Η Ηρακλειά είναι ένα μικρό νησάκι στη μέση του Αιγαίου και ο Στέλιος ένας από τους 85 μόνιμους κατοίκους, που τέτοια εποχή μπορεί να παρατηρεί τη χειμωνιάτικη φυσιογνωμία της, τη ζαφορά, τις προβάτσες (άγρια χόρτα) και τις φώκιες που τριγυρίζουν στις έρημες παραλίες.
Μεγαλωμένος στο νησί, κάποια στιγμή μετακόμισε στην Αθήνα, φοίτησε στο 12ο Δημοτικό Ηλιούπολης, στο Γυμνάσιο Καρέα, στο 1ο ΕΠΑΛ Ηλιούπολης και φέτος, 21 ετών, επέστρεψε για να ζήσει τον πρώτο του χειμώνα στον τόπο καταγωγής του ως ενήλικας.
Η επαρχία έχει τη δύναμη να ωριμάζει τους ανθρώπους γρήγορα, πιο γρήγορα απ’ ό,τι η πόλη. Έτσι και στην περίπτωση του Στέλιου, που ξυπνάει καθημερινά στις έξι το πρωί και στις επτά πηγαίνει στην οικοδομή όπου δουλεύει ως βοηθός.
Οπως δηλώνει στην Ελευθερία Αλαβάνου στην “Καθημερινή” για την .. καθημερινότητά του «Σχολάω γύρω στις τρεις-τρεισήμισι, επιστρέφω σπίτι, μαγειρεύω κάτι, όσο πιο γρήγορα μπορώ, για να μη χάσω το ψάρεμα. Πάω κάθε μέρα στο ψάρεμα, εκτός κι αν έχει πολύ άσχημο καιρό». Με ένα πεντάμετρο ταχύπλοο Nikita ψαρεύει καλαμάρια, ενώ πρόσφατα πήρε κάτι καινούργια εργαλεία για να δοκιμάσει ένα είδος ψαρέματος που λέγεται Tai rubber.
Χόμπι για κάποιους, μέσο βιοπορισμού για άλλους, το ψάρεμα είναι ένα από τα βασικά θέματα συζήτησης στην Ηρακλειά. «Για ψάρεμα, όλη μέρα ακούω για ψάρεμα. Τι έπιασε ο ένας, πού πήγε ο άλλος, τι ώρα γύρισε».
Παρότι αρκετά νέος, ο Στέλιος (σ.σ. φωτογραφία Γιάννης Γαβαλάς) έχει συντονίσει απόλυτα το ρολόι του στους ρυθμούς της Ηρακλειάς. «Πολλές φορές δεν ξέρω καν τι ώρα είναι εδώ πέρα». Η ζωή του κυλάει μες στη φύση, ξεχορταριάζει τον κήπο, ποτίζει ό,τι έχει σπείρει ο παππούς του, μαγειρεύει με δικά τους αυγά και λάδι και έχει αισθητά μικρή επαφή με τον ψηφιακό κόσμο.
«Έχω έναν υπολογιστή, όταν γυρνάω σπίτι παίζω δύο-τρία games στο LOL, αλλά μετά πέφτω για ύπνο, γιατί είμαι πολύ κουρασμένος απ’ όλη την ημέρα». Καμιά φορά διαβάζει («ό,τι έχει να κάνει με σκάφος και θάλασσα»), ακούει Rebel FM 105,2 και μουσική από το Spotify («τώρα τελευταία στην οικοδομή παίζει συνέχεια ρεμπέτικα, oπότε μου έχει κολλήσει και ακούω κι εγώ»).
Μένει στο ύψωμα λίγο πάνω από το λιμάνι και, αν βγει στο πλαϊνό μπαλκόνι του σπιτιού του, βλέπει απέναντι το ακατοίκητο νησάκι Βενέτικο, λαμπερό τα πρωινά, απερίγραπτο όταν έχει φεγγαράδα. Δεν έχει ταξιδέψει ακόμα στο εξωτερικό. «Προς το παρόν γυρνάω την Ελλάδα και μ’ αρέσει πολύ».
Τα νησιά που βρίσκονται κοντά στην Ηρακλειά είναι για τον Στέλιο ό,τι είναι για έναν Παγκρατιώτη ο Βύρωνας: η παραδίπλα γειτονιά. «Σχοινούσα και Κουφονήσια τα έχω βαρεθεί, γιατί πηγαίνω σχεδόν κάθε μέρα. Το καλοκαίρι, όμως, πήγα στην Ανάφη και ξετρελάθηκα με τη Χώρα, που έμοιαζε λίγο με Σαντορίνη. Ωραία τα στενάκια, πολύ γραφικά. Γράψαμε 80 μίλια εκείνη τη μέρα» – ο Στέλιος με τους φίλους του έκαναν το πήγαινε-έλα αυθημερόν.
«Μια άλλη μέρα λέμε πάμε Σχοινούσα για καφέ και τελικά καταλήξαμε στη Σαντορίνη. Επειδή δεν βρήκα να δέσω και είχε πολύ κόσμο, πήγαμε Σίκινο, αργά το βράδυ φύγαμε για Ίο και το πρωί γυρίσαμε στην Ηρακλειά». Αυτά είναι τα ατού τού να είσαι, όπως ο Στέλιος, Μικροκυκλαδίτης: η θάλασσα και το ταξίδι δεν είναι διακοπές, αλλά η ζωή σου.