Ο Μάρκος Ζαγοραίος παραδοσιακός κτίστης της Σικίνου δηλώνει ότι χάθηκε το μέτρο όσον αφορά τα ακίνητα και σημειώνει «Σπίτι όσο χωρείς και κάμπο όσο θωρείς»
Στα χέρια του –με όλα τα σημάδια του μόχθου– κρατάει συνήθως μια αρμαθιά κλειδιά και έχει ένα γιασεμί ή έναν βασιλικό πίσω από το αυτί. Παρά τα 70 του χρόνια, είναι σβέλτος και όταν σκαρφαλώνει τα καλντερίμια της Σικίνου, τον κυνηγάς για τον φθάσεις.
Της Μαργαρίτας Πουρνάρα (kathimerini.gr) – Φωτογραφία: Τέρι Χάρις
Τον αγαπούν όλοι, ντόπιοι και έποικοι, γιατί τους έχει χτίσει ή αναπαλαιώσει τα σπίτια, αλλά και τα φροντίζει τον χειμώνα λες και είναι δικά του. Ο Μάρκος Ζαγοραίος είναι ο παραδοσιακός κτίστης του νησιού. Τον γνώρισα το 2017 και έκτοτε γίναμε φίλοι. Δεν χορταίνω να τον ακούω με την τραγουδιστή κυκλαδίτικη λαλιά, το κοφτερό μυαλό του και τη σοφία του.
Είναι είδος προς εξαφάνιση: ένας άνθρωπος που έμαθε ό,τι φτιάχνει να είναι από φυσικά υλικά και σε απόλυτη αρμονία με το περιβάλλον. «Λοιπόν, άκου να δεις πώς λειτουργεί ο σωστός ο μάστορας», μου εξηγεί. «Κατ’ αρχάς, δεν δουλεύω μόνο στον ξύπνιο μου, αλλά και στον ύπνο. Πέφτω στο κρεβάτι και φτιάνω εικόνες: Πώς είναι το οικόπεδο; Πού θα το τοποθετήσω το σπίτι; Πώς θα είναι προσανατολισμένο για να έχει φυσικό εξαερισμό, να προστατεύεται από τους ισχυρούς ανέμους και τον ήλιο; Και έτσι τα έχω όλα λυμένα με τη φαντασία μου ώστε, όταν πιάσω δουλειά να μην υπάρχουν απορίες. Σήμερα όλοι δουλεύουν με σχέδια, ρολά από χαρτί. Εγώ δεν τα καταλαβαίνω αυτά».
«Τα πιο βασικά δωμάτια στο κυκλαδίτικο παραδοσιακό σπίτι είναι η κρεβατοκάμαρη και η κουζίνα. Το πρώτο για να ξεκουράζονται καλά οι άνθρωποι, να γαληνεύουν και να έχουν κουράγιο να ριχτούν στη δουλειά. Και η κουζίνα όμως είναι σημαντική. Αμα δεν είναι ευχαριστημένη η κυρά όταν μαγειρεύει, τότε και ο άντρας της δεν θα περνάει καλά. Υστερα έρχονται όλα τα άλλα δωμάτια, αν υπάρχουν. Διότι παλιά ζούσαμε σε αυτά μονάχα, συν το λουτρό».
«Εμείς που προλάβαμε τις Κυκλάδες πριν τον τουρισμό, ξέραμε ότι σπίτι σημαίνει να καλύψεις τις ανάγκες σου και όχι να κτίζεις τσάμπα τετραγωνικά. Μια κατοικία αυξανόταν αν η κόρη, λ.χ., παντρευόταν και πάνω στο παλιό σπίτι προσετίθεντο και ένα-δυο δωμάτια για το νέο ζευγάρι και τα παιδιά του. Τώρα βλέπω σε κάτι νησιά να σηκώνονται μεγαθήρια και απορώ τι κάνουν εκεί μέσα οι άνθρωποι. Εχουν πάρει χαμπάρι ότι τους είναι άχρηστα; Μάλλον έχουν ξεχάσει την παροιμία που έλεγαν εδώ στα μέρη αυτά: Σπίτι όσο χωρείς και κάμπο όσο θωρείς». Φεύγοντας, ο μπαρμπα – Μάρκος μου έδωσε ένα βαζάκι κάπαρη και ένα αλάτι μαζεμένο με τα χέρια του: «Για να βγει ο χειμώνας», μου ’πε τρυφερά.