρέφοντας ως ειδικός πλέον στα νησιά συνέχισα να βλέπω τις ελλείψεις και τους λόγους που ωθούν υγιειονομικούς να αποχωρήσουν από άγονα μέρη, παρόλο που τα έχουν αγαπήσει και παρόλο που θέλουν να προσφέρουν σε αυτά τις υπηρεσίες και τις γνώσεις τους», λέει στην «Κ» η κ. Κεφάλα, επιμελήτρια Β’ Γενικής/Οικογενειακής Ιατρικής στο Γενικό Νοσοκομείο-Κέντρο Υγείας Νάξου από τον Οκτώβριο του 2022. Βασισμένη σε αυτή την εμπειρία, αποφάσισε να διεξαγάγει μια έρευνα, με τίτλο «Εκτίμηση των πεποιθήσεων των επαγγελματιών υγείας στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, σχετικά με τις εργασιακές τους επιλογές: μια ποιοτική μελέτη εστίασης σε άγονες νησιωτικές περιοχές» που αποτέλεσε και τη διπλωματική της.
Πρόσφατα, η έρευνά της δημοσιεύθηκε στο ιατρικό περιοδικό Healthcare, ανοίγοντας τη συζήτηση γύρω από τα ζητήματα που απασχολούν τους ιατρούς, τους νοσηλευτές και το υπόλοιπο υγειονομικό προσωπικό που εργάζονται στα άγονα νησιά, κυρίως των Κυκλάδων.
Στην Ελλάδα, βάσει των τελευταίων στατιστικών δεδομένων από την Παγκόσμια Τράπεζα, το 2021 ο πληθυσμός που κατοικούσε σε άγονες περιοχές αποτελούσε το 19,96% του συνολικού πληθυσμού. Σύμφωνα με την Υπουργική Απόφαση Υ10α/Γ.Π. οικ.60934/8-7-14 ως άγονες και προβληματικές χαρακτηρίζονται περιοχές που έχουν γεωγραφικές, κοινωνικές, συγκοινωνιακές και οικονομικές ιδιαιτερότητες.
Ανισοκατανομή του υγειονομικού προσωπικού
Μέσα από την έρευνά της αναδεικνύεται τόσο το ζήτημα της υποστελέχωσης των δομών υγείας σε απομακρυσμένα μέρη όσο και το εργασιακό στρες που προκύπτει από την ανάγκη ανάληψης αυξημένων ευθυνών. «Οι επαγγελματίες υγείας που συμμετείχαν στην έρευνα τόνισαν το ζήτημα της έλλειψης προσωπικού που οδηγεί σε μία σειρά από προβλήματα. Η έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού οδηγεί σε υπέρβαση καθηκόντων, συνεχή ετοιμότητα, αυξημένο φόρτο εργασίας παρά τη μειωμένη προσέλευση κατά τους χειμερινούς μήνες και σε αυξημένο αίσθημα ευθύνης και εργασιακό στρες». Οπως τονίζει η κ. Κεφάλα, η ανισοκατανομή υγειονομικού προσωπικού είναι μία πραγματικότητα για την Ελλάδα. Συγκεκριμένα στην Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου στην οποία υπάγεται ο Νομός Κυκλάδων, το 2021 υπήρχαν 37,8 ιατροί ανά 10.000 κατοίκους (2%) ενώ στην Περιφέρεια Αττικής 81,2 ιατροί ανά 10.000 κατοίκους (45,6%).
Σύμφωνα με την κ. Κεφάλα, η Ελλάδα είναι από τις χώρες με τα μεγαλύτερα ποσοστά ανικανοποίητων αναγκών υγείας στην Ευρώπη λόγω απόστασης ή μεταφοράς ανά επίπεδο αστικοποίησης. «Το 2014, 13,1% των κατοίκων αγροτικών και νησιωτικών περιοχών ανέφεραν ακάλυπτες ανάγκες λόγω απόστασης ή μεταφοράς ενώ ο μέσος όρος της Ευρωπαϊκής Ενωσης ήταν 4,5%. Το 2021, το ποσοστό ακάλυπτων αναγκών υγείας σε άγονες περιοχές ήταν λίγο πάνω από 15% για ηλικίες άνω των 65 ετών (το δεύτερο ψηλότερο στην Ευρώπη) και 3% για ηλικίες 16-64. Τα αντίστοιχα ποσοστά στην Ευρωπαϊκή Ενωση είναι περίπου 4% για ηλικίες άνω των 65 και 2% για ηλικίες 16-64».
Τέσσερις στους 10 θέλουν να παραμείνουν στο νησί
Τα ζητήματα υποστελέχωσης, σε συνδυασμό με ελλείψεις ιατροφαρμακευτικού εξοπλισμού, διαγνωστικών μέσων, ειδικών ιατρών προς εξειδικευμένη περίθαλψη και συνεχών αλλαγών στο εργασιακό περιβάλλον αποθαρρύνουν υγειονομικούς να εργασθούν και να παραμείνουν σε δομές υγείας σε απομονωμένα μέρη. Παρ’ όλα αυτά, ο μέσος όρος των απαντήσεων στην ερώτηση που τέθηκε ως προς την ικανοποίηση των υγειονομικών από την επιλογή εργασίας τους σε άγονη δομή με κλίμακα από 1 (καθόλου ικανοποιημένοι) έως 10 (πλήρως ικανοποιημένοι), ήταν 7,19. Οι υγειονομικοί που συμμετείχαν στην έρευνα εστίασαν επίσης στην έλλειψη ικανοποιητικών κινήτρων εγκατάστασης, εργασίας και παραμονής και αναφέρθηκαν στο ζήτημα των επιστημονικών περιορισμών. Το 44% δήλωσε ότι επιθυμεί να παραμείνει στη δομή και το νησί, ενώ το 25% δήλωσε ότι επιθυμεί να παραμείνει στο νησί αλλά να αποχωρήσει από τη δομή. Το 100% των υγειονομικών με εντοπιότητα (6 στον αριθμό) δήλωσε ότι θα παραμείνει στο νησί, με το 33% αυτών ωστόσο να σκοπεύει να αποχωρήσει από τη δημόσια δομή ΠΦΥ αναζητώντας εργασία στον ιδιωτικό τομέα.
