Μέχρι σήμερα, έχουν αναπαλαιωθεί μέσα από το πρόγραμμα “Καράβια που δεν φοβήθηκαν” πέντε παλιά σκαριά σε Σχοινούσα (“Ο Μικρός Ηλίας”), Ηρακλειά (“Ο καπετάν Γιάννης”), Κουφονήσι (“¨Η Κυρά Σοφία”), στη Δονούσα ( “Ο Τίμιος Σταυρός”) και στη Νάουσα της Πάρου (¨Ο Μαμουνάς) – Κλείνει στην Αμοργό τον προσεχή Ιούλιο
“Καράβια που δεν φοβήθηκαν”: Έχοντας στο μυαλό μου ιστορίες, που κλείνουν μέσα τους ταξίδια στο Αιγαίο, ανέμους, τολμηρούς και πεισματάρηδες καπετάνιους, βάφτισα το πρόγραμμα με τον τίτλο “Καράβια που δεν φοβήθηκαν”, δίνοντας ένα ρομαντικό κύρος στα καΐκια αυτά, που μοιάζουν μεταφορικά με μεγάλα καράβια, όντας άφοβα μέσα στον χρόνο και στη φθορά. Γιατί τα καράβια δεν φοβούνται … Οι παλιοί ναυτικοί πίστευαν ότι τα ξύλινα πλεούμενα είχαν ψυχή. Ίσως γιατί ήταν φτιαγμένα από οργανική, «ζωντανή» πρώτη ύλη ή ίσως γιατί όταν μάνιαζε ο καιρός, μιλούσαν στο καΐκι σαν να τους άκουγε για να περάσουν μαζί την τρικυμία, να φτάσουν σώοι στο λιμάνι. ‘Η ίσως πάλι επειδή, ό,τι κάνει κανείς με αγάπη έχει ψυχή. Παραδοσιακά σκαριά, φτιαγμένα με πολύ μεράκι τα οποία κουβαλούν στα πανιά και τα ξύλα τους μια ιστορία αιώνων αφανίζονται μια για πάντα….
Αυτό αναφέρει στην προσωπική της ιστοσελίδα, η Χριστιάννα Οικονόμου, η εικαστικός που άφησε το πολύβουο Λονδίνο και μία εν εξελίξη καριέρα για να εμπλακεί με τις Μικρές Κυκλάδες κι ένα πρωτοπόρο πρόγραμμα με στόχο την διάσωση πλεούμενων που είναι στα όρια της καταστροφής… Και όπως όλα δείχνουν φτάνει στο τέλος του το εν λόγω πρόγραμμα. Που θα πέσει η αυλαία; Στο λιμάνι των Καταπόλων Αμοργού θα κλείσει τον κύκλο του το πρόγραμμα της εικαστικού Χριστιάννας Οικονόμου “Καράβια που δε φοβήθηκαν”, όπου θα τοποθετηθεί ένα καΐκι έργο τέχνης, φόρος μνήμης για τα παραδοσιακά σκάφη που έχουν καταστραφεί.
Η πρώτη απόφαση από το Δήμο Αμοργού εγκρίθηκε τον Δεκέμβριο του 2019 αλλά η πανδημία έφερε το project πίσω… Τότε ομόφωνα, το Δημοτικό Συμβούλιο είχε κρίνει ότι ήταν ιδιαίτερα τιμητικό γεγονός για την Αμοργό να κλείσει ένα τέτοιο πρόγραμμα στο νησί τους. Και τα Κατάπολα θα ήταν το τελευταίο λιμάνι του προγράμματος τον Μάιο του 2020.. Τώρα, η σχετική απόφαση επανεγκρίνεται. Σύμφωνα με τη σχετική εισήγηση προς το Δημοτικό Συμβούλιο, προτάθηκε ως κατάλληλη θέση για την τοποθέτηση του αναπαλαιωμένου καϊκιού, η μικρή προβλήτα στο λιμάνι των Καταπόλων, η οποία βρίσκεται απέναντι από το κεντρικό πάρκινγκ Καταπόλων και στην οποία θα γίνουν οι ανάλογες διαμορφώσεις. Ο Λιμενικός Σταθμός Αμοργού διά του εκπροσώπου στο Δ.Σ. δεν έφερε αντίρρηση επί του συγκεκριμένου σημείου. Και η σχετική γιορτή θα γίνει την 4η Ιουλίου του 2022…
Μέχρι σήμερα, έχουν αναπαλαιωθεί πέντε παλιά σκαριά σε Σχοινούσα (ο Μικρός Ηλίας), Ηρακλειά (Ο καπετάν Γιάννης), Κουφονήσι (η Κυρά Σοφία), στη Δονούσα (ο “Τίμιος Σταυρός”) και στη Νάουσα της Πάρου (ο Μαμουνάς). και σκοπός του εγχειρήματος είναι η τοποθέτηση των αναπαλαιωμένων καϊκιών στο λιμάνι του κάθε νησιού, στη στεριά, λειτουργώντας ως ένα έργο τέχνης ως φόρος τιμής σε όλα τα παραδοσιακά καΐκια τα οποία έχουν καταστραφεί και σε όλους τους ναυτικούς.
