Νέες προειδοποιήσεις από τους ειδικούς για τους κινδύνους από το μαζούτ που κατέκλυσε τις ακτές του Σαρωνικού. Καλούν μέλη ευπαθών ομάδων να μείνουν μακριά και σημειώνουν ότι οι συνέπειες της ρύπανσης μπορεί να κρατήσεις χρόνια
Την ώρα που ο υπουργός Ναυτιλίας Παναγιώτης Κουρουμπλής χαρακτηρίζει από τη μια τη βύθιση του δεξαμενόπλιου ” ατυχές γεγονός ” και από την αλλη λέει ότι έχει υποψίες που έχει καταθέσει στον εισαγγελέα και τον πρωθυπουργό οι ειδικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για την δημόσια υγεία από την ρύπανση στον Αργοσαρωνικό. Υπουργείο και Δήμοι προχώρησαν στην αυτονόητη οδηγία απαγόρευσης της κολύμβησης στις ακτές που έχουν πληγεί από το μαζούτ ενώ οι υψηλές θερμοκρασίες δημιουργούν και άλλους κινδύνους. Βέβαια, δεν ήταν λίγοι αυτοί που σήμερα βούτηξαν με τη ζέστη να χτυπάει κόκκινο. Και μάλιστα σε Αλιμο και Σαρωνίδα…
Όμως, ο πρόεδρος της Ελληνικής Επιτροπής Τοξικολογίας καθηγητής Δημήτρης Κουρέτα (όπως αναφέρει η ιστοσελίδα thetoc,gr) προειδοποίησε ότι δεν κινδυνεύουν από τη ρύπανση μόνο όσοι κολυμπήσουν, αλλά ακόμη και όσοι περπατήσουν στις συγκεκριμένες ακτές. Αποκάλυψε μάλιστα ότι η Πολιτεία δεν έχει ζητήσει τη συνδρομή της Ελληνικής Εταιρείας Τοξικολογίας, παρότι έστειλαν έγγραφο στη Βουλή, δηλώνοντας με αυτό ότι είναι σε θέση να συνδράμουν την απορρύπανση.
«Ενας άνθρωπος με δερματίτιδα, αναπνευστικό πρόβλημα ή κάποια άλλη ευαισθησία, αν μείνει για ώρα εκεί και υπάρχει εξάτμιση της ρύπανσης, μπορεί να αντιμετωπίσει πρόβλημα», τόνισε ο Δημήτρης Κουρέτας, μιλώντας στον ΣΚΑΪ.
Μάλιστα ο καθηγητής, πρόεδρος της Ελληνικής Επιτροπής Τοξικολογίας, επέστησε ιδιαίτερα την προσοχή στις εγκύους. «Πρέπει να προσέξουν. Υπάρχει σοβαρό θέμα διαρροής ρύπων από εξάτμιση. Δεν πρέπει να εκτίθενται. Η βιβλιογραφία των τελευταίων ετών δείχνει ότι οι έγκυες πρέπει να είναι σε πολύ μεγάλη απόσταση. Μπορεί να εκτεθούν σε αυτούς τους ρύπους και να έχει επίδραση στην υγεία τους, αν για παράδειγμα καθίσουν δίπλα σε βράχια στα οποία υπάρχει ρύπανση», τόνισε.
«Εκτός πραγματικότητας»
Παράλληλα, ο κ. Κουρέτας παρατήρησε ότι ο Παναγιώτης Κουρουμπλής θα έπρεπε να είχε μελετήσει αντίστοιχα συμβάντα του παρελθόντος, όπως στον Ευβοϊκό όπου χρειάστηκαν 1,5-2 χρόνια για να καθαρίσει το περιβάλλον. «Αν άκουγε κάποιος πολίτης τον υπουργό, πήγαινε για μπάνιο σε μία καθαρή θάλασσα εκείνη τη στιγμή, αλλά εξαιτίας των ρευμάτων τον περικύκλωνε μεγάλη κηλίδα, θα έπρεπε να πάρει τον κ. Κουρουμπλή να δει τι θα κάνει;», διερωτήθηκε ο καθηγητής τοξικολογίας.
