Ιδιοκτήτες πιέζουν να τους επιτραπεί να χτίσουν εκεί όπου απαγορεύεται και οι υπηρεσιακοί υπάλληλοι ανταλλάσσουν επί χρόνια έγγραφα προσπαθώντας να «εντοπίσουν» τα όρια του οικισμού.
Μια ιστορία «ελληνικού παραλόγου», που επαναλαμβάνεται σε εκατοντάδες οικισμούς νησιών –και όχι μόνο– αποκαλύπτει πόρισμα του Συνηγόρου του Πολίτη για την Αστυπάλαια. Η Χώρα του νησιού οριοθετήθηκε με… δημιουργική ασάφεια και επανα-οριοθετήθηκε για να συμπεριλάβει αδόμητα κομμάτια, παρότι αυτό απαγορεύεται. Παράλληλα, τους δικούς της κανόνες ακολούθησε και η αρχαιολογική ζώνη, που έπειτα από τρεις επανακαθορισμούς ακόμα δεν ταυτίζεται με τα όρια της Χώρας, όπως υποτίθεται ότι θα έπρεπε. Μέσα σε όλα αυτά διάφοροι ιδιοκτήτες πιέζουν για να τους επιτραπεί να χτίσουν –ή για να μη χτίσουν οι γείτονές τους– και οι υπηρεσιακοί υπάλληλοι ανταλλάσσουν επί χρόνια έγγραφα σε μια προσπάθεια να ξεδιαλύνουν το τοπίο.
Αφορμή για την έρευνα του Συνηγόρου ήταν αναφορά πολίτη, ο οποίος ζητούσε το ξεκαθάρισμα των ορίων του οικισμού της Χώρας στην Αστυπάλαια. Ερευνώντας την υπόθεση, οι ειδικοί επιστήμονες βρέθηκαν αντιμέτωποι με ένα πραγματικό –και όπως αποδεικνύεται, σε μεγάλο βαθμό εσκεμμένο– χάος. Χρειάστηκε μάλιστα να ζητηθεί η συνδρομή της «Ελληνικό Κτηματολόγιο», ώστε να αποδοθούν με βάση συντεταγμένες τα όρια και να πραγματοποιηθεί αυτοψία ώστε να ξετυλιχθεί το κουβάρι.
Τι προέκυψε; Η οριοθέτηση του οικισμού (που είναι προϋφιστάμενος του 1923) έγινε το 1985. Οπως προκύπτει, στα όρια συμπεριλήφθηκε όχι μόνο ο συνεκτικός οικισμός αλλά και μεγάλες αδόμητες εκτάσεις (με αρκετή απόσταση από τα τελευταία σπίτια) και εκτάσεις με μεγάλες κλίσεις, παρότι αυτό απαγορεύεται (προφανώς για να εξυπηρετηθούν οι ιδιοκτήτες των συγκεκριμένων οικοπέδων). Το 1994 μάλιστα ο οικισμός επεκτάθηκε, παρότι αυτό δεν αιτιολογούνταν επαρκώς (λ.χ. η αύξηση του πληθυσμού από το 1981 στο 1991 ήταν… 24 άτομα), χωρίς να γίνει πολεοδομική μελέτη και με λάθος διαδικασία (με νομαρχιακή απόφαση αντί για προεδρικό διάταγμα).
Χωρίς συντεταγμένες
Επιπλέον, με «μαγικό» τρόπο τα όρια παρέμειναν ασαφή. Για παράδειγμα, καθορίζονταν με αναφορά… σε κτίσματα ή μάντρες (επιλέγοντας κατά το δοκούν μια γωνία τους) αντί για συντεταγμένες. Χαρακτηριστικό είναι ότι σε ορισμένες περιπτώσεις τα όρια «αναφέρονται σε κτίσματα που είτε έχουν κατεδαφιστεί και στην ίδια θέση έχουν χτιστεί νέα, χωρίς να συμπίπτει το περίγραμμά τους, ή έχουν γίνει επεκτάσεις παλαιών κτισμάτων». Αναλόγως, το 1999 οριοθετήθηκε η Α΄ (αδόμητη) ζώνη προστασίας αρχαιοτήτων γύρω από τη Χώρα. «Από το συνημμένο στην απόφαση σχέδιο είναι προφανές ότι τα σημεία που καθορίζουν την αρχαιολογική ζώνη δεν ταυτίζονται με τα όρια του οικισμού», αναφέρει το πόρισμα του Συνηγόρου και το οποίο δημοσιεύεται στην εφημερίδα “Καθημερινή”… Ακολούθησαν ακόμα δύο οριοθετήσεις, το 2001 και 2003, που είχαν ως στόχο να λύσουν το πρόβλημα… αλλά δεν τα κατάφεραν!
Η ασυμφωνία αυτή, όπως αναφέρει το πόρισμα, «σε συνδυασμό με το αίτημα του ενδιαφερομένου προκάλεσε την επί σειρά ετών εμπλοκή των υπηρεσιών, χωρίς μέχρι σήμερα να έχει λυθεί το ζήτημα. Κοινός τόπος σε υποθέσεις που εξετάζει ο Συνήγορος είναι, είτε επειδή το κόστος μιας ολοκληρωμένης ενέργειας φαντάζει μεγάλο, είτε επειδή η μια υπηρεσία μεταθέτει το βάρος υλοποίησης στην άλλη, να διαιωνίζεται μια κατάσταση και τελικά η διοίκηση να πληρώνει πολλαπλάσια το κόστος, χωρίς να δοθεί οριστική λύση», αναφέρεται.
Η Χώρα της Αστυπάλαιας, πάντως, δεν αποτελεί μοναδική περίπτωση. Οπως επισημαίνει ο Συνήγορος, η αδυναμία προσδιορισμού των ορίων ενός οικισμού από τη Διοίκηση με ακρίβεια, είναι πρόβλημα που παρουσιάζεται σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό σε όλες τις οριοθετήσεις οικισμών της Επικράτειας. Χαρακτηριστικό είναι ότι, με αφορμή την υπόθεση των δασικών χαρτών, το υπουργείο Περιβάλλοντος έχει επανειλημμένως ζητήσει από τις πολεοδομίες να πράξουν τα δέοντα, ωστόσο περίπου οι μισές δεν έχουν ακόμα ανταποκριθεί