Στο μικρό νησί της Σικίνου, που οι ντόπιοι παράγοντες σκιαγραφούν ως αναλλοίωτη μορφή των παλιών Κυκλάδων, η ταινία Being an Islander (Το να είσαι νησιώτης) που προβλήθηκε στο πλαίσιο του Little Islands Festival προσέφερε στους παρισταμένους μια εικόνα από το μέλλον που δεν επέλεξαν για δικό τους.
Το ντοκιμαντέρ του Δημήτρη Μπούρα, γυρισμένο στην κοντινή Σίφνο, συνοψίζει ευρήματα των παρατηρήσεων του σκηνοθέτη για τη νησιωτικότητα και, ανάμεσα σε αυτά, τη διάβρωση στοιχείων του πεπερασμένου νησιωτικού χώρου που επιφέρει ο μαζικός τουρισμός. «Η κορύφωση της ανάπτυξης δύναται να βυθίσει τις κοινότητες στην ολική καταστροφή των πηγών που χρησιμοποιούσαν για τον βιοπορισμό τους», αναφέρεται στο ντοκιμαντέρ. «Οι “απ’ έξω” δεν βλέπουμε τα νησιά σαν πραγματικές κοινωνίες», υπογραμμίζει στην «Κ» ο δρ Δημήτρης Μπούρας.
Στη Σίκινο, σε αντίθεση με άλλα νησιά του συμπλέγματος, οι πισίνες απαγορεύονται και μία δεύτερη μονάδα αφαλάτωσης νερού κρίθηκε αναγκαία για να εξυπηρετήσει τον σταθερά αυξανόμενο όγκο του εναλλακτικού τουρισμού που δέχεται το νησί. «Υπάρχουν παραδείγματα που με την τουριστική ανάπτυξη χάθηκε ο τόπος, και εμείς δεν θέλουμε να πάθουμε το ίδιο», λέει στην «Καθημερινή» ο δήμαρχος Σικίνου, Βασίλης Μαράκης. «Ας υπάρχουν και κάποια νησιά πιο αγνά, κάποιοι μικροί παράδεισοι», σημειώνει.
Σταθερά, ποιοτικά, εναλλακτικά
Την περίοδο που πολλά κυκλαδονήσια βρίσκονται στο επίκεντρο της συζήτησης για το μέλλον της τουριστικής ανάπτυξης αλλά και των κινημάτων επαναδιεκδίκησης του δημόσιου χώρου, η Σίκινος εμμένει σταθερά σε μια μορφή τουρισμού που προτεραιοποιεί τα «μπιτς βόλεϊ για να παίζουν τα παιδιά, αντί για μπιτς μπαρ» και προωθεί την απαρέγκλιτη τήρηση των κανόνων που διέπουν την ανοικοδόμηση και το επιχειρείν στον τουρισμό.
«Για να μην αλλοιωθεί η μορφολογία του νησιού, δεν μπορεί να βγει οποιαδήποτε άδεια, δεν μπορεί –για παράδειγμα– να χτιστεί τριώροφο μέσα στην πλατεία», τονίζει ο δήμαρχος Σικίνου. «Εχουμε αποφασίσει να μην νοικιάζουμε τις παραλίες μας. Αυτό που είδατε με το “κίνημα της πετσέτας” εμείς το έχουμε εφαρμόσει εδώ και χρόνια. Προτιμήσαμε να μεριμνήσουμε με τονδήμο και να βάλουμε παγκάκια, ομπρέλες και ράμπα ΑμεΑ. Να έχουμε επίβλεψη. Οι παραλίες μας θεωρούνται ανοργάνωτες, αλλά στην ουσία είναι οργανωμένες με έναν δικό μας τρόπο και η πρόσβαση είναι ελεύθερη σε όλους. Είναι συνειδητή επιλογή του δήμου και των κατοίκων», καταλήγει ο κ. Μαράκης.
Η Σίκινος, το αγαπημένο νησί του Ελύτη, έχει σύμφωνα με τον δήμαρχό της, αυξήσει την επισκεψιμότητά της «σταθερά, ποιοτικά και εναλλακτικά», προσελκύοντας κόσμο που ενδιαφέρεται να επενδύσει τον προσωπικό του χρόνο σε έναν προορισμό «βιώσιμο τουρισμού» και καταφέρνοντας να επεκτείνει την τουριστική σεζόν με αντίστοιχα οικονομικά οφέλη για τον τόπο.
Η ερώτηση για το μέλλον του τουρισμού δεν γίνεται λιγότερο επείγουσα, με την παρέλευση του Αυγούστου. Οπως τονίζει στην «Κ» ο καθηγητής Τουριστικής Ανάπτυξης στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Πάρις Τσάρτας, η τουριστική σεζόν έχει πλέον σε ορισμένες περιπτώσεις φτάσει και τους 11 μήνες τον χρόνο, και αυτό είναι μια εικόνα από το μέλλον της χώρας.
Η πλάστιγγα γέρνει προς το βιώσιμο προφίλ
«Αμεσα ή έμμεσα, η ζήτηση των τουριστών, είτε αφορά επιλογή καταλύματος, προορισμού ή χώρας, συνδέεται με το εάν τηρούνται οι κανόνες βιωσιμότητας, ακόμα και αν το κόστος είναι υψηλότερο».