Τζουγαννάτου: “Η μοριοδότηση είναι ιδιαίτερα βοηθητική σε διεκδίκηση μόνιμων θέσεων”
Για την κ. Ελένη Μαρία Τζουγαννάτου, που έχει συνεισφέρει στην έρευνα και έχει και η ίδια εμπειρία ως γιατρός στο Γενικό Νοσοκομείο – Κέντρο Υγείας της Νάξου, σημαντικό κίνητρο που ξεχωρίζει για τους υγειονομικούς αποτελεί η επιπλέον μοριοδότηση που δίνουν οι θέσεις εργασίας σε άγονες δομές. «Η μοριοδότηση είναι ιδιαίτερα βοηθητική σε διεκδίκηση μόνιμων θέσεων αλλά και στην ανέλιξη στις διάφορες βαθμίδες στο ΕΣΥ. Ενας δεύτερος παράγοντας είναι ο καλύτερος μισθός και τα διάφορα επιδόματα που συνοδεύουν αυτές τις θέσεις». Υπάρχουν βεβαίως και οι συναισθηματικοί λόγοι που κατά τη γνώμη της έχουν μεγαλύτερη επίδραση στην απόφαση των υγιειονομικών να εργασθούν σε άγονες περιοχές. «Αυτοί περιλαμβάνουν την εντοπιότητα, καθώς άτομα που κατάγονται ή έχουν μεγαλώσει σε άγονες περιοχές, είναι πιο πιθανόν μετά την ολοκλήρωση των σπουδών τους σε αντικείμενο υγειονομικού ενδιαφέροντος να επιστρέψουν στην άγονη περιοχή. Επιπλέον λόγος είναι η επιθυμία του ατόμου να ζει και να εργάζεται μακριά από το αστικό περιβάλλον και τους φρενήρεις ρυθμούς της πόλης, αλλά και την επιθυμία να προσφέρει τις υπηρεσίες του σε ανθρώπους που τις χρειάζονται και δεν έχουν πρόσβαση σε μεγαλύτερες δομές υγείας».
Καπέλλας: Μεγαλύτερο το κόστος ζωής
Το ζήτημα της στέγασης είναι μία αρκετά μεγάλη πρόκληση όταν κάποιος αποφασίζει να εγκατασταθεί και να εργασθεί σε ένα άγονο νησί των Κυκλάδων. Αν κάποιος υγειονομικός δεν έχει εντοπιότητα, τότε είναι πραγματικά δύσκολο να βρει κατοικία σε λογική τιμή συγκριτικά με τις απολαβές του. Ο κ. Νίκος Καπέλλας, που έχει εργασθεί στο Πολυδύναμο Περιφερειακό Ιατρείο Δονούσας, σχολιάζει με τη σειρά του ότι τα έξοδα για τους υγειονομικούς των άγονων νησιών είναι υψηλότερα σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό. «Ισως πολλοί θεωρούν ότι οι υγειονομικοί που εργάζονται στις άγονες νησιωτικές περιοχές έχουν οικονομικά κίνητρα. Ναι μεν ο μισθός είναι υψηλότερος, αλλά και τα έξοδα βιοπορισμού, όπως σίτιση και στέγαση, είναι δυσανάλογα μεγαλύτερα. Ειδικά η στέγαση αποτελεί τεράστιο πρόβλημα για τους υγειονομικούς που εργάζονται σε νησιωτικές περιοχές. Τα διαθέσιμα ακίνητα για μακροχρόνια μίσθωση είναι περιορισμένα και τα υπόλοιπα αποτελούν παραθεριστικά καταλύματα. Αυτό οδηγεί φυσικά σε μεγάλες ελλείψεις στέγασης αποθαρρύνοντας τη μετακίνηση στην άγονη γραμμή».
Σε προσωπικό επίπεδο, οι λόγοι που επηρεάζουν αρνητικά την απόφαση επαγγελματιών υγείας τόσο να εγκατασταθούν και να εργασθούν, όσο και να παραμείνουν σε απομονωμένες ελληνικές νησιωτικές περιοχές, αλλά και σε μικρά και απομονωμένα μέρη ανά τον κόσμο, είναι, σύμφωνα με την κ. Κεφάλα, το αίσθημα της απομόνωσης, η απόστασή τους από το στενό οικογενειακό και φιλικό τους περιβάλλον και οι περιορισμένες επιλογές ψυχαγωγίας και εκπαίδευσης. «Βέβαια η ποιότητα ζωής, οι στενοί δεσμοί που αναπτύσσονται με την κοινότητα και το αίσθημα προσφοράς φροντίδας σε κατοίκους άγονων περιοχών, πολλές φορές αντισταθμίζουν τις λοιπές υπάρχουσες προκλήσεις», προσθέτει η Αννα Μαρία Κεφάλα, καθώς ετοιμάζεται για την επόμενη εφημερία της στο νοσοκομείο της Νάξου.