Την παράταση του μειωμένου ΦΠΑ στα νησιά που έχουν δεχθεί αυξημένες προσφυγικές ροές, ανακοίνωσε ο Δημήτρης Βίτσας, στο πλαίσιο της ψήφισης από την Ολομέλεια του νομοσχεδίου του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής – Αντίδραση από την Κομισιόν
Σαν «βόμβα» έσκασε στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης αλλά και στις Βρυξέλλες, η εξαγγελία Βίτσα χθες στη Βουλή, περί «χριστουγεννιάτικης» Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (ΠΝΠ) για παράταση του χαμηλού ΦΠΑ στα πέντε νησιά του Αιγαίου που δεχονται τα περισσότερα βάση όσον αφορά το μεταναστευτικό και αναφερόμαστε σε Σάμο, Χίο, Λέσβο, Λέρο και Κω.. Αρμόδιες πηγές που ερωτήθηκαν σχετικά, απαντούσαν πως «το υπουργείο Οικονομικών δεν γνωρίζει τίποτα» για το θέμα αυτό! Αλλά και από την Κομισιόν, κοινοτικές πηγές που μίλησαν στο protothema.gr, εξέφραζαν την απορία τους για τις δηλώσεις του υπουργού.
Ωστόσο οι δηλώσεις Βίτσα μετατρέπουν το ζήτημα σε μείζον οικονομικό, πολιτικό και διπλωματικό θρίλερ. Και αυτό όχι μόνον γιατί δεν έκανε την εξαγγελία ο Πρωθυπουργός (από την ΔΕΘ τον Σεπτέμβριο ή προχθές έστω στη Βουλή) αφού ο ίδιος είχε αναλάβει προσωπικά την δέσμευση πριν 6 μήνες ότι δεν αυξηθεί ο ΦΠΑ. Ούτε επειδή ο αρμόδιος υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος δεν ανέφερε τίποτα στην (επί ένα μήνα σχεδόν) συζήτηση στη Βουλή του Προϋπολογισμού, ο οποίος προβλέπει ότι ο ΦΠΑ θα αυξηθεί. Αλλά κυρίως γιατί ο ίδιος ο κύριος Βίτσας αποκάλυψε ότι «είμαστε σε μια διαπραγμάτευση αυτή τη στιγμή», βάζοντας έτσι «στο παιχνίδι» και τους δανειστές.
«Άκυρη» εξαγγελία
Η εξαγγελία Βίτσα προέκυψε σαν απάντηση στην επιμονή βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας, να κάνει δεκτή τροπολογία τους σε νομοσχέδιο του υπουργείου του, για να μην αυξηθεί ο ΦΠΑ στα νησιά που έχουν οξύ πρόβλημα λόγω του μεταναστευτικού κύματος.
Ο υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής την απέρριψε, με το επιχείρημα ότι «σχετικά με την τροπολογία της Νέας Δημοκρατίας, θα έρθει με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, πριν το τέλος του χρόνου ο τρόπος, που θα παραταθεί στα 5 νησιά το χαμηλό ΦΠΑ. Δεν μπορώ να την πω, γιατί είμαστε σε μία διαπραγμάτευση αυτή τη στιγμή».
«Καραμπόλα» Βίτσα
Σε κάθε περίπτωση, η εξαγγελία Βίτσα ότι με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου –και πάλι- πρόκειται να ανασταλεί η αύξηση ΦΠΑ από 17% σε 24%, στα 5 νησιά του Αιγαίου (Σάμο, Λέσβο, Χίο, Κω και Λέρο) προκαλεί πολλαπλώς οικονομική και πολιτική αναστάτωση. Και αυτό γιατί:
1. Φορολογικά, οι τοπικές επιχειρήσεις δεν γνωρίζουν αν σε 10 μέρες θα ισχύει ΦΠΑ 24% και αν πρέπει να συνεχίσουν ή να σταματήσουν τις προετοιμασίες για μετάβαση στους νέους συντελεστές (προσαρμογή ταμειακών μηχανών, μηχανογραφικών συστημάτων κλπ). Ούτε ο κύριος Βίτσας αποκάλυψε αν η νέα παράταση θα ισχύσει για 6 μήνες ή παραπάνω, όπως προέβλεπε η τροπολογία που απέρριψε.
2. Οικονομικά, δεν πρόλαβε να στεγνώσει η μελάνη που τυπώθηκε ο νέος Προϋπολογισμός (πήρε ΦΕΚ μία ημέρα πριν) και η κυβέρνηση εμφανίζεται να «ξηλώνει το πουλόβερ», πριν καν ξεκινήσει το (προεκλογικό) έτος 2019.
3. Πολιτικά, ήταν «προσωπική υπόθεση» του Πρωθυπουργού να ξεκαθαρίσει το θέμα της «μη αύξησης» του ΦΠΑ στα νησιά που αντιμετωπίζουν πρόβλημα. Και έπρεπε να ήταν τελειωμένο ήδη, αφού το έχει πάρει πάνω του ο ο ίδιος όταν δεσμεύθηκε (στις 29 Ιουνίου 2018 και μετά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις Βρυξέλλες) λέγοντας τότε επί λέξει: «για όσο διαρκεί η προσφυγική κρίση στα πέντε αυτά νησιά, αλλά και σε ό,τι με αφορά, όσο είμαι εγώ στη θέση του Πρωθυπουργού, απ’ ό,τι φαίνεται και τα δύο θα διαρκέσουν πολύ, δεν θα υπάρξει άνοδος του ΦΠΑ στα πέντε νησιά». Ωστόσο ούτε στην ΔΕΘ, ούτε προχθές στη Βουλή κατά την ψήφιση του Προϋπολογισμού θέλησε να πει όσα είπε ο κύριος Βίτσας.