Η περίπτωση της Σικίνου όπου τοπικοί φορείς και κάτοικοι επιλέγουν μια ήπια μορφή τουριστικής ανάπτυξης θέτοντας περιορισμούς στην επιχειρηματική δραστηριότητα που επιτρέπουν τη διατήρηση της φυσιογνωμίας του νησιού, αποτελεί ένα παράδειγμα βιώσιμου τουρισμού εν εξελίξει.
«Ο βιώσιμος τουρισμός δεν είναι πλέον θεωρητική έννοια», επισημαίνει ο καθηγητής Πάρις Τσάρτας, αναφερόμενος σε συγκεκριμένες πολιτικές που επιβάλλονται εδώ και τουλάχιστον τριάντα χρόνια στην πλειονότητα των τουριστικά ανεπτυγμένων χωρών του κόσμου. «Είναι και ένα εξαιρετικά ανταγωνιστικό δεδομένο», προσθέτει. «Αμεσα ή έμμεσα, η ζήτηση των τουριστών, είτε αφορά επιλογή καταλύματος, προορισμού ή χώρας, συνδέεται με το εάν τηρούνται οι κανόνες βιωσιμότητας ακόμα και αν το κόστος είναι υψηλότερο»
Πολλοί τουρίστες φαίνεται να εγκαταλείπουν τα εμβληματικά κυκλαδονήσια που παραθέριζαν τα τελευταία χρόνια και που η κίνηση στους δρόμους τούς θυμίζει σε ορισμένες περιπτώσεις αστικά περιβάλλοντα και στρέφονται προς τις εναλλακτικές ή ειδικές μορφές τουρισμού που φρόντισαν να προσφέρουν άλλοι προορισμοί, οι οποίοι αντιθέτως με ό,τι πιστεύουμε δεν είναι λίγοι. «Η πλάστιγγα γέρνει προς το βιώσιμο προφίλ», λέει ο κ. Τσάρτας. «Οι δείκτες του πρόσφατου χωροταξικού ανέδειξαν ότι περιπτώσεις υπερτουρισμού υπάρχουν μόνο σε δύο περιοχές της Ελλάδας, στη Σαντορίνη και τη Μύκονο και σε ορισμένα αστικά κέντρα. Δεν έχουν τα ίδια προβλήματα άλλα νησιά μαζικού τουρισμού όπως η Κρήτη, η Λέσβος, η Σάμος, η Κως και η Κάρπαθος, καθώς εδώ και πολλά χρόνια καταβάλλουν συστηματικές προσπάθειες να αναπτύξουν τον ειδικό ή εναλλακτικό τουρισμό».
Το μοντέλο του βιώσιμου τουρισμού επιτρέπει φυσικά τις τουριστικές επενδύσεις αλλά με όρους. «Το δικαίωμα οποιουδήποτε να επιχειρεί είναι δεδομένο», σημειώνει ο κ. Τσάρτας. «Τους όρους όμως που θα πρέπει να τεθούν δεν μπορούμε να τους ορίζουμε με οικονομικά κριτήρια μόνο. Αυτή τη στιγμή η κτηματική υπηρεσία του δημοσίου που διαχειρίζεται τις ακτές αδειοδοτεί με καθαρά οικονομικά κριτήρια, όχι και περιβαλλοντικά, για παράδειγμα». Ομως ακριβώς αυτή η εναρμόνιση του τουρισμού και με άλλες παραμέτρους, όπως το περιβάλλον, τη φέρουσα ικανότητα ενός τόπου, τα ιδιαίτερα πολιτιστικά χαρακτηριστικά του, τον πρωτογενή τομέα, είναι σύμφωνα με τους ειδικούς μονόδρομος για την επέκταση των τουριστικών υπηρεσιών σε χρόνο και οικονομική βιωσιμότητα.
«Είναι ένα μέλλον που η λογική του ήλιου και της θάλασσας ξεπερνιέται, χωρίς να παύει να υπάρχει. Οι τουρίστες ζητάνε πολιτιστικές διαδρομές, καλό φαγητό, scuba diving, bird watching. Ενα σύνθετο δηλαδή προϊόν που οφείλουμε όλο και περισσότερο να αναπτύσσουμε. Αυτό είναι το βιώσιμο μέλλον», τονίζει ο κ. Τσάρτας.
Η μείωση της ζήτησης για κορεσμένους προορισμούς και η αύξηση της επισκεψιμότητας νησιών όπως η Σίκινος –με ταυτόχρονη επέκταση της διάρκειας της σεζόν τους– είναι ήδη μια πραγματικότητα που ανταμείβει αυτούς που επέλεξαν να επενδύσουν βιώσιμα. Ομως το σώμα των τουριστών είναι πολυδιάστατο και το προβλήματα που απορρέουν από μη βιώσιμα μοντέλα δεν λύνονται όσο δεν παύει η αντίστοιχη προσφορά. «Στο ίδιο μέρος μπορεί να βρείτε πολλές ομάδες ανθρώπων με διαφορετικά γούστα. Εκεί πρέπει να δούμε πόσα από αυτά είναι βιώσιμα και αν θα τους αφήσουμε χώρο, αφού δεν μπορούμε να καταργήσουμε εντελώς τον μαζικό τουρισμό. Δεν μπορούμε να πούμε ότι από τα 34 εκατομμύρια επισκεπτών θα κλείσουμε τη στρόφιγγα και θα έρθουν του χρόνου είκοσι», καταλήγει ο κ. Τσάρτας.