Την επίσπευση κατά δύο χρόνια της ολοκλήρωσης της διασύνδεσης των Κυκλάδων με το ηπειρωτικό δίκτυο, ανακοίνωσε χθες ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ΑΔΜΗΕ, Μάνος Μανουσάκης, που σημαίνει πρακτικά ότι το έργο θα ολοκληρωθεί στο τέλος του 2020 αντί το 2022 – Η πρώτη φάση της διασύνδεσης των Κυκλάδων (Λαύριο, Σύρος, Πάρος, Μύκονος) μπαίνει άμεσα σε λειτουργία. Ως τις 20 Φεβρουαρίου θα ηλεκτρισθεί το καλώδιο της Σύρου, ενώ το Μάρτιο θα φτάσουν φορτία στη Μύκονο.
Τέλος εποχής για την πετρελαϊκή εξάρτηση των Κυκλάδων, αφού μέσα στις επόμενες ημέρες ξεκινά η διασύνδεση των νησιών με ηλεκτρικό καλώδιο. Στις 28 Ιανουαρίου ξεκίνησε η δοκιμαστική λειτουργία του υποθαλάσσιου καλωδίου που συνδέει τη Σύρο με το Εθνικό Σύστημα Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας μέσω του Υποσταθμού του Λαυρίου. Μέχρι τις 20 Φεβρουαρίου τα φορτία θα έρχονται στη Σύρο και μέσα στο Μάρτιο θα διασυνδεθεί και η Μύκονος. Το έργο κόστισε συνολικά 245 εκατ. ευρώ, τα οφέλη του αποτιμώνται σε περίπου 80 εκατ. ευρώ ετησίως, και αναμένεται να έχει αποσβεστεί σε μια τριετία.
Τις σχετικές ανακοινώσεις έκανε χθες ο διευθύνων σύμβουλος του ΑΔΜΗΕ Μανούσος Μανουσάκης, παρουσιάζοντας τα πλάνα του διαχειριστή για όλα τα έργα διασυνδέσεων. Σχετικά με το πρώτο μέρος ανέφερε ότι « με δεδομένο ότι ήδη από τον πρώτο χρόνο λειτουργίας της διασύνδεσης το συνολικό κοινωνικοοικονομικό όφελος εκτιμάται στα 80 εκατ. ευρώ, αυτό σημαίνει ότι το έργο θα έχει αποσβεστεί σε τρία χρόνια και θα προσφέρει περαιτέρω αξία στην οικονομία και την κοινωνία μέσω της μείωσης του κόστους των ΥΚΩ, της βελτίωσης του περιβαλλοντικού αποτυπώματος των νησιών και της ώθησης στον τουρισμό δια της ενίσχυσης της ασφάλειας εφοδιασμού κατά τους θερινούς μήνες».
Συνολικά έργα ηλεκτρικών διασυνδέσεων νησιών ύψους 500 εκατ. ευρώ, θα τρέξει μέσα στο 2018 ο ΑΔΜΗΕ, το 24% του οποίου ανήκει πλέον στην κινεζική State Grid. Καταρχήν, μέσα στο επόμενο δεκαπενθήμερο αναμένεται να βγουν στον αέρα τα τεύχη δημοπράτησης του έργου της μικρής διασύνδεσης της Κρήτης, ύψους 330 εκατ. ευρώ, ενώ ακολουθούν δύο ακόμη διαγωνισμοί, η δεύτερη και τρίτη φάση της διασύνδεσης των Κυκλάδων, ύψους 70 και 100 εκατ. ευρώ αντίστοιχα.
Διασύνδεση Νάξου
Σήμερα Παρασκευή 2 Φεβρουαρίου, το Δ.Σ. του ΑΔΜΗΕ αποφασίζει την επίσπευση του έργου της τρίτης φάσης διασύνδεσης των Κυκλάδων κατά δύο έτη, ώστε να έχει ηλεκτριστεί στο τέλος του 2020. Περιλαμβάνει την πόντιση δεύτερου καλωδίου από το Λαύριο στη Σύρο, ύψους 100 εκατ ευρώ, και τα τεύχη δημοπράτησης θα βγουν τις επόμενες ημέρες. Κινητικότητα υπάρχει και αναφορικά με τη δεύτερη φάση της διασύνδεσης των Κυκλάδων, ύψους 80 εκατ. ευρώ, καθώς βρίσκεται σε ώριμο στάδιο η αξιολόγηση των τεχνικών και οικονομικών προσφορών. Πρόκειται για τη διασύνδεση της Νάξου και την αναβάθμιση των διασυνδέσεων Άνδρου και Τήνου.
Και όπως τόνισε χαρακτηριστικά ο κος Μανουσάκης: «Οι εξελίξεις αυτές αντανακλούν δυο σημαντικούς παράγοντες: Πρώτον, ότι όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη είναι προσηλωμένα στην ανάγκη επιτάχυνσης των διασυνδέσεων καθώς, αναμένεται αύξηση κατανάλωσης του ηλεκτρικού ρεύματος στο πλαίσιο της ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας. Δεύτερον αποδεικνύεται ότι «γίνεται κι αλλιώς», δηλαδή ότι ο Διαχειριστής μπορεί να λειτουργήσει σύγχρονα και αποδοτικά έχοντας το Δημόσιο ως μέτοχο πλειοψηφίας».
Και 4η φάση
Θέμα χρόνου είναι να ξεκινήσει και η τέταρτη φάση της διασύνδεσης των Κυκλάδων. Ο λόγος για την διασύνδεση Λαυρίου – Σερίφου, Σερίφου – Μήλου, Μήλου – Σαντορίνης και Σαντορίνης με Πάρο ή Νάξο. Το έργο θα ενταχθεί στο δεκαετές επιχειρησιακό πλάνο 2019-2028. Ο ΑΔΜΗΕ έχει στα χέρια τη σχετική μελέτη μετά τα συμπεράσματα της κοινής ομάδας εργασίας με ΡΑΕ και ΔΕΔΔΗΕ.
Τέλος, αναφορικά με τη μεγάλη διασύνδεση της Κρήτης, δηλαδή αυτήν μεταξύ Αττικής – Κρήτης, θα μπορούσε να είναι έτοιμη το 2023. Εγινε γνωστό πως η ΡΑΕ έχει ζητήσει από τον διαχειριστή να γίνει αυτό το έργο, συνυπολογίζοντας και τη διασύνδεση της Κρήτης – Κύπρου – Ισραήλ (Eurasia Interconnector).
Στόχος είναι σε διαπραγμάτευση με την κοινοπραξία εκτέλεσης του έργου (Eurasia) να συσταθεί κοινός φορέας με τον ΑΔΜΗΕ. Σε αυτόν, ο ΑΔΜΗΕ θα μπορούσε να έχει το 51% και τη διαχείριση του ελληνικού κομματιού του έργου, δηλαδή της Κρήτης με την Αττική.