4. Διπλωματικά, και εφόσον «είμαστε σε μία διαπραγμάτευση αυτή τη στιγμή» -όπως κατά λέξη ανέφερε ο κύριος Βίτσας- το οικονομικό επιτελείο δεν θα ήθελε να το δημοσιοποιήσει, εάν το αποτέλεσμα δεν ήταν εξασφαλισμένο και θετικό για την κυβέρνηση. Γιατί αν υπάρχει ο κίνδυνος της απόρριψης, ακυρώνεται το επιχείρημα ότι βγήκαμε από τα Μνημόνια. Επιπλέον το θέμα «διεθνοποιείται» ξανά, όπως τον Ιούνιο που το Βερολίνο απαίτησε άμεσα ισοδύναμες περικοπές (κόπηκαν κονδύλια Άμυνας) και καθυστέρησε –τυπικά έστω- επί ένα μήνα για να εγκρίνει το τέλος της Αξιολόγησης και των Μνημονίων. Καθώς όμως και στην (πάντα φιλική) Κομισιόν δηλώνουν «απορία» για τις δηλώσεις του Υπουργού, δεν διαφαίνεται να επίκειται κάποιου είδους έγκριση ή συμφωνία στο θέμα αυτό. Αντιθέτως, στις Βρυξέλλες θεωρούν ότι το θέμα των μέτρων του 2019 (θετικών και αρνητικών) έχει κλείσει από τις 15 Οκτωβρίου ήδη, αλλά ιδίως μετά το Eurogroup της 5ης Νοεμβρίου που επικύρωσε τον προϋπολογισμό όλων των Κρατών (και της Ελλάδας που είναι σε αυξημένη εποπτεία) και μετά την ψήφισή του στη Βουλή των Ελλήνων τα μεσάνυχτα της Τετάρτης 19 Δεκεμβρίου.
ΠΝΠ μετά τα Μνημόνια
Και θεσμικά επίσης όμως, αν ισχύουν οι δηλώσεις Βίτσα περί επικείμενης ΠΝΠ, γεννάται ζήτημα σεβασμού στο Σύνταγμα και λειτουργίας του Πολιτεύματος. Και αυτό γιατί, για να μην κάνει δεκτή στον νόμο την τροπολογία της ΝΔ, υπόσχεται ότι θα «γίνει πράξη» με ΠΝΠ, βάζοντας στο «παιχνίδι» αυτό και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, που καλείται να την υπογράψει γιατί η Βουλή έκλεισε για τα Χριστούγεννα.
Ωστόσο το άρθρο 44 του Συντάγματος ορίζει ότι μόνον «σε έκτακτες περιπτώσεις εξαιρετικά επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί, ύστερα από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου, να εκδίδει Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου». Το άρθρο αυτό ταλαιπωρήθηκε ιδιαίτερα στα χρόνια των Μνημονίων, αλλά από τον Αύγουστο ούτε τα Μνημόνια ισχύουν τυπικά για να δικαιολογούνται βιασύνες «μη χαθεί η δόση», ούτε η δημόσια δέσμευση του Πρωθυπουργού πριν από 6 μήνες συνιστά «απρόβλεπτη ανάγκη» και «έκτακτη» περίσταση για να κινηθεί τέτοια διαδικασία.
Και ενώ η κυβέρνηση προετοιμάζει και άλλη ΠΝΠ (για παράταση στο νόμο Κατσέλη) που ενδεχομένως δικαιολογείται γιατί –και επισήμως- γίνεται διαπραγμάτευση με τους θεσμούς, στο θέμα του ΦΠΑ δεν μπορεί να ισχύει το ίδιο γιατί η κυβέρνηση δεν το έθεσε σε καμία διαπραγμάτευση, ούτε τον Οκτώβριο (με την Κομισιόν), ούτε τον Νοέμβριο (στο Eurogroup) ούτε τον Δεκέμβριο με την ψήφιση του Προϋπολογισμού. Ή, και αν το έκανε ανεπίσημα, δεν εξασφάλισε την συμφωνία των θεσμών, για να μπορεί να επικαλείται ότι αυτή θα συμβεί τώρα που κλείνουν για τα Χριστούγεννα και οι υπηρεσίες της Κομισιόν στις Βρυξέλλες. Εκτός αν τυχόν σχεδιάζει να προβεί «εν κενώ» σε μονομερή ενέργεια, εκμεταλλευόμενη τον «νεκρό χρόνο» των αργιών, ανοίγοντας όμως νέα μέτωπα με το Eurogroup τον Ιανουάριο –καθώς από τις 15 του μηνός θα βρίσκονται ξανά κλιμάκια ελεγκτών στη χώρα μας- διακινδυνεύοντας όμως να υπάρξουν αντιδράσεις και εμπόδια αντί να προσπαθεί να διασφαλίσει την εθνική απόπειρα για μία νέα έξοδο της χώρας στις αγορές και οριστική έξοδο από τα Μνημόνια.