Η κακοκαιρία Daniel πάει Λιβύη… Αφήνει πίσω του σημάδια έντονα. Η απορία όλων; “Θα μπρούσαμε να είχαμε μειώσει τις επιπτώσεις;” Ο Μανώλης Γλέζος μας είχε δείξει το δρόμο πριν από αρκετές δεκαετίες. Ομως δεν τον ακούσαμε…
Του Αρη Χατζηγεωργίου (εφημερίδα Εθνος, ιστοσελίδα ecopress.gr)
Ας θυμηθούμε τι έλεγε πριν από μερικά χρόνια… «Είναι εδώ ένας χείμαρρος με τα παρακλάδια του. Ξεκινάμε από ψηλά. Βρίσκουμε το πιο στενό σημείο. Για να μας κοστίσει λιγότερο η κατασκευή. Αγκυρώνουμε σε μητρικά πετρώματα στις δύο όχθες. Το φράγμα πάντοτε τοξωτό με τη χορδή προς τα κατάντη. Το υλικό το μαζεύουμε από πίσω, ώστε να διευρύνουμε τον χώρο συλλογής του νερού, τον ταμιευτήρα. Δεν ξεφεύγουμε ποτέ από τα χείλη. Να έχουμε κανόνα τη γεωαισθητική συνείδηση! Φτιάχνουμε και υπερχειλιστήρες για να περνά το νερό παρακάτω. Αν δεν το κάνουμε, η πίεση μπορεί να καταστρέψει ακόμη και την αγκύρωση».
Οι περίφημες αναβαθμίδες της Απειράνθου στο …πιάτο μας.
Ο Μανώλης Γλέζος, μορφή εν ζωή μυθική της Ελληνικής ιστορίας, πασχίζει να μας εξηγήσει πώς λειτουργούν τα μικρά αντιπλημμυρικά φράγματα που φτιάχτηκαν στο χωριό του, τ’ Απεράθου της Νάξου, από την εποχή που ήταν πρόεδρος της εκεί κοινότητας πριν από 30 χρόνια. Mας αποκαλύπτει, μάλιστα, πως μια δεκαετία αργότερα, όταν είχαν γίνει ευρύτερα γνωστά τα έργα αυτά, είχε ανέβει καλεσμένος από ντόπιους στο όρος Πατέρας, πάνω από τη Μάνδρα και τα Μέγαρα, και είχε σχεδιάσει ένα ολόκληρο δίκτυο από τέτοια φράγματα.
Του ζητούμε ανυπόμονα να μας εξηγήσει πως έλυσε τα προβλήματα με τη γραφειοκρατία, τους νόμους και τα συμφέροντα τα οποία επικαλούνται συχνά οι εκάστοτε αρμόδιοι. Εκείνος μας επαναφέρει στην τάξη: «Ο άνθρωnoς δεν μπορεί να είναι πάνω και πέρα από τη φύση, είναι προϊόν της. Δεν μπορεί να φτιάξει φυσικούς νόμους, παρά μόνο να τους αξιοποιήσει. Ως τώρα κάνει ακριβώς το αντίθετο. Προσπαθεί να εκμεταλλευθεί, να καταστρέψει»… Και με μια νοητική ντρίμπλα εφήβου γεννημένου το 1922, μας φέρνει κατευθείαν στο θέμα: «Επειδή όλα αυτά συμβαίνουν από παλιά, βγήκε και η παροιμία: Του ορφανού το δίκιο και του ποταμού το δίκιο, μην το πειράξεις»! Οι φυσικοί νόμοι, το δίκιο αλλά και το πείσμα απέναντι στην εξουσία έρχονται και επανέρχονται στην κουβέντα. «Μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τα πλημμυρικά φαινόμενα; Ναι, αν δεν φράττουμε τους δρόμους του νερού. Εδώ οι περισσότεροι τα έχουν μπαζώσει, τα έχουν κάνει αυτοκινητοδρόμους, η Αθήνα τα ωραιότερα ποτάμια τα έχει καλύψει και έχει ανοίξει σε ορισμένα υπόγειους αγωγούς, αλλά είναι τόσο στενοί που δεν μπορούν να χωρέσουν το νερό μιας νεροποντής».
