Εγκλημα στους Αγίους Αναργύρους -Αγωγή «μαμούθ» κατά του Δημοσίου από την οικογένεια των θυμάτων – «Επασχε από ψυχική ασθένεια ο αυτόχειρας»
Αγωγή-μαμούθ κατά του Ελληνικού Δημοσίου θα καταθέσει η οικογένεια της γιατρού από τους Άγιους Αναργύρους που βρήκε τραγικό θάνατο μαζί με την μητέρα της και την κόρη της. Τα συγγενικά πρόσωπα της αδικοχαμένης γιατρού ζητούν τώρα δικαίωση για τη δολοφονία της Ελένης Χερουβείμ (σ.σ. με καταγωγή από τη Νάξο και δη τη Μονή) από τον αυτόχειρα σύζυγό της, αστυνομικό, Χρήστο Ζαπανιώτη.
Τρεις εβδομάδες μετά από το φρικτό έγκλημα η οικογένεια της γιατρού πρόκειται να ζητήσει αποζημίωση από την αστυνομία, καθώς ο δολοφόνος έπασχε από κάποια ψυχική ασθένεια και δεν διαγνώστηκε στις εξετάσεις που υποβάλλονται οι ένστολοι που φέρουν όπλο.
Είχε κριθεί κατάλληλος για οπλοφορία
Ο 47χρονος Χρήστος Ζαπαντιώτης υπηρετούσε στη Βουλή, όντας αποσπασμένος στη φρουρά του πρώην πρωθυπουργού, Κώστα Σημίτη. Όπως έγινε γνωστό, είχε περάσει από ψυχομετρικά τεστ τον Νοέμβριο του 2011 και είχε κριθεί κατάλληλος για οπλοφορία. Επίσης, ο δράστης είχε χρησιμοποιήσει το υπηρεσιακό του όπλο στο μοιραίο φονικό, σκοτώνοντας την 70χρονη πεθερά Βάσω Χερουβείμ, την σύζυγο του την 49χρονη Ελένη Χερουβείμ και την κορούλα του την 4χρονη Μυρτώ μέσα στο σπίτι τους στους Αγίους Αναργύρους, λίγο πριν αυτοκτονήσει και ο ίδιος με το ίδιο όπλο.
«Είχε κάποια ψυχική ασθένεια και δεν διαγνώστηκε»
Τώρα συγγενείς των γυναικών ζητούν αποζημίωση για ψυχική οδύνη από την αστυνομία καθώς εκτιμούν ότι ο δολοφόνος έπασχε από κάποια ψυχική ασθένεια, η οποία δεν διαγνώστηκε στις εξετάσεις που υποβάλλονται οι ένστολοι που φέρουν όπλο. Το ύψος της χρηματικής αποζημίωσης δεν έχει ακόμα καθοριστεί, πάντως όπως εξήγησε ο δικηγόρος της οικογένειας Νίκος Αγαπηνός μιλώντας στο «Καλημέρα Ελλάδα», πρόκειται για χρονοβόρα διαδικασία, καθώς «χρειάζεται διαδικασία για να διαπιστωθεί ποιοι είναι οι κληρονόμοι, μετά να κάνουν αποδοχή και μετά αγωγή κατά του Δημοσίου», ζητώντας αποζημίωση για πράξεις και παραλήψεις του Δημοσίου, σχετικά το γεγονός ότι οπλοφορούσε.
Και στη συνέχεια πρόσθεσε « «Εμείς θα δούμε τα πορίσματα αυτά μέσα από την προανάκριση που διενεργείται, θα δούμε ποια είναι η τελευταία ψυχιατρική εξέταση στην οποία είχε υποβληθεί, ποιο είναι το πόρισμα αυτής. Εκ του αποτελέσματος είναι βέβαιο ότι υπήρχε ψυχιατρική κατάσταση η οποία δεν διαγνώστηκε. Το ζήτημα λοιπόν είναι αν είχαν ληφθεί όλα τα αναγκαία μέτρα, αν υπάρχει παράλειψη από πλευράς της ελληνικής αστυνομίας για την διάγνωση της συγκεκριμένης αυτής νόσου. Μου μετέφεραν δραματικές συνθήκες και δραματικές καταστάσεις που είναι πολύ φυσιολογικό να υπάρχουν μετά από κάτι τέτοιο που μόνο στα όρια του φυσιολογικού δεν βρίσκεται. Πραγματικά δραματικές συνθήκες. Τώρα οι άνθρωποι αυτοί, ειδικά οι άμεσοι συγγενείς, καλούνται να ξεπεράσουν τις δυσμενέστατες επιπτώσεις αυτού του τραγικού εγκλήματος».
Το χρονικό της φρίκης
Η τραγωδία αποκαλύφθηκε πριν περίπου τρεις εβδομάδες, όταν την οικογένεια αναζήτησε συγγενικό τους πρόσωπο που ανησύχησε επειδή δεν έδιναν σημεία ζωής, ενώ διαπίστωσε πως ούτε το κοριτσάκι είχε πάει στον παιδικό σταθμό. Οταν πήγε στο σπίτι, είδε τις δυο γυναίκες νεκρές στο σαλόνι, το κοριτσάκι νεκρό στην κρεβατοκάμαρα και τον αυτόχειρα σε στάση που έδειχνε ότι προηγουμένως είχε γονατίσει.
Ο μοιραίος καβγάς
Από τα στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους οι Αρχές, ο καβγάς ξεκίνησε την Κυριακή 17 Δεκεμβρίου. Τον καβγά μεταξύ του ζευγαριού φαίνεται πως άκουσε η μητέρα της 49χρονης γιατρού και αμέσως ανέβηκε από τον πρώτο όροφο όπου διέμενε στο διαμέρισμα της κόρης της, προκειμένου να δει τι συμβαίνει. Μάλιστα, εκτιμάται πως την πόρτα του διαμερίσματος άνοιξε η ίδια η 49χρονη, σε μια προσπάθεια να αποφύγει την επίθεση του άνδρα της.
Στη συνέχεια, ο 47χρονος πήρε το υπηρεσιακό του όπλο και το έστρεψε εναντίον των δύο γυναικών, αφού πρώτα έριξε στον αέρα. Οπως διαπιστώθηκε από την ιατροδικαστική εξέταση, η 49χρονη σύζυγος του αστυνομικού πυροβολήθηκε τρεις φορές στο στήθος, σχεδόν εξ επαφής, ενώ η μητέρα της δέχθηκε δύο πυροβολισμούς, στο στήθος και στο κεφάλι.
Μάλιστα, αστυνομικοί εκτιμούν ότι οι δύο γυναίκες προσπάθησαν να βγουν στο μπαλκόνι για να ζητήσουν βοήθεια, από τη στάση στην οποία βρέθηκαν, κοντά στη μπαλκονόπορτα, σε απόσταση μικρότερη του ενός μέτρου μεταξύ τους.
Στη συνέχεια, ο αστυνομικός κατευθύνθηκε προς την κρεβατοκάμαρα του ζευγαριού, καθώς η κόρη του είχε ξυπνήσει από τους πυροβολισμούς. Αφού κοίμισε ξανά το παιδί, το πυροβόλησε στον κρόταφο. Σκέπασε τη σορό της μικρής με ένα σεντόνι και ύστερα από μιάμιση ώρα γονάτισε στο κρεβάτι του και έβαλε τέλος στην ζωή του.
Με πληροφορίες από την ιστοσελίδα iefimerida.gr