Η ξηρασία και οι πυρκαγιές που έπληξαν με σφοδρότητα φέτος το καλοκαίρι τη νότια Ευρώπη είναι οι πιο εμφανείς ενδείξεις ενός περίπλοκου και εδραιωμένου προβλήματος λειψυδρίας που γίνεται όλο και πιο σοβαρό στη Γηραιά Ηπειρο, με φόντο την κλιματική αλλαγή.
Οι περίοδοι ξηρασίας έχουν αυξηθεί δραματικά σε αριθμό και ένταση στην Ε.Ε., με τις «κόκκινες» περιοχές και τους πληθυσμούς που δοκιμάζονται να έχουν αυξηθεί σχεδόν κατά 20% το διάστημα 1976-2006, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Μετεωρολογικό Οργανισμό. Το Παγκόσμιο Ινστιτούτο Πόρων προέβλεψε το 2020 ότι η παγκόσμια ζήτηση γλυκού νερού θα ξεπεράσει τη διαθέσιμη προσφορά κατά 56% έως το 2030, μεγαλύτερο χάσμα από το 40% που είχε προβλέψει η εταιρεία συμβούλων McKinsey το 2009.
«Δεν υπάρχει χώρα στην Ευρώπη που να είναι θωρακισμένη», προειδοποιεί ο Ξαβιέ Λεφλέβ, ο οποίος ηγείται της ομάδας υδάτων στη διεύθυνση περιβάλλοντος του ΟΟΣΑ. Το πρόβλημα της λειψυδρίας μάλιστα είναι τόσο οξύ που σε χώρες όπως η Γαλλία και η Ισπανία έχουν ξεσπάσει ταραχές ανάμεσα στους αγρότες, τους μεγαλύτερους καταναλωτές νερού στη Γηραιά Ηπειρο, και τις περιβαλλοντικές ομάδες.
Ο αντίκτυπος της λειψυδρίας είναι ιδιαίτερα οξύς για τους αγρότες, αλλά θα πλήξει επίσης τα νοικοκυριά και πολλούς κλάδους της βιομηχανίας, συμπεριλαμβανομένης της παραγωγής ενέργειας, καθώς το νερό χρειάζεται για την ψύξη πυρηνικών σταθμών και για την παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας. Τα επόμενα χρόνια, σύμφωνα με τους FT, ένα μείγμα ανεπαρκών μέτρων, ιδιοτελών συμφερόντων και ταχείας κλιματικής αλλαγής θα επιδεινώσει ακόμη περισσότερο την κατάσταση.
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στην Ευρώπη έδιναν μέχρι σήμερα ελάχιστη σημασία στα αποθέματα νερού, την ώρα που ένα «κουβάρι» από τοπικούς κανόνες, διαρροές στο δίκτυο ύδρευσης και ακραία καιρικά φαινόμενα μετατρέπει ακόμη και τις χώρες με το μεγαλύτερο ποσοστό βροχοπτώσεων, όπως η Πολωνία ή η Γερμανία, σε περιοχές «υδατικού στρες». Παρά τις ανησυχίες για τη λειψυδρία, η Ε.Ε. εξακολουθεί να αδιαφορεί για τις ποσότητες που χάνονται από την κακή ποιότητα των δικτύων ύδρευσης. Υπολογίζεται ότι το 25% κατά μέσον όρο του πόσιμου νερού χάνεται λόγω διαρροών στους σωλήνες, σύμφωνα με τον βιομηχανικό οργανισμό EurEau. Η Βουλγαρία, η Ρουμανία και η Ιταλία βρίσκονται στην κορυφή της λίστας με τους μεγαλύτερους παραβάτες. Στη Ρώμη, για παράδειγμα, το 42% του νερού χάνεται μέσω υποδομών που μοιάζουν με κόσκινο και ενίοτε χρονολογούνται από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.
Κόστος
Την ίδια στιγμή, τα τιμολόγια νερού στην Ευρώπη είναι σχετικά φθηνά για τα νοικοκυριά σε σύγκριση με το κόστος των λογαριασμών ενέργειας, γεγονός που περιορίζει τα χρήματα που διαθέτουν οι εταιρείες για να κάνουν ζωτικές εργασίες επισκευής. Στην Ιρλανδία λόγου χάρη, οι πολίτες δεν πληρώνουν καθόλου για βασική οικιακή χρήση. Το ζήτημα της διαχείρισης του νερού περιπλέκεται από τον τεράστιο αριθμό ιδιωτικών ή δημοτικών επιχειρήσεων που διαχειρίζονται τα ύδατα, καθώς περισσότερες από 78.000 επιχειρήσεις διαφόρων μεγεθών δραστηριοποιούνται στον εν λόγω τομέα σε ολόκληρη την Ε.Ε., γράφουν οι FT. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, όλες οι χώρες της Ε.Ε. εκτός από τη Γερμανία πρέπει να αυξήσουν τις ετήσιες δαπάνες για νερό κατά 25% τουλάχιστον για να συμμορφωθούν με τους κανόνες της Ε.Ε. για την κατανάλωση και τα λύματα, πράγμα που σημαίνει ότι οι λογαριασμοί είναι πιθανό να αυξηθούν.
Σε επίπεδο Ε.Ε., έχουν αρχίσει να γίνονται κάποιες στρατηγικές κινήσεις για την προστασία των υδάτινων πόρων. Τον Ιούνιο τέθηκαν σε ισχύ κανόνες της Ε.Ε. για την επαναχρησιμοποίηση του νερού, ενώ οι Βρυξέλλες απαίτησαν από τα κράτη-μέλη να εκπονήσουν σχέδια διαχείρισης της ξηρασίας. Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν έχει θέσει ως στόχο την επαναχρησιμοποίηση του 10% των υγρών αποβλήτων έως το 2030 και το Ηνωμένο Βασίλειο εξετάζει τις υποχρεωτικές ετικέτες εξοικονόμησης νερού σε νέες τουαλέτες και πλυντήρια ρούχων. Ωστόσο, ειδικοί επισημαίνουν ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής δεν ενεργούν αρκετά γρήγορα, κυρίως γιατί δεν υπάρχουν ακόμη επαρκή δεδομένα αναφορικά με τη χρήση του νερού και τους κινδύνους λειψυδρίας.
Με πληροφορίες από τη σελίδα kathimerini.gr