«Να μην μπαζώνουμε»
Γίνεται, όμως, να ανατραπούν τέτοιες λάθος επιλογές; «Γιατί κατάφεραν οι Γερμανοί και οι Γάλλοι να κρατήσουν ανοικτά τα καταπληκτικά ποτάμια τους; Μπορούμε κι εμείς, αν το αποφασίσουμε» λέει με μάτια που σπινθηρίζουν. Και συνεχίζει: «Το πρώτο λοιπόν είναι να μην μπαζώνουμε τους δρόμους του νερού. Και το δεύτερο να κάνουμε φράγματα ανάσχεσης των χειμάρρων εκεί που ξεκινούν, πάνω στα βουνά». «Τα μικρά αυτά φράγματα όχι μόνο αποτρέπουν τις πλημμύρες, αλλά συγκρατούν το νερό με συνέπεια να εμπλουτίζεται ο υπόγειος υδροφόρος ορίζοντας» εξηγεί ο Μ. Γλέζος μιλώντας για τα έργα που έγιναν στην Απείρανθο. «Καταφέραμε ως χωριό σε υψόμετρο 600 μέτρων να έχουμε τόσο νερό που έρχονται βοσκοί από τα κάτω χωριά, όπου κανονικά το νερό είναι περισσότερο, για να ποτίζουν τα ζωντανά τους». Αρχίζει πάλι να σχεδιάζει στο χαρτί: «Είναι εδώ ένας χείμαρρος με τα παρακλάδια του. Ξεκινάμε από ψηλά. Βρίσκουμε το πιο στενό σημείο. Για να μας κοστίσει λιγότερο η κατασκευή. Αγκυρώνουμε σε μητρικά πετρώματα στις δύο όχθες. Το φράγμα πάντοτε τοξωτό με τη χορδή προς τα κατάντη. Το υλικό το μαζεύουμε από πίσω, ώστε να διευρύνουμε τον χώρο συλλογής του νερού, τον ταμιευτήρα. Δεν ξεφεύγουμε ποτέ από τα χείλη. Να έχουμε κανόνα τη γεωαισθητική συνείδηση! Φτιάχνουμε και υπερχειλιστήρες για να περνά το νερό παρακάτω. Αν δεν το κάνουμε, η πίεση μπορεί να καταστρέψει ακόμη και την αγκύρωση».
-«Μα, πως αποφάσισε να ασχοληθεί τόσο βαθιά με το νερό;» ρωτούμε.
-«Ήμουν μικρό παιδί στο χωριό και περπατούσα, όταν άκουσα ένα κλάμα γοερό. Μια γυναίκα έκλαιγε και οδυρόταν. Είχε μόλις δει ξερή τη στέρνα από την οποία περίμενε να ποτίσει το χωράφι της . Η πηγή που γέμιζε τη στέρνα είχε στερέψει και ό,τι είχε φυτέψει πήγαινε χαμένο. Αυτό με στιγμάτισε. Με χάραξε… Αργότερα άρχισα να παρατηρώ μια υδρομαστευτική στοά, που είχαν φτιάξει κοντά στο χωριό για να μαζεύεται το νερό. Το πρώτο διδακτορικό που πήρα ήταν στην Υδρογεωλογία».
