Έφυγε από τη ζωή, σε ηλικία 68 ετών, η τραγουδίστρια Χριστιάνα (video)
Έφυγε από τη ζωή, σε ηλικία 68 ετών, η τραγουδίστρια Χριστιάνα. Η Χριστιάνα έπασχε από καρκίνο και από Αλτσχάιμερ.
Η Χριστιάνα Λαβίδα, που έγινε γνωστή με το μικρό της όνομα, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1953. Ήταν αδελφή της τραγουδίστριας Βασιλικής Λαβίνα, συζύγου του συνθέτη Γιάννη Μαρκόπουλου και εξαδέλφη της Ελένης Βιτάλη.
Συνεργάστηκε με σπουδαίους καλλιτέχνες και δημιουργούς. Στη δισκογραφία της περιλαμβάνονται επιτυχίες όπως τα τραγούδια «Τα Κύθηρα ποτέ δεν θα τα βρούμε», «Τα μάτια σου», «Τι να μας κάνει η νύχτα», «Σαριμπιντάμ», «Η νύχτα θέλει», «Έβγα, τελάλη μου», «Χόρεψε με ένα ταγκό», «Μίλα μου» και «Τελειώσαμε λοιπόν».
Η δημοσιογράφος Πηνελόπη Γάβρα την αποχαιρέτησε με μια συγκινητική ανάρτηση.
Στυλιστικές τάσεις και παρεμβάσεις
Αν και προικισμένη με φυσική ομορφιά, που ήταν αδύνατο να περάσει απαρατήρητη, και με εκείνα τα γκριζοπράσινα μάτια που μάγευαν από το πρώτο βλέμμα, η Χριστιάνα χρησιμοποίησε την εικόνα όχι ως διαβατήριο στην καριέρα της αλλά ως μέσο υποστήριξης της δουλειάς της. Δεν δίσταζε μάλιστα να κάνει τολμηρές επιλογές όσον αφορά στην εξωτερική της εμφάνιση, όπως το κοντοκουρεμένο αλά γκαρσόν μαλλί της που έγινε κυρίαρχη τάση της εποχής. Μόδα δημιουργούσε και με τα ρούχα που επέλεγε για τις εμφανίσεις της στις μεγαλύτερες πίστες της Αθήνας όπου τραγουδούσε για αρκετά χρόνια.
Εξίσου τολμηρή όμως ήταν και στις επαγγελματικές της επιλογές. Ήταν από τις πρώτες γυναίκες τραγουδίστριες που συνδύασε την ερμηνεία με την χορογραφημένη κίνηση, θέτοντας τις βάσεις για την γέννηση των λαμπερών σόου στα νυχτερινά κέντρα. Οι θαυμαστές της, πολλοί και φανατικοί, ανάμεσά τους και κάποιοι από τους πιο ισχυρούς οικονομικά ανθρώπους της εποχής.
Εκείνη, ωστόσο, αντί να εξαργυρώσει την μεγάλη επιτυχία της, διψασμένη από την ακόρεστη ανάγκη της για νέες καλλιτεχνικές εξερευνήσεις, θα εγκαταλείψει τις πίστες, στο απόγειο της δόξας της, και θα στραφεί προς ένα νέο είδος ψυχαγωγίας που έχει στοιχεία γαλλικού καμπαρέ και επιθεώρησης.
Κι έπειτα, ενώ βρισκόταν στο απόγειο της καριέρα της και το όνομά της φιγούραρε με μεγάλα γράμματα της πιο λαμπερές πίστες της παραλιακής, εκείνη επιλέγει να δοκιμαστεί σε ένα διαφορετικό είδος ψυχαγωγίας. Το 1979 ανεβαίνει στη σκηνή του «Νοτούρνο», ένα music hall που λειτουργούσε στη στοά του Μπρόντγουεϊ, συνεργάζεται με την μεγάλη κυρία του ελαφρού τραγουδιού Καίτη Μπελίντα και τραγουδά με ευρωπαϊκό αέρα «Φώτα κι άλλα φώτα».
Ένα χρόνο αργότερα, το 1980, θα βρεθεί στην ιστορική «Μέδουσα» της Πλάκας, στο πλευρό του Γιώργου Μαρίνου, να εντυπωσιάζει με την παρουσία της η οποία παραπέμπει σε λαμπερό μιούζικαλ του Μπρόντγουεϊ, και να λάμπει μέσα στα εντυπωσιακά της κοστούμια, φερμένα από το εξωτερικό τα περισσότερα, γοητεύοντας με τις ερμηνείες της και το μοναδικό της στυλ.
Μια διετία μετά θα κάνει και την δισκογραφική της επανάσταση μέσα από την συνεργασία της με τον Σταμάτη Κραουνάκη και της Λίνα Νικολακοπούλου στον πρωτοποριακό δίσκο «Σαριμπιντάμ, θα πει τρελαίνομαι», ο οδηγεί την ίδια αλλά και το κοινό της σε πιο «ψαγμένα» μουσικά μονοπάτια. Έτσι έδωσε το δυναμικό παρών σε ένα νέο, αξιόλογο μουσικό ρεύμα που γεννιόταν εκείνη την περίοδο και θα έδινε τα επόμενα χρόνια πολλά και σημαντικά «δώρα».
Χορτασμένη από εμπειρίες και επιτυχία η Χριστιάνα θα επιλέξει στην συνέχεια να αφοσιωθεί στην οικογένειά της και στο μεγάλωμα των δύο παιδιών της, κάνοντας, κατά καιρούς, κάποιες καλλιτεχνικές παρεμβάσεις, κυρίως μέσα από δισκογραφικές συνεργασίες με νέους δημιουργούς του έντεχνου ρεπερτορίου.
Στο μυαλό και στις καρδιές όλων εκείνων που την θαύμασαν και την αγάπησαν θα μείνει ως μια απαράμιλλα γοητευτική κυρία, με Κ κεφαλαίο, που άνοιγε καινούργιους δρόμους, διέθετε ένα τελείως προσωπικό στίγμα, κι είχε την ικανότητα να είναι τολμηρή αλλά όχι προκλητική. Κι αυτό ήταν, ίσως, το μυστικό της επιτυχίας της.
Με πληροφορίες από το “Πρώτο Θέμα”