Η Υπατία λέει “αντίο” με τον δικό της ξεχωριστό τρόπο, στον Χρήστο Κυριαζή, τον καλλιτέχνη που παραδέχτηκε ότι “και οι άντρες κλαίνε”… Για μία γυναίκα
Σίγησε και το πιο σπαρακτικά ερωτικό τραγούδι. Που έγραψε ποτέ άντρας σε γυναίκα.
Έχω κλάψει…
Γιατί όταν ένας άντρας κλαίει, ριγούνε και τα άγρια θεριά στα δάση. Και σταματούνε να τον ακούσουνε. Κοιτάνε παραξενεμένα μεταξύ τους και σταματούνε ό,τι κάνουν.Και μένουν έτσι οι οπλές τους στον αέρα δίχως να ξέρουν το γιατί.
Για πολλές γυναίκες έχω κλάψει…
Πόσο παραξενεμένα θα κοιτάνε. Δεν είναι μαθημένα τα αρσενικά στο κλάμα. Έτσι τα όρισαν. Από μικρά να μην κλαίνε. Και τι είναι αυτά τα παράξενα ζουμιά που κυλάνε στα μάγουλα θα λένε…
Και να σου οι μπαρμπάδες στο τραπέζι της Κυριακήςνα κουνάνε το δάχτυλο και να βροντομιλούνε στο βουρκωμένο το μικρό αγόρι…ΟΙ ΑΝΤΡΕΣ ΔΕΝ ΚΛΑΙΝΕ …και να σου, να τινάζεται έπειτα η κοιλιά τους απ’τα γέλια για να ελαφρύνουν την ιερή τούτη ώρα της υπέρτατης διδαχής. Που πήραν και κείνοι κάποτε σε ένα άλλο κυριακάτικο τραπέζι.
Μα για σένα πιο πολύ…
Πολλοί είναι οι άντρες, μα λίγα τα αρσενικά. Θα μου πει ένας φίλος. Και τί υπέρτατη ομολογία αγάπης και έρωτα μπροστά σε μια ολάκερη κοινωνία που δε θέλει τον άντρα να κλαίει …Πόσο μάλλον για μια γυναίκα…Για μια ταπεινή καλτσοδέτα…Να κλαίει και να ομολογεί!
Σ’ έχω ψάξει…
Στην καρδιά μου μέσα σ’ έχω ψάξει…
Έχεις κάνει κατοχή.
Μόνο ένα αρσενικό θα μπορούσε να κάνει τέτοια δήλωση.
Φίλοι μου, έχω δει άντρες να κλαίνε. Όχι πολλούς, μα έχω δει. Και κοίταξα κι εγώ παραξενεμένη. Σταμάτησα ό,τι έκανα και κοίταξα παραξενεμένη.
Την πρώτη φορά, ήταν ο πατέρας μου όταν ξύπνησα σε ένα θάλαμο νοσοκομείου και εκείνος ήταν από πάνω. Η μάνα μου από δίπλα μυξόκλαιγεκαι κείνη αλλά δεν έδωσα σημασία. Κοιτούσα τα δάκρυα του πατέρα παραξενεμένη εγώ. Τη μάνα την είχα ξαναδεί σε κάτι κηδείες και μνημόσυνα να κλαίει. Τον πατέρα ποτέ.
Τη δεύτερη φορά…βασικά τη δεύτερη φορά δεν την είδα…μου την περιέγραψε. Η πεθερά μου. Είπε πως βρήκε το γιο της το πρωί στον προθάλαμο της αίθουσας τοκετών να κλαίει σαν μωρό. Εγώ δεν τον είδα! Περίμενε το κλάμα του δικού μας μωρού μα πρώτα ακούστηκε φαίνεται το δικό του και πότισε το διάδρομο πέρα ως πέρα.
Την τρίτη φορά…τον ίδιο άντρα τον είδα να κλαίει ξανά για ένα πρόσωπο που εχάθη. Και κείνη τη φορά δε χρειάστηκε να μου το περιγράψει κανείς. Γιατί τον κράταγα αγκαλιά. Και κείνος έκλαιγε. Εκείνος που δεν είχα δει ποτέ τα ματιά του να γυαλίζουν ούτε στάλα.
Κι άλλες φορές. Έχω δει άντρες να κλαίνε. Καμιά φορά έφταιγα εγώ. Μα κάθε φορά σταματούσα ό,τι έκανα και κοιτούσα παραξενεμένη.
Όταν ένας άντρας κλαίει, ριγώ. Και σέβομαι. Και κοιτώ παραξενεμένη. Και κείνο το …οι άντρες δεν κλαίνε…το ρίχνω σαν πέτρα βαριά να πάει στα βάθη και να μη ξαναβγεί ποτέ του από κει μέσα.
Σας είπα! Έχω δει άντρες να κλαίνε. Κι όσους δεν έχω δει να δεις που κρεμότανε θαρρείς από το μάγουλό τους κεχριμπάρι. Μια στάλα γιομάτη πόνο και υγρασία, μαζί όπως εκείνη της αυγινής δροσιάς που στέκεται στα πλατύφυλλα των δέντρων… και στέκεται εκεί και κυλά μέχρι την ακρούλα και όλο κυλά και όλο λέει να πέσει κάτω μα ποτές δεν πέφτει.
Έχω κλάψει…
Σίγησε το πιο ερωτικό λαρύγγι. Και το πιο τολμηρό μαζί. Μόνο εκείνο θα μπορούσε να ξεστομίσει ένα τέτοιο ανομολόγητο δάκρυ. Όλων των αντρών μαζί.
Κι εγώ δε χρειάζεται να ξέρω τίποτα άλλο για κείνον. Μόνο αυτό μου φτάνει. Πως έχει κλάψει. Πολύ.
Είχε κλάψει!
Και για κείνη πιο πολύ.
Υπατία