«Όπως, από τα παιδικά χρόνια μέχρι το πρώτο διδακτορικό στην εξορία μεσολάβησαν τόσα πολλά και σημαντικά» του λέμε, βάζοντας ένα φράγμα στη ροή της σκέψης. «Πολλά, αλλά πάντοτε μελετούσα. Να κάνω μια παρένθεση εδώ… Με τις απόψεις του Ζαχαριάδη για τον κρατούμενο ήμουνα σε σχεδόν πλήρη διαφωνία. Ο Ζαχαριάδης έλεγε: «Αγάπα το κελί σου, τρώε το φαΐ σου και διάβαζε”. Εγώ ποτέ δεν αγάπησα το κελί μου και γι’ αυτό είμαι όλο απόπειρες δραπετεύσεων. Δεύτερον, δεν με ενδιέφερε το φαί. Συμφωνούσα μόνο στο διάβασμα. Διάβαζα μέσα συνεχώς. Εκτός της Υδρογεωλογίας, έλαβα διπλωματικά διδακτορικά σε Υδραυλική, Μεταλλειολογία, Γλωσσολογία και Ιστορία».
«Δεν λογαριάζω κανέναν»
Γυρίζουμε από τα πέτρινα χρόνια στην εποχή των πέτρινων έργων: «Τα έργα στο χωριό κράτησαν μια δεκαετία. Έμεινα πρόεδρος της κοινότητας μόνο δυόμισι χρόνια και συνέχισα (ως απλό μέλος, γιατί ακούγονταν κατηγόριες στο νησί ότι όλα γίνονται επειδή είναι πρόεδρος ο Μανώλης…». Και δεν συνάντησε εμπόδια με τη γραφειοκρατία, όπως συχνά λένε οι αρμόδιοι; «Δεν μας ενδιέφεραν αυτά. Tους καταργήσαμε όλους. Δεν με ξέρεις εμένα τώρα; Δεν λογαριάζω κανέναν… Τυχαίνει σε μια φάση ο έπαρχος να είναι είναι πρώην αξιωματικός του ΕΛΑΣ από τη Λάρισα, ο oποίος διορίστηκε εκεί από την κυβέρνηση. Φτιάχνω τον προϋπολογισμό και του τον στέλνω. Και μου λέει για κάποιο θέμα: «Αυτό δεν επιτρέπεται»! “Εντάξει’’, λέω, “τότε ανοιχτά σου δηλώνω πως φτιάχνω δυο προϋπολογισμούς. Έναν για σένα και έναν για μας”. Και το επαναλαμβάνω αυτό δημόσια σε συνέδριο αυτοδιοίκησή μπροστά στους υπουργούς. Δεν τη λογάριασα παλιά την εξουσία, θα τη λογαριάσω τώρα;».
Αναγκαζόμαστε να διακόψουμε ξανά τον χείμαρρο: «Τι γίνεται όμως εκεί που δεν υπάρχει Γλέζος;» ρωτούμε. «Μην το λες αυτό. Μην το λες…» μουρμουρίζει με περίσκεψη. «Όταν διαφωνούσαμε με τον καθοδηγητή μου, πήγαινε εκείνος στο διπλανό δωμάτιο, έβριζε και μετά επέστρεφε. Διότι εγώ δεν ανεχόμουν τις βρισιές. Κανείς δεν ήξερε τότε για σημαία. Επειδή όλοι τα ρίχνουν εκεί… Είμαι Απεραθίτης, είμαι δημιούργημα του χωριού μου, το κατάλαβες; Εκεί μαθαίνουμε να αντιμετωπίζουμε τις πιο δύσκολες συνθήκες. Ο Γκράμσι έχει πει ότι οι ορεινοί πληθυσμοί μπροστά στα μεγάλα προβλήματα που δημιουργούνται υποχρεώνονται να βρουν τρόπους αντιμετώπισής τους».