Επιπλέον, χαρακτήρισε ότι είναι εκτός πραγματικότητας οι δηλώσεις περί απορρύπανσης της περιοχής μέσα σε έναν μήνα. Σε ό,τι αφορά την αντίδραση της κυβέρνησης, έπειτα από τη βύθιση του δεξαμενόπλοιου, ο κ. Κουρέτας τόνισε ουσιαστικά ότι δεν ακολουθήθηκε το πρωτόκολλο που υπάρχει για τέτοια συμβάντα. «Την ημέρα που έγινε το ναυάγιο έπρεπε να έχει κινητοποιηθεί το σχέδιο και το πρωί της Δευτέρας να είναι όλοι σε επιφυλακή», δήλωσε και απέρριψε τους ισχυρισμούς του κ. Κουρουμπλή που απέδωσε την καθυστέρηση των πρώτων ενεργειών στο γεγονός ότι το ναυάγιο έγινε βράδυ.
Ο κ. Κουρέτας, που είναι και μέλος του Ανώτατου Συμβουλίου Ειδικών Επιστημόνων διαχείρισης χημικών και διατροφικών κρίσεων της ΕΕ, αποκάλυψε μάλιστα ότι η Πολιτεία δεν έχει ζητήσει τη συνδρομή της Ελληνικής Εταιρείας Τοξικολογίας, παρότι έστειλαν έγγραφο στη Βουλή, δηλώνοντας με αυτό ότι είναι σε θέση να συνδράμουν την απορρύπανση. Ακόμη, ο κ. Κουρέτας τόνισε ότι θα έπρεπε να ανακοινώνονται τα αποτελέσματα των μετρήσεων που έχουν γίνει έως τώρα, όπως και αναλυτικές οδηγίες προς τους πολίτες για να γνωρίζουν τι πρέπει να κάνουν, από την πρώτη στιγμή του ναυαγίου.
Επιστήμονες: 5 με 10 χρόνια η διαδικασία απορρύπανσης!
Την ώρα που τα υπουργεία Περιβάλλοντος και Ναυτιλίας δίνουν ένα χρονοδιάγραμμα μόλις 20 ημερών για την απορρύπανση, οι περιβαλλοντολόγοι μιλούν για ένα διάστημα 5 έως 10 ετών για να καθαρίσουν πλήρως τα μολυσμένα ύδατα στον Σαρωνικό και να εξαφανιστούν οι καταστροφικές συνέπειες της ρύπανσης που προκλήθηκε στο οικοσύστημα από την βύθιση του δεξαμενόπλοιου.
Ολιγωρία
Για ολιγωρία του υπουργείου Ναυτιλίας που άργησε να αντιδράσει στην βύθιση του δεξαμενόπλοιου, δείχνει ως υπεύθυνη για την οικολογική καταστροφή του Σαρωνικού ο πρώην πρύτανης του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου Κώστας Μουτζούρης. Η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι όταν το πετρέλαιο πηγαίνει σε αμμώδεις παραλίες, οι διαδικασίες απορρύπανσης παίρνουν πάρα πολύ καιρό γιατί το μαζούτ παραμένει στο πορώδες της άμμου και αυτού του είδους η ρύπανση δεν αντιμετωπίζεται εύκολα, εξήγησε ο κύριος Μουτζούρης, μιλώντας στον Σκάι.
Στην συνέχεια αναφέρθηκε στο ατύχημα αυτό καθεαυτό, επισημαίνοντας πως «είχαμε ένα ατύχημα, υπό ιδεατές συνθήκες». Εξηγώντας τι σημαίνει αυτό, είπε πως το δεξαμενόπλοιο ήταν «στα 500 μέτρα από την Ψυττάλεια, όπου υπάρχουν δύο σταθμοί κατάλληλα εξοπλισμένοι, οι ποσότητες πετρελαίου που βγήκαν δεν ήταν τεράστιες, ο καιρός ήταν καλός. Από το 2002 υπάρχει νομοθετικό πλαίσιο που προβλέπει τα απαραίτητα για την αντιμετώπιση τέτοιων καταστάσεων, υπήρξε όμως ολιγωρία και τίποτα δεν λειτούργησε», είπε ξεκάθαρα. Η ηγεσία του υπουργείου Ναυτιλίας δεν ήταν εδώ και προσπαθούσε εκ του μακρόθεν να ενημερωθεί. Ολιγώρησε, δεν αντέδρασε και ήταν το αρμόδιο υπουργείο, τόνισε ο πρώην πρύτανης. «Πρέπει να καθαριστούν οι ακτές και αυτό θα πάρει χρόνο, μην καλλιεργούμε προσδοκίες. Οι χειμερινοί κολυμβητές θα έχουν πρόβλημα, για τους θερινούς θα δούμε», είπε χαρακτηριστικά.
