Την ανακήρυξη δύο νέων, εκτεταμένων θαλάσσιων πάρκων, ένα στο Αιγαίο και ένα στο Ιόνιο, προετοιμάζει η ελληνική κυβέρνηση ενόψει της διοργάνωσης στην Ελλάδα του 9ου διεθνούς συνεδρίου για τους ωκεανούς (Our Ocean Conference) στις 15-17 Απριλίου. Το πρώτο θα περιλαμβάνει έντεκα συμπλέγματα ακατοίκητων νησιών και βραχονησίδων –έχουν χαρακτηριστεί «τα ελληνικά Γκαλάπαγκος», ως θησαυροί βιοποικιλότητας– από τα δυτικά της Μήλου έως τη Νίσυρο. Και το δεύτερο θα περιλαμβάνει μια εκτεταμένη θαλάσσια περιοχή που θα ξεκινάει βόρεια της Κεφαλονιάς και θα καταλήγει στα Κύθηρα και στα Αντικύθηρα.
Πιο συγκεκριμένα, η πρόταση που βρίσκεται στα τελικά στάδια επεξεργασίας αφορά τα εξής:
• Πάρκο Αιγαίου. Θα περιλαμβάνει περί τις 45 ακατοίκητες βραχονησίδες και τις θαλάσσιες ζώνες τους. Θα ξεκινάει από τη Βελοπούλα και τη Φαλκονέρα στα δυτικά της Μήλου και θα φθάνει ανατολικά μέχρι τις νησίδες γύρω από τη Νίσυρο. Οι μεγαλύτερες από τις νησίδες που θα περιλαμβάνει, εκτός από τη Βελοπούλα και τη Φαλκονέρα, είναι η Σύρνα, το Ανυδρο και τα Χριστιανά. Οι νησίδες αυτές θεωρούνται ιδιαίτερα σημαντικές από τους βιολόγους καθώς, λόγω της φυσικής γεωγραφικής τους απομόνωσης, είναι πυρήνες βιοποικιλότητας και μάλιστα πολλά από τα είδη που ζουν σε αυτές είναι ενδημικά. Ειδικά για τον ενδημισμό έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια πολλές εξειδικευμένες μελέτες (που περιλαμβάνουν και DNA, για να εντοπίσουν τοπικές διαφοροποιήσεις σε είδη).
• Πάρκο Ιονίου. Θα ξεκινάει από την περιοχή βόρεια της Κεφαλονιάς και της Ιθάκης, από τις νησίδες Αρκούδι και Ατοκος (δεν είναι γνωστό αν θα περιλαμβάνει και τις Εχινάδες νήσους), και θα περιλαμβάνει τη θαλάσσια ζώνη όλης της δυτικής και νοτιοδυτικής Πελοποννήσου, φθάνοντας μέχρι τα Κύθηρα και τα Αντικύθηρα. Πρόκειται για ένα σημαντικό τμήμα της ελληνικής τάφρου, περιοχή που είναι γνωστή για την παρουσία απειλούμενων κητωδών.
Η ανακήρυξη αυτών των δύο θαλάσσιων πάρκων, εκτός από σημαντική πολιτικά (όλες οι χώρες που φιλοξενούν ανάλογα περιβαλλοντικά συνέδρια προχωρούν σε κάποια εντυπωσιακή κίνηση, ώστε να την ανακοινώσουν από το βήμα του συνεδρίου), είναι σημαντική και περιβαλλοντικά, καθώς θα οδηγήσει στην κάθετη αύξηση των θαλάσσιων περιοχών Natura 2000 στην Ελλάδα (σήμερα περίπου το 20% των εθνικών υδάτων). Ταυτόχρονα θα προστατεύσει οριστικά τις ακατοίκητες νησίδες και βραχονησίδες, κάποιες από τις οποίες είχαν βρεθεί τα προηγούμενα χρόνια στο επίκεντρο επενδυτικών σχεδίων που θα ήταν καταστροφικά για τη φύση τους (λ.χ. αιολικά πάρκα).
Δύο ζητήματα
Υπάρχουν όμως και δύο «αλλά». Το πρώτο αφορά το κατά πόσο συνδυάζεται ένα θαλάσσιο πάρκο με τη σχεδιαζόμενη εξόρυξη στον Κυπαρισσιακό κόλπο. Στο «οικόπεδο 10» έχουν ολοκληρωθεί οι σεισμικές έρευνες και αξιολογούνται τα αποτελέσματά τους ώστε να προχωρήσει η ερευνητική γεώτρηση. Αν τελικώς το συγκεκριμένο θαλάσσιο πάρκο θεσπιστεί, τότε αυτό συνεπάγεται ένα από δύο ενδεχόμενα: είτε πρόκειται για greenwashing της εξόρυξης, που όπως όλες οι εξορύξεις στη χώρα μας έχουν δεχθεί ισχυρή κριτική από τις περιβαλλοντικές οργανώσεις, είτε πρόκειται για «στρίβειν διά της προστασίας», δηλαδή προάγγελο εγκατάλειψης της εξόρυξης.