Άρα οι γραφειοκρατία και τα εμπόδια είναι δικαιολογία; «Να σου πω για να καταλάβεις. Δεν θυμάμαι τώρα ποια κυβέρνηση ήταν και πάω στο υπουργείο Γεωργίας να ζητήσω το έγγραφο με το οποίο η Ευρωπαϊκή Ένωση έλεγε ότι, onως εφαρμόστηκε το πρόγραμμα που χρηματοδότησε στ’ Απεράθου (MEDSPA), έτσι πρέπει να εφαρμοστεί σε όλη τη Μεσόγειο. Πάω στο γραφείο του υπουργού. Του λέω “θέλω το χαρτί». Δίνει εντολή, “φέρτε το”. Δεν ερχόταν το χαρτί. Μου λέει, “όταν μου το φέρουν, θα σε φωνάξω να σου το δώσω». Απαντώ: “Δεν πρόκειται να φύγω από δω αν δεν έρθει το χαρτί. Το κατάλαβες;”. Ξαναδίνει εντολή, ξανά και ξανά, και τελικά έρχεται μετά από πολλή ώρα».
«Να υπερασπίζεσαι το δίκιο»
Δηλαδή, λείπει η αποφασιστικότητα και η επιμονή; «Το θέμα είναι να υπερασπίζεσαι το δίκιο. Το καταλαβαίνεις; Αν υπερασπίζεσαι το δίκιο, κερδίζεις. Είναι θέμα δικό μας να καταφέρουμε να πείσουμε όλο τον κόσμο ότι η δύναμη είναι μέσα του και στους συνανθρώπου όταν είναι σαν γροθιά. Αν το πετύχουμε αυτό, ξεπερνάμε κάθε κρίση». Τα φράγματα που είχαν σχεδιάσει στο βουνό πάνω από τη Μάνδρα τι συνέβη και δεν υλοποιήθηκαν; «Συνέβη ότι δεν υπάκουσα τη γυναίκα μου, η οποία έλεγε: “Να μη λες, Μανώλη, ότι γίνονται τόσο φθηνά τα έργα. Θα έχεις αντιμέτωπους τους εργολάβους»». «Μα πόσο έλεγες ότι κοστίζουν;» ρωτούμε: «Σχεδόν τίποτε. Φωνάζεις εθελοντές να δουλέψουν, σχολεία. Υπάρχουν ομάδες πολύ οργανωμένες στο εξωτερικό. Πολύ συχνά έρχονταν στ’ Απεράθου συνεργεία ολόκληρα. Τα λεφτά που χρειάζονται είναι μόνο τα μεροκάματα για τους δύο μάστορες, που δουλεύουν σε κάθε φράγμα• ένας πίσω, ένας μπρός».
«Το έργο ματαιώθηκε εξαρχής, τότε. Τώρα θέλω να ξαναπάω στη Μάνδρα. Να βρω εκείνους τους ανθρώπους που με είχαν καλέσει. Θυμάμαι, ζητούσαν να μου νοικιάσουν ένα δωμάτιο για να μείνω εκεί μέχρι να γίνουν τα έργα».Ο Μανώλης Γλέζος βγάζει από το πορτοφόλι του ένα χαρτάκι όπου έχει σημειώσει πόσο είχαν κοστίσει τα 176 μικρά φράγματα και τα άλλα έργα μιας δεκαετία στη Νάξο. «Ξεκινήσαμε μόνο με το υπουργείο Γεωργίας, που έβαλε 100 εκατ. δραχμές. Μετά ήρθε το ευρωπαϊκό πρόγραμμα με 89 εκατ. δραχμές. Μας επισκέφθηκαν μάλιστα και έλεγαν με απορία ότι είναι το μοναδικό έργο που προχωρά ενώ όλα τα άλλα που χρηματοδοτούσαν ήταν μόνο μελέτες. Πλήρωσαν κάποια χρήματα οι ντόπιοι, η κοινότητα, μετά έβαλε και το ΥΠΕΧΩΔΕ. Σύνολο 289 εκατ. δραχμές (σ.σ. λιγότερο από ένα εκατ. σημερινά ευρώ). Έρχονταν μηχανικοί και μας έλεγαν ότι θα καταρρεύσουν. Τίποτε δεν γκρεμίστηκε. Μια χαρά λειτουργούν ακόμη. Μόνο που ο σημερινός τοπάρχης και ο δήμαρχος έπαψαν να τα συντηρούν»