Η κα Οικονόμου που κινείται εικαστικά στις Μικρές Κυκλάδες και στην Πάρο με συνεχή εργαστήρια στα μικρά παιδιά είχε αναφέρει στην προσωπική της ιστοσελίδα το σκοπό αυτής της κίνησης που ταξίδεψε σε κάθε γωνιά του κόσμου… “Μέσα στο πλαίσιο αυτό και θέλοντας να απευθυνθώ στο ευρύ Ελληνικό κοινό, που αγαπάει την Ελλάδα, την παράδοση, την τέχνη και το Αιγαίο μας, ξεκίνησα το 2016 το πρότζεκτ “Καράβια που δεν φοβήθηκαν”. Το πρόγραμμα βασίζεται στην εικαστική αναπαλαίωση ενός εγκαταλελειμμένου, παραδοσιακού καϊκιού, σε καθένα από τα νησιά των Μικρών Κυκλάδων του Αιγαίου.
Σκοπός του εγχειρήματος αυτού είναι αφενός να διασωθούν έστω και κάποια από τα παραδοσιακά μας καΐκια αφετέρου να διαδωθεί το μήνυμα γύρω από την διάσωση ελληνικών παραδοσιακών τεχνικών στην Ε.Ε. Στόχος του πρότζεκτ δεν είναι η επαναλειτουργία και πρακτική χρήση των σκαριών αυτών αλλά η επαναπροσδιόρησή τους και ο μη συμβατικός τρόπος χρήσης τους, στη στεριά αυτή τη φορά, και πιο συγκεκριμένα στο λιμάνι του κάθε νησιού ως έργα τέχνης.
Έχοντας βαθιά αγάπη και θαυμασμό για τις παραδοσιακές τεχνικές της Ελλάδας και χρησιμοποιώντας ως κινητήριο δύναμη το παρελθόν και τη μνήμη στη γενικότερη δουλειά μου, αποσκοπώ στην διεύρυνση αυτού του πρότζεκτ, έτσι ώστε ακόμη και με αυτόν τον ενναλακτικό και κάπως πιο “ρομαντικό” τρόπο να σωθούν για τις επόμενες γενιές αυτά τα κειμήλια μιας και λειτουργούν ως φόρος τιμής σε όλα εκείνα τα σκαριά που έχουν χαθεί και σε όλους εκείνους τους ναυτικούς που τα πόνεσαν, τα αγάπησαν και πέρασαν τα περισσότερα χρόνια της ζωής τους μαζί τους, στην ελληνική ναυπιγική τέχνη και στη θάλασσά μας. Ας μην ξεριζώνουμε τις παραδόσεις μας, γιατί όπως έχει πει άλλωστε και ο Κοσμάς Ξενάκης: “Σήμερα” χωρίς ιστορία και καταγωγή δεν μπορεί να υπάρξει και τέχνη χωρίς ιστορία είναι τέχνη αγράμματη”.
Και το ερώτημα είναι απλό: Γιατί η Νάξος δεν μπήκε στο πρόγραμμα; Αφού η πρόταση υπήρχε στο τραπέζι της Δημοτικής Αρχής; Αφού τα τέσσερα νησιά των Μικρών Κυκλάδων εντάχθηκαν στο πρόγραμμα, η Νάξος γιατί δεν έκανε το κόπο να αποδεχτεί την πρότασή;