Δεύτερη συνεχόμενη χρονιά που τα μέλη της Εφορείας Ενάλιων Αρχαιοτήτων και του Νορβηγικού Ινστιτούτου Αθηνών βουτούν στα νερά της Νότιας και Ανατολικής Νάξου με αποκαλύψεις που συγκλονίζουν (Αμφορείς, αγγεία, σιδερένιες άγκυρες και εξαρτήματα αγκυρών) αποδεικνύοντας ότι το λιμάνι της Πανόρμου και η περιοχή έως το Αλυκό ήταν σημαντικός κόμβος για την ναυσιπλοϊα από την αρχαιότητα έως την Τουρκοκρατία
Έναν απίστευτο θησαυρό πληροφοριών για τους αρχαίους και βυζαντινούς χρόνους φαίνεται ότι κρύβει ο βυθός κατά μήκος των νοτίων ακτών της Νάξου, από το Αλυκό μέχρι τον Πάνορμο. Φέτος, για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, η Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων σε συνεργασία με το Νορβηγικό Ινστιτούτο Αθηνών «έψαξε» συστηματικά τον συγκεκριμένο υποθαλάσσιο χώρο, μια απομονωμένη περιοχή ιδανική για την έρευνα λιμένων που παραμένουν κατά κύριο λόγο ανεπηρέαστοι από τις σύγχρονες επεμβάσεις. Το ερευνητικό πρόγραμμα είναι τριετές. Βασικός του στόχος να καταγράψει και να χαρτογραφήσει τις θέσεις αγκυροβολίας κατά τους αρχαίους και βυζαντινούς χρόνους.
Οι Έλληνες και Νορβηγοί αρχαιολόγοι πιστεύουν ότι ο βυθός της Νάξου θα τους δώσει νέα στοιχεία σχετικά με το πώς οι απομακρυσμένες περιοχές χωρίς παράκτιες εγκαταστάσεις συνδέονταν με τη θάλασσα, και κατά προέκταση με τον μεσογειακό κόσμο. Ακόμα, μπορεί να δώσει νέες πληροφορίες σχετικά με άγνωστες παραθαλάσσιες θέσεις, που χρησιμοποιούνταν σαν σύνδεσμοι μεταξύ των οικισμών της ενδοχώρας του νησιού και της θάλασσας.
Κατά την υποβρύχια έρευνα, που έλαβε χώρα από 25/9 έως 4/10/2016, για πρώτη φορά καταγράφηκε αρχαιολογικά η περιοχή κατά μήκος των δυσπρόσιτων ακτών της νότιας Νάξου, από Αλυκό μέχρι Πάνορμο (Πάνερμο), με φωτογραμμετρία, ορθοφωτογραφία, τρισδιάστατα μοντέλα των αρχαίων αποθέσεων, τρισδιάστατα βυθομετρικά μοντέλα με ηχοβολιστική τορπίλη (towfish), φωτογραφίες με βαθμονομημένη κάμερα, σχέδια, μετρήσεις με GPS και σόναρ και δειγματοληψία κεραμικής.
Ιδιαίτερο αρχαιολογικό ενδιαφέρον παρουσίασαν ο όρμος Πάνορμος ο ύφαλος νότια του όρμου, ο όρμος Αγ. Σώζος, το Ακρωτήριο Μονής, ο όρμος Αντριός, όπου εντοπίστηκαν και καταγράφηκαν αγκυροβόλια, λιμενικές υποδομές, λιθοσωροί έρματος πλοίων, λίθινες και σιδερένιες άγκυρες και ναυάγια ρωμαϊκών/βυζαντινών χρόνων με σπάνιους τύπους αμφορέων. Από τα πρώτα στοιχεία της υποβρύχιας έρευνας γίνεται προφανές ότι οι προαναφερόμενοι όρμοι απετέλεσαν φυσικούς λιμένες για φορτοεκφόρτωση εμπορευμάτων και κατά την αρχαιότητα. Στην έρευνα συμμετείχαν επίσης: οι Β. Γλέζος, Σ. Μουρέας, Frode Kvalø, Hilde Vangstad, Hallvard Indgjerd.
Η δεύτερη προσέγγιση
Και φέτος είχαμε την δεύτερη έρευνα Από τις 18 μέχρι 29 Σεπτεμβρίου 2017 και με βάση τα αποτελέσματα της προηγούμενης ερευνητικής περιόδου (2016), επικεντρώθηκε σε θέσεις αυξημένου ενδιαφέροντος, όπου εντοπίστηκαν σημαντικά ευρήματα.
