Πολυπράγμων αρχιτέκτων, πολεοδόμος, διανοητής και στοχαστής, καθηγητής επί σειράν ετών στο ΕΜΠ, ο Κωνσταντίνος Δεκαβάλλας απεβίωσε την Κυριακή 19 Φεβρουαρίου σε ηλικία 98 ετών.
Υπήρξε ένας από τους πρωταγωνιστές της μεταπολεμικής αρχιτεκτονικής άνοιξης και το έργο του, πολυδιάστατο και σε διάλογο με τη φύση και το περιβάλλον, τις τέχνες και την κληροδοτημένη εμπειρία, έχει αφήσει ισχυρό αποτύπωμα όχι μόνο ως ύλη αλλά και ως ιδέες. Είχε σχεδιάσει μεγάλα έργα, πολυκατοικίες, τραπεζικά καταστήματα, επαύλεις. Είχε γεννήσει ένα σώμα έργου και σκέψης.
Ο Κωνσταντίνος Δεκαβάλλας, διπλωματούχος του ΕΜΠ το 1948, συνδέεται με πολλές και ενδιαφέρουσες προκλήσεις και μεταβολές της ελληνικής κοινωνίας στη διάρκεια των μεταπολεμικών δεκαετιών. Ηταν νέος ακόμη όταν, έχοντας ολοκληρώσει και τις περαιτέρω σπουδές του στις ΗΠΑ (Κολούμπια) και στο Ηνωμένο Βασίλειο, ανέλαβε μαζί με άλλους νέους αρχιτέκτονες την ανοικοδόμηση της Σαντορίνης μετά τους καταστρεπτικούς σεισμούς του 1956. Τότε (1956-1960) υπηρέτησε στο υπουργείο Δημοσίων Εργων και στην περίπτωση της Σαντορίνης επέδειξε ικανότητες που αφορούσαν όχι μόνο το αρχιτεκτονικό – πολεοδομικό έργο αλλά και το ομαδικό και συναδελφικό πνεύμα και την παραγωγή συλλογικής εργασίας προς όφελος της κοινωνίας.
Αυτή ήταν μία ουσιώδης παράμετρος της προσωπικότητάς του. Ηταν ενεργός τόσο στα του αρχιτεκτονικού κλάδου όσο και στα ευρέως τεκταινόμενα με θέσεις εκφρασμένες δημόσια για πολλά σημαντικά θέματα, από το μέλλον των πόλεων έως την ποιότητα της ανώτατης παιδείας.
Ηταν ένας ενεργός πολίτης. Συγκέντρωνε τις σκέψεις του, έγραφε βιβλία, περπατούσε στην πόλη. Ευτύχησε να δει τη μεγάλη έκθεση – αφιέρωμα που οργάνωσε για το έργο του το Μουσείο Μπενάκη (2008), υπηρέτησε την αρχιτεκτονική τόσο στη δημόσια όσο και στην ιδιωτική σφαίρα. Σημαντικό ήταν το έργο που άφησε κατά τη διάρκεια της συνεργασίας του με την Εθνική Τράπεζα (δεκαετία 1960), την εποχή που παράλληλα αναπτύσσει το ιδιωτικό αρχιτεκτονικό γραφείο του. Καίρια ήταν επίσης η συμβολή του στη διαμόρφωση των Αστεριών στη Γλυφάδα, έργο μεγάλης αναπτυξιακής ώθησης και υψηλού συμβολισμού για τη μεταπολεμική Ελλάδα. Ενα από τα έργα του είναι και το Θέατρο των Εξαρχείων (κόρη του είναι η ηθοποιός Αννίτα Δεκαβάλλα).
Οπως σημειώνει η ιστορικός της αρχιτεκτονικής και ερευνήτρια Ελένη Φεσσά-Εμμανουήλ για την αρχιτεκτονική των δεκαετιών του ’50 και ’60, «τότε ακριβώς αναδεικνύονται ο Νίκος Βαλσαμάκης και ο Τάκης Ζενέτος, δύο πρωτοπόροι μοντερνιστές μεγάλου διαμετρήματος, και τότε παράγεται μοντέρνα αρχιτεκτονική και ντιζάιν υψηλής στάθμης στα πολυσύχναστα καταστήματα της Εθνικής Τράπεζας, σε κέντρα αναψυχής και σε κατοικίες από προικισμένους δημιουργούς σαν τον Κωνσταντίνο Δεκαβάλλα και την Αναστασία Ε. Τζάκου» («Κ», 17.5.1998).
Η τεράστια προσφορά του συνοψίζεται σε αρχιτεκτονικό έργο υψηλής ποιότητας και παραγωγή σκέψης που έθετε τα πράγματα στις αληθινές τους διαστάσεις, χωρίς αναστολές, με ηθική ακεραιότητα και με τη σοφία μιας μακράς διαδρομής. Θα μείνει για πάντα ως ένας από τους μεγάλους της φωτεινής δεκαετίας του 1960.
Το αντίο από τον Σύλλογο Μηχανικών Θήρας
Σε ανακοίνωσή του, ο Σύλλογος Μηχανικών Επαρχίας Θήρας αναφέρει τα παρακάτω για την απώλειά του:
“Έφυγε χθες από τη ζωή σε ηλικία 98 ετών ο σπουδαίος αρχιτέκτονας Κωνσταντίνος Δεκαβάλλας. Γεννημένος στην Αθήνα, με καταγωγή από τη Σίκινο, αφιερώθηκε στην αρχιτεκτονική με πάθος, μέχρι το τέλος της ζωής του και με το πλούσιο αρχιτεκτονικό του έργο τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, δικαίως θεωρείται ως ένας από τους κορυφαίους εκπροσώπους της γενιάς του.
Συνέδεσε άρρηκτα το όνομά του με τη Σαντορίνη ως επικεφαλής της ομάδας αρχιτεκτόνων που ανέλαβε το έργο της ανοικοδόμησης μετά το σεισμό του 1956. Επί 4 χρόνια (1956-1960) έμεινε στο νησί και υπό αντίξοες συνθήκες μελέτησε και επέβλεψε τις επεκτάσεις 10 οικισμών, τον σχεδιασμό ενός νέου οικισμού (Καμάρι) καθώς επίσης πλήθος δημοσίων κτιρίων όπως σχολείων, νηπιαγωγείων, κοινοτικών κέντρων, μουσείων, δικαστηρίων (σημερινή ΔΟΥ Θήρας). Το έργο αυτό, ένα από τα ελάχιστα υλοποιημένα παραδείγματα οργανωμένης πολεοδομικής ανοικοδόμησης στην Ελλάδα, έχει καταγραφεί όχι μόνο στην ελληνική αλλά και στη διεθνή ιστοριογραφία της αρχιτεκτονικής, ως υπόδειγμα σύγχρονης δόμησης σε ένα ιδιαίτερο οικιστικό και φυσικό περιβάλλον.
Χρέος μας είναι η προστασία αυτής της σημαντικής αρχιτεκτονικής κληρονομιάς χαρακτηρίζοντας το σύνολο των δημοσίων κτιρίων εκείνης της περιόδου ως μνημεία και αποκαθιστώντας τα με σεβασμό ως προς την αρχική τους μορφή”.
Με πληροφορίες και Photo από την εφημερίδα “Καθημερινή”