Το δεύτερο ζήτημα αφορά την ουσία της διαχείρισης των θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών. Δεν αρκεί η Ελλάδα να θεσπίσει ένα πλαίσιο απαγορεύσεων και επιτρεπόμενων χρήσεων για την προστασία των πάρκων αυτών. Θα πρέπει να προβλεφθεί με ποιο τρόπο θα γίνεται η επιτήρησή τους από τον ΟΦΥΠΕΚΑ (οργανισμός για τις προστατευόμενες περιοχές), με τι προσωπικό και με τι (θαλάσσια ή άλλα) μέσα θα πραγματοποιείται ο έλεγχος. Η περίπτωση του Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Αλοννήσου και Βορείων Σποράδων έχει αναδείξει τις σοβαρές δυσκολίες επιτήρησης εκτεταμένων θαλάσσιων περιοχών λόγω έλλειψης προσωπικού, πόρων για καύσιμα για τα σκάφη κ.ο.κ. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2019 είχε βρεθεί πολύ μεγάλη ποσότητα ναρκωτικών στη νησίδα Πιπέρι (ζώνη απόλυτης προστασίας του πάρκου), αλλά η σύλληψη των δραστών δεν κατέστη δυνατή καθώς, όταν καταδιώχθηκαν από το Λιμενικό, οι δράστες είχαν πολύ ισχυρότερα σκάφη και διέφυγαν στα διεθνή ύδατα…
Κινητοποίηση για την ελληνική θαλάσσια πανίδα
Ενα εξαετές ευρωπαϊκό πρόγραμμα LIFE που θα ασχοληθεί με την καταγραφή και προστασία εννέα εμβληματικών, αλλά και ευάλωτων ειδών της ελληνικής θαλάσσιας πανίδας ξεκίνησε τις δράσεις του πριν από λίγες ημέρες. Στο πρόγραμμα συμμετέχουν σημαντικά εκπαιδευτικά και ερευνητικά ιδρύματα και περιβαλλοντικές οργανώσεις, που τα επόμενα χρόνια θα ασχοληθούν με την καταγραφή των πληθυσμών και την αποτύπωση των πιέσεων που δέχονται.
Το πρόγραμμα ονομάζεται «LIFE MareNatura – διατήρηση ειδών της θαλάσσιας μεγαπανίδας σε Ελλάδα και Ιταλία», έχει προϋπολογισμό 11 εκατ. ευρώ και τυπικά ξεκίνησε το καλοκαίρι του 2023, με διάρκεια έως το 2029. Μετά μια σύντομη περίοδο προετοιμασίας, οι πρώτες εργασίες πεδίου άρχισαν πριν από λίγες ημέρες. «Είναι το μεγαλύτερο πρόγραμμα για τη θαλάσσια βιοποικιλότητα στην Ελλάδα, το οποίο έχει στόχο την αποτελεσματική προστασία εννέα ειδών: της μεσογειακής φώκιας, της χελώνας καρέτα καρέτα, της πράσινης χελώνας, τεσσάρων κητωδών –φυσητήρας, φώκαινα, ζιφιός και κοινό δελφίνι– και δύο θαλασσοπουλιών, του μύχου και του αιγαιόγλαρου», εξηγεί ο Παναγιώτης Κασαπίδης, ερευνητής στο Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ) και συντονιστής του προγράμματος.
Επιτόπιες καταγραφές
Το πρόγραμμα θα ξεκινήσει με επιτόπιες καταγραφές, προκειμένου να συμπληρωθεί η επιστημονική γνώση. «Τα πρώτα τρία χρόνια θα πραγματοποιηθούν πολύ εκτεταμένες έρευνες στο πεδίο: στο Αιγαίο εντός των χωρικών μας υδάτων και στο Ιόνιο, όπου η ΑΟΖ έχει συμφωνηθεί με την Ιταλία, στα εθνικά και στα διεθνή ύδατα», λέει ο κ. Κασαπίδης. «Σήμερα η γνώση μας για αυτά τα εννέα είδη αφορά κυρίως την παράκτια ζώνη. Υπάρχει λοιπόν κενό γνώσης για την περιοχή όπου αυτά κινούνται, αναπαράγονται και τρέφονται, το οποίο καλούμαστε τώρα να συμπληρώσουμε».
Η παρακολούθηση των εννέα ειδών θα γίνει με σύγχρονες τεχνικές, όπως τηλεμετρία (με χρήση δορυφορικών πομπών που θα τοποθετηθούν πάνω στα ζώα), οπτικές καταγραφές από πλωτά και εναέρια μέσα, καταγραφές με υδρόφωνα για τον ηχητικό εντοπισμό φαλαινών και δελφινιών και ανίχνευση ειδών μέσω περιβαλλοντικού DNA, ώστε να προσδιοριστούν οι πιο σημαντικές περιοχές για τα είδη αυτά… Παράλληλα, θα γίνει σε όλη την περιοχή μελέτη χαρτογράφησης οικονομικών δραστηριοτήτων που μπορούν να έχουν σοβαρές επιπτώσεις στα είδη-στόχους, όπως η εμπορική αλιεία, η παραγωγή και μεταφορά ενέργειας, η τουριστική ανάπτυξη και η θαλάσ-σια κυκλοφορία.
Εκτός από το ΕΛΚΕΘΕ, στο πρόγραμμα συμμετέχουν από ελληνικής πλευράς ο ΟΦΥΠΕΚΑ (οργανισμός για τις προστατευόμενες περιοχές), το Πανεπιστήμιο Αιγαίου, το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κρήτης, το Εθνικό Αστεροσκοπείο, η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, οι οργανώσεις MOm, Αρχέλων και Medasset, η εταιρεία περιβαλλοντικών συμβούλων NCC και το Green Tank.
Πηγή kathimerini.gr