– Από τον όρμο του Αγ. Σώζοντος, νοτιοανατολικά του Ακρωτηρίου Μονή, ανελκύστηκαν 5 λίθινες άγκυρες και διαγνωστικά δείγματα κεραμικής, όπως αμφορέας υστεροκλασικών χρόνων, χρηστικά αγγεία κλασικής εποχής, ακέραιο τμήμα πήλινου αγωγού υστερο-ρωμαϊκών/βυζαντινών χρόνων κ.ά., που υποδηλώνουν ότι το φυσικό λιμάνι χρησιμοποιούνταν από την αρχαϊκή έως τη βυζαντινή περίοδο ως αγκυροβόλιο. Στον ίδιο όρμο βρέθηκαν επίσης σιδερένιες άγκυρες και εξαρτήματα αγκυρών (στύποι).
– Στον όρμο Αντριός, βρέθηκαν έρματα και θραύσματα κεραμικής, που μαρτυρούν δραστηριότητα από τους ρωμαϊκούς και υστερο–ρωμαϊκούς χρόνους.
– Στον όρμο Πάνορμος, υπάρχουν 15 λιθοσωροί ερμάτων, που αποδεικνύουν την φορτοεκφόρτωση των πλοίων στην περιοχή. Τα ευρήματα της κεραμικής υποδηλώνουν τη χρήση της θέσης κατά κύριο λόγο κατά τη ρωμαϊκή και υστερο-ρωμαϊκή περίοδο.
– Στην Τουρκοσπηλιά δυτικά του Ακρωτηρίου Πάνορμος, διαπιστώθηκε μια νέα θέση με πλούσια συγκέντρωση κεραμικής. Τα αντικείμενα που ανελκύστηκαν (κυρίως αμφορείς) χρονολογούνται από τον 1ο αι. π.Χ. μέχρι τα υστερο-ρωμαϊκά και τα βυζαντινά χρόνια.
Το ερευνητικό πρόγραμμα θα δώσει νέα στοιχεία σχετικά με το πώς οι απομακρυσμένες περιοχές χωρίς προφανείς παράκτιες εγκαταστάσεις συνδέονταν με τη θάλασσα και κατά προέκταση με το Μεσογειακό κόσμο. Μπορεί να δώσει νέες πληροφορίες σχετικά με άγνωστες παραθαλάσσιες θέσεις, που χρησιμοποιούνταν σαν σύνδεσμοι μεταξύ των οικισμών της ενδοχώρας του νησιού και της θάλασσας. Από τη μελέτη θα προκύψει αν αυτά τα φυσικά λιμάνια χρησιμοποιούνταν μόνο από συγκεκριμένα οικιστικά κέντρα σε συγκεκριμένες χρονικές περιόδους ή αν παρέμεναν ανεπηρέαστα από τις αλλαγές της κατοίκησης στους οικισμούς της ενδοχώρας.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε υπό τη Διεύθυνση της Προϊσταμένης της Ε.Ε.Α. δρ. Αγγελικής Σίμωσι, ενώ επιστημονικά υπεύθυνη και διεξάγουσα στο πεδίο ήταν η καταδυόμενη αρχιτέκτονας μηχανικός Αικατερίνη Ταγωνίδου. Από την πλευρά των Νορβηγών διευθυντής της έρευνας ήταν ο αρχαιολόγος dr. Sven Ahrens, Επιμελητής του Ναυτικού Μουσείου του Όσλο.
Επίσης συμμετείχαν από πλευράς της Εφορείας Εναλίων ο δύτης Βασίλης Γλέζος και ο καταδυόμενος συντηρητής αρχαίων Άγγελος Τσομπανίδης, ενώ στο Νορβηγικό κλιμάκιο συμμετείχαν οι αρχαιολόγοι Frode Kvalo , Hilde Vangstad και Hallvard Indgjerd.
Ιδιαίτερες ευχαριστίες οφείλονται στους κ.κ. Μανώλη και Γιάννη Μπαρδάνη, για τη βοήθεια και τις υποδείξεις που προσέφεραν κατά τη διεξαγωγή της έρευνας.
Δελτίο Τύπου από την Εφορεία Ενάλιων Αρχαιοτήτων