Αργή αντίδραση
Με τη σειρά του, ο περιβαλλοντολόγος, καθηγητής του ΕΜΠ Κίμων Χατζημπίρος τονίζει πως προκλήθηκε μια χρόνια ρύπανση σε κατοικημένες παράκτιες περιοχές, η οποία θα είχε αποφευχθεί αν από τις πρώτες ώρες είχαν γίνει οι σωστοί χειρισμοί. Ακόμα και να καθαρίσει η πετρελαιοκηλίδα το οικοσύστημα δεν επανέρχεται αμέσως.
Όπως αναφέρει, «η οικολογική ζημιά στη θάλασσα και το οικοσύστημα είναι πολύ σημαντική. Χρειάζονται περίπου πέντε με δέκα χρόνια για να την καταπολεμήσει η φύση και να εξαφανιστούν οι συνέπειες. Για περίπου πέντε χρόνια θα υπάρχει διαταραχή του θαλάσσιου οικοσυστήματος. Ο χρόνος βεβαία εξαρτάται πολύ από το τρόπο που θα αντιμετωπιστεί η ρύπανση. Αν ρίξουν χημικά στην θάλασσα για να κατακαθίσει το πετρέλαιο στο βυθό όπως συνηθιζόταν παλιότερα τουλάχιστον, τότε το πετρέλαιο δεν θα φαίνεται στην επιφάνεια, δεν θα βγαίνει στις ακτές αλλά θα κάθεται και θα καταστρέψει ολοσχερώς το οικοσύστημα. Ο πιο οικολογικός τρόπος είναι να μαζευτεί με κάποια ειδικά σκάφη, είτε συσκευές και δίχτυα που διαθέτει το λιμενικό όσο είναι ακόμα στην επιφάνεια. Αυτό όμως τις πρώτες ώρες. Όταν το πετρέλαιο φτάσει στην ακτή και ακουμπήσει πάνω στην άμμο και τα χαλίκια, μετά είναι πολύ δύσκολο πια. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, αν ο κρατικός μηχανισμός αντιμετώπισης ήταν έτοιμος, τις επόμενες ώρες θα έπρεπε να εξαπολυθούν και να μαζέψουν το πετρέλαιο. Θα ήταν πολύ καλύτερη η κατάσταση. Αυτό το ναυάγιο έγινε Κυριακή και σήμερα είναι Πέμπτη. Είναι αργά. Δεν γνωρίζω αν δόθηκαν οι σωστές οδηγίες. Νομίζω όμως ότι από τα αποτελέσματα μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η κινητοποίηση ήταν πολύ αργή».
Με το χέρι
Εξίσου επίπονη και δύσκολη είναι η διαδικασία καθαρισμού των ακτών από την πίσσα. Από την Φρεατίδα μέχρι την Γλυφάδα το μαζούτ μαύρισε τις παραλίες ενώ οι τοπικοί παράγοντες συνδράμουν με όποια μέσα διαθέτουν για να περιοριστεί το φαινόμενο. «Όταν βγαίνει η πίσσα έξω, στα χαλίκια και την άμμο, πρέπει να καθαριστεί με χειρωνακτική εργασία, μια μια πέτρα. Αν αφήσουμε αυτήν την πίσσα θα κάνει 10-20 χρόνια να φύγει. Χρειάζεται μια καθοδήγηση από ειδικούς για να καθαρίσει η παραλία. Επομένως, έχουμε και μεγάλη οικονομική ζημιά γιατί οι παραλίες της Αττικής είναι ιδιαίτερα τουριστικές», προσθέτει ο κ. Χατζημπίρος.
Tέλος, ο αναπληρωτής καθηγητής του τμήματος Επιστημών της Θάλασσας του πανεπιστημίου Αιγαίου Στέλιος Κατσανεβάκης αναφέρει πως ο χρόνος απορρύπανσης εξαρτάται από τις ποσότητες πετρελαίου που χύθηκαν στη θάλασσα. «Σε μεγάλα ατυχήματα περνάνε δεκαετίες για να επανέλθει το οικοσύστημα, όπως έγινε και στον κόλπο του Μεξικού με το Deepwater Horizon που μετά από 7 χρόνια δεν έχει ακόμα επανέλθει. Εδώ η ζημιά είναι μικρότερη, γίνονται εργασίες απορρύπανσης αλλά ακόμα και τα υλικά που χρησιμοποιούνται είναι εξίσου τοξικά. Χρειάζεται παρακολούθηση για τα επόμενα χρόνια».